Ο νέος ρόλος της Καμπέρας, ανάμεσα σε Ουάσιγκτον και Πεκίνο

#Το άρθρο που ακολουθεί είναι αναδημοσίευση από την «Ελευθεροτυπία»

Ο Εργατικός αυστραλός πρωθυπουργός, Κέβιν Ραντ, απάντησε αρνητικά στο αίτημα για αύξηση των δυνάμεων της χώρας του στο Αφγανιστάν, ωστόσο, δήλωσε την υποστήριξή του στην αμερικανική εμπλοκή.

Από την ανάληψη της διακυβέρνησης, τον Δεκέμβριο του 2007, προσπαθεί να βελτιώσει τις σχέσεις της Αυστραλίας με τους ασιάτες γείτονές της, χωρίς να θέσει σε αμφισβήτηση την υποστήριξη της Καμπέρας στην Ουάσιγκτον.
 
ΜΙΑ ΝΕΑ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΙΣ ΗΠΑ ΔΟΚΙΜΑΖΕΙ Ο ΚΕΒΙΝ ΡΑΝΤ

 Η Αυστραλία μοιάζει με σημείωση στο υποσέλιδο ενός χάρτη. Υπάρχει, άραγε, πράγματι αυτή η χώρα γεωπολιτικά; Πολλοί αμφιβάλλουν – τόσο απαρατήρητη περνάει η «Down under» («κάπου εκεί κάτω», όπως την αποκαλούν ειρωνικά οι ίδιοι οι Αυστραλοί λόγω της γεωγραφικής θέσης της). Στην καλύτερη περίπτωση, προκαλεί το ενδιαφέρον των αναλυτών διεθνών σχέσεων για λόγους ευγενείας και μόνο. Η Αυστραλία δεν αποτελεί πυρηνική δύναμη, ούτε είναι μέλος των μεγάλων οργανισμών όπως η Ένωση των Εθνών της Νοτιοανατολικής Ασίας (ASEAN)(1). Μήπως είναι μια μη-δύναμη;
Έκτη σε έκταση χώρα στον κόσμο, μόνιμα μέλος των δεκαπέντε πλουσιότερων χωρών του πλανήτη, με τον τρίτο καλύτερο δείκτη ανθρώπινης ανάπτυξης (τον οποίο έχει καθιερώσει το Πρόγραμμα του ΟΗΕ για την Ανάπτυξη [PNUD]), με άρτια εξοπλισμένες ένοπλες δυνάμεις, η Αυστραλία, παρά τους μόλις 22 εκατομμύρια κατοίκους της, έχει σημαίνοντα πολιτικό ρόλο στον Ειρηνικό. Σήμερα, η αντιπαράθεση για τον επαναπροσδιορισμό των προτεραιοτήτων της εθνικής ασφάλειας στο πλαίσιο μιας Νοτιοανατολικής Ασίας σε αναταραχή θέτει πολλά ερωτήματα.

Η πιο μεγάλη πρόκληση από την αρχή του έτους για τον Εργατικό πρωθυπουργό, Κέβιν Ραντ, που κυβερνά τη χώρα λίγο περισσότερο από δύο χρόνια, είναι να συνεχίσει να αποστασιοποιείται από τις βλαπτικές επιλογές που επέβαλε, από το 1996, ο συντηρητικός προκάτοχός του, Τζον Χάουαρντ. Η πολιτική του τελευταίου είχε περιορίσει, κατά τρόπο κραυγαλέο, την αυστραλιανή διπλωματία σε ρόλο υποτελούς των ΗΠΑ και είχε οδηγήσει στην απαξίωσή της. Υπό το κράτος της ευφορίας που προκάλεσε η επιτυχία της ειρηνευτικής παρέμβασης του αυστραλιανού στρατού στο Ανατολικό Τιμόρ με την υποστήριξη του ΟΗΕ, ο Χάουαρντ είχε σοκάρει τις γειτονικές χώρες δηλώνοντας ότι η χώρα του ήταν πλέον έτοιμη να παίξει τον ρόλο του βοηθού σερίφη, στον Ειρηνικό όπου η τήρηση της τάξης θεωρείται δικαίωμα των ΗΠΑ.
Την εικόνα αυτή ενίσχυσε η ανεπιφύλακτη συμμετοχή στην περιπέτεια του Ιράκ, το 2003 και, μετά από τις τρομοκρατικές επιθέσεις στο Μπαλί, το 2002 (2), η προσυπογραφή των αρχών της «προληπτικής δράσης» κατά της τρομοκρατίας.

