Οι μεγαλοκαλλιεργητές φρούτων έχουν προειδοποιήσει την ηγεσία του Συνασπισμού Φιλελευθέρων-Εθνικών ότι οι προεκλογικές της εξαγγελίες περί μείωσης του αριθμού των μεταναστών στη χώρα θα έχει άμεσες επιπτώσεις στους κλάδους τους καθώς θα σημάνει δραστική μείωση των διαθέσιμων προς εργασία χεριών.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον εγείρεται από τον τομέα φυτοκομίας και κηπουρικής που βασίζεται ως επί το πλείστον σε μετανάστες σπουδαστές/φοιτητές, ειδικά τις περιόδους της συγκομιδής.

Η κ. Denita Wawn, εκπρόσωπος της National Farmers Federation, δήλωσε ότι «παρακολουθούμε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον το ζήτημα καθώς υπάρχουν συγκεκριμένες περίοδοι κάθε χρόνο που η ζήτηση εργατικών χεριών είναι αυξημένη».

Ο επικεφαλής του Συνασπισμού των συντηρητικών κομμάτων, Tony Abbott, στην προεκλογική του εκστρατεία έχει δηλώσει ότι αν το κόμμα του ανέλθει στην κυβερνητική εξουσία θα περικόψει τον αριθμό των μεταναστών που δέχεται η χώρα κάθε χρόνο από 298.000 σε 170.000 άτομα.
Ωστόσο, η κ. Wawn απαντά ότι «σε αρκετές περιπτώσεις τα εργατικά χέρια που ζητάμε καλύπτουν μόνο εποχιακές ανάγκες και δεν είναι δυνατόν να γνωρίζουμε ακόμα και έξι μήνες πριν τη συγκομιδή πόσα ακριβώς χέρια θα χρειαστούμε μιας και εξαρτάται από τις εκάστοτε καιρικές συνθήκες εάν η σοδειά είναι ικανοποιητική ή κάτω από το αναμενόμενο».

Αν και, όπως δήλωσε ο Tony Abbott στις 25 Ιουλίου, οι μετανάστες αυτοί που έρχονται στη χώρα κατόπιν πρόσκλησης κάποιου συγκεκριμένου εργοδότη καθώς και εκείνοι που έρχονται με βάση τα διάφορα ανθρωπιστικά προγράμματα, δεν θα επηρεαστούν από τα μέτρα που θα λάβει ενδεχόμενη κυβέρνησή του, εντούτοις δεν σημείωσε το ίδιο και για τη μετανάστευση σπουδαστών και φοιτητών οι οποίοι είναι και απασχολούμενοι των μεγαλοκαλλιεργητών.

Ο Gaye Tripodi, ο οποίος διατηρεί τις φάρμες Murrawee κοντά στο Swan Hill και είναι πρόεδρος του Τμήματος Κηπουρικής της Victorian Farmers Federation, λέει ότι «οποιοδήποτε βήμα προς μείωση του αριθμού των μεταναστών που έρχονται ως σπουδαστές/φοιτητές θα ζημιώσει αυτομάτως τους καλλιεργητές φρούτων, καθώς εμείς απασχολούμε κυρίως τέτοιο προσωπικό ειδικά την περίοδο της συγκομιδής και της συσκευασίας – και ευτυχώς που οι διακοπές τους συμπίπτουν με την περίοδο αυτή αποτελώντας έτσι για μας πραγματικό θησαυρό».

Ο ίδιος λέει ότι θα είναι πολύ δύσκολο, αν όχι αδύνατον, να αντικατασταθούν οι εποχιακοί αυτοί εργαζόμενοι, τονίζοντας, παράλληλα, ότι «θα πρέπει να υπάρξουν αλλαγές στο υπάρχον καθεστώς χορήγησης βίζας έτσι ώστε οι σπουδαστές/φοιτητές αυτοί να εντάσσονται στο Regional Sponsored Migration Scheme».
Άμεσο ενδιαφέρον και αντιδράσεις εγείρονται και από την πλευρά των βαμβακοπαραγωγών. Ο επικεφαλής της Cotton Australia, Adam Kay, λέει ότι «οι καλλιεργητές και οι παραγωγοί βαμβακιού στηρίζονται εν πολλοίς στη μεταναστευτική και εποχιακή εργασία και κάθε βήμα μείωσης των μεταναστών, χωρίς πρότερη συνεννόηση με τον κλάδο, θα έχει άσχημες επιπτώσεις».

«Κάθε διάλογος με τα ενδιαφερόμενα μέρη είναι ευπρόσδεκτος», σημειώνει ο ίδιος, «καθώς αναζητούνται τρόποι και προγράμματα προσέλκυσης εποχιακών αλλά και μόνιμων μεταναστών στην επαρχία».

