«Απ’ το πρωί μες στη βροχή και μέσα στο λιοπύρι / για μια μπουκιά κι ένα ποτήρι και δόξα τω θεώ», από το «Δόξα τω Θεώ» του Μίκη Θεοδωράκη σε στίχους του Ιάκωβου Καμπανέλλη και με αρχικό ερμηνευτή τον Γιάννη Πουλόπουλο στο θεατρικό έργο «Η γειτονιά των αγγέλων», το 1963.
Έχουν περάσει 50 χρόνια από τότε που ο Στέλιος Καζαντζίδης έκτιζε τη φήμη του σε ένα μεγάλο φάσμα από τους κατοίκους της χώρας μας τραγουδώντας για τα προβλήματα του εργατικού κόσμου και τις δυσκολίες που αντιμετώπιζαν οι Έλληνες μετανάστες στις φάμπρικες της Γερμανίας.
«Στις φάμπρικες της Γερμανίας και του Βελγίου τις στοές / πόσα παιδιά σκληρά δουλεύουν / και κλαίνε οι μάνες, αχ μοναχές», από τη σύνθεση του Στέλιου, «Στις φάμπρικες της Γερμανίας» σε στίχους Κώστα Βίρβου. Ο Καζαντζίδης τραγουδά και το «Στις φάμπρικες της ξενιτιάς» με ανάλογο θέμα του Θόδωρου Δερβενιώτη και το «Ψωμί της ξενιτιάς» των Γιάννη Βασιλόπουλου και Παύλου Ζεμανίδη, «Το διαβατήριο» των Δερβενιώτη-Βίρβου, ενώ «Τα μουτζουρωμένα χέρια», με την κλασική παλιά φόρμα, ήταν και είναι ακόμα για πολλούς το σήμα κατατεθέν για έναν τίμιο εργαζόμενο σημερινό νέο.
Το παραδοσιακό «Τζιβαέρι» και η «Αχάριστη» του Βασίλη Τσιτσάνη είναι δύο από τα πιο γνωστά μας τραγούδια, που επίσης αναφέρονται στην ξενιτιά, όπου μοιραία οδηγούνται ακόμα και σήμερα σε μεγάλο ποσοστό οι νέοι μας λόγω της ανεργίας, με τη διαφορά ότι στην εποχή μας η αναζήτηση εργασίας γίνεται σε διαφορετικό επίπεδο και όχι στα εστιατόρια και τα εργοστάσια, οι σημερινοί μας νέοι που καταφεύγουν στο εξωτερικό βρίσκουν συνήθως πιο εύκολα εργασία και καλύτερες συνθήκες, γι’ αυτό έχει δημιουργηθεί μια διαφορετική γενιά μετανάστευσης κυρίως για χώρες όπως η Μεγάλη Βρετανία και η Γερμανία.
Η δεκαετία του ’60 βρήκε πολλά ελληνικά χωριά, κυρίως στη βόρεια Ελλάδα, ερειπωμένα από νέους, αφού στην πλειονότητά τους οι νέοι αναζητούσαν την τύχη τους σε χώρες όπως η Γερμανία, ο Καναδάς, το Βέλγιο και η Αυστραλία, χώρες που είχαν πάρει τη θέση των Ην. Πολιτειών ως προορισμός μετανάστευσης και αναζήτησης καλύτερης τύχης.
Ως συνέχεια της οικονομικής κατάστασης της εποχής, ο Γιάννης Μαρκόπουλος καταπιάστηκε αρκετές φορές με το θέμα και έγραψε ολοκληρωμένα άλμπουμ, όπως «Οι Εργάτες», το 1976, με ερμηνευτή τον Λάκη Χαλκιά και τραγούδια όπως τα «Ανεργία», «Το παράπονο του εργάτη», «Χωρίς υπερωρίες», «Οικοδόμος δίχως σπίτι».
