Κομμουνιστής ο Κέβιν Ραντ; Θεός φυλάξει; Συντηρητικός με βούλα. Ο φανατικός καθολικισμός του κ. Ραντ δεν συμβιβάζεται με τον «άθεο» κομουνισμό. Αδύνατη, κατά συνέπεια, η αντιγραφή από ένα θρησκευόμενο πολιτικό ηγέτη ιδεών από «Το Κεφάλαιο» του Μαρξ.

Η αντιπρόεδρος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Julie Bishop, κατηγορεί τον πρωθυπουργό, ότι αντέγραψε την «κομμουνιστική» ιδέα κατανομής μεταξύ των πολιτών της Αυστραλίας, μέρους των αστρονομικών κερδών που συσσωρεύουν ιδιωτικές εταιρίες εξόρυξης και εκμετάλλευσης του ορυκτού πλούτου, που εκατομμύρια χρόνια αναπαύεται στα έγκατα της γης.

«Κομμουνιστή» αποκαλεί τον πρωθυπουργό και ο πολυεκατομμυριούχος ιδιοκτήτης εταιρειών μεταλλευμάτων, Clive Palmer, και προτρέπει τον λαό να καταψηφίσει την Εργατική κυβέρνηση Ραντ στις επικείμενες εθνικές εκλογές.

«Κομμουνιστή» χαρακτηρίζει τον πρωθυπουργό και ο Andrew Forrest, ιδιοκτήτης της μεταλλευτικής εταιρείας Fortescue Metal Group. Ο κ. Forrest δηλώνει με έμφαση, ότι η πρόθεση της κεντρικής κυβέρνησης της χώρας να φορολογεί με 40% τα υψηλά κέρδη των εταιρειών εξόρυξης μεταλλευμάτων ισοδυναμεί «με εθνικοποίηση του 40% της Βιομηχανίας Μεταλλευμάτων».

Ο γνωστός, για την αμετροέπειά του, γερουσιαστής του Νάσιοναλ Πάρτι, Barnaby Joyce, παρομοιάζει τον πρωθυπουργό με τον «lunatic» («παράφρονα») ηγέτη της Βενεζουέλα, Ούγκο Τσάβες, που απειλεί με εθνικοποιήσεις ιδιωτικών επιχειρήσεων.

Υστερικές αντιδράσεις μεγαλοβιομηχάνων, που διεκδικούν το μονοπώλιο της εκμετάλλευσης του εθνικού πλούτου, και κολαούζων τους πολιτικών, που για ψηφοθηρικούς λόγους συντάσσονται με τα μεγάλα συμφέροντα αντί του αγωνιζόμενου πολίτη, που πληρώνει τους μισθούς τους. Δικαιολογημένη η απόφαση του πρώην πρωθυπουργού, Μάλκολμ Φρέϊζερ, να παραιτηθεί από το «ακροδεξιό», σήμερα, Λίμπεραλ Πάρτι.

Η κυβέρνηση Ραντ μπήκε σε φάση σύγκρουσης με τους μεγιστάνες της βιομηχανίας μεταλλευμάτων, μετά την απόφασή της να υιοθετήσει την πρόταση του γενικού γραμματέα του κοινοπολιτειακού θησαυροφυλακίου, Ken Henry, για φορολογία των υψηλών κερδών ιδιωτικών επιχειρήσεων, που θησαυρίζουν εκμεταλλευόμενες τον κοινό πλούτο μας, τα πολύτιμα και μη μέταλλα που αφθονούν στην Αυστραλία. Όχι, δεν είναι κομμουνιστής ο Ken Henry. Συντηρητικός είναι και αυτός, διορισμένος, μάλιστα, στο θησαυροφυλάκιο από τις πρώην συντηρητικές κυβερνήσεις Χάουαρντ.

