Πόσο ασφαλείς αισθάνεστε μετά την ανακοίνωση της κυβέρνησης, ότι η Αυστραλία κινδυνεύει από εγχώριους τρομοκράτες; Φοβάστε, μετά την ανακοίνωση της κυβέρνησης, ότι ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας μπορεί να είναι επικίνδυνο όργανο της Αλ Κάϊντα;

Αλλάξατε τη ζωή και τη συμπεριφορά σας, μετά την κυβερνητική ανακοίνωση, για να μην μπείτε στο στόχαστρο κάποιου αυστραλογεννημένου τρομοκράτη γείτονά σας, που έχει στρατολογηθεί από την Αλ Κάϊντα και συμμετέχει στον «ιερό πόλεμο» των μουσουλμάνων εναντίον «των άπιστων» διωκτών τους;

Κοιμάστε ήσυχα το βράδυ ή ξαγρυπνάτε για να μην σας «πιάσουν στον ύπνο» και σας μακελέψουν αφιονισμένοι μακελάρηδες που κατευθύνονται από την Αλ Κάϊντα και τις παραφυάδες της;

Προσωπικά, τους μόνους εγχώριους τρομοκράτες που βλέπω στον ύπνο μου είναι ο πρωθυπουργός μας, Κέβιν Ραντ, και ο υπουργός Περιβάλλοντος, Πίτερ Γκάρετ. Τα δύο στελέχη της κεντρικής κυβέρνησης της χώρας, που με το κομπογιαννίτικο πρόγραμμα μόνωσης σπιτιών έσπειραν τον τρόμο σε ένα εκατομμύριο και πλέον νοικοκυριά της Αυστραλίας. Δεν είναι υπερβολή. Ένα και πλέον εκατομμύριο νοικοκύρηδες της Αυστραλίας που μόνωσαν τα σπίτια τους με κρατική επιδότηση, ζουν με το διαρκή, παραλυτικό φόβο ηλεκτροπληξίας ή πυρκαγιάς που, κατά τους ειδικούς, μπορεί να πυροδοτήσει έλασμα αλουμινίου – κακός αγωγός ηλεκτρικού ρεύματος που χρησιμοποίησαν ως μονωτικό ανειδίκευτοι κερδοσκόποι – και από άλλες κακοτεχνίες η επισκευή των οποίων θα απαιτήσει πρόσθετες κρατικές δαπάνες και γερά νεύρα.

Το πρωτοφανές μέγεθος της κυβερνητικής ανευθυνότητας προσπάθησε να καλύψει ο πρωθυπουργός με τη δημοσίευση της «βελτιωμένης» αντιτρομοκρατικής πολιτικής της κυβέρνησης. Η εμβόλιμη ανακοίνωση των νέων μέτρων ήταν ένα επικοινωνιακό τέχνασμα της κυβέρνησης για να αποστρέψει την προσοχή μας από το πολυδάπανο, πολύνεκρο πρόγραμμα μόνωσης σπιτιών.

Θέλοντας η κυβέρνηση να προφυλάξει το κύρος της και τον ανίκανο υπουργό Περιβάλλοντος – η ανικανότητά του κόστισε μέχρι σήμερα εκατοντάδες εκατομμύρια και τέσσερεις ζωές – έβγαλε από το μανίκι τον άσσο της τρομοκρατίας.

Η έκθεση για την τρομοκρατία, που δημοσιοποίησε ο πρωθυπουργός στην αρχή της εβδομάδας, ήταν κλειδωμένη στα κυβερνητικά συρτάρια τρεις μήνες εν αναμονή ευκαιρίας, που θα βοηθούσε την κυβέρνηση να μεγιστοποιήσει το πολιτικό όφελος από την υιοθέτηση σκληρότερης στάσης κατά της τρομοκρατίας. Και θα έμενε κλειδωμένη μέχρι την έναρξη της επίσημης προεκλογικής εκστρατείας, αν δεν προέκυπτε η πιεστική ανάγκη αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης.
Κατά τον κ. Ραντ «…οι κρατικές υπηρεσίες πληροφοριών εκτιμούν, ότι η τρομοκρατία έχει γίνει έντονο και μόνιμο χαρακτηριστικό της πολιτικής μας για την εθνική ασφάλεια» («Ν.Κ.», 25/02/120), με άλλα λόγια έχουμε γίνει στόχος των τρομοκρατών και είμαστε, ως εκ τούτου, υποχρεωμένοι να βρισκόμαστε σε διαρκή, υψηλή ετοιμότητα για να αποτρέψουμε ή στη χειρότερη των περιπτώσεων να αντικρούσουμε αποτελεσματικά τρομοκρατικές επιθέσεις.

Ο πρωθυπουργός πρόσθεσε, ότι τον τελευταίο καιρό απειλούμαστε άμεσα από εσωτερικούς εχθρούς, από ανθρώπους δικούς μας που έχουν αφιονιστεί από την Αλ Κάϊντα και δεν θα διστάσουν να χτυπήσουν, κατ’ εντολή, στόχους εντός της Αυστραλίας.

