Ο μεθοδικός οραματιστής

Ο Σάκης Ζαφειρόπουλος γεννήθηκε στη Φλώρινα το 1946. Τελείωσε το Γυμνάσιο στην Ελλάδα και στη συνέχεια μετα-νάστευσε στην Αυστραλία όπου σπούδασε Πληροφορική. Εργάστηκε σε διευθυντικές θέσεις στους σιδηροδρόμους της Βικτώριας, ως διευθυντής στο ομοσπονδιακό υπουργείο Μετανάστευσης και γενικός διευθυντής της Special Broadcasting Service στη Βικτώρια και υπηρέτησε την ομογένεια ως στέλεχος ομογενειακών φορέων και οργανισμών.

Μόλις λίγα 24ωρα πριν την κουβέντα μας, πρόσθεσε μία ακόμα επιτυχία στο βιογραφικό του. Τιμήθηκε με το Member of the Order of Australia για την 40χρονη προσφορά του.

Σήμερα είναι πρόεδρος των Δ.Σ. της «Φροντίδας» και του Καναλιού 31 και μέλος του Δ.Σ. του Φιλανθρωπικού Ιδρύματος Δήμου Μελβούρνης και μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής Πολυπολιτισμού και Καλών Τεχνών της πολιτειακής κυβέρνησης. 

Με υποδέχθηκε με ένα μπλοκ φορτωμένο με καλογραμμένες σημειώσεις. Ούτε ερωτήσεις του έδωσα πριν τη συνέντευξη ούτε για την κατεύθυνση που θα ήθελα να ακολουθηθεί του μίλησα. Εκείνος, όμως, ήρθε προετοιμασμένος, απόλυτα οργανωμένος, ως άλλος καπετάνιος, μεθοδικότατος,  με διάθεση να πει αυτά που θέλει να πει. «Όχι, δεν θέλω να μιλήσουμε αποκλειστικά για μένα», μου λέει και προσθέτει: «θέλω να μιλήσουμε για την ελληνική παροικία».

«Αποφασισμένος, διπλωματικός και προικισμένος ηγέτης», σκέφτομαι καθώς, στη συνέχεια, διαπιστώνω ότι με το δικό του τρόπο πάει την κουβέντα εκεί που αυτός θέλει. Ο Σάκης Ζαφειρόπουλος είναι ιδεαλιστής, όχι, όμως, από εκείνους τους «παρωχημένους και γραφικούς ιδεαλιστές». Την ίδια στιγμή, διακρίνω στην εύστοχη κριτική του, τον ρεαλιστή που πατά γερά στα πόδια του, αλλά και τον οραματιστή που θεμελιώνει φιλοδοξίες και οράματα στα συμπεράσματα που εξάγει από την ενδελεχή παρατήρηση, έρευνα και εμπειρία του. Ο Σάκης θέλει να μιλήσει για την ελληνική παροικία, για το μέλλον της. Έχει σκεφτεί διεξοδικά αυτό το μέλλον καθώς μιλά απογοητευμένος μεν αλλά καθόλου απελπισμένος, για το παρόν.

Στο μέλλον είχε πάντα στραμμένα τα μάτια του σε όποιον οργανισμό και αν ασχολήθηκε στη ζωή του. Και ασχολήθηκε με πολλούς και επιτυχημένα.
Του δίνω τον λόγο, έστω και αν δεν είναι απαραίτητο, είναι από αυτούς που ακόμα και αν δεν τους δώσει κάποιος το λόγο, θα δημιουργήσει την ευκαιρία να τον πάρει μόνος του και να πει την άποψή του.

Για να δικαιολογήσω και εγώ την παρουσία μου, του απευθύνω την πρώτη ερώτηση…

ΗΓΕΤΗΣ ΑΠΟ ΚΟΥΝΙΑ

– Τι σε ώθησε να ασχοληθείς με τα κοινά από την πρώτη στιγμή που πάτησες το πόδι σου στην Αυστραλία και γιατί συνεχίζεις 40 χρόνια μετά;
«Αυτό είναι μικρόβιο. Φυτεύτηκε μέσα μου στα γυμνασιακά μου χρόνια, όταν κέρδισα μία υποτροφία ως μαθητής ακόμα, να διοργανώσω έναν σύλλογο σε ένα χωριό της Ελλάδας. Πήγα τότε σε ένα χωριό και ήρθα σε επαφή με τους ντόπιους και οργάνωσα ένα σύλλογο αρχαιοτήτων και αρχίσαμε να μαζεύουμε νομίσματα και άλλα ευρήματα που έβρισκαν οι κάτοικοι του χωριού. Αυτή η πρωτοβουλία, νομίζω, έβαλε μέσα μου αυτό το μικρόβιο. Μου άρεσε. Μετά, όταν ήρθα στην Αυστραλία, αναμίχθηκα στην ποδοσφαιρική ομάδα του «Αλέξανδρου» ως γραμματέας. Μου άρεσε να οργανώνω, να βάζω τα πράγματα σε μία τάξη».