ΒΟΗΘΟΣ ΤΩΝ ΗΠΑ

Η διακήρυξη αυτή είχε προκαλέσει τις επίσημες διαμαρτυρίες της Ινδονησίας, των Φιλιππίνων, της Μαλαισίας και της Ταϊλάνδης, χωρών που έχουν υπογράψει αμυντικές συμφωνίες με την Καμπέρα. Οχι ότι ο επεμβατισμός της Αυστραλίας στην περιοχή των ζωτικών της συμφερόντων αποτελούσε έκπληξη για τις χώρες αυτές: η αποστολή χιλίων πεντακοσίων ανδρών στα Νησιά Σολομώντα το 2003(3) ή μιας εκατοντάδας στο Βασίλειο της Τόνγκα το 2006 είναι μονάχα τα πιο πρόσφατα παραδείγματα(4). Στο όνομα της «σταθεροποίησης της περιοχής» πάντα.

Ωστόσο, όπως επισημαίνει η Φαμπρίς Αργκουνέ, ειδική στα θέματα της περιοχής και συγγραφέας του μοναδικού γαλλικού βιβλίου που είναι αφιερωμένο στη γεωπολιτική της χώρας(5), την εικόνα της «αλαζονικής» Αυστραλίας ενίσχυσε το εκρηκτικό μείγμα επεμβατισμού και μιας ρητορικής ταυτισμένης με την αμερικανική σημειολογία, η οποία τοποθετούσε αυθαίρετα τις γειτονικές χώρες (μεταξύ των οποίων την Παπουασία – Νέα Γουινέα) στην κατηγορία των «χρεοκοπημένων κρατών». Η ρητορική αυτή στην καλύτερη περίπτωση ενοχλούσε: ήδη από το 2002, ο Ροΐλο Γκολές, υπουργός Άμυνας των Φιλιππίνων, χαρακτήριζε «τη στάση του κ. Χάουαρντ βαθύτατα αλαζονική».

Το 2006, ήταν η σειρά του Μανασί Σογκαβάρε, πρωθυπουργού των Νησιών Σολομώντα, να χαρακτηρίσει την Καμπέρα «τρόμο της περιοχής και αλαζονικό έθνος». Ακολούθησε, την ίδια χρονιά, ο Μάικλ Σομάρε, πρωθυπουργός της Παπουασίας – Νέας Γουινέας, ο οποίος δεν μπόρεσε να συγκρατήσει την οργή του: «Είναι ίδιον της αλαζονείας του λαού σας και των ηγετών σας να συμπεριφέρεστε στην περιοχή με τέτοιον τρόπο»(6).

Η θέση του Χάουαρντ, που στο εσωτερικό της χώρας είχε τη στήριξη κάποιων συντηρητικών «δεξαμενών σκέψης» με επιθετική ρητορική (Institute of Public Affairs, Centre for Independent Studies), καθώς και της επιθετικής προπαγανδιστικής αρθρογραφίας των εντύπων του νεοσυντηρητικού αυστραλού πολυεκατομμυριούχου Ρούπερτ Μέρντοχ, κατά τα φαινόμενα ανέστησε, κατά κάποιον τρόπο, την εθνική πολιτική της «προωθημένης άμυνας» της προ του 1970 εποχής, η οποία βασιζόταν αποκλειστικά στην ταύτιση (bandwagoning) με την πολιτική των ΗΠΑ στην περιοχή.