Λίγα χρόνια πριν είχε γράψει ένα από τα πιο πετυχημένα έργα του με τίτλο Μετανάστες και ερμηνευτές τους Βίκυ Μοσχολιού και Λάκη Χαλκιά. Οι στίχοι ήταν του Γιώργου Σκούρτη και ανάμεσα στα τραγούδια του άλμπουμ ήταν το «Ήσανε οχτώ χωριάτες» σε ερμηνεία της Μοσχολιού: «Ήσανε οχτώ χωριάτες / κι είχαν κι οι οχτώ παιδιά / φύγανε σαν μετανάστες / παρατήσαν τα χωριά. Μόλις φτάσανε στα ξένα βρήκαν οι μισοί δουλειά / και τους άλλους λησμονήσαν πριν περάσει μια βραδιά».
Στο ίδιο άλμπουμ υπάρχει και «Η φάμπρικα» με τον Λάκη Χαλκιά: «Η φάμπρικα δεν σταματά, δουλεύει νύχτα μέρα / και πώς τον λέν’ το διπλανό και τον τρελό τον Ιταλό / να τους ρωτήσω δεν μπορώ, ούτε να πάρω αέρα».
Ο Μάνος Λοΐζος με τον Λευτέρη Παπαδόπουλο έχουν καταπιαστεί με το θέμα μας σε τραγούδια όπως «Η Τζαμάικα»: «Κάθε πρωί που κίναγα να πάω για δουλειά / φεύγανε σαν πουλιά τα ψαροκάικα» και το «Η δουλειά κάνει τους άντρες», με τον Δημήτρη Ευσταθίου: «Μη βροντοχτυπάς τις χάντρες, η δουλειά κάνει τους άντρες / το γιαπί, το πηλοφόρι, το μυστρί».
Ο Μάνος, σε στίχους του Φώντα Λάδη και με ερμηνευτή τον Γιώργο Νταλάρα, κυκλοφόρησε το 1976 «Τα τραγούδια μας», άλμπουμ στο οποίο υπάρχουν τα κλασικά τραγούδια της εργατικής τάξης: το «Λιώνουν τα νιάτα μας»: «Όλη μέρα στα λιμάνια και στα ναυπηγεία / στου θανάτου τα καζάνια, στα μηχανουργεία», το «Πάγωσε η τσιμινιέρα»: «Πάγωσε η τσιμινιέρα και απ’ έξω από την πύλη εργάτες μαζεμένοι συζητάνε», και «Το Δένδρο».
Ο Μίκης Θεοδωράκης έγραψε μουσική και στίχους για το συγκλονιστικό «Στα περιβόλια», με ερμηνευτή τον Γρηγόρη Μπιθικώτση, που ακουγόταν στην παράσταση «Το τραγούδι του νεκρού αδελφού»: «Για το μέτωπο σαν έφυγα μανούλα / εσύ δεν ήρθες να με δεις / ξενοδούλευες και πήρα μόνος μου το τρένο που με πήρε απ’ τη ζωή».
Ο Σταμάτης Κραουνάκης, σε στίχους Λίνας Νικολακοπούλου, έγραψε για την Άλκηστη Πρωτοψάλτη το τραγούδι «Η Δουλειά»: «Μην πας μια μέρα στη δουλειά σου, μην πας / Δεν ζούμε, να δούμε να δούμε αν αγαπιόμαστε / μην πας / το σπίτι αυτό αν το πρωί θα τ’ ανεχτούμε / να συγυρίζω, να γελάω, να μου μιλάς». Θέμα που σίγουρα έχει περάσει από τη σκέψη μας, ανεξαρτήτως του αν κάποτε το κάναμε.
Ο Θωμάς Μπακαλάκος, με το πρώτο του άλμπουμ «Τα Αγροτικά», έδωσε αμέσως το στίγμα της καλλιτεχνικής πορείας που θα ακολουθούσε και εντρύφησε μέσα στα μόνιμα προβλήματα του αγροτικού κόσμου με τραγούδια όπως τα «Απεργία», «Μετανάστευση», «Όχι δεν πουλάμε», όλα, εκτός από τρία που έγραψε ο ίδιος τον στίχο, γραμμένα σε στίχους του Διονύση Τζεφρώνη, με ερμηνευτή τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου. Ανάλογο θέμα είχε και το επόμενο άλμπουμ του «Οι προστάτες», που κυκλοφόρησε το 1980, με τραγούδια όπως «Πρώτη του Μάη», «Δουλειά και αγώνας», «Λάρυμνα», όλα γραμμένα σε δικούς του στίχους.