«Ναι!» θα λέγαμε πολλές φορές στην παρουσία των ξένων μεταναστών στην Ελλάδα και στα μέτρα ενσωμάτωσης τους στην ελληνική κοινωνία, έχοντας υπόψη, πως όλη η ως τώρα οικονομική ανάπτυξη, σε εθνική και παγκόσμια κλίμακα, στηρίχτηκε στις μετακινήσεις εργατικού δυναμικού προς στα αστικά οικονομικά κέντρα, και, μεταξύ αυτών, στις μετακινήσεις Ελλήνων μεταναστών όπου γης.
Υπό αυτό το πρίσμα, εξαιρουμένων των παρανόμων μετακινήσεων, που προς στην Ελλάδα φέρεται να φτάνουν και να ξεπερνούν ετησίως τις εκατόν χιλιάδες (το 70% των διακινουμένων προς την Ε.Ε.), οι νόμιμοι μεταναστευτικοί πληθυσμοί ασφαλώς δικαιούνται πολιτικά δικαιώματα και ειδικής μέριμνας στις χώρες διαμονής εξίσου με τους γηγενείς πληθυσμούς. Είναι δε άξιο ειδικής εύφημου μνείας ότι η παρούσα ελληνική κυβέρνηση επιχείρησε να αναμορφώσει δραστικά το νομοθετικό πλαίσιο για την ενσωμάτωση των μεταναστών στην ελληνική κοινωνία. Παρότι η στρατηγική θέση και η δυσμενής οικονομική κατάσταση της χώρας δεν επιτρέπει ιδιαίτερα τολμηρά ανοίγματα, όπως εξάλλου και η προβλεπόμενη περαιτέρω ένταση του φαινομένου των μεταναστευτικών μετακινήσεων.
Μεστή, όντως, η σχετική ομιλία του Πρωθυπουργού κ. Γ. Παπανδρέου στην Ελληνική Βουλή για την ιθαγένεια στους ξένους μετανάστες στην Ελλάδα, πριν λίγες μέρες. Κανείς καλόπιστος, και ειδικά όσοι έτυχε να θητεύσουμε λίγο ή πολύ σε άλλες πατρίδες και να απολαύσουν το δικαίωμα του πλήρους πολίτη, δεν θα έλεγε όχι στην δραστική αναμόρφωση του κώδικα ιθαγένειας ώστε να επιτραπεί η ενσωμάτωση των νομίμων μεταναστών στην ελληνική κοινωνία.
Όμως το θέμα της μετανάστευσης, ενέχοντας κατά πρώτο και κύριο λόγο τις σχέσεις με τον απόδημο Ελληνισμό και το φαινόμενο της λαθρομετανάστευσης, έχει πολλές πλευρές, και οι προτεραιότητες που υποβάλλουν δεν φαίνεται να είναι όλες όσο θα έπρεπε υψηλά στην πολιτική ατζέντα των πολιτικών κομμάτων και της παρούσας κυβέρνησης, όσο το θέμα του κώδικα ιθαγένειας για την ενσωμάτωση των μεταναστών. Θέμα, που, παρά την υποδεέστερη σχετικά σημασία, φαίνεται να του έχει δοθεί ιδιαίτερα υψηλή πολιτική προτεραιότητα και να μονοπωλεί, δίκην «μιντιακού σίριαλ», το ενδιαφέρον των πολιτικών κομμάτων και του κοινού και να περιορίζει τους ορίζοντες των εθνικών μας αντανακλαστικών. Ακόμα ως φαίνεται και προς την κατεύθυνση του απόδημου Ελληνισμού, αν λάβουμε υπόψη την εκ παραλλήλου σχεδόν εξαγγελθείσα κατάργηση της Γενικής Γραμματείας Απόδημου Ελληνισμού, παρά την προφανή υψηλότερη στρατηγική σπουδαιότητα που ενέχει η παρουσία και ο χειρισμός των θεμάτων του απόδημου Ελληνισμού, εν σχέσει με τα ενδεικνυόμενα μέτρα ενσωμάτωσης των ξένων μεταναστών στην ελληνική κοινωνία.