Μπορούμε μήπως, εκ των υστέρων, να θεωρήσουμε την περίοδο αυτή μια απλή παρένθεση, συνδεδεμένη με την αντιτρομοκρατική υστερία, η οποία στηρίχθηκε περισσότερο στον μιμητισμό παρά σε δομικούς παράγοντες; Η γεωγραφία επηρεάζει αποφασιστικά την πολιτική και κανένα «προληπτικό δόγμα» δεν μπορεί να εξαλείψει το προφανές γεωστρατηγικό παράδοξο από το οποίο υποφέρει η Καμπέρα. Παρ’ όλο που στον Νότιο Ειρηνικό, όπου κυριαρχούν τα αναπτυσσόμενα μικρονησιωτικά κράτη, η Αυστραλία έχει συντριπτική ισχύ με οικονομικούς, πολιτισμικούς και πολιτικούς όρους, στον Βόρειο Ειρηνικό, όπου κυριαρχούν γίγαντες όπως η Κίνα, η Ιαπωνία, οι ΗΠΑ και η Ρωσία, η χώρα απλώς υπάρχει.

ΝΕΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ

Υιοθετώντας εκ νέου μια τάση που είχε εμφανιστεί πριν από τουλάχιστον σαράντα χρόνια, η Καμπέρα έχει κάθε συμφέρον να αναπτύξει μια πιο αυτόνομη διπλωματία, λαμβάνοντας περισσότερο υπ’ όψιν τις μακροπρόθεσμες ασιατικές ισορροπίες: 60% του αυστραλιανού εμπορίου γίνεται σήμερα με την Ασία και, το 2007, η Κίνα υποσκέλισε την Ιαπωνία και έγινε ο πρώτος οικονομικός της εταίρος.

Σε κάθε περίπτωση, το μέλλον της Αυστραλίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με αυτή την πραγματικότητα. Ο ίδιος ο Χάουαρντ το είχε συνειδητοποιήσει. Έτσι, το 2004, ήταν ο πρώτος αυστραλός πρωθυπουργός που παρέστη σε σύνοδο του ASEAN, προκειμένου να θέσει τις βάσεις μιας συμφωνίας ελεύθερων συναλλαγών. Την ίδια χρονιά, προσέφερε μεγάλη ικανοποίηση στο Πεκίνο, γνωστοποιώντας, διά στόματος του υπουργού Εξωτερικών του, Αλεξάντερ Ντάουνερ – λίγο απερίσκεπτα, είναι η αλήθεια, δεδομένων των συμφωνιών με την Ουάσιγκτον (7) – πως η Αυστραλία δεν θα αισθανόταν «αυτομάτως» ότι την αφορά μια πιθανή σύγκρουση στο στενό της Ταϊβάν. Τέλος, το 2005, η Καμπέρα έγινε, μετά από πολλές διαπραγματεύσεις και παρά την έντονη αντίδραση κάποιων χωρών μεταξύ των οποίων και η Μαλαισία, μέλος του νέου οργανισμού της Ανατολικής Ασίας (East Asia Summit, EAS), της πολιτικής διεύρυνσης του ASEAN, στον οποίο συμμετέχουν επίσης η Κίνα, η Νότια Κορέα και η Ιαπωνία.
Αυτή την ασιατική στρατηγική επιβεβαιώνει ο Ραντ, με την ειδοποιό διαφορά ότι η διπλωματική του φρασεολογία, πιο ουδέτερη, συμβαδίζει πλέον με πολυμερείς δράσεις.

