Η Μάχη της Κρήτης θα διδαχθεί στα σχολεία της Αυστραλίας μέσα από το νέο βιβλίο της ομογενούς δημοσιογράφου, Στέλλας Τζομπανάκη. Δικό μας παιδί η Στέλλα, αφού ξεκίνησε την καριέρα της από την αγγλική έκδοση του «Νέου Κόσμου».
Το βιβλίο της Στέλλας Τζομπανάκη φέρει τον τίτλο «Creforce» και απευθύνεται σε νεαρούς αναγνώστες. Είναι γραμμένο όπως ανέφερε η ίδια, από την οπτική γωνία των στρατιωτών και, κυρίως, των Αυστραλών και Νεοζηλανδών στρατιωτών που έλαβαν μέρος στην μάχη της Κρήτης και συμπεριλαμβάνει εκτός από τις μαρτυρίες του και πληροφορίες για την ελληνική ιστορία και παράδοση.
Στην συζήτηση που ακολουθεί, η συγγραφέας μιλά, αφενός, για την ερευνητική της εμπειρία όσον αφορά τη συγγραφή του βιβλίου, αλλά και για μία πολύ πιο προσωπική διαδρομή την οποία η ίδια ως Ελληνίδα της δεύτερης γενιάς έκανε κατά την διάρκεια των δύο χρόνων που αφιέρωσε για να γράψει το «Creforce»..
ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΑ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΙΚΟ
– Γιατί ένα βιβλίο για την Μάχη της Κρήτης;
Η ιδέα γι’ αυτό το βιβλίο, ανώριμη βέβαια ακόμα, γεννήθηκε πριν από περίπου 23 χρόνια. Ήμουν 15 χρονών και είχα πάει στην Κρήτη για να επισκεφθώ τους συγγενείς των γονιών μου. Είχαμε πάει για κυνήγι με έναν θείο μου και στην επιστροφή το μάτι μου πήρε μία πινακίδα στα αγγλικά. ‘Σταμάτα θείο’ φώναξα και ο θείος φρενάρισε απότομα. Φοβήθηκε ο άνθρωπος. Του ζήτησα να κάνει όπισθεν για να δω καλύτερα τι έγραφε η επιγραφή. Η πινακίδα έγραφε στα αγγλικά «Suda Bay War Cemetery». Τα αγγλικά ήταν που με τράβηξαν σε εκείνη την πινακίδα, αλλά όταν στη συνέχεια ακολουθήσαμε εκείνο τον δρόμο και φτάσαμε στο νεκροταφείο, είδα το σήμα των ANZACS πάνω στις ταφόπλακες. Απόρησα. Τι κάνουν Αυστραλοί και Νεοζηλανδοί στρατιώτες εδώ, ρώτησα τον θείο μου. Ανακάλυψα ότι εκεί στην γη των γονιών μου υπήρχε ένας άρρηκτος δεσμός αίματος και γενναιότητας με την χώρα στην οποία είχα γεννηθεί εγώ. Δεν το γνώριζα, δεν το είχα ακούσει ποτέ. Τότε μου γεννήθηκε η ιδέα να γράψω τις ιστορίες αυτών των ανθρώπων που έφυγαν από την Αυστραλία για να πολεμήσουν στον τόπο των προγόνων μου. Περίπου 23 χρόνια αργότερα, εντελώς κατά τύχη, μού προτάθηκε από τον εκδοτικό οίκο Black Dog Books να γράψω την ιστορία της Μάχης της Κρήτης. Δεν το πρότεινα εγώ, ο εκδοτικός οίκος μού έκανε την πρόταση προκειμένου αυτό το βιβλίο να ενταχθεί στην σειρά των ιστορικών σχολικών βιβλίων Drum Series, η οποία αυτή τη στιγμή διδάσκεται σε σχολεία της Αυστραλίας και ασχολείται με την αυστραλιανή στρατιωτική παρουσία στον Α’ και Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Έτσι προέκυψε το «Creforce».
– Πού στήριξες την έρευνά σου;
Ήταν μία πολύ δύσκολη διαδικασία. Σίγουρα, η Εθνική Βιβλιοθήκη της Αυστραλίας με βοήθησε πολύ. Πέρασα ατέλειωτες ώρες εκεί, βρίσκοντας μαρτυρίες και άλλα στοιχεία. Πρέπει, βέβαια, να αναφέρω ότι τα στοιχεία διέφεραν πολύ από την μία πηγή στην άλλη, κάτι που οδηγούσε σε περισσότερη έρευνα. Έκανα όμως και συνεντεύξεις βετεράνων που έλαβαν μέρος στη μάχη και σήμερα ζουν στη Μελβούρνη. Επιστημονικά ήταν μία εκπληκτική εμπειρία, έστω και αν πολλές φορές αποδεικνυόταν απίστευτα δύσκολη.