– Αυτή είναι ποιότητα που διέπει και την προσωπική σου ζωή;

«Δεν ξέρω αν είμαι έτσι, αλλά μ’ αρέσει να είμαι ορθολογιστής, μ’ αρέσει η μεθοδικότητα, μ’ αρέσει να μπορώ να σχεδιάζω πράγματα, να βάζω στόχους και να δουλεύω σ’ αυτούς τους στόχους. Έχω όμως και την απόλυτη ανάγκη συνεργασίας. Μ’ αρέσει να έχω μαζί μου ανθρώπους που να μοιράζονται τους στόχους μου».

– Όλη σου η πορεία, δείχνει έναν άνθρωπο που του αρέσει να ηγείται. Ποιο είναι το δικό σου στυλ ηγεσίας;
 «Θα σου πω τι μου λένε άλλοι για μένα. Μου λένε ότι μου αρέσει να βγάζω αποφάσεις που είναι συλλογικές. Μέσα μου μπορεί να ξέρω εξαρχής τι θέλω, αλλά προσπαθώ να πείσω και τους άλλους να δουν τους στόχους μου, να τους ενστερνιστούν, να καταλάβουν τι θέλω. Αν οι άλλοι βρουν λάθη στους στόχους μου είμαι έτοιμος να τους αλλάξω, δεν θεωρώ τον εαυτό μου πεισματάρη. Δεν μου αρέσει ο αυταρχικός τρόπος διοίκησης. Γιατί έχω την εντύπωση ότι κανείς, παρ’ όλες του τις ικανότητες που μπορεί να έχει, δεν μπορεί να έχει τις σωστές λύσεις. Οι σωστές λύσεις είναι πάντα παράγωγο συζήτησης».  

«ΦΡΟΝΤΙΔΑ»: Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΚΟΥΒΑΛΑ ΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ «ΚΟΥΣΟΥΡΙΑ»

– Βρέθηκες σε ηγετικές θέσεις παροικιακών και αυστραλιανών οργανισμών. Ας επιχειρήσουμε μερικές συγκρίσεις.
«Σίγουρα οι αυστραλιανοί οργανισμοί είναι πιο εύκολοι να εργαστεί κάποιος και να παράγει έργο. Να σου φέρω ένα παράδειγμα. Αρκεί να συγκρίνει κανείς τον τρόπο που συμπεριφέρονται τρεις άνθρωποι εδώ στην τηλεόραση και στον τρόπο που συμπεριφέρονται τρεις Έλληνες. Εδώ δεν υπάρχουν διαπληκτισμοί, φασαρίες, εκτροπές. Συζητούν πάνω στο θέμα, δεν πάνε από το ένα θέμα στο άλλο. Κάπως έτσι είναι και όταν δουλεύεις σε έναν αυστραλιανό οργανισμό.

Μπορεί να υπάρξει κάποιο πρόβλημα, αλλά σύμφωνα με τη δική μου εμπειρία, στους αυστραλιανούς οργανισμούς επικρατεί τάξη, υπάρχει μεγαλύτερη κατανόηση, ανοχή και συνεργασία.

Επίσης, εκείνο που έχω παρατηρήσει είναι ότι, ενώ στους αυστραλιανούς οργανισμούς δίνεται μεγαλύτερη έμφαση στην σωστή επιλογή, στους παροικιακούς δίνεται έμφαση στην εκλογή. Εμείς στην Κοινότητα, για παράδειγμα, μπορεί να χάσουμε μήνες, χρόνια, στο ποιον θα εκλέξουμε, ποια παράταξη θα βγει, πόσα μέλη θα βγάλουμε και τα λοιπά και τα λοιπά. Οι αυστραλιανοί οργανισμοί – και μιλάω για αξιόλογους οργανισμούς – δίνουν έμφαση στη σωστή επιλογή και δεν αναλώνονται σε διαδικαστικές καθυστερήσεις. Δεν υποβαθμίζω τις δημοκρατικές διαδικασίες και τη δημοκρατία. Είναι καλή, αλλά όχι στα άκρα. Αυτό το όργανο, αυτό το Δ.Σ. που έχει εκλεγεί δημοκρατικά,  δεν πάει κάθε τρεις και λίγο να κάνει εκλογές αν κάποιο μέλος του φύγει. Επιλέγει και επιλέγει σωστά ενώ την ίδια στιγμή χαίρει της στήριξης αυτών που το επέλεξαν αρχικά.

