ΘΑ αρχίσω πάλι σήμερα, περιγράφοντας τον χώρο στον οποίο βρίσκομαι και γράφω τούτες τις αράδες που διαβάζετε, γιατί νομίζω ότι αξίζει τον κόπο.
ΛΟΙΠΟΝ, το σκηνικό είναι εντελώς διαφορετικό απ’ αυτό που σας περιέγραψα την περασμένη βδομάδα, από το Χόστελ του Σαλέντο, όπου γινόταν «το έλα να δεις».
ΦΤΑΝΕΙ να σας πω (για να σχηματίσετε μια ολοκληρωμένη άποψη για τον χώρο εκείνο) ότι υπήρχε ένας πίνακας με οδηγίες και… απαγορεύσεις, όπως «φυλάξτε τα ρούχα σας για να σας μείνουν τα… μισά» και «Απαγορεύεται η πορνεία και η χρήση… ναρκωτικών ουσιών»!
ΕΔΩ που βρίσκομαι σήμερα η κατάσταση είναι ήρεμη και η θέα από το δωμάτιο του ξενοδοχείου που γράφω, συναρπαστική.
ΑΡΧΙΚΑ και για να σας κατατοπίσω γεωγραφικά, να σας πω ότι αφήσαμε πίσω μας την (καταπράσινη) Κολομβία και βρισκόμαστε στο Εκουαδόρ.
ΤΟ ξενοδοχείο, που νοικιάζει μικρά σπιτάκια, βρίσκεται σε μια πλαγιά των Άνδεων και σε υψόμετρο 2.200 μέτρων και είναι περιτριγυρισμένο από πανύψηλες κορυφές της επιβλητικής οροσειράς που το ύψος τους ξεπερνά τα 4.000 μέτρα.
ΠΙΣΩ μας ακριβώς βρίσκεται η κορυφή του χιονισμένου ηφαιστείου Τουγκουραχούα, ο κρατήρας του οποίου βρίσκεται σε ύψος 5.016 μέτρων.
ΕΠ’ ΕΥΚΑΙΡΙΑ, να προσθέσω ότι στο Εκουαδόρ βρίσκονται τα υψηλότερα σε ενεργεία ηφαίστεια του κόσμου, με πρώτο το Τσιμποράτσο, η κορυφή του οποίου φτάνει τα 6.310 μέτρα και δεύτερο το Κοταπάξι με ύψος 5.87 μέτρα!
ΠΕΡΙΠΟΥ 400 μέτρα, κάτω από τα… πόδια μου (!) βρίσκεται η πόλη Μπάνιος, ενώ από τα παράθυρο του ξενοδοχείου, εκτός από την πόλη, βλέπω και τις πλαγιές των βουνών που οι κορυφές τους χάνονται μέσα στα σύννεφα!
ΝΑ σημειώσω, ότι τα βουνά, «ανεβαίνουν» σχεδόν κατακόρυφα προς τον ουρανό (από το βάθος της κοιλάδας, που βρίσκεται σε υψόμετρο 1.800 μέτρων), ενώ μπροστά μου κάνουν παρέλαση τα σύννεφα!
ΤΟ θέαμα είναι μοναδικό και η αίσθηση που έχω είναι ότι βρίσκομαι σε… αεροπλάνο που ξαφνικά σταμάτησε καταμεσής του ουρανού. Μόνο από παράθυρο αεροπλάνου έχω βρεθεί, μέχρι σήμερα, πάνω από τα σύννεφα.
ΣΤΟ ξενοδοχείο αυτό φτάσαμε χθες το απόγευμα και μας δόθηκε η ευκαιρία να φάμε το βράδυ σε ένα διπλανό εστιατόριο και να παρακολουθήσουμε και τη νυχτερινή… παρέλαση που έκαναν τα σύννεφα κινούμενα από τη Δύση προς την Ανατολή.
ΣΕ κάποια στιγμή μας είχαν εντελώς «περικυκλώσει», γεγονός που σου προκαλούσε την αίσθηση της απώλειας του περιβάλλοντος χώρου. Κάπως έτσι φαντάζομαι δειπνούσαν (και γευμάτιζαν) και οι… θεοί του Ολύμπου!