Το σημείο τριβής της κυβέρνησης με τη Βιομηχανία Μεταλλευμάτων είναι το καθεστώς φορολογίας της κερδοφόρας βιομηχανίας. Οι εταιρείες ισχυρίζονται, ότι υπερφορολογούνται, ήδη, και προειδοποιούν για οικονομική κατάρρευσή τους, αν η κυβέρνηση Ραντ αυξήσει την κλίμακα φορολογίας τους. Προ ημερών το συλλογικό όργανο της Βιομηχανίας Μεταλλευμάτων – Minerals Council of Australia – εγκαινίασε «ενημερωτική εκστρατεία» του κοινού με «επεξηγηματικές» καταχωρήσεις στα ΜΜΕ για το ύψος των ετήσιων φόρων που πληρώνει η βιομηχανία, προκειμένου να πιέσει την κυβέρνηση Ραντ, παραμονή των εθνικών εκλογών, να βάλει την πρόταση Henry στο αρχείο.

Οι εκμεταλλευτές των μη ανανεώσιμων πηγών πλούτου της χώρας ισχυρίζονται, ότι πληρώνουν ετησίως 80 δισεκατομμύρια δολάρια φόρους. Ο συνεργάτης του Australian Institute ερευνητής David Richardson υπολογίζει, ότι ο φόρος, που διατείνεται ότι πληρώνει η Βιομηχανία Μεταλλευμάτων επί των κερδών της, ανέρχεται σε 19%, κατά μέσο όρο, του συνολικού εισοδήματος του κράτους από τη φορολογία, δηλαδή η Βιομηχανία Μεταλλευμάτων πληρώνει χαμηλότερο φόρο από αυτόν που πληρώνει η αυστραλιανή βιομηχανία στο σύνολό της.

Πώς δικαιολογείται το φαινόμενο, όταν ο δείκτης εμπορεύσιμων προϊόντων ( commodity price index) της Αποθεματικής Τράπεζας Αυστραλία δείχνει, ότι τον Απρίλιο, μόνο, οι τιμές των εμπορεύσιμων αγαθών – βλέπε και μεταλλευμάτων – ανέβηκαν 18%; Τέτοιες αυξήσεις πολλαπλασιάζουν τα κέρδη των εταιρειών μεταλλευμάτων και επιβάλλουν την επιστροφή μέρους των κερδών τους στους φυσικούς ιδιοκτήτες της γης που εκμεταλλεύονται, τον αυστραλιανό λαό, με υψηλότερη φορολογία.
Το κράτος παρέχει εξαιρετικές διευκολύνσεις στη Βιομηχανία Μεταλλευμάτων, επειδή η εξόρυξη μεταλλευμάτων προϋποθέτει σημαντικές επενδύσεις πριν βγει από τα σπλάχνα της γης το πρώτο κιλό ορυκτού. Δεύτερον,  οι συναλλαγές των κυβερνήσεων με τις μεταλλευτικές εταιρείες γίνονται σε καθεστώς αδιαφάνειας, οπότε είναι αδύνατο για το λαό να ελέγξει τα κέρδη των επιχειρήσεων αυτών, να εκτιμήσει το μερίδιο που αναλογεί στο κράτος και να διεκδικήσει το μερίδιό που του αναλογεί σε παροχές και υπηρεσίες.

Στο πλαίσιο αναδιάρθρωσης του φορολογικού συστήματος, ο κ. Henry πρότεινε την επιβολή φόρου υψηλής κερδοφορίας (Super profits tax) στις εταιρείες εξόρυξης μεταλλευμάτων, ανάλογο προς τα κέρδη τους. Ο φόρος θα αυξάνεται κλιμακωτά. Αν τα κέρδη μίας τέτοιας εταιρείας είναι συνήθη, η εταιρεία αυτή να φορολογείται με το συνήθη συντελεστή φορολογίας εταιρειών αυτής της κατηγορίας. Αν, όμως, μία εταιρεία εξόρυξης μεταλλευμάτων εκμεταλλεύεται μεταλλεύματα τα οποία αποφέρουν υψηλά κέρδη (super profits) να πληρώνουν, κλιμακωτά, πρόσθετο φόρο (super profit tax).

