Φως σε πτυχές μιας ένδοξης ιστορίας

Η Μαρία Χιλλ, συγγραφέας του βιβλίου «Diggers and Greeks – The Australian campaigns in Greece and Crete», ρίχνει, για πρώτη φορά, φως σε πτυχές μιας ένδοξης ιστορίας, της συμμετοχής των Αυστραλών και Νεοζηλανδών στον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο στην Ελλάδα με έμφαση τα γεγονότα  στην Μάχη της Κρήτης.

Πρόκειται για μια εξονυχιστική έρευνα που προκαλεί το θαυμασμό του αναγνώστη για τις πάμπολλες μαρτυρίες, γραπτές και προφορικές, την φοβερή προσπάθεια να εισχωρήσει στα άδυτα των αδύτων προσωπικών ημερολογίων των στρατιωτών, αναφορές των αξιωματικών, αλληλογραφία υψηλόβαθμων,
Κάνοντας τολμηρές τομές σε θέματα που άλλοι ιστορικοί δεν τόλμησαν και δεν είχαν την ευαισθησία να αγγίξουν και να καταγράψουν, η επίσημη  δε ιστορία αγνόησε, φωτίζει όχι μόνο πολεμικές επιχειρήσεις, αλλά και τις σχέσεις μεταξύ των Αυστραλών και Νεοζηλανδών στρατιωτών και Ελλήνων, ιδιαίτερα του άμαχου πληθυσμού της Κρήτης.

  Εκ  προοιμίου, θα πει ότι ο σκοπός που γράφει αυτό το βιβλίο είναι να μην αγνοηθεί η συμμετοχή των Αυστραλών στον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, στην Ελλάδα, αλλά να αποτελέσει ένα σημαντικό μέρος της ιστορίας, υπογραμμίζοντας ότι «είναι καιρός οι θυσίες και η καλοσύνη των Αυστραλών να αναγνωριστούν και να κατανοηθούν. Με λυπεί το γεγονός ότι οι βετεράνοι που πήραν μέρος σ’ αυτές τις εκστρατείες, αισθάνονται ότι πρέπει να προβάλλουν σοβαρούς λόγους γιατί δεν θα πρέπει να λησμονηθούν».

Η συγγραφέας θα πει ότι η Αυστραλιανή κυβέρνηση δεν έχει προβεί ακόμη σε κάποια επίσημη αναγνώριση, αλλά ούτε και η Ελλάδα. «Δυστυχώς, η αυστραλιανή εκστρατεία στην ηπειρωτική Ελλάδα εξακολουθεί να παραμένει παραμελημένη και από τις δύο πλευρές της γης».

Στρεφόμενη στους ιστορικούς,κ θα κάνει τη διαπίστωση ότι εκείνοι που καταγράφουν την ιστορία των πολέμων, άντρες στην πλειονότητά τους, ασχολούνται με τις πολεμικές επιχειρήσεις, αφήνοντας άλλες πλευρές ανέπαφες.

Και όμως οι καμπάνιες στην Ελλάδα δεν μπορούν να κατανοηθούν πλήρως αν βασικά θέματα, όπως οι σχέσεις μεταξύ των Αυστραλών στρατιωτών και των συμμάχων  δεν εξεταστούν. Αν δεν γίνει γνωστό πώς οι καλές σχέσεις μεταξύ τους μπόρεσαν να μετριάσουν τις φριχτές επιδράσεις του πολέμου’.

Η Μαρία Χιλλ θα πει ότι στο βιβλίο της αυτό, προσπάθησε να συλλάβει τα αισθήματα, τη συγκίνηση και τις φιλίες που δημιουργήθηκαν μεταξύ των Αυστραλών στρατιωτών και του άμαχου πληθυσμού της Ελλάδας αυτά τα δύσκολα χρόνια. «Πολλές φορές, συνέλαβα τον εαυτό μου να γελά και να κλαίει συγχρόνως, όταν διάβαζα σχόλια που έκαναν οι Αυστραλοί στρατιώτες στα ημερολόγιά τους και στα γράμματα που έστελναν στους δικούς τους πίσω στην Αυστραλία.
Πολύ με συγκίνησε, επίσης, η απίστευτη καλοσύνη των Ελλήνων προς τους Αυστραλούς συμμάχους.