– Στο βιβλίο σου δεν αναφέρεσαι μόνο στις μαρτυρίες των ANZACS, αλλά και στις μαρτυρίες των Κρητικών που πολέμησαν δίπλα στους συμμάχους. Ταξίδεψες στην Κρήτη για να συλλέξεις αυτά τα στοιχεία;
Ίσως ακουστεί παράξενο, αλλά οι εμπειρίες των Κρητικών βρίσκονταν στη γειτονιά μου. Είναι απίστευτος ο πλούτος των πληροφοριών που κρύβουν συμπάροικοι Κρητικοί. Μέχρι εκείνη την στιγμή, για παράδειγμα, δεν γνώριζα ότι ένας οικογενειακός μας φίλος, ο Κώστας Παπαδογιάννης, ήταν ένας από αυτούς που έζησε τη Μάχη της Κρήτης και μοιράστηκε τόσα πολλά με τους Αυστραλούς στρατιώτες. Ανακάλυψα ότι στην μνήμη πολλών οικογενειακών φίλων κρύβεται ένας ιστορικός θησαυρός.
– Δεν είναι συνηθισμένο άτομα ελληνικής καταγωγής της ηλικίας σου να ασχολούνται συγγραφικά με τη σύγχρονη ελληνική ιστορία. Αυτή η επιλογή σου επηρέασε καθόλου τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεσαι τις ρίζες σου;
Η συγγραφή του βιβλίου, πέρα από οτιδήποτε άλλο, ήταν για μένα μία απίστευτα αποκαλυπτική προσωπική διαδρομή. Έμαθα λεπτομέρειες για τη ζωή και τον τόπο των γονιών μου, που ποτέ δεν θα μπορούσα να φανταστώ. Τολμώ να πω ότι γνώρισα καλύτερα την ίδια μου την οικογένεια μέσα από αυτό το βιβλίο. Ποτέ τους οι γονείς μας δεν είχαν μιλήσει για τον πόλεμο και τις εμπειρίες τους και ξαφνικά άρχισαν να μιλούν, να λένε ιστορίες απίστευτες. Δεν γνώριζα ότι το χωριό του πατέρα μου, το Κόκκινο Χωριό όπως λέγεται, ήταν εφαλτήριο των Γερμανών. Ούτε είχα ποτέ ακούσει ότι το χωριό της μητέρας μου είναι συνυφασμένο με τον αντιστασιακό αγώνα των Κρητικών. Αλήθειες ιστορικές και εμπειρίες που οι γονείς μου δεν μοιράστηκαν ποτέ με τα παιδιά τους ήρθαν στην επιφάνεια και άλλαξαν όχι μόνο την εικόνα που είχα γι’ αυτούς αλλά και για τον τόπο τους. Μέχρι πριν μερικά χρόνια, το βουνό πάνω από το Κόκκινο Χωριό ήταν ένα βουνό για μένα, μία μάζα από όμορφα πετρώματα με φόντο τον γαλάζιο ουρανό της Κρήτης. Τώρα είναι κάτι πολύ περισσότερο. Απέκτησε ζωή στα μάτια μου, ιστορική σημασία και οντότητα, όταν έμαθα τον ρόλο που έπαιξε το βουνό αυτό στη Μάχη της Κρήτης. Ήταν κάποτε παρατηρητήριο των Γερμανών μου είπε ο πατέρας μου. Υποθέτω ότι δέθηκα πολύ περισσότερο τώρα με την πατρίδα των γονιών μου. Η Κρήτη από τουριστικός προορισμός που ήταν για μένα κάποτε, έγινε υπόθεση πολύ προσωπική σήμερα.
– Υπάρχουν σχέδια το βιβλίο να διδαχθεί στα σχολεία της Αυστραλίας;
Παρά το γεγονός ότι μέχρι αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει συγκεκριμένος κατάλογος σχολείων που έχουν ενδιαφερθεί να εντάξουν το βιβλίο στο πρόγραμμά σπουδών τους, ξέρω ότι τα άλλα βιβλία της σειράς Drum Series, διδάσκονται ήδη σε Γυμνάσια. Όπως με πληροφόρησε ο εκδότης, και αυτό το βιβλίο θα ακολουθήσει την ίδια πορεία με τα άλλα της σειράς. Είναι γραμμένο για εφήβους και ελπίζω να μπει σε σχολεία γιατί εμπεριέχει και πολλά πολιτιστικά στοιχεία για την Κρήτη. Ελπίζω, τελικά, να καταλήξει στα χέρια μαθητών.
Το βιβλίο της Στέλλας Τζομπανάκη «Creforce: The ANZACS and The Battle of Crete», θα κυκλοφορήσει σε όλα τα καλά βιβλιοπωλεία στις 10 Μαρτίου από τον εκδοτικό οίκο Black Dog Books. H επίσημη παρουσίασή του στην ελληνική ομογένεια της Μελβούρνης θα γίνει την Τρίτη, 23 Μαρτίου στις 6.30 το βράδυ στο εστιατόριο Philhellene Provincial Cuisine, 551-553 Mount Alexander Rd, Moonee Ponds.