«…Ορισμένα τινά Ελληνικά θήλεα ζητούν να δοθή ψήφος εις τας γυναίκας. Σχετικώς με το ίδιον τούτο θέμα διαπρεπέστατος επιστήμων είχεν άλλοτε αναπτύξει από του βήματος της Βουλής το επιστημονικώς πασίγνωστον, άλλως τε, γεγονός ότι παν θήλυ διατελεί εις ανισόρροπον και έξαλλον πνευματικήν κατάστασιν ωρισμένας ημέρας εκάστου μηνός… Νεώτεραι και ακριβέστεραι έρευναι καταδείκνυσιν ότι ου μόνον ωρισμένας ημέρας, αλλά δι’ όλου του μηνός τελούσιν άπαντα τα θήλεα εις πνευματικήν και συναισθηματικήν ανισορροπίαν… Επειδή εν τούτοις αι ημέραι αύται, δεν συμπίπτουν ως προς όλα τα θήλεα, είναι αδύνατον να ευρεθή ημέρα πνευματικής ισορροπίας και ψυχικής γαλήνης όλων των θηλέων, ώστε την ευτυχή εκείνην ημέραν να ορίζονται αι εκάστοτε εκλογαί. Η γυναικεία συνεπώς ψήφος είναι πράγμα επικίνδυνον, άρα αποκρουστέον.»
Εφημερίδα «Νέα Ημέρα», 20 Μαρτίου 1928.
Την ίδια χρονιά, ωστόσο, η Αύρα Θεοδωροπούλου γράφει στον «Αγώνα της Γυναίκας»:
«Ζητούμε την ψήφο
Γιατί είμαστε κι εμείς όπως και οι άντρες μέλη μιας δημοκρατίας που πρέπει να στηρίζεται στην ελεύθερη θέληση όλων των πολιτών, ανδρών και γυναικών…»
Όμως, ενώ οι ελληνικές εφημερίδες του μεσοπολέμου καθρεφτίζουν το πνεύμα της εποχής σχετικά με τη γυναικεία ψήφο, το γυναικείο κίνημα έχει ήδη αρχίσει στη Βρετανία από τα τέλη του 19ου αιώνα. Στην Ελλάδα– αν εξαιρέσει κανείς την ανώτερη αστική τάξη – η γυναίκα ως επί το πλείστον ήταν αγράμματη και υποταγμένη στον άνδρα. Δεν είχε καμία οικονομική αυτοτέλεια που θα της επέτρεπε να τεθεί επικεφαλής της ζωής της και το μόνο που ήξερε να κάνει ήταν να δουλεύει σα σκλάβα στο χωράφι και το σπίτι. Tο γυναικείο κίνημα είχε να παλέψει με αντιλήψεις πολύ βαθιά ριζωμένες στη νοοτροπία του κόσμου.
Παρ’ όλα αυτά, στις 8 Μαρτίου του 1887 κυκλοφορεί το πρώτο φύλλο της «Εφημερίδος των Κυριών» από την πρώτη Eλληνίδα φεμινίστρια την Καλλιρρόη Σιγανού-Παρρέν, που ταυτόχρονα υπήρξε και η πρώτη Ελληνίδα δημοσιογράφος. Στο μεταξύ, η Παρρέν διδάσκει και στο Ζάππειο Παρθεναγωγείο στην Αδριανούπολη της Θράκης, απ’ όπου ξεκινούν διάφορα φεμινιστικά κινήματα, που αργότερα έρχονται στην Αθήνα. Έχουν ήδη αρχίσει, άλλωστε, να λειτουργούν γνωστά παρθεναγωγεία που στόχο έχουν τη μόρφωση των Ελληνίδων.
Οι καιροί που θ’ ακολουθήσουν δεν θα είναι μόνο δύσκολοι για τη χώρα μας, αλλά και για ολόκληρο τον πλανήτη: παγκόσμια οικονομική κρίση, Α΄Παγκόσμιος Πόλεμος, Βαλκανικοί Πόλεμοι, μικρασιατική καταστροφή. Σε μια χώρα που χειμάζεται από τον πόλεμο, τη δυσπραγία και την ανέχεια, η γυναίκα αναγκάζεται να μπει στην παραγωγή, αναζητώντας ίσα δικαιώματα με τους άντρες στην εργασία και την κοινωνία.
Ήδη, από το 1920 έχει ξεκινήσει ο οργανωμένος αγώνας για την πολιτική χειραφέτηση της Ελληνίδας με την ίδρυση του «Συνδέσμου για τα δικαιώματα της γυναικός». Πρόεδρος ήταν η Μαρία Νεγρεπόντη και αντιπρόεδρος η πασίγνωστη για τη δράση της Αύρα Θεοδωροπούλου.
Οι πιέσεις για τη γυναικεία ψήφο γίνονται ολοένα και μεγαλύτερες και μπορούμε να πούμε ότι το πρώτο βήμα έγινε το 1930, όταν επί κυβερνήσεως Βενιζέλου, αναγνωρίστηκε το δικαίωμα ψήφου με τόσο περιοριστικούς όρους, όμως, που ήταν μάλλον δώρον άδωρον! Το δικαίωμα ψήφου ίσχυε μόνο για τις δημοτικές εκλογές, αφορούσε μόνο το δικαίωμα του εκλέγειν και όχι του εκλέγεσθαι, ίσχυε μόνο για τις εγγράμματες Ελληνίδες και οπωσδήποτε άνω των 30 ετών.
Πράγματι, το 1934, στις δημοτικές εκλογές, ψήφισαν 240 Ελληνίδες σε ολόκληρη τη χώρα!
Μεσολαβεί ο πόλεμος, η Κατοχή, ο Εμφύλιος. Όλα μένουν πίσω. Θα περάσουν πολλά χρόνια ακόμα για να αποκτήσουν οι Ελληνίδες σωστό δικαίωμα ψήφου, ισότιμο με το αντρικό. Το δικαίωμα της γυναικείας ψήφου κατοχυρώνεται τελικά στο Σύνταγμα του 1952 και για πρώτη φορά ο θηλυκός πληθυσμός θα προσέλθει στις κάλπες στις βουλευτικές εκλογές της 19ης Φεβρουαρίου 1956.
* Η Χριστιάννα Λούπα είναι δικηγόρος και συγγραφέας. Ιστολόγιο http://christiannaloupa.wordpress.com