ΠΡΩΤΕΥΟΝΤΑ ΘΕΜΑΤΑ
Σε ότι αφορά τα μεταναστευτικά θέματα, πρωτεύοντα, νομίζουμε, θέματα αποτελούν οι σχέσεις με την ομογένεια και το θέμα της λαθρομετανάστευσης, που, όντας τελείως ανεξέλεγκτη, υπό τις παρούσες συνθήκες φαίνεται να λειτουργεί ως εκρηκτικός μηχανισμός βραδείας καύσης σε βάρος της Ελλάδας καθώς λειτουργεί ως φυσικός κυματοθραύστης των κυμάτων της λαθρομετανάστευσης προς τις χώρες της Δ. Ευρώπης, και μάλιστα επιβαρυνόμενη το μεγάλο σχετικά κόστος αντιμετώπισης της, επωφελεία των δυτικοευρωπαϊκών χωρών που αποτελούν τον τελικό στόχο προορισμού των λαθρομεταναστών. Πληρώνοντας, σε τελευταία ανάλυση, προς όφελος των ξένων, εταίρων και μη, τα σπασμένα όσων εθνών ευθύνονται για τις πολεμικές συγκρούσεις και τις εν γένει αντίξοες οικονομικές ή πολιτικές συνθήκες που εξωθούν τους πληθυσμούς των διαφόρων λαών στην απόγνωση και στην παράνομη μετανάστευση προς την Ελλάδα.
Κατάσταση, η οποία και κατατείνει στη διεύρυνση των ελλειμμάτων μας, για τα οποία μας εγκαλούν υποκριτικά οι εταίροι μας. Χωρίς να αναλογίζονται την συμβολή και την ευθύνη των ιδίων σε αυτά, και όσων εξ αυτών ή άλλων κρατών ευθύνονται για τις δυσμενείς συνθήκες με τις οποίες διαμορφώνονται κατά μεγάλο μέρος τα κύματα της λαθρομετανάστευσης προς την Ελλάδα και επιβαρύνεται με απρόβλεπτες δαπάνες το ελληνικό δημόσιο για την αντιμετώπιση της. Χωρίς μάλιστα η Ελλάδα να έχει ουσιαστική, ιδία ευθύνη, για το φαινόμενο και το κόστος αντιμετώπισης του, αλλά τουναντίον να χρήζει υποστήριξης από την Ε.Ε. και τους αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς.
Πράγμα μείζονος σπουδαιότητας, για το οποίο η Ελλάδα χρειάζεται να αναπτύξει έντονες διεθνείς πρωτοβουλίες, καθώς το θέμα της λαθρομετανάστευσης δεν φαίνεται να έχει βρει την πρέπουσα ιεράρχηση στα παγκόσμιο ζητήματα, και στα θέματα της εξωτερικής μας πολιτικής, ως προκύπτει και από τα περιεχόμενα για τα παγκόσμια ζητήματα και τη τρέχουσα δραστηριότητα του Υπουργείου Εξωτερικών, ως αυτά εμφανίζονται στην ιστοσελίδα που διατηρεί.
Θέματα, που, από την προφανή διεθνή σημασία τους, όφειλαν, πιστεύουμε, να έχουν διαρκή, υψηλότερου βαθμού πολιτική προτεραιότητα, στο επίπεδο των διεθνών σχέσεων και συνεργασιών, εν σχέσει με τα θέματα ιθαγένειας των ξένων μεταναστών, που δεν φαίνεται να προέχουν σε προτεραιότητα στην τρέχουσα συγκυρία.