Παρ’ ότι μερικοί ενδέχεται να υποστηρίξουν ότι είναι βασικό να κρατήσεις τους συναισθηματισμούς μακριά από την ιστορία χάριν της αντικειμενικότητας, πιστεύω ότι οι αναγνώστες δεν θα μπορέσουν να κατανοήσουν τι πέρασαν οι στρατιώτες και οι απλοί πολίτες, αν δεν νοιώσουν οι ίδιοι τις συγκινήσεις τους».
 
ΣΤΕΝΟΙ ΔΕΣΜΟΙ

Για τους στενούς, ανθρώπινους δεσμούς μεταξύ Αυστραλών στρατιωτών και ντόπιων, η συγγραφέας θα πει ότι ‘η έρευνά της αποκάλυψε ότι οι Αυστραλοί κέρδισαν την εμπιστοσύνη τους κυρίως γιατί σεβάστηκαν τις αξίες και τις συνήθειες τους, συστατικό το οποίο έλλειπε από τις σχέσεις τους με τους Αιγύπτιους. Έδειξαν ανθρωπιά προς τους ντόπιους, ιδιαίτερα τα παιδιά, πράγμα που συγκίνησε πολύ τους Έλληνες. Παρ’ ότι οι Αυστραλοί δεν συμφωνούσαν με τον τρόπο που οι Έλληνες συμπεριφέρονταν στις γυναίκες, εντούτοις έμαθαν, εκ πείρας, να μην αναμιγνύονται, δεδομένου ότι κάτι τέτοιο, ιδιαίτερα στην Κρήτη θα είχε ως αποτέλεσμα να τους απομακρύνει».

Στο ίδιο θέμα των δεσμών, η συγγραφέας θα πει ότι «οι Κρήτες τους άνοιξαν τις πόρτες των σπιτιών τους και τους καλωσόρισαν. Τους φιλοξένησαν, τους έπλυναν, περιποιήθηκαν τα τραύματά τους και κυριολεκτικά τους έδωσαν φαγητό από τα πιάτα των παιδιών τους».
Γίνονται αναφορές στον αλτρουισμό των Κρητών που συχνά έβαζαν σε κίνδυνο τη ζωή τους προκειμένου να κρύψουν τους Αυστραλούς στα σπίτια τους και να τους φυγαδεύσουν.  

Μέσα στη σκληρότητα του πολέμου, στις ωμές συχνά περιγραφές εχθροπραξιών και αντιποίνων, η συγγραφέας ρίχνει φως στις ανθρώπινες σχέσεις και στη σημασία που έχουν σε περίοδο πολέμου.

Επιχειρεί να δώσει τα πράγματα στη σωστή τους διάσταση, παρουσιάζοντας και τις ανθρώπινες αδυναμίες. και των δύο πλευρών. Πρόκειται για μια ερευνητική δουλειά μεγάλης σημασίας, με στοιχεία που για πρώτη φορά βλέπουν το φως της δημοσιότητας και που δείχνει, μεταξύ άλλων, ότι είναι δυνατόν να αναπτυχθούν στενοί δεσμοί μεταξύ ανθρώπων εντελώς διαφορετικής κουλτούρας και οι δεσμοί αυτοί παίζουν βασικό ρόλο στην ψυχολογία των ανθρώπων. Στην περίπτωση των Αυστραλών, πολλοί πιθανόν να μην είχαν επιζήσει χωρίς την σχέση που είχαν δημιουργήσει με τους Κρήτες.