ΕΙΧΑ-δεν είχα, κατάφερα και πάλι (χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια, θα πρέπει να ομολογήσω), να ανάψω τα… «λαμπάκια» των απανταχού πατριωτών την περασμένη βδομάδα.
ΤΡΕΛΑΙΝΟΝΤΑΙ οι τύποι, ρε παιδί μου, σας λέω, έτσι και αμφισβητήσεις ότι δεν είναι (κατευθείαν!) απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων και… φορείς του (λαμπρού) πολιτισμού τους.
ΜΕΤΑΞΥ αυτών που αντέδρασαν κεραυνοβόλα ήταν και ο… κλασικός Κυριάκος Βαβάκης, επιστολή του οποίου δημοσιεύουμε σε άλλη σελίδα.
Η πλάκα είναι ότι ο συγκεκριμένος… πατριώτης νομίζει (όπως, άλλωστε, όλοι οι Ελληναράδες), ότι κάτι έχει κληρονομήσει και από την ευφυΐα των αρχαίων του προγόνων.
ΕΝΤΥΠΩΣΗ, όμως, μού έκανε, η επιστολή ενός άλλου ευαίσθητου πατριώτη (και φίλου του κ. Κυριάκου), ο οποίος συμφώνησε απόλυτα μαζί μου, αλλά ζήτησε να μη δημοσιευτεί η επιστολή του.
Η μόνη αντίρρηση που εξέφρασε (αφού μού έπλεξε το εγκώμιο) είναι ότι η εφημερίδα μας δεν πρέπει να δημοσιεύει τέτοια άρθρα γιατί μπορεί να τα διαβάζουν και οι… Γερμανοί!
ΚΑΤΑ διαβολική σύμπτωση, την ίδια μέρα, η «Νέα Ελλάδα», δημοσίευσε και μια μικρή είδηση που αναφερόταν σε ένα νέο γερμανικό δημοσίευμα, το οποίο μάλιστα προέρχονταν από την καλύτερη εφημερίδα της χώρας αυτής, σύμφωνα με το οποίο «οι σημερινοί Έλληνες δεν είναι τίποτα άλλο από μια πρόσμειξη των φύλων που έχουν περάσει κατά καιρούς από τη χώρα, είτε ως κατακτητές, είτε ως πρόσφυγες και μετανάστες».
ΣΥΜΦΩΝΑ με τον Γερμανό συντάκτη του άρθρου, οι σημερινοί Έλληνες είναι ένα κοκτέιλ, ντόπιων (Ελλήνων), Σλάβων, Φράγκων, Βουλγάρων, Σέρβων, Τούρκων και Αλβανών. Αν και τα όσα έγραψα δεν είχαν καμιά σχέση με αυτά που ισχυρίσθηκε ο Γερμανός, αρκετοί «πατριώτες» τα… πρόσθεσαν μαζί.
ΕΝΑΣ άλλος «πατριώτης», σε κάποια καφετέρια του Όκλι, με αποκάλεσε «Τούρκο», ενώ ανάλογα σχόλια έκαναν και άλλοι Ελληναράδες. Παράλληλα, θα πρέπει να ομολογήσω, ότι μετά ένα τέτοιο «ακραίο» άρθρο, όπως τα χαρακτήρισαν άτομα, την κρίση των οποίων εκτιμώ ιδιαίτερα (τόσο από εδώ όσο και από την Ελλάδα), ήταν η πρώτη φορά που πήρα τόσο θετικά (και κολακευτικά) σχόλια και από ανθρώπους, μάλιστα, που δεν το περίμενα.
ΜΕΤΑΞΥ αυτών και λίγοι «πατριώτες»! Ενδεικτικό σημάδι! Επιτέλους, λέω, άρχισε να πιάνει τόπο ο «σπόρος», που για δύο και πλέον δεκαετίες «σπέρνουμε (μοχθώντας) από τούτο εδώ το «χωράφι», του… μισού στρέμματος (στην αριστερή όχθη, εντάξει;) της δεύτερης σελίδας.
ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ γι’ αυτούς, για να μην ξεχνάω και έναν φίλο από το Κλάϊτον, που μού έστειλε «χαιρετίσματα» έναν αναπτήρα που έγραφε πάνω: «ΕΧΩ ΜΠΑΡΜΠΑ ΣΤΗΝ ΚΟΡΩΝΗ».
ΠΡΙΝ κλείσω, όμως, την παρένθεση αυτής της ιστορίας, οφείλω να δώσω μια πραγματικά «πατριωτική» εξήγηση, στους ελάχιστους, που με χαρακτήρισαν «ακραίο», προσθέτοντας μάλιστα ότι, κάπου στο… βάθος «κάτι έχω, εναντίον της Ελλάδας»!
ΚΑΙ εδώ, όταν λέω «ελάχιστους», δεν εννοώ ότι ήταν λίγοι, αυτοί που διαφώνησαν με τα όσα έγραψα. Όχι. Κάθε άλλο. Ξέρω ότι, ενδεχομένως, οι διαφωνούντες αποτελούν τη μεγάλη πλειοψηφία. Ελπίσω όχι. Φοβάμαι, όμως, ότι ναι!
ΕΔΩ αναφέρομαι στους ελάχιστους εκείνους, την κρίση των οποίων εκτιμώ και με γνωρίζουν «πολύ καλά» και από «πολύ κοντά». Και, μάλιστα, σε μεγάλο βάθος χρόνου. Σε αυτούς που ξέρουν και ορισμένες από τις «περιέργειες» και «λόξες», που έχω με την Ελλάδα. Μια χώρα που «γνωρίζω» όσο καμία άλλη.
ΔΕΝ λέω, έχω πολλά «κουσούρια» και ένα από αυτά είναι ότι εκτιμώ πράγματα που για άλλους περνούν απαρατήρητα και ενοχλούμαι από πράγματα που οι άλλοι τα αποδέχονται ως δεδομένα. Κάτι δηλαδή σαν το προπατορικό αμάρτημα. Δεν το μπορώ, με «σκοτώνει» αυτή η αποδοχή της τελικής ήττας. Η εξ επαφής «εκτέλεση» κάθε ελπίδας. Ακόμα και παραίσθησης…
ΔΕΝ πάει άλλο. Εξαντλήθηκαν και τα τελευταία αποθέματα της υπομονής μου με τους (πνευματικά) παραιτηθέντες. Με όσους κατάθεσαν τα «όπλα» και αποτραβήχτηκαν διακριτικά στην θαλπωρή του «ιδιωτικού βίου». Με όσους θεωρούν «μάταιη» την προσπάθεια να κολυμπήσεις κόντρα στο (ορμητικό) ρέμα. Έστω και θεωρητικά…
ΜΕΧΡΙ εδώ, σου λένε. Βάζουν κάπου οι άνθρωποι την περιβόητη «κόκκινη γραμμή». Μετά τη «γραμμή» το χάος. Ο απόλυτος «παρα-λογισμός». Η γη της ουτοπίας. Πολλά θα μπορούσα να πω για την ευφυή αυτή τάξη των «λογικών» και να συνεχίζω να τους εκτιμώ.
ΘΑ περιοριστώ, όμως, σε μια «τηλεγραφική» (και εκ των πραγμάτων υπερ-απλοποιημένη) ανακεφαλαίωση του «πιστεύω μου». Να πω δυο κουβέντες για τη «μαύρη ύλη» γι’ αυτό το απροσδιόριστο και ανεξήγητο «κάτι», που αποδίδουν οι φίλοι μου ότι έχω «κατά» της Ελλάδας.
ΑΥΤΟ, λοιπόν, το «κάτι», που οι άλλοι του αποδίδουν μεταφυσικές αξίες, για μένα έχει να κάνει με την ποιότητα των αισθημάτων που τρέφει ο καθένας για την πατρίδα του. Τι εννοεί «πατρίδα»; Πώς, δηλαδή, την αισθάνεται; Τι είναι αυτό που τον έλκει; Αυτό που αγαπά; Ή, τέλος πάντων, αυτό που τον απωθεί.
