Η νέα Αυστραλή πρωθυπουργός, Τζούλια Γκίλαρντ, εγκαταλείπει τις αμφιλεγόμενες πολιτικές του προκατόχου του, Κέβιν Ραντ, που «ανησυχούσαν» το εκλογικό σώμα και προετοιμάζεται, με ταχύτατο ρυθμό, για την πρόωρη προσφυγή στις κάλπες, θέλοντας να αξιοποιήσει και τις δημοσκοπήσεις που δείχνουν άνοδο της ίδιας και της δημοτικότητας της Εργατικής κυβέρνησης.

Λίγες μέρες μετά την ανατροπή του κ. Ραντ, η νέα πρωθυπουργός, θέλοντας να καθησυχάσει την κοινή γνώμη, δήλωσε ότι δεν συμφωνεί με τη θέση του προκατόχου της για τη «μεγάλη Αυστραλία» και ανακοίνωσε ότι «θα βάλει φρένο» στη μετανάστευση.

Στη συνέχεια, η Τζούλια Γκίλαρντ, άνοιξε διάπλατα το δρόμο προς τις εκλογές, με το συμβιβασμό της κυβέρνησής της με τη Βιομηχανία Μεταλλευμάτων για το θέμα του ορυκτού πλούτου.

Τώρα στρέφει την προσοχή της στη ρύθμιση του, ολοένα αυξανόμενου, αριθμού αιτούντων άσυλο που φθάνουν στην Αυστραλία και προκαλούν «ανησυχία» σε μεγάλο μέρος του αυστραλιανού πληθυσμού, όπως δείχνουν και μυστικές δημοσκοπήσεις της κυβέρνησης.
Η κ. Γκίλαρντ θέλει να πείσει το εκλογικό σώμα ότι η κυβέρνηση «σκληραίνει» τη στάση της.

Ακολούθως, αναμένεται ότι η πρωθυπουργός θα προτείνει νέα μέτρα για την αντιμετώπιση των κλιματικών αλλαγών που ελπίζει ότι θα γίνουν αποδεκτά από το εκλογικό σώμα και, στη συνέχεια, θα προσφύγει στις κάλπες, πιθανότατα στα τέλη Αυγούστου.

Πάντως, το θέμα που αναμένεται ότι θα κυριαρχήσει κατά την προεκλογική εκστρατεία, θα είναι αυτό του φόρου του ορυκτού πλούτου, αφού ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Τόνι Άμποτ, τάχθηκε εναντίον, παρ’ ότι τον αποδέχθηκαν οι μεγάλες μεταλλευτικές εταιρίες.
 Αξίζει να σημειωθεί ότι, αξίες των μετοχών των εταιριών εξόρυξης ορυκτού πλούτου της χώρας εκτινάχθηκαν στα ύψη μετά την υποχώρηση της νέας πρωθυπουργού της Αυστραλίας.

Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, όμως, να κερδίσουν και τα συνταξιοδοτικά ταμεία χιλιάδων Αυστραλών που επενδύουν τα χρήματα των ασφαλισμένων σε εταιρίες εκμετάλλευσης ορυκτού πλούτου.

Όμως, 20 κορυφαίοι οικονομολόγοι χαρακτήρισαν «επικίνδυνη για τη δημοκρατία» την υποχώρηση της κυβέρνησης, αν και πολιτικοί αναλυτές χαρακτήρισαν τους χειρισμούς της κ. Γκίλαρντ «θαυμάσιους».

 Η ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΦΟΡΟ

Στις διαπραγματεύσεις της κυβέρνησης με τη Βιομηχανία Μεταλλευμάτων συμμετείχαν, από κυβερνητικής πλευράς, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και Θησαυροφύλακας, Γουέϊν Σουάν, και ο υπουργός Φυσικών Πόρων, Μάρτιν Φέργκιουσον. Τη βιομηχανία εκπροσώπησαν στελέχη των εταιρειών BHP Billiton, Xstrata και Rio Tinto.

Ο φόρος μετονομάστηκε σε Mineral Resources Rent Tax (Φόρος Ενοικίασης Μεταλλευτικών Πόρων) και η συμφωνία της κυβέρνησης με τη Βιομηχανία Μεταλλευμάτων προβλέπει:
– επιβολή του φόρου μόνο στις βιομηχανίες εξόρυξης σιδήρου και γαιάνθρακα
– για τα υψηλά κέρδη των εταιρειών εξόρυξης σιδήρου και άνθρακα ο φόρος μειώνεται σε 30%, από 40% που είχε ανακοινώσει η κυβέρνηση
– φόρος υψηλών κερδών θα επιβάλλεται για κέρδη 13%, περίπου, και άνω, αντί 6% που προέβλεπε το αρχικό σχέδιο της κυβέρνησης
– οι εταιρείες παραγωγής φυσικού αερίου και μεθανίου από γαιάνθρακα εξομοιώνονται με τις εταιρείες εξόρυξης αργού πετρελαίου και τα υπερκέρδη τους θα φορολογούνται με 40%.

Υπολογίζεται, ότι η νέα συμφωνία θα κοστίσει στο κράτος 1,5 δισεκατομμύρια δολάρια, κόστος που θα αφαιρεθεί από τις παροχές προς το λαό, που είχε υποσχεθεί η πρώην κυβέρνηση Ραντ.

Η ανακοίνωση επίτευξης της συμφωνίας προκάλεσε αυτόματη άνοδο των τιμών των μετοχών εταιρειών μεταλλευμάτων, καθώς συνοδεύτηκε από ανακοινώσεις εταιρειών μεταλλευμάτων, ότι προχωρούν στην υλοποίηση σχεδίων τους για επενδύσεις δεκάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Στο πλαίσιο της αντικυβερνητικής εκστρατείας τους διάφορες εταιρείες απειλούσαν με πάγωμα των επενδύσεών τους στην Αυστραλία και μεταφορά των δραστηριοτήτων τους στο εξωτερικό. Η επίτευξη συμφωνίας, που ο Σύνδεσμος Βιομηχανίας Μεταλλευμάτων χαρακτηρίζει «θετικό αποτέλεσμα για την Αυστραλία και τη Βιομηχανία Μεταλλευμάτων» άλλαξε το κλίμα και οι εταιρείες ανακοίνωναν, η μία μετά την άλλη, επενδύεις σε υπάρχοντα και νέα προγράμματα εξόρυξης κοιτασμάτων σιδήρου και άλλων μετάλλων.

Κατά της συμφωνίας τάσσεται, όμως, ο μεταλλωρύχος της Κουηνσλάνδης και γνωστός υποστηρικτής του Λίμπεραλ Πάρτι, Clive Palmer, και προτρέπει την αξιωματική αντιπολίτευση να μείνει σταθερή στη θέση της, κατά της φορολογίας των υπερκερδών.

«Η πρωθυπουργός κινήθηκε με ταχείς ρυθμούς για την επίτευξη συμβιβαστικής συμφωνίας η οποία, όμως, είναι απαράδεκτη. Νέοι φόροι, οποιασδήποτε κλίμακας, δεν ευνοούν τις επενδύσεις τις προσλήψεις προσωπικού, ούτε ελκύουν ξένες επενδύσεις», αναφέρει σε ανακοίνωσή του ο κ. Palmer.
Αντιρρήσεις διατυπώνει και ο Σύνδεσμος Εξορυκτικών και Ερευνητικών Εταιρειών και χαρακτηρίζει τη συμφωνία «ψευδεπίγραφη».