Εμείς οι Έλληνες είμαστε δύσπιστοι. Κολλάμε στην διαδικασία ενώ οι μη ελληνικοί οργανισμοί προσηλώνονται στην στρατηγική. Δεν θέλω να κατηγορήσω τους παροικιακούς οργανισμούς, μιλώ για την δική μου εμπειρία, μπορεί σήμερα τα πράγματα να έχουν αλλάξει. Θυμάμαι όταν ήμουν στον «Αλέξανδρο» μπορεί να μιλούσαμε πέντε ώρες για ένα θέμα, μετά να πηγαίνουμε από το ένα στο άλλο και τελικά μετά από πέντε ώρες συνεδρίασης να μην έχουμε βγάλει συμπέρασμα.
Μετά λείπει η έρευνα από τους παροικιακούς οργανισμούς. Εμείς οι Έλληνες την έρευνα την θεωρούμε… ‘εγώ ξέρω τι χρειάζεται, συμφωνείτε; Ας το κάνουμε λοιπόν’. Χωρίς επιστημονική έρευνα δεν μπορείς να πας μπροστά. Όλοι οι αυστραλιανοί οργανισμοί θα κάνουν την έρευνά τους πριν κάνουν κάτι.  Μετά, υπάρχει αυτό που λέμε έλλειψη συμβουλευτικών διαδικασιών. Δεν ρωτάμε εμείς οι Έλληνες τους δικούς μας τι θέλουν από ένα οργανισμό. Παίρνουμε αποφάσεις χωρίς να κάνουμε ουσιαστική αποτίμηση των αναγκών.

– Φαίνεται να σε έχει κουράσει ο τρόπος λειτουργίας των παροικιακών οργανισμών. Παρ’ όλα αυτά σήμερα επέλεξες να γίνεις πρόεδρος της «Φροντίδας», γιατί;
«Η “Φροντίδα” δεν λειτουργεί έτσι. Η “Φροντίδα” είναι ο μοναδικός ελληνικός οργανισμός που λειτουργεί με αυστραλιανές αρχές και διαδικασίες. Γι’ αυτό και δεν δίστασα από την πρώτη στιγμή να αναμειχθώ με την “Φροντίδα”. Για παράδειγμα, εδώ στην Φροντίδα γίνεται πάντα μελέτη, έρευνα πριν παρθούν αποφάσεις. Δεν πάνε στο άγνωστο. Όχι μόνο η επιστημονική έρευνα, αλλά και η συμβουλευτική διαδικασία στην Φροντίδα αποτελούν βασική προϋπόθεση για την λήψη αποφάσεων. Δεν υποτιμά ποτέ τις απόψεις του απλού ανθρώπου».

Ο ΜΕΘΟΔΙΚΟΣ ΟΡΑΜΑΤΙΣΤΗΣ

– Τι περιέχει αυτή η λίστα με τις σημειώσεις που έχεις μπροστά σου; 
«Κάποιες σκέψεις για το μέλλον της ελληνικής παροικίας».

– Πώς βλέπεις λοιπόν το μέλλον;
«Πρέπει, κατ’ αρχήν, να καταλάβουμε ότι πρέπει να ασχοληθούμε με το μέλλον. Μέχρι τώρα ασχολούμαστε είτε με το παρόν είτε με το παρελθόν. Στο μέλλον, ως παροικία δεν έχουμε δώσει την πρέπουσα βαρύτητα. Το παρελθόν πρέπει να μας διδάσκει και η βαρύτητα να είναι στο μέλλον. Δεν μιλάω για παροικιακούς οργανισμούς αλλά για όλη την παροικία. 

– Ειδικότερα;
Χωρίς αμφιβολία, η ελληνική παροικία έχει παίξει μεγάλο ρόλο στην αυστραλιανή κοινωνία και έχει ένα πολύ καλό όνομα στην Αυστραλία. Έχουμε ιδρύσει οργανισμούς για ό,τι μπορεί να φανταστεί κανείς. Όμως οι ανάγκες σήμερα έχουν αλλάξει. Σήμερα η παροικία θέλει ενωτικούς οργανισμούς, όχι τοπικιστικούς οργανισμούς. Πρέπει να ερευνήσουμε που βρίσκεται που εργάζεται η δεύτερη γενιά. Πρέπει να ερευνήσουμε να κάνουμε μία λίστα τους επαγγελματίες ελληνικής γενιάς και να τους πλησιάσουμε. Αν θέλουν να προσφέρουν καλώς, αν όχι πάλι καλώς, αλλά δεν τους γνωρίζουμε καν. Ας κάνουμε το πρώτο βήμα ως παροικία. Μία τράπεζα πληροφοριών που να ενημερώνεται ανάλογα την θεωρώ απαραίτητη. Αυτοί οι άνθρωποι θα μπορούσαν να κάνουν καλό σε όλους μας. Μιλάμε για την δεύτερη και τρίτη γενιά και οι φωνές που ακούω λένε ότι αυτοί δεν ενδιαφέρονται. Εγώ πιστεύω ότι αυτό δεν είναι απόλυτο. Εκείνο που βλέπω, όμως, είναι ο αποκλεισμός τους από οργανισμούς και αυτό γιατί οι δομές αυτών των οργανισμών δεν τους αντιπροσωπεύουν. Πολλοί σύλλογοι λένε δώσαμε τα ηνία στους νέους και αυτοί τα έκαναν άνω κάτω. Εγώ πιστεύω ότι αυτό μπορεί να γίνεται, αλλά τις περισσότερες φορές αυτή η ‘παράδοση’ είναι εικονική.