ΚΑΙ εδώ, όπως άλλωστε και σε όλα τα πράγματα, ο κώδικας αξιών και προτιμήσεων ποικίλει μεταξύ των ανθρώπων. Άλλοι λατρεύουν την ιστορία της και τον πολιτισμό της, άλλοι το χωριό τους (άντε το πολύ-πολύ και το διπλανό!), άλλοι για τις αναμνήσεις τους άλλοι γιατί θεωρούν τιμή τους να είναι κληρονόμοι τέτοιου πολιτισμού, άλλοι για τις φυσικές της ομορφιές, άλλοι για τα λουλούδια της και τον καιρό της και άλλο για την καλοκαιρινή δροσιά και τις μυρωδιές της.
ΥΠΑΡΧΟΥΝ ορισμένοι που την αγαπούν, για όλα τα πιο πάνω και ακόμα περισσότερα και πολλοί άλλοι πους τους φέρνουν πιο κοντά της, οι καημοί, οι πόνοι και η… κακομοιριά της! Εδώ σε αυτόν τον «εθνικό πόνο» του αιώνια «αδικημένου» έχει τις ρίζες τους ο εθνικός μας ψυχισμός καθώς και το πονεμένο (σκυλάδικο) τραγούδι που διαμόρφωσε το νεοελληνικό συναισθηματικό μας βάθος.
ΟΙ χειρότεροι, όμως, των «εραστών της» και αυτοί που της έχουν προξενήσει (διαχρονικά!) τη μεγαλύτερη ζημιά είναι οι «πατριώτες». Όλοι αυτοί που μεταφράζουν την αγάπη προς την πατρίδα ως… ιερή υποχρέωσή τους να την «προστατέψουν» απ’ όλους όσους την «κυνηγούν» και «συνωμοτών» εναντίον της.
ΑΥΤΟΝ το «πατριωτισμό» και «προστατευτισμό», που έχει τις ρίζες του στο εθνικό νταβατζηλίκι, όπως το καθιέρωσε στο συλλογικό μας θυμικό ο Πελοποννήσιος χωροφύλακας, μάχομαι για δύο δεκαετίες από τούτη τη γωνιά.
ΤΗΝ ευκολία να συγχωρούμε τα πάντα προς χάρη του «εθνικού συμφέρον» και την ακόμα μεγαλύτερη ευκολία να ξεχνάμε και να ανεχόμαστε τους ίδιους και τους ίδιους να κάνουν τα ίδια και τα ίδια, αντιμάχομαι. Την πλήρη αποδοχή του δόγματος. «ε, τι να κάνουμε τώρα. Αυτοί είμαστε εμείς οι Έλληνες. Έχουμε και… αδυναμίες!».
ΑΥΤΟ, όμως, που πραγματικά με εξοργίζει είναι ο αυτοθαυμασμός μας και η άρνηση μας να αποδεχτούμε αυτό που είμαστε. Αυτό που βλέπουν σε εμάς (και) οι άλλοι. Με βγάζει από τα ρούχα μου το γεγονός της προσαρμογής μας στην ευκολία και το βόλεμα. Το όποιο βόλεμα.
ΔΕΝ μπορώ να ανεχτώ άλλο, ότι έχει εγκαταλείψει η ελληνική κοινωνία κάθε προσπάθεια να αλλάξει νοοτροπία. Να απελευθερωθεί από συμπεριφορές που καθορίζονται από την πολιτιστική οθωμανική κληρονομιά.
ΚΑΙ για να τελειώνω: δεν έχω τίποτα εναντίον της Ελλάδας. Έχω πολλά, όμως, κατά των Ελλήνων που αποτελούν, αυτή τη δεδομένη στιγμή, την Ελλάδα. Αν καταλάβατε, με τους Βαλκάνιους «κατακτητές» και «παραμορφωτές» του ελληνικού πολιτισμού τα έχω.
ΜΕ όσους διαιωνίζουν με την συμπεριφορά τους την τουρκόφερτη νεοελληνική νοοτροπία, που μάς οδήγησε εδώ που φτάσαμε. Τα «έχω» (και θα συνεχίσω να τα «έχω») με όλους όσους το εθνικό (και όχι μόνο) «εγώ τους» είναι πολύ μεγαλύτερο από το… μυαλό τους. Με την άγνοια, τελικά, τα έχω και με την (εμφανή) έλλειψη παιδείας. Με όλα, δηλαδή, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των «πατριωτισμού», από τα οποία εμφορούνται οι κατά φαντασία σημερινοί νεοέλληνες που θεωρούν ότι είναι «φορείς του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού».
