«Σας παραδίδω την τελευταία βάρδια και ελπίζω να µην ξανασυµβεί ποτέ κάτι τέτοιο», είπε ο Λουίς Ουρσούα, ο τελευταίος μεταλλωρύχος που βγήκε στην επιφάνεια, στον χιλιανό πρόεδρο Σεµπαστιάν Πινιέρα, την ώρα που 625 µέτρα πιο κάτω, οι διασώστες σήκωναν πανό µε την επιγραφή «Αποστολή Εξετελέσθη». Έκκληση για «αλλαγές στον χώρο της εργασίας, που δεν µπορεί να παραµείνει στη σηµερινή κατάσταση», είχε απευθύνει νωρίτερα και ο Μάριο Σεπούλβεδα, ο «σόουµαν» µεταξύ των 33 ανδρών.

Στο νοσοκοµείο του Κοπιάπο όπου τους επισκέφθηκε, ο Πινιέρα, ο δισεκατομμυριούχος επιχειρηµατίας που έγινε πολιτικός και κατόπιν, τον περασµένο Μάρτιο, ο πρώτος δηµοκρατικά εκλεγµένος δεξιός πρόεδρος της Χιλής εδώ και µισό αιώνα, επανέλαβε µπροστά στις κάµερες τα πατριωτικά µηνύµατα που επαναλάµβανε (πάντα µπροστά στις κάµερες) και τις προηγούµενες ηµέρες: «Η Χιλή είναι σήµερα µια χώρα πιο ενωµένη, πιο δυνατή, µια χώρα που χαίρει πολύ µεγαλύτερου σεβασµού και αγάπης σε ολόκληρο τον κόσµο».

Ο ηρωισµός των 33 ανδρών, η αυταπάρνηση των διασωστών, η αλληλεγγύη στο βάθος του ορυχείου, η ταχύτατη επιχείρηση διάσωσης, διόρθωσε πράγµατι την εικόνα που είχε η Χιλή για τον εαυτό της έπειτα από την καθυστερηµένη αντίδραση στον φονικό σεισµό του περασµένου Φεβρουαρίου και τις σκηνές λεηλασιών που ακολούθησαν. Γνωρίζοντας εντούτοις πως το τέλος της επιχείρησης «Σαν Λορέντζο» (από το όνοµα του προστάτη των µεταλλωρύχων) αφήνει «χώρο» στη σκέψη των Χιλιανών για άλλα ζητήµατα, ο Πινιέρα υποσχέθηκε παράλληλα «ριζικές» αλλαγές και αυστηρότερους κανόνες ασφαλείας στα ορυχεία, καθώς και την τιµωρία των υπευθύνων για την κατάρρευση στην έρηµο Ατακάµα. «Ποτέ ξανά στη χώρα µας δεν θα επιτρέψουµε σε ανθρώπους να εργάζονται σε συνθήκες τόσο επισφαλείς και απάνθρωπες», δήλωσε.

ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΕΣ

Οι οικογένειες των 33, άλλοι συνάδελφοί τους και συνδικάτα καταγγέλλουν µήνες τώρα απουσία ακόµα και των στοιχειωδών κανόνων ασφαλείας στο Σαν Χοσέ, ένα µικρό ορυχείο χαλκού και χρυσού που απασχολούσε συνολικά 150 ανθρώπους  και στη Χιλή, ένα χάσµα χωρίζει τα µικρά από τα µεγάλα ορυχεία όσον αφορά την ασφάλεια και τις συνθήκες δουλειάς. Ψέγουν ειδικότερα τους δηµόσιους λειτουργούς που επέτρεψαν την επαναλειτουργία του επίµαχου ορυχείου το 2008, έναν χρόνο αφότου είχε κλείσει εξαιτίας ενός θανάσιµου δυστυχήµατος.

Ήδη βρίσκονται σε εξέλιξη πολλές δικαστικές διαδικασίες, από την κυβέρνηση, την αστυνοµία αλλά και τους οικείους των 33 µεταλλωρύχων, που διεκδικούν από την ιδιοκτήτρια εταιρεία, τον όµιλο Σαν Εστεµπάν, αποζημιώσεις ύψους 12 εκατοµµυρίων δολαρίων. Δικηγόροι αναµένουν µε ενδιαφέρον τις µαρτυρίες των ανδρών, ώστε να διαπιστώσουν αν υπάρχει βάση να ασκηθούν διώξεις ακόµα και για «απόπειρα φόνου». «Μετά τα χαµόγελα µπροστά στις κάµερες, τους µήνες που έρχονται, δεν θα είναι παρά εργάτες που έχασαν τη δουλειά τους», εξήγησε στη «Μonde» ο Εντγκάρντο Ρεϊνόσο. «Και αµφιβάλλω αν θα είναι πολλοί αυτοί που θα ξαναπάνε να εργασθούν σε ορυχείο».

