Ζωή Σαρρή – Μια ζωή γεμάτη

Έμαθε μόνη της να γράφει και να διαβάζει Αγγλικά και απέκτησε τη δική της επιχείρηση στη τρυφερή ηλικία των 18 ετών. Η ιδιαιτερότητα έγκειται στο ότι για την εποχή που αναφερόμαστε, ενώ οι περισσότεροι αγόραζαν Μilk Bars και Ψαράδικα, εκείνη, αγόρασε Πρακτορείο Εφημερίδων.

Ο λόγος για την αρχόντισσα του βορρά την Ζωή Σαρρή, που αποχαιρέτησε τα εγκόσμια στις 28 Ιανουαρίου 2010. Λέγοντας αρχόντισσα, οι γνωρίζοντες τον βίον της, μιλούν για μια αρχοντική ψυχή, που αφιέρωσε βοηθώντας τους αναξιοπαθούντες συμπατριώτες μας κι όχι μόνο, τόσο στην Χρυσή Ακτή όσο και στο Μπρίσπαν γενικότερα.

Η αείμνηστη γεννήθηκε στη Σμύρνη τον Μάιο του 1917. Δυστυχώς, πέντε χρόνια μετά, οι γονείς της Μιλτιάδης και Μαρία Δραγώνα, εξαναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν το σπίτι τους.

Γνωστή σε όλους μας η καταστροφή που υπέστη η άλλοτε παλλόμενη από ελληνική ζωντάνια πόλη της Σμύρνης και γνωστό το τραγούδι «καίγεται η Σμύρνη καίγεται», που αποτελείωσαν ολοσχερώς οι φωτιές που έβαλαν τα τουρκικά στρατεύματα τον Σεπτέμβρη του ίδιου έτους.

Έτσι η οικογένεια μαζί με τη θεία της Αναστασία Μαϊνά, κατάφεραν να σκαρφαλώσουν σε ένα καράβι και να φτάσουν πρόσφυγες στην Ελλάδα.

ΚΟΝΤΑ ΣΤΗΝ ΟΜΟΝΟΙΑ

Ο πατέρας της, ο κυρ-Μιλτιάδης, γλύπτης το επάγγελμα, βρήκε εργασία ως μαρμαράς. Δυστυχώς, μια πνευμονία βαριάς μορφής, τον έστειλε πρόωρα στον τάφο.
Η μητέρα, που γνώριζε από ράψιμο, για να εξασφαλίσει τον επιούσιο στα παιδιά της, έραβε πουκάμισα για το γνωστό κατάστημα ενδυμάτων «Δραγώνας» στην Αθήνα, τα οποία ήταν ιδιοκτησίας του θείου της.

Τα καταστήματα «Δραγώνα», έτσι για να περπατήσουμε λίγο και στις παλιές κι αλησμόνητες γειτονιές της ελληνικής πρωτεύουσας, βρίσκονταν κοντά στη διασταύρωση των κεντρικών οδών Αιόλου και Ευριπίδου σε απόσταση αναπνοής από το κέντρο, την Ομόνοια.
Ο συνάδελφος Κώστας Παϊβανάς, που γνωρίζει την παλιά Αθήνα, θυμίζει το γνωστό σλόγκαν «ότι θέλει ο λαός στου Δραγώνα ασφαλώς» και πιστοποιεί ότι όντως, το κατάστημα έντυνε την καλή κοινωνία της πρωτεύουσας.

Πως ξεκίνησε η επιχείρηση; Την εποχή που οι μετανάστες έφευγαν από τον Πειραιά, τη νύχτα με τα καράβια, ο Δραγώνας, κρατούσε το μαγαζί ανοικτό και πωλούσε 1.000 βαλίτσες τη βραδιά. Ναι σωστά διαβάσατε.

Και η σύζυγός του, αν και πλούσια, έραβε σκισμένα σεντόνια. Έτσι με σκληρή δουλειά, η επιχείρηση μεγάλωσε και η οικογένεια έγινε μια από τις πλέον ισχυρές της Ελλάδα.

Ωστόσο η Ζωή, έμελλε να ταξιδέψει και να γνωρίσει νέους τόπους. Γιατί μετά από πρόσκληση των θείων της Γιώργου και Μαίρης Μαϊμά, πήραν την μεγάλη απόφαση για το υπερπόντιο ταξίδι στην Αυστραλία.