Ενώ ο Χάουαρντ ήταν σφοδρός πολέμιος των απόψεων περί κλιματικής αλλαγής, η Καμπέρα υπέγραψε το Πρωτόκολλο του Κιότο, συμβολικά, την ημέρα που αναλάμβανε καθήκοντα ο Ραντ, στις 3 Δεκεμβρίου 2007. Επίσης, ο νέος πρωθυπουργός απέσυρε τους δύο χιλιάδες άνδρες των ενόπλων δυνάμεων από το Ιράκ, επικροτούμενος από τα γειτονικά μουσουλμανικά κράτη, όπως η Μαλαισία και η Ινδονησία. Από το 2008 δε, αμβλύνθηκαν οι περιορισμοί στην ασιατική μετανάστευση· τον Φεβρουάριο της ίδιας χρονιάς ο Ραντ ζήτησε, εξ ονόματος των Αυστραλών, συγνώμη από τους Αβορίγινες. Η Ασία επικρότησε ομόφωνα όλες αυτές τις αποφάσεις.
Στο μεταξύ, στις σχέσεις με την Κίνα διαφαίνεται διάθεση αμοιβαίας κατανόησης. Όχι τυχαία, ο αυστραλός πρωθυπουργός είναι ο μόνος δυτικός ηγέτης που μιλάει άπταιστα την επίσημη κινεζική διάλεκτο (στις συναντήσεις του με τον Χου Ζιντάο δεν παρίσταται διερμηνέας). Άλλη μια σημαντική ένδειξη είναι ότι σήμερα δεν γίνεται πια λόγος για τον «τετραμερή διάλογο», μια ιδέα της κυβέρνησης Μπους για τη συγκρότηση ενός συγκαλυμμένου αντικινεζικού μετώπου από την Αυστραλία, τις ΗΠΑ, την Ινδία και την Ιαπωνία.

Μακροπρόθεσμα, η Καμπέρα έχει έναν διπλό στόχο: την ενίσχυση της συμμαχίας με τις ΗΠΑ, με την παράλληλη ενεργό συμμετοχή της σε όλους τους οργανισμούς της περιοχής, οι οποίοι αποκτούν νέα δυναμική, και όπου η Αυστραλία θα μπορέσει να παίξει σημαντικό ρόλο. Όσο η περίοδος ψυχρότητας με την Ασία, της διακυβέρνησης Χάουαρντ, συνέπιπτε με την «παραμέληση» του Ειρηνικού από την κυβέρνηση Μπους τόσο οι προσανατολισμοί της κυβέρνησης Ομπάμα βρίσκουν το κατάλληλο στήριγμα στην πολιτική του Ραντ. Η κοινή ανάλυση συνοψίζεται σε μία φράση: η Νοτιοανατολική Ασία θα καθορίσει τις γεωπολιτικές ισορροπίες του 21ου αιώνα.
Για να παίξουν καθοριστικό ρόλο στην περιοχή, οι ΗΠΑ πρέπει να αναπτύξουν περισσότερο την ασιατική πολιτική τους, ικανοποιώντας έτσι τα αιτήματα μερικών από τους συμμάχους τους, όπως η Σιγκαπούρη ή οι Φιλιππίνες, που ανησυχούν για την ενίσχυση του Πεκίνου. Η Καμπέρα προσφέρεται να διευκολύνει τον επαναπροσδιορισμό των ΗΠΑ με μερικά ισχυρά επιχειρήματα.

Η αυστραλιανή κυβερνητική υπηρεσία βοήθειας και ανάπτυξης (AusAid) επενδύει εδώ και πολλά χρόνια στην περιοχή, μέσω πολυετών προγραμμάτων, όπως η περιφερειακή αυστραλιανή στρατηγική του Μεγάλου Μεκόνγκ, στο πλαίσιο της οποίας χρηματοδοτούνται, στο διάστημα 2007-2011, προγράμματα υποδομών, εκπαίδευσης και διαχείρισης των υδατικών πόρων στην Καμπότζη, στο Βιετνάμ, ακόμα και στο Λάος(8).

ΜΙΚΡΑ ΒΗΜΑΤΑ

Ωστόσο, η αποκατάσταση των ισορροπιών γίνεται με πολλές προφυλάξεις. Μερικές από τις πρόσφατες πρωτοβουλίες της Αυστραλίας ανταγωνίζονται με πολυμερείς ασιατικές δομές, οι οποίες λειτουργούν όλο και πιο αποτελεσματικά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η «Κοινότητα της Νοτιοανατολικής Ασίας εν όψει του 2020», την οποία παρουσίασε, πρώτη φορά, ο Ραντ, τον Ιούνιο του 2008, σε μια ομιλία του στην Asia Society του Σίδνεϊ και περιελήφθη στη Λευκή Βίβλο της άμυνας, που δόθηκε στη δημοσιότητα τον Μάιο του 2009(9).