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΥΓΕΙΑΣ

Οι µεταλλωρύχοι επιστρέφουν σιγά σιγά στο σπίτι και τις οικογένειές τους. Δύο από αυτούς υποφέρουν από πνευµονοκονίαση, πολλοί είχαν προβλήµατα στα δόντια και το δέρµα, ένας, ο µικρότερος, ο 19χρονος Τζίµι Σάντσες δείχνει σύµφωνα µε έναν γιατρό να υποφέρει από κατάθλιψη, αφού «µιλούσε ελάχιστα και δεν έδειχνε να επικοινωνεί». Ολους τους περιµένουν σε κάθε περίπτωση πολλά δώρα και πολλές προτάσεις, σίγουρα κάποιοι θα γίνουν πλούσιοι, αλλά δεν είναι όλων το µέλλον εξασφαλισµένο.

Ο όµιλος Σαν Εστεµπάν βρίσκεται ένα βήµα πριν από την πτώχευση, τα περιουσιακά του στοιχεία έχουν ήδη κατασχεθεί από την κυβέρνηση για την κάλυψη µέρους του κόστους της επιχείρησης διάσωσης που ίσως να φτάσει και τα 20 εκατομμύρια δολάρια, 8 από τους 33 είναι µεγαλύτεροι από 50 ετών και οι περισσότεροι δεν γνωρίζουν αν θα πάρουν σύνταξη. Ο δικηγόρος Ρεϊνόσο, πάντως, ίσως να µην έχει απόλυτο δίκιο. Μπορεί οι οικογένειές τους να τρέµουν στη σκέψη και µόνο, εντούτοις ήδη κάποιοι από τους 33 µεταλλωρύχους, όπως ο Βίκτορ Σεγκόβια, τους δήλωσαν ορθά – κοφτά: «Είµαι µεταλλωρύχος και θέλω να πεθάνω µεταλλωρύχος».

«ΔΕΝ ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΝΑ ΠΑΩ ΣΤΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ»

«Παρακολούθησα την επιχείρηση διάσωσης από την τηλεόραση. Είµαι πολύ χαρούµενη που βγήκαν όλοι σώοι. Χαίροµαι όµως που δεν πήγα στο ορυχείο, ήταν τρελό και αλαζονικό από τον Γιόνι να πιστέψει πως θα µπορούσα να κάνω κάτι τέτοιο. Έχω αξιοπρέπεια. Δεν σκοπεύω να τον επισκεφθώ στο νοσοκοµείο. Αν θέλει να µε δει ή να µου µιλήσει, ας έρθει εκείνος να µε βρει. Ειδάλλως, θα µιλήσουµε µέσω των δικηγόρων». Ήταν τα πρώτα σχόλια που έκανε η επί 28ετία σύζυγος του Γιόνι Μπάριος, η 58χρονη Μάρτα Σαλίνας, µετά την ανέλκυση του 50χρονου µεταλλωρύχου στην επιφάνεια  όπου τον περίµενε τελικά µόνο η επί 2ετία φιλενάδα του, η 50χρονη Σουσάνα Βανελενσουάλα.

Το ερωτικό αυτό τρίγωνο έγινε γνωστό όταν και οι δύο γυναίκες εµφανίστηκαν στον καταυλισµό της Ελπίδας µε φωτογραφίες του Μπάριος στα χέρια. Σύµφωνα πάντα µε τις πληροφορίες, ο Μπάριος ερωτήθηκε ποια ήθελε να τον περιµένει όταν θα έβγαινε κι αυτός, ίσως αναποφάσιστος, τις προσκάλεσε αµφότερες. Τελικά, η Μάρτα παρακολούθησε από το σπίτι της τη Σουσάνα να τον αγκαλιάζει και να τον φιλάει, µε δάκρυα στα µάτια. Το µόνο που του αναγνωρίζει, είναι ότι εκείνος ήταν κάπως συγκρατηµένος: «Ήξερε ότι θα παρακολουθούσα».

«ΜΑΘΑΜΕ ΝΑ ΑΓΑΠΑΜΕ ΤΙΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΜΑΣ»

«Αυτό που µάθαµε εγώ και οι σύντροφοί µου, 69 ηµέρες παγιδευµένοι, είναι να στηριζόµαστε περισσότερο στις οικογένειές µας. Προσωπικά, πίστευα πως δεν θα τους ξαναβλέπαµε. Μάθαµε όµως να αγαπάµε περισσότερο τις οικογένειές µας και αυτή τη γλύκα θα τη µεταδώσουµε και σε άλλους ανθρώπους». Αυτά έλεγε στον ανταποκριτή της «Εl Ρais» από το νοσοκοµείο όπου βρισκόταν για παρακολούθηση ο Εντισον Φερνάντο Πένια, ο 12ος κατά σειρά µεταλλωρύχος που ανέβηκε στην επιφάνεια, ο «δροµέας», όπως τον φώναζαν µέσα στο καταφύγιο για τη συνήθεια που απέκτησε να τρέχει έως και 10.000 µέτρα την ηµέρα πέρα – δώθε, πάντα ακούγοντας τον αγαπηµένο του Ελβις Πρίσλεϊ στο iΡod.

