Το αίμα από τη δολοφονία τριών αντρών, την περασμένη Παρασκευή, έχει πλέον στεγνώσει, οι φρικιαστικές όμως εικόνες που αντίκρισαν οι αυτόπτες μάρτυρες, παραμένουν ολοζώντανες. Εξάλλου και οι οθόνες της τηλεόρασης φαίνεται να έχουν κάνει αρκετά ‘ευσυνείδητη’ δουλειά, ώστε η κοινωνία να ενημερωθεί επαρκώς για ό,τι συνέβη την περασμένη Παρασκευή, 13 Αυγούστου – αποφράδα μέρα για τους προληπτικούς.

Στην πρώτη δολοφονία η οποία συνέβη, στο Μπρούκλιν, στις 11 π.μ. θύμα ήταν το γνωστό μέλος του υποκόσμου Μακούρ Τσαούκ, 64 χρόνων, αρχηγός μιας μεγάλης οικογένειας με σκοτεινό παρελθόν και παρόν που βρίσκεται σε πόλεμο με μια άλλη οικογένεια, λιβανέζικης επίσης καταγωγής, τους Χαντάρα. Ο μεταξύ τους πόλεμος υπολογίζεται ότι ξεκίνησε εδώ και 12 χρόνια. Η οικογένεια Τσαούκ δεν είναι η πρώτη φορά που βλέπει ένα μέλος της να πέφτει αιμόφυρτο από τις σφαίρες. Το 2005, μέσα στο ίδιο σπίτι, ο γιος του Μακούρ, Μοχαμέντ, πυροβολήθηκε στο στήθος από αστυνομικό τον οποίο επιτέθηκε με ξίφος. Η οικογένεια ζητώντας να πάρει το αίμα πίσω, προσπαθεί ακόμη να εξακριβώσει την ταυτότητα εκείνου του αστυνομικού.

Το σπίτι του Τσαούκ, θύμιζε πάντα οχυρό, την περασμένη όμως Παρασκευή, ο δολοφόνος θα πρέπει να βρήκε τρόπο να περάσει στην πίσω αυλή, όπου βρισκόταν ο Τσαούκ και να τον εκτελέσει εν ψυχρώ. Τρίζουν τα δόντια οι συγγενείς και απειλούν να πάρουν το αίμα πίσω, αίμα που χύθηκε στην περίοδο μάλιστα του Ραμαντάν.
Ήδη έχει συλληφθεί από την αστυνομία ένας μεσήλικας άντρας ως ύποπτος του εγκλήματος.

Λίγες ώρες αργότερα, στις 4.45 μ.μ. μια άλλη σκηνή εγκλήματος με θεατές πάνω από 50 άτομα, ξετυλίχτηκε στη πολυσύχναστη Lygon St. στο Players cafe, όπου υπάρχουν και μηχανές πόκερ. Ένας άντρας οπλισμένος πλησίασε τρεις άλλους που κάθονταν στα τραπεζάκια και υπό την απειλή του όπλου τους πρόσταξε να μπούνε μέσα. Πριν προλάβουν να κάνουν οποιαδήποτε κίνηση πυροβόλησε τον έναν ο οποίος έπεσε αιμόφυρτος στο πεζοδρόμιο. Στη συνέχεια, στράφηκε στον δεύτερο και αφού τον τραυμάτισε, άρχισε να κυνηγά τον τρίτο οποίος έτρεξε στο διπλανό πάρκο, στην Piazza Italiana. Για καλή του τύχη, δεν μπόρεσε να τον εντοπίσει ο οπλισμένος άντρας ο οποίος και γύρισε πίσω να αποτελειώσει εκείνον που άφησε τραυματισμένο να κείτεται μπροστά στο μπαρ. Πανικός σκορπίστηκε παντού. Την ώρα του μακελειού ήταν 30 περίπου άτομα στο cafe, ενώ η κίνηση άρχισε να πυκνώνει στη Lygon St.

Ο δολοφόνος, Άνταμ Κοζιάν, δεν έκανε καμία απόπειρα να διαφύγει. Αντίθετα φαινόταν ευχαριστημένος από την πράξη του, χαμογελούσε και επαναλάμβανε ότι ‘και οι δύο ήταν σκύλοι και προσπάθησαν να τον δηλητηριάσουν’. Αργότερα, στην κατάθεσή του, επανέλαβε ότι έκανε ‘μια καλή πράξη’.