Μετά μας λείπει η ματιά και η σοβαρή ματιά στο τι κάνουν οι άλλες παροικίες. Ο τρόπος με τον οποίο οι  Εβραίοι κάνουν το λόμπι είναι ενδεικτικός. Εκείνοι πάνε ενωμένοι στην κυβέρνηση. Εμείς πάμε; Όχι δεν πάμε. Θα πρέπει να δημιουργηθεί ένας οργανισμός διαφορετικός, ένας και αντιπροσωπευτικός. Ένας και ουσιαστικός. Τώρα έτσι όπως είμαστε κανένας δεν μας παίρνει στα σοβαρά. Πάει το ΣΑΕ και λέει αντιπροσωπεύω τον Ελληνισμό, μετά πάει η Εκκλησία και λέει το ίδιο, πάνε οι Κοινότητες και λένε το ίδιο. Ποιος θα μας πάρει στα σοβαρά. Οι πολιτικοί γελάνε πίσω από την πλάτη μας».

– Πιστεύεις ότι αυτό μπορεί να γίνει με δεδομένη την δομή που υπάρχει;
«Ας καθίσουμε να το συζητήσουμε. Αν δεν μπορούμε να φτάσουμε μέχρι το Ω μπορούμε να φτάσουμε τουλάχιστον μέχρι το Ρ;  που λέει ο λόγος. Άρχισαν τα πλήγματα, άρχισε η παρακμή. Για μένα ο χαμός του ΕΚΕΜΕ ήταν μεγάλη απώλεια. Αν η ελληνική παροικία ήταν εταιρία και έχανε κάτι τόσο μεγάλο θα το ερευνούσαμε. Γιατί συνέβη αυτό; Πώς θα μπορούσαμε να το είχαμε αποτρέψει; Κανένας μας δεν νοιάστηκε όμως. Μήπως χάσουμε και άλλα πράγματα; Τώρα κινδυνεύουμε να χάσουμε τη γλώσσα μας από το δημόσιο σύστημα. Δεν έχουμε τους μηχανισμούς για να κάνουμε την ενδοσκόπησή μας και πρέπει να τους φτιάξουμε. να χρησιμοποιήσουμε τα πανεπιστήμια, να ενεργοποιηθούμε για το μέλλον μας. Πάμε πολύ καλά ως παροικία, αλλά εγώ οραματίζομαι να πάμε ακόμα καλύτερα. Δεν έχουμε σωστό προγραμματισμό, δεν είμαστε μεθοδικοί, είμαστε παντού και δεν υπάρχει κορμός, συνοχή.

Στο τέλος της κουβέντας μας, μου λέει ότι θα ήθελε να γίνει μία μελέτη που θα αναλύει τα προβλήματα της παροικίας και θα αξιολογεί τις μελλοντικές ανάγκες της. Αυτό θεωρεί το Α της προσπάθειας και μιλά για έρευνα σε όλα τα θέματα, όπως γλώσσα, κοινωνικές υπηρεσίες, πολιτισμό. Θεωρεί την συνένωση των οργανισμών ως ανέφικτη αλλά την δημιουργία συνεργασιών μεταξύ κάποιων οργανισμών, εφικτή και άξιο στόχο. 

Ο Σάκης Ζαφειρόπουλος είναι ο αισιόδοξος μεθοδικός οραματιστής που ελπίζει. Αυτά που ήθελε να πει, τα είπε. Το κατά πόσο θα βρουν αυτιά που θα τα ακούσουν και ανθρώπους που η παροικιακή μας αποχαύνωση δεν έχει ακόμα αλλοτριώσει αυτό σίγουρα είναι μία άλλη μεγάλη, πολύ μεγάλη μάλιστα, υπόθεση.