Πράγματι, το βρίσκω εντυπωσιακό και θέλω να συγχαρώ το ξεκίνημα της εκστρατείας της εφημερίδας «Νέος Κόσμος» στο οποίο αναζητεί από τους αναγνώστες που πήγαν ή πρόκειται να επισκεφθούν την Ελλάδα να στείλουν φωτογραφίες από τα αγαπημένα τους μέρη που επισκέφθηκαν και τις εντυπώσεις τους.
Μιας και διακατέχομαι από πολλές τέτοιου είδους εντυπώσεις και εμπειρίες, θέλω να συμμετάσχω στην εκστρατεία που κάνει ο «Νέος Κόσμος» και με όλους μαζί που συμμετέχουν να δώσουμε υπόσχεση μάχης ενάντια σε όλους αυτούς που άνοιξαν ταυτόχρονα όλα τα εθνικά θέματα της Ελλάδας για να την αναγκάσουν σε αυτό-ακρωτηριασμό.

Άποψή μου είναι ότι όλοι αυτοί ποντάρουν σε λάθος «άλογο», στη λάθος «κούρσα». Η Ελλάδα μας αν και σήμερα βρίσκεται υπό καθεστώς ξένης κατοχής με τα συστήματά τους που πάνε να εφαρμόσουν, εμείς όλοι οι Έλληνες ενωμένοι δεν θα επιτρέψουμε να λεηλατήσουν τα ιερά χώματα της πατρίδας μας.

Αποτελεί αναμφισβήτητο γεγονός ότι η πατρίδα μας η Ελλάδα είναι μία από τις πιο όμορφες «γειτονιές» του πλανήτη. Είναι μια χώρα πανέμορφη. Ανάμεσα στον ουρανό και τη θάλασσα, ποτισμένα από ήλιο και την πελαγίσια αρμύρα, σαν σπάνια μαργαριτάρια, προβάλλουν διάσπαρτα στο πέλαγος τα νησιά της Ελλάδας. Είναι δύσκολο να περιγράψει κανείς την ομορφιά των νησιών, με την πανάρχαια ιστορία, τα μνημεία και κατάλοιπα όλων των εποχών, τους θρύλους που μπλέκονται με το παρελθόν και ζωντανεύουν σε κάθε βήμα. Κάθε νησί και μια ξεχωριστή ιστορία.

Στο σημερινό μου άρθρο θα αναφερθώ σε κάποιο νησί που δεν είναι απλώς ένα νησί, και που δεν έζησε ούτε εξελίχτηκε όπως τα γύρω νησιά. Η ιστορία του μαζί με τους κατοίκους της και τα έργα της θάφτηκαν στα βάθη της γης και ξαναγεννήθηκαν. Και αυτό όχι μόνο μια φορά!

Το ξακουστό νησί των Κυκλάδων η Θύρα ή Σαντορίνη, με την άγρια ομορφιά ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα Κυκλαδονήσια, εξαιτίας της γεωλογικής της μορφολογίας που οφείλεται στη δράση του σβησμένου σήμερα ηφαιστείου της. Στη σημερινή του μορφή το νησί είναι ό,τι απέμεινε από την καταβύθιση της καλντέρας του ηφαιστείου και περιβάλλεται από δύο μικρότερα νησάκια, τη Θηρασιά και το Ασπρονήσι. Στην αρχαιότητα το νησί ονομαζόταν Στρογγυλή (ίσως από το στρογγυλό σχήμα του). Όταν το είχαν οι Ιταλοί του δώσανε για όνομα Σάντα Ειρήνη. Και όταν το ξαναπήραμε το μεταφράσαμε σε Σαντορίνη. Το επίσημο ελληνικό όνομα του νησιού είναι Θήρα.

Αναρωτιέμαι… , τι εντύπωση πρέπει να κάνει η Σαντορίνη σ’ αυτόν που τη βλέπει για πρώτη φορά; Τη δική μου πρώτη εντύπωση δεν την θυμάμαι πια. Ήμουν πολύ μικρός όταν με πρωτοπήγαν στη Σαντορίνη. Θυμάμαι, όμως, ότι μου έδινε μεγάλη ευχαρίστηση να βλέπω την κοκκινόμαυρη γη της. Καθόμουν με τις ώρες και χάζευα τη θέα των γκρεμών, τους πέτρινους όγκους που υψώνονται τεράστιοι και γδαρμένοι μέσα απ’ τη θάλασσα, τις μαύρες πέτρες με τις γυαλιστερές επιφάνειες που είναι σαν σίδερο. Όταν με έστελναν για θέλημα στην αγορά, παρατούσα πρόθυμα το παιχνίδι μόνο και μόνο γιατί ήξερα ότι στο δρόμο μου θα είχα την ευκαιρία να μπω για λίγο σε μια ξένη αυλή να δω μια θέα διαφορετική από αυτήν που μέναμε. Αυτός όμως που πρωτοπηγαίνει στη Σαντορίνη έχοντας γνώση και πείρα από άλλα νησιά, σίγουρα πρέπει να νιώθει λίγο χαμένος. Πρόκειται για ένα πολύ περίεργο νησί που δεν έχει καμία σχέση με τα υπόλοιπα νησιά των Κυκλάδων.

