Απαγόρευση κυκλοφορίας επιβάλλει σήμερα η κυβέρνηση στην πρωτεύουσα της Ταϊλάνδης, όπου 25 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους κατά τις οδομαχίες μεταξύ διαδηλωτών και δυνάμεων του στρατού τις τελευταίες τρεις ημέρες. Η κυβέρνηση στέλνει επίσης τον Ερυθρό Σταυρό για να απομακρύνει γυναίκες, παιδιά και ηλικιωμένους από το κέντρο της Μπανγκόκ που έχει μετατραπεί σε πεδίο μάχης.

Την ίδια στιγμή, τα «κόκκινα πουκάμισα», οι διαδηλωτές που απαιτούν την απομάκρυνση του πρωθυπουργού Βετζατζίβα και την προκήρυξη εκλογών, παραμένουν οχυρωμένοι με λάστιχα και τοίχους από μπαμπού σε μία έκταση τριών τετραγωνικών χιλιομέτρων στο οικονομικό κέντρο της Μπανγκόκ.

Η κλιμακούμενη βία εγείρει ανησυχίες ότι το πολιτικό χάος όχι μόνο δεν θα υποχωρήσει σύντομα αλλά θα επεκταθεί και σε άλλες περιοχές της Ταϊλάνδης. Ήδη την Παρασκευή, η κυβέρνηση κήρυξε κατάσταση έκτακτης ανάγκης σε 15 περιφέρειες έξω από την πρωτεύουσα με σκοπό να κρατήσει μακριά από την Μπανγκόκ υποστηρικτές του πολυάριθμου κινήματος των «κόκκινων πουκάμισων» από την επαρχία.

Απευθυνόμενος στους Ταϊλανδέζους την Κυριακή, ο πρωθυπουργός επανέλαβε ότι πως μόνη απάντηση στην κρίση, που κρατά σχεδόν δύο μήνες, είναι η επέμβαση των δυνάμεων του στρατού. Εκτιμάται ότι περίπου 5.000 Ταϊλανδέζοι διαδηλωτές παραμένουν στις θέσεις τους, ενώ ο αριθμός τους ήταν περίπου διπλάσιος την Παρασκευή πριν τον σοβαρό τραυματισμό του επικεφαλής του «στρατιωτικού σχεδιασμού» των διαδηλωτών.

Η κυβέρνηση προσπαθεί να θέσει υπό πολιορκία τους διαδηλωτές, έχοντας διακόψει την παροχή ρεύματος και νερού στην περιοχή. Τους τελευταίους δύο μήνες, έχουν σκοτωθεί τουλάχιστον 54 άτομα στη δίνη των ταραχών, οι 25 από τους οποίους από την Πέμπτη.

Παράλληλα, η πολιτική αβεβαιότητα αποθαρρύνει τόσο τα ξένα κεφάλαια που χρειάζεται η οικονομία της Ταϊλάνδης για να ορθοποδήσει ενώ πλήττει και τον τουρισμό που (που αντιστοιχεί στο 6% της εγχώριας οικονομίας).