Υπό αυτό δε το πρίσμα, έχουμε λόγους να ανησυχούμε όλοι, να εκφράζουμε τις αγωνίες μας, για τους τρόπους που τελικά φαίνονται να αρθρώνονται, να ιεραρχούνται και εντέλει να αιτιολογούνται οι πολιτικές προτεραιότητες των ημερών μας υπό την πίεση της οικονομικής συγκυρίας και τις πιέσεις των μηχανισμών της Ε.Ε., παίρνοντας ειδικά ως παράδειγμα την εμβόλιμη πρόταξη της νομοθεσίας για τα θέματα των ξένων μεταναστών, και αντιστρόφως την χαμηλή προτεραιότητα των θεμάτων της ομογένειας και ειδικά την εσπευσμένη αναγγελθείσα κατάργηση της ΓΓΑΕ, ακολουθώντας την αρχική κίνηση περιστολής του προϋπολογισμού της.
Είναι δε ιδιαίτερα ανησυχητικό, οι προτεραιότητες της πολιτικής μας ζωής να τείνουν να ιεραρχούνται υπό το κράτος του πανικού που μας έχουν υποβάλλει οι πιέσεις των ευρωπαίων εταίρων, για το κλείσιμο των ελλειμμάτων του δημόσιου τομέα, που με τον τρόπο που δημοσιοποιούνται φαίνεται να υποβοηθούν τις κινήσεις των κερδοσκόπων. Έτσι, που υπό το κράτος του κεκτημένου φόβου φαίνεται πλέον να μπαίνουν στο ίδιο τσουβάλι, τα χρέη μας και οι καταναλωτικές μας συνήθειες, όσο τα και θέματα μείζονος εθνικής σημασίας. Θέματα όπως η λαθρομετανάστευση και ιδίως οι σχέσεις με τον Απόδημο Ελληνισμό, για τον οποίο μάλιστα έχουν, σημειωτέον, διατυπωθεί επανειλημμένα από τις ομογενειακές οργανώσεις αιτήματα αναβάθμισης της ΓΓΑΕ σε υπουργείο!
Υπηρεσία, της οποίας μάλιστα ο προϋπολογισμός, και πριν την περιστολή του, υπήρξε συγκριτικά πολύ κατώτερος του προϋπολογισμού του τουρκικού προξενείου στην Κομοτηνή! Αν λάβουμε υπόψη τα στοιχεία που έχουν προέλθει από σχετικά δημοσιεύματα. Προξενείο, που ως γνωστόν, απευθύνεται στην ολιγάριθμη ελληνική μουσουλμανική κοινότητα της Θράκης, εν συγκρίσει με τα εκατομμύρια του απόδημου Ελληνισμού για τις ανάγκες των οποίων ιδρύθηκε και λειτουργεί η ΓΓΑΕ.
Η ΛΑΘΡΟΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΕΥΘΥΝΕΣ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΙΩΝ ΕΤΑΙΡΩΝ
Ως έχουν τα πράγματα, το θέμα της λαθρομετανάστευσης στην παρούσα ιδίως οικονομική συγκυρία, έχει τεράστια σημασία και συνεπάγεται ιδιαίτερα μεγάλο οικονομικό και κοινωνικό κόστος, για μια χώρα όπως η Ελλάδα. Αν ειδικά σκεφτούμε ότι η λαθρομετανάστευση προς την χώρα μας ξεπερνάει την βάσει αυστηρού κρατικού σχεδίου ετήσια εισαγωγή μεταναστών στην Αυστραλία, της περιόδου 1995-1996 και καλύπτει ένα ιδιαίτερα μεγάλο μέρος (71% – 90%) των μεταγενέστερων ετών, μέχρι και το 2006!
