Μόλις δέκα χρόνια χωρίζουν τη νουβέλα «Κατά μέτωπο», πρώτο βιβλίο του αγγλόφωνου, ελληνικής καταγωγής (γεν. Μελβούρνη, 1965), Χρήστου Τσιόλκα και το τρίτο, το πολυσυζητημένο μυθιστόρημα «Νεκρή Ευρώπη». Έκτοτε, ο ίδιος αναδείχθηκε σε έναν από τους σημαντικότερους σύγχρονους πεζογράφους της Αυστραλίας, κυρίως χάρη στο ανέκδοτο ακόμη στα ελληνικά μυθιστόρημά του «Το χαστούκι».

Ανάμεσα στα δύο βιβλία υπάρχουν κοινά στοιχεία: και εδώ ο πρωταγωνιστής-αφηγητής, ο 35χρονος φωτογράφος Ισαάκ Ράφτης, είναι γιος Ελλήνων μεταναστών στην Αυστραλία, ομοφυλόφιλος επίσης, και βρίσκεται σε ένα μακρύ ταξίδι ενηλικίωσης στη Γηραιά Ήπειρο, για να βρει τις οικογενειακές του ρίζες αλλά και για να δει από κοντά την Ευρώπη των μεγάλων ιστορικών ρευμάτων που γνώρισε από τα σχολικά βιβλία· καταλήγει, όμως, να ψηλαφεί τα ποικίλα τραύματά της, τα φαντάσματα που τη στοιχειώνουν και τις γκρίζες της προοπτικές, με κατοίκους κουρασμένους, απαισιόδοξους και παραιτημένους…

Η ΠΑΡΑΚΜΗ

Ειδικά για τη σύγχρονη Ελλάδα, η κριτική ματιά του είναι αδυσώπητη, χωρίς να διολισθαίνει σε εύκολο καταγγελτικό λόγο. Ο Τσιόλκας έχει ακτινογραφήσει τη βαθιά κοινωνική κρίση και δεν διστάζει να πει τα πράγματα με το όνομά τους. Από την Ελλάδα στη Βενετία, το Παρίσι, την Πράγα, το Βερολίνο, το Λονδίνο και το Κέμπριτζ, ο Ισαάκ συναντά μια Ευρώπη τριπλά νεκρή: εξαιτίας των εκατομμυρίων πολιτών της που χάθηκαν στους παγκόσμιους και τοπικούς πολέμους του εικοστού αιώνα, εξαιτίας του θανάτου του κομμουνιστικού ιδεώδους, αλλά και της αγροτικής τάξης, από την οποία προέρχεται ο αφηγητής.

Ο τελευταίος δεν φωτογραφίζει για να κριτικάρει την ευρωπαϊκή εικόνα, είναι απλώς ο καταγραφέας της αποσύνθεσής της. Δεν επινοεί την κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ και την επίθεση του νεοφιλελευθερισμού, τις ορδές των μετοίκων από χώρες μακρινές κι από άλλες ηπείρους, το σύγχρονο δουλεμπόριο, τον αέναο κύκλο του αίματος: όλα αυτά έχουν συμβεί και τον περιμένουν να τα αποτυπώσει. Παράλληλα, σκιτσάρει εικόνες από τη ζωή στην Αυστραλία των Ελλήνων μεταναστών, ζωντανεύει τη σχέση του με τον επί μακρόν σύντροφό του και προβληματίζεται για τον ρόλο της τέχνης του.

Το ταξίδι, όμως, του Ισαάκ στη Γηραιά Ήπειρο είναι ο ένας από τους δύο άξονες της αφήγησης. Πηγαίνοντας στο χωριό της μητέρας του, στην ορεινή Ευρυτανία, ο Ισαάκ έρχεται αντιμέτωπος με βαθιά θαμμένα μυστικά από τον καιρό της Κατοχής και, κυρίως, από τον ανελέητο ξολοθρεμό των Ελλήνων εβραίων. Αυτή την παλιά ιστορία, διαποτισμένη με ψέματα και δεισιδαιμονίες, την παρακολουθούμε σε ενδιάμεσα κεφάλαια, που δανείζονται το κλίμα τους από τα παραμύθια και τις λαϊκές δοξασίες.

Το γράψιμο του Τσιόλκα, σφιχτό, νευρώδες, γεμάτο ένταση αλλά και με σχεδόν εμμονικές αναφορές στα πάθη της σάρκας, τις σωματικές οσμές και εκκρίσεις, το αίμα, χτυπάει εξίσου και στον εγκέφαλο και στο στομάχι.

Παρ’ ότι κρατώ επιφυλάξεις για το φινάλε του βιβλίου και τον τρόπο με τον οποίο συγκλίνουν η νεορεαλιστική αφήγηση και ο μαγικός ρεαλισμός, θεωρώ τη «Νεκρή Ευρώπη» ιδιαίτερα σημαντικό βιβλίο αλλά και λαμπρό δείγμα του τι μπορεί να καταφέρει ένας ταλαντούχος συγγραφέας, συνδυάζοντας το παθιασμένο γράψιμο με τη βαθιά γνώση του θέματός του.

Είναι ανώφελο να ανα-αφηγηθεί κανείς την «υπόθεση» της «Νεκρής Ευρώπης», αφού αυτή είναι απλώς η βάση, προκειμένου ο Τσιόλκας να μιλήσει για το πώς συντρίβει η Ιστορία τις ζωές των απλών ανθρώπων, για τη θρησκεία, την πολιτική, τις ιδεολογίες, τη μετανάστευση, τις έννοιες της πατρίδας και της ταυτότητας…
Μυθιστόρημα με πολλά επίπεδα, πολιτικό κατά βάση, η «Νεκρή Ευρώπη» είναι βιβλίο απαισιόδοξο για το πιθανό μας μέλλον.
Η μετάφραση της Νίκης Προδρομίδου συμβάλλει αποφασιστικά στην αναγνωστική απόλαυση.

* Ο Γιώργος Κορδομενίδης είναι εκδότης και διευθυντής του λογοτεχνικού περιοδικού «Εντευκτήριο» entefktirio@translatio.gr