Οι Κυκλάδες όλες μαζί είναι, θα ‘λεγα, σαν μουσικές παραλλαγές πάνω στο ίδιο θέμα. Σου δίνουν μια αίσθηση αρμονίας, ηρεμίας, χαλάρωσης. Γραμμές, χρώματα, ήχοι, ρυθμοί, όλα είναι απαλά. Τα νιώθεις φιλικά τα άλλα νησιά, ζεστά και τρυφερά σαν αγκαλιές. Ενώ η Σαντορίνη δεν είναι ούτε ήμερη ούτε απαλή. Είναι άγρια και απειλητική. Τα σχήματα και τα χρώματα σκληρά. Υψώνεται μέσα από τη θάλασσα σαν ένα γιγάντιο καρό-σκούρο του Γκόγια.

Ολόκληρο το νησί είναι ένας τεράστιος σωρός από λάβα ηφαιστείου. Το έδαφός του δεν είναι μέρος του φλοιού της γης. Είναι καμωμένο από ένα παχύρευστο υγρό που βγήκε καυτό από τα έγκατα της γης και ξεράθηκε. Σαν αίμα πληγής επάνω στο δέρμα. Κόκκινο, μαύρο και καφέ.

Η ιστορία της Σαντορίνης είναι σημαδεμένη από κοσμογονίες και βιβλικές καταστροφές. Κάποτε έσπασε το μισό νησί και βούλιαξε, το ρούφηξε η θάλασσα. Και η Σαντορίνη που βλέπουμε δεν είναι παρά το απομεινάρι μιας άλλης Σαντορίνης ολόκληρης. Η θάλασσα που την βρέχει έχει τριακόσια ογδόντα μέτρα βάθος, πηχτό σκούρο μπλε μέχρι την άκρη-άκρη. Και, φυσικά, είναι αδύνατον να ρίξει άγκυρα το καράβι. Η άγκυρα θα κρεμόταν χωρίς να βρίσκει πουθενά βυθό. Η θάλασσα της Σαντορίνης καλύπτει την άβυσσο. Και μέσα στη μέση της θάλασσας πλέει το ηφαίστειο – μαυριδερό και στενόμακρο σαν ράχη κροκόδειλου.

Αν τα ξέρεις όλα αυτά είναι να μην σε πιάνει δέος; Αλλά ακριβώς, το δέος αυτό είναι ό,τι πιο πολύ μπορεί να σου προσφέρει η Σαντορίνη. Κάποια στιγμή συνέρχεσαι από τη μεγαλοπρέπεια και από τη γραφικότητα, ακόμη κι από τον φόβο. Αλλά το δέος μένει γιατί καταλαβαίνεις πως έχεις μπροστά σου τα σπλάχνα της γης που είναι μάνα σου. Και πως απάνω της μπορείς να αποθέσεις με εμπιστοσύνη και χωρίς ντροπή όλους τους μύθους που κουβαλάς μαζί σου.

Η ιστορία της Σαντορίνης μαζί με τους ανθρώπους και τα έργα της θάφτηκαν στα βάθη της γης και ξαναγεννήθηκαν. Γι’ αυτό και δεν μοιάζει με κανένα άλλο νησί! Είναι κάτι ξεχωριστό, είναι μόνη της και ζει με τον τρόπο της. Ακόμη και οι άνθρωποί της είναι διαφορετικοί, οι ίδιοι λένε… «εμείς δεν είμαστε άνθρωποι, είμαστε Σαντορινιοί». Για να μεταδόσεις την αίσθηση της ιδιαιτερότητας αυτού του νησιού, πρέπει να επικοινωνήσεις με τον πλούτο, την ιστορία και τη γεωλογική ευαισθησία του τοπίου. Σ’ αυτό το σημείο στάθηκα τυχερός γιατί την έχω επισκεφτεί πολλές φορές και το συστήνω σε όποιον πάει στην Ελλάδα, να μην ξεχάσει να την επισκεφτεί.

* Ο κ. Χρυσόπουλος είναι αναγνώστης μας από την περιοχή του Fawkner της Μελβούρνης