Για το θέμα της αντιμετώπισης της λαθρομετανάστευσης, ο Πρωθυπουργός φάνηκε ιδιαίτερα καθησυχαστικός στην πρόσφατη ομιλία του στη Βουλή. Επικαλούμενος την ειδική σειρά μέτρων που έχουν προκριθεί, όπως είναι η δημιουργία ειδικού Τμήματος Δίωξης των διακινητών παράνομων μεταναστών στη νέα Υπηρεσία Καταπολέμησης Οργανωμένου Εγκλήματος της ΕΛ.ΑΣ. και αντίστοιχα στο Λιμενικό Σώμα, και την προμήθεια του απαραίτητου τεχνικού εξοπλισμού με χρήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.), καταλήγοντας πως: «Οι Ευρωπαίοι εταίροι μας θα είναι εδώ, θα συνεπικουρούν και ταυτόχρονα θα έχουν άμεση εικόνα του προβλήματος…»
Οι ευρωπαίοι εταίροι έχουν ασφαλώς υψηλή ευθύνη στα θέματα της λαθρομετανάστευσης, καθότι τα ελληνικά σύνορα είναι και σύνορα της Ε.Ε.. Πολύ δε περισσότερο γιατί οι χώρες πολλών ευρωπαϊκών κρατών φαίνεται να είναι ο ιδανικός και ο τελικός στόχος προορισμού των παρανόμων μεταναστών, χρησιμοποιώντας την Ελλάδα ως διαμετακομιστικό κόμβο, που, εντούτοις, τελικά καταλήγει να λειτουργεί για την πλειοψηφία των λαθρομεταναστών ως τόπος μόνιμου παραμονής προς ζημίαν της και προς όφελος της ασφάλειας και της οικονομίας των ευρωπαίων εταίρων, και όχι μόνον.
Έτσι που, σε τελευταία ανάλυση, η Ελλάδα καταλήγει να χρηματοδοτεί έμμεσα χωρίς κανένα ουσιαστικά αντισταθμιστικό όφελος, αφενός τις οικονομίες και την ασφάλεια των πλούσιων εταίρων της Ε.Ε, και αφετέρου τις χώρες εκείνες που ευθύνονται για την πρόκληση του φαινομένου της λαθρομετανάστευσης, χωρίς να υποβάλλονται σε δαπάνες για την αποκατάσταση των πληθυσμών που εξαναγκάζουν σε λαθρομετανάστευση, ούτε καν σε ευθύνες ηθικής τάξης για τα πεπραγμένα τους από την παγκόσμια κοινότητα!
Πόσο όντως μπορούμε να επαναπαυόμαστε στην υποστήριξη των εταίρων μας; Αυτό φαίνεται ιδιαίτερα δύσκολο να απαντηθεί. Έτσι που η επίκληση τους ως παράγοντα στήριξης των ελληνικών υποθέσεων ειδικά στη συγκεκριμένη περίπτωση φαίνεται να έχει σχετική και μόνο αξία, σημασία διπλωματική, παρά ουσιαστική. Καθόσον, η υποστήριξη των εταίρων μας δεν μπορεί να θεωρηθεί εκ των προτέρων και καθ` όλα δεδομένη, ως να επρόκειτο για κοινή εταιρική προτεραιότητα. Και μάλιστα στα επίπεδα που φαίνεται να απαιτούν οι περιστάσεις για την αποτελεσματική περιστολή της λαθρομετανάστευσης και την απόσβεση του ελληνικού δημόσιου χρέους που συνεπάγεται για την ελληνική οικονομία, για τα δημόσια ελλείμματα της οποίας φαίνονται να κόπτωνται οι εταίροι μας. Πλην, ως έχουν τα πράγματα, χωρίς να αναγνωρίζουν καμία ουσιώδη εταιρική υποχρέωση στην κάλυψη του συνολικού κόστους που υπόκειται η Ελλάδα από την λαθρομετανάστευση, από το τείχος προστασίας της οποίας και τελικά ευνοούνται οι χώρες που οι λαθρομετανάστες έχουν ως στόχο τελικού προορισμού.