Η «κοινότητα» προβλέπει έναν περιφερειακό μηχανισμό, ο οποίος μετατρέπει όλη τη Νοτιοανατολική Ασία σε ζώνη ελεύθερων συναλλαγών και θεσπίζει τη συνεργασία σε θέματα αντιμετώπισης της τρομοκρατίας, ασφάλειας και ενέργειας, καθώς και τη διαχείριση φυσικών καταστροφών και επιδημιών. Ο στόχος της πρωτοβουλίας είναι ασαφής. Μέχρι στιγμής κανένας περιφερειακός εταίρος δεν έχει ενστερνιστεί την ιδέα. Επιπροσθέτως, είναι εν δυνάμει ανταγωνιστική προς την EAS, που την έχει προωθήσει από την πρώτη στιγμή η Μαλαισία, η οποία δεν μπορεί να συγχωρήσει στην Αυστραλία ότι είχε για πολύν καιρό αγνοήσει τη δική της πρωτοβουλία.
Όμως, οι δυσκολίες του επαναπροσανατολισμού της Αυστραλίας έχουν βαθιές ρίζες και δεν εξαρτώνται μόνο από τις διμερείς της αντιπαραθέσεις με μερικούς «περίεργους» γείτονες.

Από την πλευρά των ασιατικών κρατών υπάρχουν δύο προσεγγίσεις του άγνωστου γεωπολιτικού αντικειμένου που συνιστά «η γωνιά της Δύσης», η ξεχασμένη στον Ειρηνικό. Από τη μία, είναι σαφές ότι κάποιοι τοπικοί παράγοντες έχουν ανάγκη την Αυστραλία, έστω και για να εξισορροπεί το βάρος της Κίνας: οι Φιλιππίνες, η Ταϊβάν, το Βιετνάμ (που ενισχύουν τους δεσμούς τους με την Καμπέρα) είναι μερικές από αυτές. Αντιθέτως, κάποια άλλα κράτη που έχουν κοινά σύνορα με την Αυστραλία, όπως η Παπουασία – Νέα Γουινέα, αρέσκονται στην καταγγελία του «ηθικιστικού» επεμβατισμού των «Aussies».

Η Ινδονησία, που δεν έχει συγχωρήσει στην Καμπέρα τον παραγκωνισμό της από τα τεκταινόμενα στο Ανατολικό Τιμόρ αλλά έχει ανάγκη και από συμμαχίες, τηρεί μια ενδιάμεση στάση. Αντιθέτως, θα στοιχημάτιζε κάποιος ότι καμία από τις παραπάνω χώρες, είτε είναι εκ των πραγμάτων σύμμαχοι, είτε επικριτικοί γείτονες, δεν έχει την αφέλεια να πιστεύει σε μια πραγματική «ασιατοποίηση» της Αυστραλίας, είτε αυτή διακηρύσσεται με τον διπλωματικό τρόπο του Ραντ, είτε με τις κουβέντες «έξω απ’ τα δόντια» του Χάουαρντ.

ΣΤΑΘΕΡΕΣ ΑΞΙΕΣ

Έχουν, άραγε, άδικο που δεν πιστεύουν στην «Αυστραλασία»; Η Λευκή Βίβλος της άμυνας επιβεβαιώνει, όπως όλες οι προηγούμενες, ότι ο ακρογωνιαίος λίθος της εθνικής ασφάλειας είναι η συνθήκη ασφάλειας Αυστραλίας -Νέας Ζηλανδίας- ΗΠΑ του 1951 (ANZUS), και όχι η πολυμερής περιφερειακή συνεργασία(10): «Η κυβέρνηση πιστεύει ότι η συνεχής παρουσία των ΗΠΑ στην περιοχή, μέσω του δικτύου των συμμαχιών της που περιλαμβάνουν την Ιαπωνία, την Ινδία και την Αυστραλία, διασφαλίζει τη στρατηγική σταθερότητα της περιοχής με τον καλύτερο τρόπο (…)». Αυτό το αψεγάδιαστο πορτρέτο των αμερικανικών συμμαχιών στην Άπω Ανατολή είναι διαλεκτικά συνδεδεμένο, στο ίδιο το ντοκουμέντο, με τον ταχύ επανεξοπλισμό μεγάλου μέρους της Ανατολικής Ασίας, ιδίως της Κίνας.