Σύμφωνα τόσο με την κ. Wawn όσο και με τον κ. Kay, ομάδες πίεσης (lobby groups) των κλάδων τους έχουν ήδη έρθει σε επαφή με το Εργατικό Κόμμα σχετικά με την τροποποίηση 457 περιπτώσεων επιδοτούμενης βίζας σύμφωνα με την οποία αφαιρέθηκαν κάποια επιδόματα και βοηθήματα από εργοδότες της περιφέρειας που τους επέτρεπαν να προσλαμβάνουν ημι-ειδικευμένο προσωπικό με προσωρινές βίζες εργασίας.

Ο τομέας της φιλοξενίας είναι ένας ακόμα κλάδος, εκπρόσωποι του οποίου έχουν, επίσης, προειδοποιήσει τον Συνασπισμό ότι ενδεχόμενη υλοποίηση των προτάσεών του θα σημάνει ελλείψεις προσωπικού σε εστιατόρια και ξενοδοχεία, τομέας που, επίσης, βασίζεται κυρίως σε χέρια ξένων σπουδαστών και φοιτητών.

ΞΑΝΑ ΣΤΟ ΠΡΟΣΚΗΝΙΟ ΤΟ ΑΣΥΛΟ

Στο μεταξύ, το ζήτημα των αιτούντων άσυλο από την Αυστραλία επανέρχεται στο προσκήνιο ως ένα από τα σημεία-«κλειδιά» της προεκλογικής εκστρατείας.
Η Julia Gillard υπεράσπισε το σχέδιό της για περιφερειακή λύση του προβλήματος με τη δημιουργία κέντρου προσφύγων και αιτούντων άσυλο στο Ανατολικό Τιμόρ, παρά την αποκάλυψη ότι δύο λαθρέμποροι ανθρώπων χαρακτηρίστηκαν ως πρόσφυγες στην Ινδονησία και μελετάται η νόμιμη είσοδός τους στην Αυστραλία.
Αντιμέτωπη με το ενδεχόμενο εκλογής του Συνασπισμού, η κ. Gillard είπε ότι «θα σταματήσω τα πλοιάρια πριν αυτά εγκαταλείψουν τα ξένα παράλια. Ποτέ δεν δήλωσα ότι η λύση θα είναι τόσο εύκολη. Θα κάνουμε έναν διάλογο με το Ανατολικό Τιμόρ και ο διάλογος αυτός αρχίζει τώρα».

Εκπρόσωπος του υπουργού Μετανάστευσης, Chris Evans, υπεράσπισε το πρόγραμμα ελέγχων της Αυστραλίας, λέγοντας ότι οι πρόσφυγες που αιτούνται άσυλο ή είσοδο στη χώρα πρέπει να περνούν από υγειονομικό και άλλους ελέγχους πριν τους δοθεί βίζα εισόδου.

Αν και οι προηγούμενες προεκλογικές δηλώσεις της Julia Gillard για τη δημιουργία ενός εκτός Αυστραλίας κέντρου προσφύγων έγιναν σε μια προσπάθεια να προσελκύσει ψήφους στις αμφίρροπες έδρες, εντούτοις αποδείχτηκε ότι δεν είχε γίνει καμία προσέγγιση και διάλογος με την κυβέρνηση του Ανατολικού Τιμόρ για το ζήτημα.

Ο Tony Abbott, από την πλευρά του, έχει ήδη εκφράσει την επιθυμία του ότι σε περίπτωση σχηματισμού κυβέρνησης από το κόμμα του θα επιστρέψει στη λεγόμενη «Λύση του Ειρηνικού» (Pacific Solution) των κυβερνήσεων Χάουαρντ, επαναλειτουργώντας το κέντρο κράτησης στο Ναούρου, κάτι που η Julia Gillard αρνείται να πράξει, λέγοντας ότι το Ναούρου δεν έχει υπογράψει τη για τους Πρόσφυγες Σύμβαση του ΟΗΕ.

Ο σκιώδης υπουργός Μετανάστευσης, Scott Morrison, δήλωσε ότι όχι μόνο οι αιτητές ασύλου από την Ινδονησία έχουν αυξηθεί κατά 800%, αλλά υπάρχει και αύξηση κατά 900% του αριθμού των προσφύγων που έχει δεχθεί η Αυστραλία από την Ινδονησία. Αποδεικνύεται, έτσι ότι η πολιτική του Εργατικού Κόμματος έχει αποτύχει”.
Εκπρόσωπος του υπουργού Μετανάστευσης, Chris Evans, ωστόσο, αν και δεν αρνήθηκε τους αριθμούς αυτούς, είπε ότι δεν υπήρξε αύξηση του αριθμού των προσφύγων.