Η κυβέρνηση Ραντ υιοθέτησε την πρόταση του κ. Henry για φορολογία των υψηλών κερδών μεταλλευμάτων με 40% μίνιμουμ. Ο φόρος θα αυξάνεται ανάλογα με τα κέρδη κάθε εταιρείας. Σύμφωνα δε με τους υπολογισμούς των εταιρειών οι πλέον κερδοφόρες θα υποχρεωθούν να πληρώνουν δυσβάσταχτο  φόρο.
Η βιομηχανία μεταλλευμάτων, που παράγει 7% περίπου του εθνικού εισοδήματος, αντιδρά έντονα στην επιβολή πρόσθετου φόρου και με την άμεση στήριξη της αξιωματικής αντιπολίτευσης ζητά από την κυβέρνηση να αναθεωρήσει την απόφασή της.

Η ηγεσία της Βιομηχανίας Μεταλλευμάτων δηλώνει, ότι ο κλάδος πληρώνει, ήδη, υψηλούς φόρους και ισχυρίζεται ότι η επιβολή πρόσθετου φόρου θα ανεβάσεις το 60% την κλίμακα φορολογίας του κλάδου. Βιομήχανοι και αξιωματική αντιπολίτευση προειδοποιούν την κυβέρνηση, για «μεγάλες οικονομικές απώλειες», αν η κερδοφόρα – λόγω της αυξημένης ζήτησης μεταλλευμάτων από την Κίνα – αυστραλιανή βιομηχανία υποχρεωθεί να ακυρώσει, να αναστείλει ή να μεταφέρει επενδύσεις στο εξωτερικό.
Η βιομηχανία μεταλλευμάτων υπενθυμίζει στην κυβέρνηση, ότι εκτός του φόρου εισοδήματος πληρώνει και Royalties στον αυστραλιανό λαό – ιδιοκτήτη της γης από την οποία βγάζει τα μεταλλεύματα -, δηλαδή πληρώνει ένα χρηματικό ποσό για το αποκλειστικό προνόμιο εξόρυξης και εκμετάλλευσης των μεταλλευμάτων που βγάζει από την κοιλιά της γης.

Η κυβέρνηση εμμένει στην απόφασή της και αντιπαραθέτει, ότι η φορολογία της Βιομηχανίας Μεταλλευμάτων δεν ξεπερνά τη φορολογία των άλλων κλάδων της βιομηχανίας, δηλαδή κυμαίνεται γύρω στο 28%.

Αιτιολογώντας την απόφασή της, η κυβέρνηση υπογραμμίζει ότι τα ορυκτά μέταλλα είναι μη ανανεώσιμες πηγές πλούτου και ως εκ τούτου, οι επιχειρήσεις που συσσωρεύουν υψηλά κέρδη από την εκμετάλλευσή τους οφείλουν να διαθέτουν μέρος των κερδών τους στο λαό, το φυσικό ιδιοκτήτη τους.
 Με το ισχύον σύστημα φορολογίας ο μέσος Αυστραλός πολίτης δεν αποζημιώνεται, ως συνιδιοκτήτης του υπόγειου πλούτου της πατρίδας του,  για την κερδοφόρα εκμετάλλευση αυτού του πλούτου από πολυεθνικές εταιρείες μεταλλευμάτων οι οποίες μοιράζουν τα κέρδη τους και σε υπεράκτιους επενδυτές. Ο μέσος Αυστραλός πολίτης ζημιώνει από την ανισοκατανομή των κερδών, διότι η εξόρυξη μεταλλευμάτων μειώνει συνεχώς τον μη ανανεώσιμο πλούτο της χώρας, προκαλεί σοβαρές περιβαλλοντικές, πολιτισμικές, οικονομικές ζημίες.

Οι εταιρείες μεταλλευμάτων δεν φημίζονται για τη φιλανθρωπία τους. Οι ιθαγενείς της Αυστραλίας και οι λευκοί κάτοικοι περιοχών με μεγάλα κοιτάσματα μεταλλευμάτων γνωρίζουν καλύτερα από τους υπόλοιπους κατοίκους της Αυστραλίας τις συνέπειες της εισβολής των επιθετικών ιδιωτικών επιχειρήσεων σε περιοχές της χώρας που εγγυώνται υψηλά κέρδη.