Τον Οκτώβριο του 2009, η συνάντηση του Ραντ με τον νέο αρχηγό των ενόπλων δυνάμεων της Κίνας, στρατηγό Τσεν Μπινγκντέ, προσέφερε ικανοποιητικά διπλωματικά ανακοινωθέντα, χωρίς όμως να θιγεί το ζήτημα – που έχει γίνει εμμονή για την Αυστραλία – της στρατιωτικής ενίσχυσης του Πεκίνου, ο αμυντικός προϋπολογισμός του οποίου, που εκτιμάται στα 60 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως, χαρακτηρίζεται «αδιαφανής» από την Αυστραλία. Η Λευκή Βίβλος της Αυστραλίας το επισημαίνει σε σχετικά χαμηλούς τόνους: «(…) Ο ρυθμός, η έκταση και η δομή του εκσυγχρονισμού των κινεζικών ενόπλων δυνάμεων μπορεί να προκαλέσει την ανησυχία των γειτονικών χωρών, αν δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένες και δικαιολογημένες».

Σε αυτό προστίθεται η εμπορική «επιθετικότητα» της Κίνας, την οποία καταγγέλλουν πλέον οι αυστραλιανοί οικονομικοί κύκλοι. Μετά από το άνοιγμα των αγορών της ενέργειας και των ορυχείων τα τελευταία χρόνια, η κυβέρνηση παίρνει πλέον μέτρα για την προστασία των ορυκτών πόρων (ιδίως τα κοιτάσματα των σπανίων γαιών) και παρακολουθεί στενά τις κινεζικές επενδύσεις στον τομέα αυτό. Η ένταση στις σχέσεις μεταξύ του Πεκίνου και του αγγλοαυστραλιανού γίγαντα του μεταλλευτικού τομέα Rio Tinto, που είχε αρνηθεί την αύξηση του ποσοστού της Chinalco στο μετοχικό του κεφάλαιο από 9% σε 20%, είναι το τελευταίο επεισόδιο της αντιπαράθεσης.
Πέρα από μια πιο προσεκτική περιφερειακή συμπεριφορά, η κυβέρνηση Ραντ δεν προτίθεται να κάνει την παραμικρή κίνηση εξασθένισης του δικτύου των αμερικανικών συμμαχιών για τον περιορισμό της Κίνας. Βέβαια, ο αυστραλός πρωθυπουργός στηρίζει τις θέσεις Ομπάμα για τη μείωση των πυρηνικών όπλων, αποδεχόμενος την πρόταση της Διεθνούς Επιτροπής για τον Αφοπλισμό και τη μη Εξάπλωση των Πυρηνικών Οπλων που ζητάει από τις ΗΠΑ να μη διαθέτουν το 2025 περισσότερες από 500 πυρηνικές κεφαλές και απορρίπτει το δόγμα του πρώτου χτυπήματος. Είναι, όμως, σχετικά απομονωμένος σε σχέση με τους εγχώριους κύκλους στρατηγικής σκέψης.

Ο Αντριου Σίρερ, αρθρογράφος και καθηγητής στο Lowy Institute, προειδοποιεί από τις στήλες της «The Australian», ναυαρχίδας του ομίλου Μέρντοχ: «Η διατήρηση μιας αξιόπιστης αμερικανικής πυρηνικής αποτροπής θα γίνει ακόμα πιο σημαντική τώρα που η Ασία και η Κίνα προσπαθούν να καλύψουν την καθυστέρησή τους σε συμβατικό εξοπλισμό. Πρέπει να παραμείνει στις προτεραιότητες της κυβέρνησης Ομπάμα».