Είναι πράγματι παρήγορο ότι η Ε.Ε. αναλαμβάνει το κόστος του τεχνικού εξοπλισμού για την αντιμετώπιση της λαθρομετανάστευσης. Όμως δεν είναι το μόνο και δεν είναι παρά ένα ελάχιστο του συνολικού κόστους που συνεπάγονται η λαθρομετανάστευση για την ελληνική οικονομία και την κοινωνία, σε εργατοώρες, σε μέτρα αστυνόμευσης, περίθαλψης, διαφυγής ασφαλιστικών εισφορών εξ αιτίας της παραοικονομίας που εκτρέφει και όχι μόνον. Κόστος, οικονομικό και κοινωνικό, που δυστυχώς καλούμαστε να πληρώσουμε μόνοι μας, εν πολλοίς επ` ωφελεία των ισχυρών εταίρων μας, και εκείνων που πραγματικά ευθύνονται για την πρόκληση του φαινομένου της λαθρομετανάστευσης χωρίς και να επιβαρύνονται το κόστος της!
Η ΠΕΛΑΤΕΙΑΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΨΗΦΟΥ ΤΩΝ ΞΕΝΩΝ ΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ ΚΑΙ Η ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΩΝ ΟΜΟΓΕΝΕΙΑΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ
Με τα δεδομένα αυτά, τόσο το θέμα της λαθρομετανάστευσης όσο και ιδίως των σχέσεων με την ομογένεια, φαίνεται να διαβαθμίζονται συνειδητά ή ασύνειδα πολύ χαμηλά στην πολιτική ατζέντα στις διεθνείς μας σχέσεις και στις πολιτικές που σχετίζονται με εθνικά μας θέματα και την εθνική μας ενότητα, αν και αυτή αποτελούσε ως πρόσφατα έννοια αδιαχώρητη από την παρουσία και την αλληλεγγύη του απόδημου Ελληνισμού και την μέριμνα του εθνικού κέντρου για τους ομογενείς. Σε αυτό δε το πλαίσιο, οι σχέσεις με την ομογένεια φαίνεται να ακολουθούν τα μέτρα βελτίωσης των ελλειμμάτων μας, παρά τις επιταγές του εθνικού μας συμφέροντος και του χρέους για τον απόδημο Ελληνισμό.
Πράγμα που, ως φαίνεται, διευκολύνεται και από το σχετικά χαμηλό βάρος ων αποδήμων στη διαμόρφωση των πολιτικών πραγμάτων στην Ελλάδα. Εν σχέσει, αντιστρόφως, με την πολλά υποσχόμενη, ανερχόμενη πολιτική δύναμη των ξένων μεταναστών, που εξυπηρετεί το νομοσχέδιο για την ενσωμάτωση των ξένων μεταναστών. Προοπτική, που ενέχει προφανείς μικροπολιτικούς πελατειακούς πειρασμούς στα επιτελεία των πολιτικών κομμάτων για την διεκδίκηση της τούρτας της ψήφου των ξένων μεταναστών, παρά των αποδήμων Ελλήνων, εφόσον η δύναμη των ψηφοφόρων των ξένων μεταναστών μοιάζει προοπτικά, σε βάθος χρόνου, να είναι μεγαλύτερη! Ακόμα, ας επισημανθεί εδώ, και αν το δούμε στην προοπτική κατοχύρωσης του δικαιώματος συμμετοχής των αποδήμων στις ελληνικές εκλογές, κατά τρόπο που να εξασφάλιζε την απρόσκοπτη συμμετοχή στην εκλογική διαδικασία. Αφού, όταν και εφόσον ποτέ εξασφαλιστεί αυτό το δικαίωμα που συνεχώς παραπέμπεται στις ελληνικές καλένδες, πόσοι τελικά από τους αποδήμους μπορούν να διεκδικήσουν την άσκηση αυτού του δικαιώματος; Έχοντας ειδικά υπόψη το διαγενεακό ισοζύγιο. Το γεγονός ότι έχει μειωθεί δραματικά ο αριθμός των ατόμων πρώτης γενεάς, και οι νεότερες γενεές, στην συντριπτική τους πλειοψηφία ως είναι ενσωματωμένες στις ξένες κοινωνίες, δεν έχουν ισχυρούς λόγους να κόπτονται για τις δημόσιες υποθέσεις της χώρας καταγωγής!