«Μία άλλη, εμφανής αλλαγή είναι η αυξημένη απειλή από ανθρώπους που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στην Αυστραλία, αλλά έχουν επηρεαστεί από τη διαιρετική φιλολογία της Αλ Κάϊντα», είπε ο κ. Ραντ (οπ.π.) δημιουργώντας την εντύπωση στο μέσο πολίτη, ότι η Αυστραλία έχει μετατραπεί σε «φυτώριο» ντόπιων τρομοκρατών. Παρά ταύτα, η κυβέρνηση είχε κλειδώσει στα ντουλάπια της τρεις μήνες αυτές, τις τόσο ανησυχητικές εκτιμήσεις για την τρομοκρατία.
Το διανοείστε; Οι τρομοκράτες κυκλοφορούν ανάμεσά μας και η κυβέρνησή μας παίζει πολιτικά παιχνίδια σε βάρος της ασφάλειας του κράτους και των πολιτών.
Πώς αντέδρασε η κυβέρνησή μας στον αυξανόμενο κίνδυνο; Με εξοργιστική αδιαφορία. Αντί να λάβει τα αναγκαία μέτρα για την ανίχνευση και εξουδετέρωση των θυλάκων εγχώριων τρομοκρατών που σχεδιάζουν να μας μακελέψουν, καταχώνιασε την έκθεση για την τρομοκρατία στα συρτάρια της.

 Ο κυνικός πολίτης δικαιολογείται να πιστεύει, βάσει της συμπεριφοράς της κυβέρνησης, ότι τα συμπεράσματα των υπηρεσιών ασφαλείας θα έμεναν στα κυβερνητικά ντουλάπια αρκετούς μήνες ακόμη, αν δεν ξέσπαγε το φιάσκο Γκάρετ. Ο κυνικός πολίτης δικαιολογείται, επίσης, να πιστεύει, ότι η κυβέρνηση μεγαλοποιεί τον κίνδυνο από την εγχώρια τρομοκρατία για να μας υποχρεώσει να εστιάσουμε την προσοχή μας στον «πιθανό» κίνδυνο χτυπήματος από ντόπιους τρομοκράτες – αντί να ασχολούμαστε με το όργιο των λαθών και των παραλείψεων του Πίτερ Γκάρετ και του υπουργείου του – καθώς και για να δικαιολογήσει τα νέα αντιτρομοκρατικά μέτρα, βασικότερο των οποίων είναι η χρήση της βιομετρικής στον έλεγχο της ταυτότητάς μας και της ταυτότητας των αλλοδαπών που θα μας επισκέπτονται μελλοντικά.
 Κατά τους ειδικούς, «η βιομετρική, ή ο βιο-προσδιορισμός, είναι η πρακτική της μέτρησης των φυσικών χαρακτηριστικών ενός προσώπου για να ελέγξει την ταυτότητά τους. Τα πιο κοινά βιομετρικά συστήματα μετρούν τα δακτυλικά αποτυπώματα ή τις τυπωμένες ύλες χεριών. Τα πιο προηγμένα βιομετρικά συστήματα μετρούν τη φωνή χρηστών, τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των ματιών χρηστών, ή τη γεωμετρία του ολόκληρου προσώπου τους. Τα φουτουριστικά συστήματα μετρούν τα αυτιά χρηστών, τη μυρωδιά τους, ή ακόμα και το ίδιο το DNA τους» . Είναι δηλαδή, ο ασφαλέστερος τρόπος πιστοποίησης της ταυτότητας κάθε ανθρώπου.
Δεν γνωρίζουμε, επί του παρόντος, το βιομετρικό σύστημα που θα χρησιμοποιήσει η κυβέρνηση. Το μόνο μήνυμα που λάβαμε από τον πρωθυπουργό είναι, ότι η Αυστραλία εγκαινιάζει πολιτική μηδενικής ανοχής στην τρομοκρατία που θα ενισχύσει την ασφάλεια της χώρας και εξασφαλίσει την ψήφο ευφάνταστων ψηφοφόρων που δεν κάνουν τον κόπο να φιλτράρουν κυβερνητικές ανακοινώσεις και εξαγγελίες.

Αυτό που γνωρίζουμε είναι, ότι το επικοινωνιακό τέχνασμα της κυβέρνησης απέτυχε. Οι παρενέργειες του περιβαλλοντικού φιάσκου της είναι τόσο σοβαρές που την υποχρεώνουν να διαθέσει έξτρα κονδύλι δεκάδων εκατομμυρίων δολαρίων για να τις θεραπεύσει και τον πρωθυπουργό να «μονώνει» τον υπουργό του από τις επιθέσεις της αντιπολίτευσης, των τρομοκρατημένων νοικοκυραίων και των εργαζομένων, που βγήκαν στην ανεργία εξ αιτίας της αιφνίδιας διακοπής του προγράμματος μόνωσης, αναλαμβάνοντας εξ ολοκλήρου την ευθύνη για το φιάσκο.

Η αντιπολίτευση αντιλαμβάνεται, ότι το φιάσκο Γκάρετ έχει πολύ πολιτικό ψωμί και θα συνεχίσει να το σκαλίζει με έμφαση στους τέσσερεις θανάτους – τρεις από ηλεκτροπληξία και ένα από θερμοπληξία. Αναμένετε, λοιπόν, νέα επικοινωνιακά κόλπα από την κυβέρνηση. Αναμένετε νέες βαρύγδουπες εξαγγελίες-αποστροφές διότι, συν τοις άλλοις, διανύουμε άτυπη προεκλογική περίοδο.

Εν τω μεταξύ, μην αφήνετε την κενή φιλολογία περί υπαρκτού κινδύνου εγχώριας τρομοκρατίας να ταράζει τον ύπνο σας.