Για την Ουάσιγκτον, η Αυστραλία είναι, όσο ποτέ άλλοτε, το νότιο οχυρό της γραμμής Καμπέρα – Τζακάρτα – Μανίλα – Ταϊβάν – Τόκιο, μέσω της οποίας παρακολουθούνται οι παγκόσμιες ναυτικές πρωτοβουλίες μιας φιλόδοξης Κίνας (11). Η γραμμή αυτή πρέπει να αποκτήσει περισσότερη συνοχή. Ο άξονας Τόκιο-Καμπέρα, άλλοτε ανεπίσημος, ανανεώνεται πλήρως: Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι η «Κοινή διακήρυξη συνεργασίας για την ασφάλεια», που υπέγραψαν ο ιάπωνας πρώην πρωθυπουργός Αμπε Σίζο και ο Χάουαρντ, τον Μάρτιο του 2007, και, κυρίως, το «Μνημόνιο για τη συνεργασία σε θέματα Άμυνας» (Memorandum on Defence Cooperation) του 2008.

Το τελευταίο δημιουργεί δομές συνεργασίας μεταξύ των ιαπωνικών δυνάμεων αυτοάμυνας και του αυστραλιανού στρατού, με κοινές ετήσιες ασκήσεις, στους τομείς της καταστολής της τρομοκρατίας, της παροχής ανθρωπιστικής βοήθειας, της διατήρησης της ειρήνης και της ασφάλειας των θαλασσίων οδών.
Όλα αυτά είναι συνδεδεμένα με τον διάλογο για συμπληρωματικότητα δράσης με τις αμερικανικές δυνάμεις της Περιφερειακής Διοίκησης του Ειρηνικού (USPACOM). Μια «Κοινή Διακήρυξη Συνεργασίας για την Ασφάλεια» υπεγράφη τον Ιανουάριο του 2009 μεταξύ του αρχηγού των αυστραλιανών ενόπλων δυνάμεων και του ινδονήσιου ομολόγου του, ως συνέπεια της Συνθήκης του Λόμποκ (διμερής συνθήκη για την ασφάλεια που κύρωσαν η Τζακάρτα και η Καμπέρα το 2008). Η ανανέωση των συμφωνιών μεταξύ των κυρίων αξόνων της αμερικανικής συμμαχίας στη Νοτιοανατολική Ασία, που έχει αναλυθεί λεπτομερώς, οδηγεί σχεδόν στη λήθη την πρότερη μακρά ιστορία περιφερειακής στρατιωτικής συνεργασίας των Αυστραλιανών Ενόπλων Δυνάμεων (Australian Defence Force, ADF).

ΛΕΠΤΕΣ ΙΣΟΡΡΟΠΙΕΣ

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, όποιες και αν είναι οι διακηρύξεις της κυβέρνησης Ραντ, η συναίνεση σχετικά με το αυστραλιανό αμυντικό δόγμα δεν απειλείται. Είναι αλήθεια ότι υπάρχει έντονη αντιπαράθεση για τη συμμετοχή της χώρας στις στρατιωτικές επιχειρήσεις στο Αφγανιστάν και ο νέος υπουργός Άμυνας, Τζον Φόκνερ, εξέφρασε επίσημα την ελπίδα να επιστρέψουν οι χίλιοι πεντακόσιοι στρατιώτες το ταχύτερο δυνατό.

Όμως, όλα αυτά είναι στο πνεύμα των καιρών και, δεδομένου ότι η αποχώρηση των Αμερικανών έχει ήδη προγραμματιστεί, η επιστροφή του αυστραλιανού εκστρατευτικού σώματος δεν συνιστά κάτι το ιδιαίτερο.