Για τους ομογενείς, εκκρεμεί, ως γνωστόν, από δεκαετίες το θέμα της άσκησης του εκλογικού τους δικαιώματος, για το οποίο συχνά προβάλλονται συνταγματικά κωλύματα και άλλες δικαιολογίες, παρομοίως το πάγιο αίτημα των ομογενειακών οργανώσεων για την αναβάθμιση της ΓΓΑΕ σε υπουργείο φαίνεται να έχει μπει διαπαντός στο ψυγείο, η δε σοβούσα κρίση φαίνεται να λειτουργεί ως ισχυρό εθνικό αιτιολογικό για περαιτέρω μείωση του κόστους των υπηρεσιών για τον απόδημο Ελληνισμό! Αντιθέτως, έτσι απ’ ό,τι θα περίμενε κανείς, βοηθούσης και της δυσμενούς οικονομικής συγκυρίας φαίνεται να αποφασίσθηκε, εκ του προχείρου, άρον άρον η κατάργηση των υπηρεσιών της ΓΓΑΕ, και αυτού εν τέλει του ελαχίστου των υποχρεώσεων του ελληνικού κέντρου για τα θέματα της ομογένειας, ως η ομογένεια να έχει φτάσει πλέον στο τέλος της ιστορίας της! Αυτό που διαβλέπουν ορισμένοι και θεωρούν επιβεβλημένη την ενίσχυση των δεσμών, όσο υπάρχει ακόμα καιρός, για την επιβίωση της και την διατήρηση των ερεισμάτων της Ελλάδας στις ξένες χώρες, επ` ωφελεία των διακρατικών της σχέσεων με τις διάφορες χώρες και της θέση της χώρας μας στο διεθνές γίγνεσθαι.
Η αντιφατικότητα των πολιτικών για τους ξένους μετανάστες και την ομογένεια είναι όντως απογοητευτική και πρωτοφανής. Είναι όμως παρακινδυνευμένο να οδηγηθούμε σε περαιτέρω κρίσεις της στιγμής, λαμβάνοντας υπόψη την υπαινικτική διαβεβαίωση του Πρωθυπουργού κ. Γ. Παπανδρέου ότι «Η πολιτική μας για τη μετανάστευση, ούτε αρχίζει ούτε τελειώνει με το νομοσχέδιο για την ιθαγένεια».
Υπό αυτή τη διαβεβαίωση, έχουμε λόγους να πιστεύουμε πως η προαναγγελθείσα κατάργηση της ΓΓΑΕ, μπορεί να έχει την έννοια της υποκατάστασης της στην παρούσα συγκυρία από ένα ευέλικτο πολιτικό σχήμα, παρά την ολοσχερή κατάργηση των υπηρεσιών της. Ενδεχόμενο, που άλλωστε δεν μπορεί να δεχτεί αδιαμαρτύρητα ο οργανωμένος απόδημος Ελληνισμός, υπό την πίεση των αιτημάτων του οποίου και δημιουργήθηκε η ΓΓΑΕ.
Άλλωστε, η αντιμετώπιση της κρίσης προϋποθέτει κατά μείζονα λόγο την εθνική συνοχή και την αλληλεγγύη της ομογένειας, η οποία, μη όντας εξ ορισμού δεδομένη σε όλα τα επίπεδα, συναρτάται, σε τελευταία ανάλυση, από την ποιότητα του ενδιαφέροντος και τις υπηρεσίες που μπορεί να παρέχει το ελληνικό κράτος για τον απόδημο Ελληνισμό.