ΑΥΤΗ ήταν επίσης και η πρώτη φορά στη ζωή μου που είδα φωτεινή τρύπα! Συνήθως, οι τρύπες είναι μαύρες, αλλά τα φώτα της πόλης Μπάνιος, φώτιζαν τα σύννεφα, που έδειχναν ακόμα πιο λευκά απ’ ό,τι ήταν στην πραγματικά και εμείς βλέποντάς τα από ψηλά (με τις κατάμαυρες βουνοκορφές γύρω μας), ήταν σαν να κοιτάζαμε μια φωτεινή… τρύπα!
ΕΞΩ ακριβώς από το παράθυρο του εστιατορίου βρισκόταν σε εξέλιξη ένα άλλο υπερθέαμα: τεράστιες νυχτερίδες εμφανίζονταν ξαφνικά μέσα από το σκοτάδι και καταβρόχθιζαν στην κυριολεξία τις μικρές πεταλούδες (και άλλα έντομα) που πετούσαν απ’ έξω!
ΜΕΤΑ το δείπνο τους, οι νυχτερίδες αποσύρθηκαν, ενώ έξω από το παράθυρο δεν είχε μείνει πια άλλη πεταλούδα. Φαίνεται ότι η ζωή είναι ακόμα πιο σύντομη για τις πεταλούδες των Άνδεων που ούτε το σκοτάδι δεν μπορεί να τις προστατεύσει.
ΤΟ ξημέρωμα σε τούτους τους τόπους, που λόγω του ότι βρίσκονται ακριβώς στον Ισημερινό που χωρίζει το Βόρειο από το Νότιο ημισφαίριο, είναι μια άλλη εμπειρία.
ΑΠΟ το παράθυρο του ξενοδοχείου, που είχε πανοραμική θέα 180 μοιρών, παρακολούθησα και το ξημέρωμα. Οι σκοτεινοί όγκοι των Άνδεων άρχισαν σιγά-σιγά να φωτίζονται, ενώ τα σύννεφα συνέχιζαν να αναπαύονται στις κορυφές των γύρω βουνών.
ΟΡΙΣΜΕΝΑ, μάλιστα, από αυτά την είχαν «αράξει» στις πλαγιές και δεν έλεγαν να κάνουν ούτε βήμα. Η εμφάνιση του ήλιου άλλαξε ξαφνικά όλο το σκηνικό.
ΤΑ σύννεφα άλλαξαν χρώμα και από λευκά (και γκρίζα) έγιναν χρυσαφένια και πορτοκαλί, ενώ το βελούδινο πράσινο χρώμα των βουνοπλαγιών φώτιζε, όπως ο φώσφορος τη νύχτα όταν πέσει πάνω του κάποια δέσμη φωτός.
ΝΑ διευκρινίσω εδώ ότι, η οροσειρά των Άνδεων δεν είναι παντού η ίδια και δεν έχει καμιά σχέση με τα βραχώδη και γκρίζα αλπικά βουνά που ξέρουμε, πού πάνω από τα 1700 μέτρα δεν φυτρώνει σχεδόν τίποτα.
ΟΙ σχετικά χαμηλές (υψομετρικά) βουνοπλαγιές είναι σκεπασμένες από μεγάλα και ψηλά δέντρα και έχουν πολύ πυκνή βλάστηση, ενώ αυτές που βρίσκονται σε υψόμετρο άνω των 2000 μέτρων είναι σκεπασμένες από χορτάρι και λόγω ότι είναι πολύ λείες, μοιάζουν σαν βελούδινες.
ΑΥΤΟ, βέβαια, δεν ισχύει για ολόκληρη την οροσειρά, αλλά για τα βουνά που βρίσκονται γύρω από τον ισημερινό, που το κλίμα είναι πιο θερμό και πιο υγρό.
ΠΑΝΤΩΣ, μέχρι στιγμής κάπως έτσι είναι τα περισσότερα βουνά της Κολομβίας και του Εκουαδόρ που έχουμε δει έως τώρα. Κλείνει η παρένθεση και επανέρχομαι στο πρωινό θέαμα.
Ο πρωινός ήλιος έδωσε, όχι μόνο άλλο χρώμα στα βουνά των Άνδεων, αλλά, λόγω των μεγάλων σκιών που δημιουργούσε, τους άλλαζε και σχήματα. Και όσο ανέβαινε ο ήλιος, τόσο άλλαζε το τοπίο, τα χρώματα και τα σχήματα.