Έκθεση ειδικού συνεργάτη του γενικού γραμματέα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για Ανθρώπινα και Εργασιακά Δικαιώματα αναφέρει, ότι η βιομηχανία μεταλλευμάτων είναι η βιομηχανία με τα υψηλότερα ποσοστά καταστρατήγησης βασικών δικαιωμάτων.
Ο συντάκτης της Έκθεσης υπολογίζει, ότι το 28% των παραβιάσεων των εργασιακών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην παγκόσμια βιομηχανία σημειώνονται στη βιομηχανία μεταλλευμάτων. Πρόκειται για βιομηχανία που δεν γνωρίζει όρια και φραγμούς, οσάκις καλείται να επιλέξει μεταξύ του κέρδους και των ανθρώπων. Οι συχνότερες παραβιάσεις δικαιωμάτων καταγράφονται στις αναπτυσσόμενες χώρες, οι κυβερνήσεις των οποίων δεν έχουν τη δύναμη ή τη διάθεση να αντισταθούν στις ισοπεδωτικές ορέξεις  των πανίσχυρων πολυεθνικών.

Η φορολόγηση των υψηλών κερδών αποτελεί και «μηχανισμό» ελέγχου των υψηλών κερδών των εταιρειών μεταλλευμάτων καθώς και «ευρύτερης» κατανομής τους στην κοινωνία. Διότι τα αστρονομικά κέρδη που αποφέρει η μονοπωλιακή εκμετάλλευση του υπόγειου πλούτου της χώρας καταλήγουν στη μικρή ομάδα των προνομιούχων πολιτών που διευθύνουν τις χρυσοφόρες μεταλλευτικές εταιρίες και τους διεθνείς επενδυτές τους.

 Οικονομικοί αναλυτές αμφισβητούν τους υπολογισμούς της κυβέρνησης και υποδεικνύουν, ότι αν στο φόρο προστεθούν τα Royalties που πληρώνουν οι μεταλλευτικές εταιρείες, η κλίμακα φορολογίας τους ανεβαίνεις το 35%.

Οι οικονομικοί υπουργοί της κυβέρνησης διασαφηνίζουν, ότι το νέο σύστημα φορολογίας των υψηλών κερδών επιτρέπει στις εταιρείες μεταλλευμάτων να αφαιρούν τα Royalties, δηλαδή τα δικαιώματα εκμετάλλευσης κοιτασμάτων διαφόρων μετάλλων από τον έξτρα φόρο που θα πληρώνουν για τα αυξημένα κέρδη τους. Άρα, ο φόρος εισοδήματός τους δεν είναι υπερβολικός.

Θεωρητικά, η κυβέρνηση Ραντ διακινδυνεύει, παραμονή εκλογών, την οργή χιλιάδων Αυστραλών επενδυτών, αν οι εταιρείες μεταλλευμάτων προβούν σε αντίποινα και ακυρώσουν, αναστείλουν επενδύσεις τους την αυστραλιανή οικονομία ή μεταφέρουν τις επενδυτικές δραστηριότητές τους στο εξωτερικό.
Η εταιρεία Fortescue Metal Group ανακοίνωσε την αναστολή επενδύσεων ύψους 18 δις δολαρίων σε νέα μονάδα εξόρυξης μεταλλευμάτων μέχρι να διευθετηθεί το θέμα της πρόσθετης φορολογίας. Κατά τους ισχυρισμούς του Andrew Forest «η νέα μονάδα δεν θα είναι κερδοφόρα, αν υποχρεωθεί να πληρώνει πρόσθετο φόρο», άρα δεν θα ελκύσει χρηματοδότες.

Ο Κέβιν Ραντ πιέζεται και από τους Εργατικούς πρωθυπουργούς της Νότιας Αυστραλίας και Κουηνσλάνδης, Mike Rann και Anna Bligh, να διαπραγματευθεί με τις εταιρείες μεταλλευμάτων προκειμένου να βρεθεί μία φόρμουλα κοινής αποδοχής. Οι Mike Rann και Anna Bligh φοβούνται, ότι η οικονομία των πολιτειών τους – που στηρίζεται στη βιομηχανία μεταλλευμάτων – θα ζημιώσει, αν οι εταιρείες αναστείλουν ή ακυρώσουν επενδύσεις.
 Οι απειλές των εταιρειών ανησυχούν και τους ανώνυμους πολίτες που έχουν επενδύσει σε μετοχές. Υπολογίζεται, ότι το Δεκέμβριο του 2008 41% των ενήλικων Αυστραλών πολιτών είχαν επενδύσει σε μετοχές. Το Δεκέμβριο του 2009 το ένα τρίτο (33,4%) της συνολικής αξίας των μετοχών που διακινούνταν στην αυστραλιανή αγορά ήταν μετοχές εταιρειών μεταλλευμάτων.