ΝΑΙ, με όλους τους «κληρονόμους» της νεοελληνικής αρχαιότητας και δόξας «τα έχω πάρει στο κρανίο».
ΚΑΤΑΛΑΒΑΙΝΩ να μη γίνονται πράγματα που χρειάζονται χρήματα για να γίνουν. Αυτό που δεν καταλαβαίνω (και δεν δέχομαι) είναι ότι δεν γίνονται πράγματα που θα μπορούσαν να γίνουν με αλλαγή της σημερινής νοοτροπίας. Αυτά για το θέμα και να με συμπαθάτε.
ΠΑΜΕ πιο κάτω: για το πολιτιστικό Φεστιβάλ «Αντίποδες», όπως με ευκολία συνηθίζουμε να αποκαλούμε ισχύουν τα όσα γράψει. Τίποτα δεν έχει αλλάξει από τις «χρυσές» μέρες της προεδρίας Φουντά.
ΠΑΝΗΓΥΡΙ ήταν και πανηγύρι παραμένει, που ελάχιστη σχέση έχει με τις πολιτιστικές μας παραδώσεις. Ένα (δήθεν) Φεστιβάλ είναι κομμένο και ραμμένο στα μέτρα, τα γούστα και τις οικονομικές δυνατότητες αυτών που το οργανώνουν.
ΟΣΑ μπορούν ξοδεύουν και όσα ξέρουν κάνουν. Ούτε περισσότερα έχουν να ξοδέψουν, ούτε διαφορετικά να πράξουν ξέρουν. Φτώχια και μιζέρια και στα δυο επίπεδα. Η εικόνα του… Φεστιβάλ μιλάει από μόνη τους για όσους έχουν μάτια να δουν.
ΓΙ’ αυτό που «είναι», όπως είπαν και ορισμένοι διαπρεπείς καλλιτέχνες μας στον προχθεσινό «Νέο Κόσμο», «καλό είναι».
ΤΟ μόνο που έχω να προσθέσω επ’ αυτών είναι ότι: αν μάς αρκεί αυτό που «είναι», άστο να «είναι», όπως θα έλεγε και μια συμπάροικος ποιήτρια.
ΚΑΘΕ χρόνο τέτοια εποχή επιπλήττω την συμπεριφορά ορισμένων συμπαροίκωνν που πέφτουν σαν τα πεινασμένα κοράκια πάνω στους δίσκους με τους μεζέδες που σερβίρονται κατά τη διάρκεια της δεξίωσης για την εθνική μας εορτή και κάθε χρονιά το ίδιο γίνεται. Η νοοτροπία και η οθωμανική κουλτούρα που λέγαμε πιο πάνω…
ΤΕΛΟΣ πάντων, φέτος τη δεξίωση, που ήταν πλουσιότερη σε νόστιμους μεζέδες, την έδωσε η πολιτειακή κυβέρνηση, λόγω των οικονομικών δυσκολιών της πατρίδας. Χαμός σας λέω έγινε, όπως μου είπαν.
ΟΡΙΣΜΕΝΟΙ, μάλιστα, την έστηναν έξω από τις πόρτες που έβγαιναν οι δίσκοι και έπεφταν πάνω τους, λες και ήταν νηστικοί από τα Χριστούγεννα. Ρεζίλι σας λέω μας έκανε και πάλι ο… νεοελληνικός πολιτισμός μας.
ΣΤΟ μεταξύ, παρακαλείται αυτός που πήρε πέρυσι το «ειδικό» σφυρί, που μέλος της Επιτροπής Εορτασμού της Εθνικής μας Επετείου χρησιμοποιούσε για να καρφώνει τους διαχωριστικούς πασσάλους να το φέρει πίσω, για να μη γίνει το «αδιαχώρητο» αύριο στην παρέλαση.
ΑΥΤΑ για σήμερα σας εύχομαι να περάσετε καλά και να χειροκροτείστε τα παιδιά αν πάτε στην παρέλαση. Γεια χαρά.