ΤΟ σόου, που του έδιναν άλλη διάσταση οι ακτίνες του ηλίου που ξυπνούσαν τα κοιμισμένα σύννεφα που είχαν «διανυκτερεύσει» στις πλαγιές, κράτησε περίπου μισή ώρα. Στη συνέχεια, το τοπίο επανήλθε στη φυσιολογική του κατάσταση.
ΠΡΙΝ πάμε στην περιοχή της Αμαζονίας, που θεωρείται από τις πιο αξιόλογες της χώρας, είχαμε αποφασίσει να επισκεφθούμε και τα χωριά των Ινδιάνων που βρίσκονται στις παρυφές της ζούγκλας του ανατολικού Εκουαδόρ, που έχουν αφετηρία ορισμένες από τις πιο σημαντικές πηγές του Αμαζονίου.
ΞΕΚΙΝΗΣΑΜΕ πρωί μ’ ένα αγροτικό αυτοκίνητο που οδηγούσε ένας ντόπιος που ήξερε τα κατατόπια και ακολουθήσαμε τον ποταμό που διέσχιζε την πόλη Μπάνιος κατευθυνόμενος ανατολικά.
Η διαδρομή, κάπου 200 χιλιόμετρα συνολικά ήταν από αυτές που δύσκολα μπορούν να περιγραφούν με λέξεις. Ακόμα και το πλούσιο ελληνικό λεξιλόγιο (που έχω εγώ υπόψη μου) δεν μπορεί να αποδώσει τη μαγική μοναδικότητα της εκπληκτικής αυτής διαδρομής.
Ο δρόμος ακολουθούσε το ποτάμι, που ελισσόταν σαν φίδι ανάμεσα στις βαθιές χαράδρες που υψώνονταν μέχρι τα… σύννεφα.
ΚΑΘΕ 300 με 500 μέτρα περίπου, μικρότερα ποτάμια, που ήδη είχαν κάνει τη δική τους διαδρομή (μέσα από άλλες χαράδρες) ένωναν τα νερά τους με το ποτάμι που ακολουθούσαμε.
ΟΣΟ το ποτάμι κατηφόριζε προς την περιοχή της Αμαζονίας τόσο περισσότερο μεγάλωνε και πλάταινε.
ΠΕΡΑ, όμως, από τα δεκάδες μικρότερα ποτάμια, που ένωναν τις… δυνάμεις τους με το μεγάλο, το ίδιο έκαναν και μια σειρά από καταρράκτες κάθε μεγέθους, που κατέβαιναν κατευθείαν από τις απότομες βουνοπλαγιές που υψώνονταν σχεδόν κατακόρυφα, από το βάθος της μεγάλης χαράδρας.
ΟΠΟΥ ο δρόμος δεν μπορούσε να ακολουθήσει το ποτάμι, υπήρχαν τούνελ που θύμιζαν τις ταινίες του Ιντιάνα Τζονς, αφού οι ντόπιοι μηχανικοί δεν έκαναν καμιά προσπάθεια να «σουλουπώσουν» τους σκαμμένους βράχους.
ΝΑ σημειώσω εδώ ότι μικροί καταρράκτες έτρεχαν και από την οροφή του… τούνελ! Νερό. Πολύ νερό, που έψαχνε να βρει το δρόμο του.
ΜΟΝΟ αν λάβει κανείς όλα αυτά υπόψη του μπορεί να αντιληφθεί γιατί ο Αμαζόνιος είναι αυτός που είναι. Πάνω από 250 τέτοια ποτάμια, που ξεκινούν από την Κολομβία, Εκουαδόρ, Περού και Βολιβία, δημιουργούν αυτό τον γιγάντιο ποταμό, που δεν έχει όμοιό του.
ΓΙΑ το χωριό των Ινδιάνων, το Κίτο, και τη διαδρομή από την Κολομβία στο Εκουαδόρ, ακολουθώντας πάντα τα οροπέδια και τις φοβερές χαράδρες των Άνδεων, θα γράψω στα επόμενα «Ξυράφια». Γεια χαρά.