ΑΞΟΝΑΣ ΚΑΜΠΕΡΑΣ – ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ Η ΑΔΥΝΑΜΙΑ ΑΠΟΣΤΑΣΙΟΠΟΙΗΣΗΣ;

Στις 13 Φεβρουαρίου 2010, ο Γκρεγκ Σέρινταν, συντηρητικός αρθρογράφος της «The Australian», συνόψιζε ως εξής το δίλημμα: «Μόνο οι ΗΠΑ μπορούν να προσφέρουν το πλαίσιο που διατήρησε τη σταθερότητα στην Ασία και προσέφερε ασφάλεια στην Αυστραλία τις τελευταίες δεκαετίες. Καμία άλλη δύναμη δεν το μπορεί, ούτε φυσικά, ούτε πολιτικά, ούτε ηθικά και, κυρίως, όχι η Κίνα»(12). Στην πραγματικότητα, όπως υπογραμμίζουν – για να το καταγγείλουν – οι αναλύσεις της ριζοσπαστικής αριστεράς(13) ή εκείνες της συντηρητικής αντιπολίτευσης, επιχαίροντας, το Εργατικό Κόμμα, πέρα από μια διπλωματική και πολιτιστική «ασιατική» εξισορρόπηση, η οποία κατά βάθος είναι αρκετά εύθραυστη, δεν έχει εναλλακτική πρόταση για την ασφάλεια.

Παρά την πολιτική αλλαγή που έλαβε χώρα από τα τέλη του 2007, η «προσήλωση στην Αμερική» είναι βαθιά ριζωμένη στην Ωκεανία και σε έναν Ειρηνικό που έχει παραλύσει από το ξύπνημα του κινέζικου γίγαντα.

Σημειώσεις:
 (1) Βιρμανία, Βιετνάμ, Ινδονησία, Καμπότζη, Λάος, Μαλαισία, Μπρουνέι, Σιγκαπούρη, Ταϊλάνδη, Φιλιππίνες.
 (2) Από τις τρομοκρατικές αυτές επιθέσεις σκοτώθηκαν διακόσιοι δύο άνθρωποι, ενενήντα οκτώ από τους οποίους ήταν αυστραλοί τουρίστες.
 (3) Στο πλαίσιο της Περιφερειακής Αποστολής Βοήθειας στα Νησιά Σολωμόντα (Regional Assistance Mission to Solomon Islands, RAMSI), που συνεχίζει ακόμη τις δραστηριότητές της. www.ramsi.org
 (4) Βλ. Jean-Marc Regnaux, «Une zone d’instabilite meconnue», «Le Monde diplomatique», Ιούνιος 2005.
 (5) Fabrice Argounes, «Geopolitique de l’Australie», Βρυξέλλες, 2006.
 (6) Απόσπασμα από ανακοίνωση της Fabrice Argounes «Une arrogance australienne au miroir de son voisinage » στο συνέδριο του 2007 της Association francaise de science politique (AFSP)
 (7) Ο Τζον Χάουαρντ και ο υπουργός του είχαν βρεθεί αντιμέτωποι με σκληρή κριτική στο εσωτερικό της χώρας, ενώ προκάλεσαν και την ανησυχία των ΗΠΑ.
 (8) www.ausaid.gov.au/publications/pdf/mekong.pdf
 (9) Αυστραλιανή κυβέρνηση, υπουργείο Άμυνας, «Defence White Paper, Defending Australia in the Asia Pacific Century: Force 2030», Καμπέρα, 2 Μαΐου 2009, www.defence.gov.au
 (10) Τους όρους αυτής της συνθήκης επικαλέστηκε η Καμπέρα την επαύριο της 11ης Σεπτεμβρίου, για να προσφέρει την πλήρη υποστήριξή της στις ΗΠΑ.
 (11) Βλ. «Η Κίνα προβάλλει τις ναυτικές της φιλοδοξίες», «Le Monde diplomatique»-«Κ.Ε.», 23-8-09. Βλ. http://www.monde-diplomatique.gr/spip.php?article235
 (12) Greg Sheridan, «US will not abdicate its global dominance», The Australian, Σίδνεϊ, 13 Φεβρουαρίου 2010.
 (13) www.greenleft.org.au