ΑΓΩΝΙΣΤΡΙΑ

Η Ζωή, ήταν μόλις 10 ετών όταν έφτασαν στο Σίδνεϊ. Το 1930, η οικογένεια εγκαταστάθηκε στο Μπρίνσπαν, όπου εργάστηκε σε καθαριστήριο ρούχων. Ανήσυχη και γεμάτη ζωή, άρχισε να εργάζεται παράλληλα σε γειτονικό Πρακτορείο Εφημερίδων.
Από τότε, η εφημερίδα έγινε η καλύτερη κι αχώριστη φίλη της. Μαγεμένη από τον πλούτο της γνώσης που προσέφεραν τα έντυπα γενικά, έπεσε με τα μούτρα στο διάβασμα.

Έτσι, το 1936, δεκαοκτώ μόλις Μαΐων, αγόρασε την επιχείρηση, την οποία με συνέταιρο τον αδελφό της Σπύρο, κράτησαν μέχρι το 1970.
Σίγουρα, η οικονομική κρίση που πέρασε τότε η χώρα, επηρέασε και τη δική της δουλειά. Ωστόσο, μαθημένη από μικρή να εργάζεται και να αγωνίζεται και οπλισμένη με ατσάλινη θέληση, κατάφερε με την συνδρομή των πιστών πελατών της, να ξεπεράσει τα οικονομικά προβλήματα και να κρατήσει το News Agency.

 «Το μορφωτικό της επίπεδο ήταν υψηλό, αν συγκρίνει κάποιος τα λιγοστά χρόνια που πέρασε από τα μαθητικά θρανία. Και τούτο, γιατί μέσα από την εργασία της, είχε διευρύνει το λεξιλόγιό και τις γνώσεις της, γύρω από την ντόπια Αυστραλιανή και διεθνή επικαιρότητα», θα πει ο συνάδελφος, Γιάννης Καράς, ανταποκριτής μας από τη Μπρίσμπαν, που την γνώριζε.

ΚΑΤΑΔΕΚΤΙΚΗ  ΚΑΙ ΥΠΟΜΟΝΕΤΙΚΗ

Και προσθέτει: «Η αείμνηστη έχαιρε της εκτίμησης του στενού και ευρύτερου περιβάλλοντός της. Είχε ενεργό συμμετοχή στα κοινωνικά και πολιτιστικά δρώμενα της πόλης μας, ήταν διά βίου μέλος της Ελληνικής Κοινότητας του Αγίου Γεωργίου και μία εκ των ιδρυτικών μελών και αντιπρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικής Νεολαίας της Κουηνσλάνδης, με έτος ίδρυσης το 1945.

Είχε επίσης διοικητική θέση στην Φιλόπτωχο της ανωτέρω Κοινότητας, ενώ σε προχωρημένη ηλικία, συνέχισε την εθελοντική της προσφορά στη διανομή φαγητών – meals on the wheels, σε υπερήλικες».

Ο κ. Καράς, εκτιμά, ότι «εκείνο που ενδεχομένως θα θυμούνται όσοι την γνώρισαν, ήταν η καλή της διάθεση να ανταποκρίνεται στις ανάγκες των συνανθρώπων της, η υπομονή να ακούει τον συνομιλητή της, το ήπιο του χαρακτήρα της και το γλυκό της χαμόγελο που κοσμούσε το πρόσωπό της».
Τελικά, βρήκε και η ίδια καταφύγιο στο απάνεμο λιμάνι του Γηροκομείου «Άγιος Νικόλαος», δεχόμενη καθημερινά επισκέψεις από τους αμέτρητους φίλους που απέκτησε μέσα από το φιλανθρωπικό της έργο.

Τώρα αναπαύεται πλάι στον σύζυγό της Γιάννη Σαρρή με ρίζες στην Κρήτη, με τον οποίο μοιράστηκε είκοσι τέσσερα χρόνια γάμου.
Για την πολυετή της δράση και πολυποίκιλη προσφορά, η Ζωή Σαρρή, τιμήθηκε από την Πολιτεία με το βραβείο του πρωθυπουργού.