Το «έγκλημα» πληρώνει σε όλους τους χώρους. Και οι εκτελεστές του Κέβιν Ραντ εισπράττουν, επί του παρόντος, το τίμημα της πολιτικής εκτέλεσης του ηγέτη που επανέφερε το Εργατικό Κόμμα στην εξουσία, τον Νοέμβριο του 2007.

Η τελευταία δημοσκόπηση της Newspoll «καθοσιώνει» – κατά τους ανατροπείς του Ραντ – το αιματηρότερο έγκλημα στην πολιτική ιστορία της Αυστραλίας, τον αποκεφαλισμό ενός πρωθυπουργού, πριν συμπληρώσει την πρώτη θητεία του.

Η άρνηση των εκτελεστών του να ικανοποιήσουν την τελευταία επιθυμία του, να του επιτρέψουν μία τελευταία προσπάθεια αποκατάστασης της σχέσης του με το εκλογικό σώμα, πιστοποιεί τη μακιαβελική νοοτροπία των σχεδιαστών της ανατροπής του, αλλά και την προβληματική αδιαφορία τους για το κόστος της αποτυχίας του εγχειρήματός τους.

 Επί του παρόντος, επαναλαμβάνω, οι εκτελεστές του Κέβιν Ραντ γεύονται τα αγαθά του πραξικοπήματος, που είναι η άνοδος της ψήφου του Εργατικού Κόμματος και η υψηλή δημοτικότητα της πρωθυπουργού, Τζούλια Γκίλαρντ.

Η δημοσκόπηση της Newspoll κατέγραψε σταθεροποίηση της ψήφου των Εργατικών στο 42% στην πρώτη καταμέτρηση, επτά ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερα από τη δύναμη του κόμματος επί αρχηγίας Ραντ. Αντίστροφα, η ψήφος του Συνασπισμού έπεσε δύο ποσοστιαίες μονάδες στο 38%, τουλάχιστον πέντε μονάδες χαμηλότερα από την αρχή του έτους, που ο Τόνι Άμποτ ανέλαβε, επίσης πραξικοπηματικά, την αρχηγία του Συνασπισμού.

Το Εργατικό εξασφαλίζει την άνετη επανεκλογή του στη δεύτερη καταμέτρηση, όπου με βάση τη ροή των προτιμήσεων των άλλων κομμάτων στις εκλογές του 2007, φεύγει δέκα μονάδες μπροστά (Εργατικό 55%, Συνασπισμός 45%). Αν η διαφορά αυτή ισχύσει την ημέρα των εκλογών, το Εργατικό Κόμμα θα επανεκλεγεί με σημαντική πλειοψηφία και η Τζούλια Γκίλαρντ θα κερδίσει τον τίτλο της πρώτης εκλεγμένης πρωθυπουργού της Αυστραλίας, που διατείνεται ότι την ενδιαφέρει άμεσα.
Αυξημένες και οι προσωπικές μετοχές της κ. Γκίλαρντ, που βρίσκεται τριάντα μονάδες μπροστά από τον αντίπαλό της, ως δημοφιλέστερη πρωθυπουργός (Γκίλαρντ 57%, Άμποτ 27%). Οι εκτελεστές του Ραντ «δικαιώνονται» από την άνοδο της ψήφου του κόμματός τους μετά το πραξικόπημα και την υψηλή δημοτικότητα της κ. Γκίλαρντ.

Μέχρι πότε, είναι το ερώτημα. Γιατί οι άλλες διαπιστώσεις της δημοσκόπησης δεν είναι ιδιαίτερα ικανοποιητικές για τους Εργατικούς. Κατ’ αρχήν, το Εργατικό Κόμμα έχασε τον τίτλο του «κορυφαίου διαχειριστή» της εθνικής οικονομίας, που είχε κερδίσει με τα ευεργετικά μέτρα που έλαβε κατά την περίοδο της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης.

 Το 44% στήριξης, που απολάμβανε η οικονομική πολιτική του τον Μάρτιο έπεσε στο 42%, μία μονάδα υψηλότερα από τη στήριξη που παρέχει το εκλογικό σώμα στην οικονομική πολιτική του Συνασπισμού. Οι κυβερνητικές παλινωδίες στο ακανθώδες θέμα φορολόγησης των υψηλών κερδών της βιομηχανίας εξόρυξης μεταλλευμάτων προκάλεσε διαρροή ψήφων προς τα άλλα πολιτικά κόμματα. Προφανώς, το Εργατικό Κόμμα έχασε τις περασμένες εβδομάδες την υπεροχή που είχε στον τομέα της οικονομίας, απώλεια που αδυνατίζει το κυβερνητικό σύνθημα, «εμπιστευθείτε μας να πάμε τη χώρα μπροστά».
Προβληματικές για το Εργατικό Κόμμα και οι απαντήσεις των ψηφοφόρων σε ερωτήσεις για τη διαχείριση των προσφύγων και την αντιμετώπιση των κλιματικών αλλαγών. Στο θέμα των προσφύγων, η πρωθυπουργός διακινδυνεύει την οργή του εκλογικού σώματος με την ατελέσφορη προσπάθειά της να δικαιολογήσει την ταύτιση του Εργατικού Κόμματος με τη δεξιά. Η κενή φιλολογία του είδους, δεν πρέπει να δεχόμαστε μετανάστες χωρίς τις αναγκαίες υποδομές, άρχισε να εκνευρίζει επώνυμους και ανώνυμους ψηφοφόρους.