Σήμερα υπολογίζεται ότι τα ταμεία εφάπαξ της Αυστραλίας έχουν επενδύσει 11% (120 δισεκατομμύρια δολάρια περίπου) των αποθεματικών κεφαλαίων τους σε μετοχές της Βιομηχανίας μεταλλευμάτων.

Όσο για την απειλή σο για τον κίνδυνο μεταφοράς επενδύσεων στο εξωτερικό, μάλλον χαρακτηρίζεται «λεονταρισμός» από πολλούς αναλυτές για τους ακόλουθους, δύο λόγους.

Πρώτον, διότι το κόστος μεταφοράς ορυκτών μετάλλων από άλλες περιοχές του πλανήτης στην Κίνα , κυρίως, θα είναι πολύ μεγαλύτερο, άρα τα κέρδη των εταιρειών θα μειωθούν σημαντικά, και δεύτερον διότι πολλές εταιρείες μεταλλευμάτων έχουν επενδύσει, ήδη, σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες.
O Andrew Hewett, Εκτελεστικός Διευθυντής της οργάνωσης Oxfam Australia (Οργάνωσης κατά της φτώχειας και της κοινωνικής αδικίας) ανέφερε σε πρόσφατο άρθρο του, ότι εκατοντάδες αυστραλιανές εταιρείες έχουν επενδύσει δισεκατομμύρια δολάρια σε αναπτυσσόμενες χώρες.

«Ο συνδυασμός πρωτοφανούς ανόδου της τιμής εμπορεύσιμων αγαθών και πληθώρας κοιτασμάτων έχει ωθήσει πολλές αυστραλιανές εταιρείες εξόρυξης μεταλλευμάτων να επενδύσουν σε αναπτυσσόμενες χώρες, μεταξύ των οποίων η Παπούα Νέα Γουϊνέα, η Ινδονησία και η Αφρική. Πάνω από 300 αυστραλιανές εταιρείες μεταλλευμάτων δραστηριοποιούνται στο εξωτερικό, οι οποίες έχουν επενδύσει, ήδη, και σχεδιάζουν νέες επενδύσεις συνολικού ύψους 23,37 δισεκατομμυρίων δολαρίων Αυστραλίας» (The Αge 15/05/10).

Άρα, η απειλή, για επενδύσεις σε άλλες χώρες, αν η κυβέρνηση Ραντ αρχίσει από το 2013 να φορολογεί τα υπερκέρδη τους, είναι εικονική.
Πώς θα ωφεληθεί ο μέσος πολίτης από τη φορολόγηση των υψηλών κερδών; Οι ειδικοί λένε, ότι ο μέσος εργαζόμενος πολίτης θα εισπράξει το μερίδιό του στα γεράματά του, αφού το μέρισμά του θα προστίθεται στο εφάπαξ του με τη μορφή μερίσματος από τα κέρδη των επιχειρήσεων στις οποίες επενδύει  το ταμείο εφάπαξ στο οποίον ανήκει.

Δυστυχώς οι συνταξιούχοι δεν πρόκειται να ωφεληθούν από το νέο φόρο. Μάλλον θα ζημιώσουν, αν κατά τις εκτιμήσεις της Έκθεσης Henry για το φορολογικό σύστημα μειωθούν μελλοντικά οι συντελεστές προσαρμογής των συντάξεων στο κόστος ζωής.
Παράλληλα, η πρόθεση της κυβέρνησης να επενδύσει το έξτρα εισόδημα του κράτους από τη νέα φορολογία σε έργα υποδομής θα βελτιώσει την ποιότητα ζωής του πολίτη.