 Η επιχειρηματολογία της πρωθυπουργού έχει πείσει το 29%, μόνο, των ψηφοφόρων, ότι το Εργατικό Κόμμα είναι «ικανό» να διαχειριστεί τους πρόσφυγες – υψηλότερο ποσοστό από το 20% που έκριναν το Εργατικό Κόμμα «ικανό» τον παρελθόντα Νοέμβριο, αλλά όχι καταλυτικό. Μεγαλύτερο ποσοστό (39%) θεωρούν το Συνασπισμό «ικανότερο» να αναχαιτίσει το ρεύμα των προσφύγων. Η διαφορά άποψης των ψηφοφόρων δείχνει, ότι η στροφή της κυβέρνησης προς τα δεξιά στο θέμα των προσφύγων δεν μηδένισε την υπεροχή της αντιπολίτευσης στο επίμαχο θέμα, ούτε απέτρεψε τον κίνδυνο αλλοτρίωσης της βάσης του κόμματος.
Στο, επίσης ζωτικό, θέμα της αντιμετώπισης των κλιματικών αλλαγών, το εκλογικό σώμα δηλώνει ότι δεν έχει εμπιστοσύνη στα μεγάλα πολιτικά κόμματα. Το ένα τρίτο (31%) κρίνει το Εργατικό Κόμμα «ικανό» να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις κλιματικές αλλαγές, το 25% το Συνασπισμό, το 22% προτείνει «τρίτο» μη κομματικό παράγοντα, το 16% απορρίπτει τα πολιτικά κόμματα και το 6% δεν γνωρίζει/δεν απαντά.

Ουσιαστικά, το 44% των ψηφοφόρων κρίνει «ανίκανα» τα κόμματα εξουσίας να διαχειριστούν τις κλιματικές αλλαγές μετά την απόφαση της κυβέρνησης Ραντ να βάλει στο αρχείο την περιβαλλοντική πολιτική της και την έλλειψη περιβαλλοντικής πολιτικής του Συνασπισμού.
 Αν στα ανωτέρω προστεθεί η οργή των ψηφοφόρων της Κουηνσλάνδης, κυρίως, για την ανατροπή του Κέβιν Ραντ, οι εκτελεστές του Κέβιν Ραντ δεν πρέπει να επαναπαύονται. Η Κουηνσλάνδη, η Νέα Νότια Ουαλία και η Δυτική Αυστραλία είναι οι πολιτείες στις οποίες θα κριθεί το αποτέλεσμα των εθνικών εκλογών. Η Κουηνσλάνδη έχει τις περισσότερες οριακές έδρες της επικράτειας. Αν οι ψηφοφόροι της βόρειας πολιτείας θελήσουν να τιμωρήσουν το Εργατικό Κόμμα, για την πραξικοπηματική ανατροπή του συντοπίτη τους Κέβιν Ραντ, οι συνέπειες θα είναι οδυνηρές για τους πραξικοπηματίες. Θεωρείται πολύ πιθανή η απώλεια δέκα εδρών από τους Εργατικούς, από τις 17 που ελέγχουν.

Μετά τον αλλαγή των ορίων των κοινοπολιτειακών εδρών το Εργατικό Κόμμα πρέπει να αυξήσει την ψήφο του κατά 1,4% για να κερδίσει 76 έδρες, αναγκαίες για την εκλογή Εργατικού προέδρου της βουλής. Στις 12 έδρες που πρέπει να κερδίσει, για να έχει πλειοψηφία μόνον 4 είναι Εργατικές έδρες, γεγονός που δυσκολεύει την εκλογή των υποψηφίων του.

Γι’ αυτό συστήνω στους εκτελεστές του Κέβιν Ραντ να μην εφησυχάζουν. Να μην κοιμούνται αμέριμνα. Μπορούν να απολαμβάνουν την προσωρινή αμοιβή τους για το πραξικόπημα, αλλά και να ανησυχούν για τις συνέπειες των πράξεών τους, αν ο λαός «δικάσει» το Εργατικό Κόμμα για την αδυναμία του να απαλλαγεί από τις καρκινογόνες παρατάξεις.