Ο Πένια πιέστηκε πολύ ψυχολογικά εκεί κάτω. «Ισως η χειρότερη στιγµή», δήλωσε, «να ήταν όταν κατέρρευσε το ορυχείο και ούτε βλέπαµε ούτε ακούγαµε τίποτα». Ακόµα και όταν άρχισαν να σκάβουν τα γεωτρύπανα, όµως, σκεφτόταν πως ανά πάσα στιγµή µπορούσε να σηµειωθεί νέα κατάρρευση. «Ακουσα πως µια δηµοσιογράφος είπε ότι όλο αυτό έµοιαζε µε σκηνή θεάτρου. Θα ήθελα να είχε έρθει µαζί µου στον πάτο για να δει πόσο έµοιαζε µε σκηνή θεάτρου».

ΜΕ ΤΟΥΣ MΕΤΑΛΛΩΡΥΧΟΥΣ ΑΝΕΒΑΙΝΕ ΚΑΙ Η ΔΗMΟΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ

Η περιπέτεια στην έρηµο της Ατακάµας ήταν µια περίπλοκη επιχείρηση που άλλους τους ευνόησε και άλλους όχι.
Ο πρόεδρος Σεµπαστιάν Πινιέρα είδε τη δηµοτικότητά του να αυξάνεται εντυπωσιακά από τη στιγµή που τα σωστικά συνεργεία διαπίστωσαν πως οι 33 µεταλλωρύχοι είναι ζωντανοί. Στην αρχή βέβαια η κυβέρνηση χειρίστηκε κάπως άτσαλα το θέµα, γεγονός που εξαγρίωσε τους συγγενείς των ανδρών. Ο 61χρονος αυτοδηµιούργητος δισεκατοµµυριούχος θα προσπαθήσει να εκµεταλλευθεί το ενθουσιώδες κοινό αίσθηµα προκειµένου να προωθήσει νοµοσχέδια που αυξάνουν τους φόρους στις ξένες µεταλλευτικές εταιρείες.

Οι ηγέτες των συνδικάτων ελπίζουν ότι το ατύχηµα στο ορυχείο του Σαν Χοσέ θα βοηθήσει να ενισχυθεί η εικόνα των µεταλλωρύχων, οι οποίοι θεωρούνται από πολλούς στη Χιλή ως προνοµιούχοι εργαζόµενοι µε υψηλούς µισθούς και µπόνους, σύµφωνα µε παλαιότερες δηµοσκοπήσεις. Πιστεύουν τώρα ότι η κοινή γνώµη γνωρίζει καλύτερα τους κινδύνους που αντιµετωπίζουν και οι οποίοι δικαιολογούν τους µεγαλύτερους µισθούς.

Οι µεταλλωρύχοι στη Χιλή είναι µεταξύ των καλύτερα πληρωµένων στη Λατινική Αµερική µε ετήσια µπόνους που µπορούν να φθάσουν και τα 25.000 ευρώ ανά εργάτη στις µεγάλες εταιρείες. Μερικές από τις µεγαλύτερες µεταλλευτικές εταιρείες της χώρας πρόκειται να διαπραγµατευθούν νέα συµβόλαια µε τους εργαζοµένους σε έναν µήνα.

Η κρατική µεταλλευτική εταιρεία Codelco βρέθηκε στην πρώτη γραµµή στις προσπάθειες διάσωσης. Η Codelco, που είναι η µεγαλύτερη εταιρεία παραγωγής χαλκού στον κόσµο, έβαλε επικεφαλής της επιχείρησης τους ειδικούς της και έδειξε ότι διαθέτει τα απαραίτητα µέσα ώστε να πείσει τους Χιλιανούς πως θα πρέπει να παραµείνει αποκλειστικά στο κράτος. Ο Πινιέρα και η κυβέρνησή του τον τελευταίο καιρό είχαν αφήσει να εννοηθεί ότι σκοπεύουν να πουλήσουν ένα µέρος της εταιρείας προκειµένου να βελτιώσουν την αποδοτικότητά της και να περιορίσουν τα έξοδα. Οι δηµόσιοι ελεγκτές των µεταλλείων και των εταιρειών αποδείχθηκαν απροετοίµαστοι για το ατύχηµα που προκάλεσε σοκ σε όλο τον κόσµο και εξώθησε τον πρόεδρο Πινιέρα να απολύσει τον επικεφαλής τους. Το ατύχηµα αποκάλυψε τα προβλήµατα σε µια βιοµηχανία που όλοι θεωρούσαν ασφαλή. Πρόσφατα, η κυβέρνηση πέρασε νοµοσχέδιο που προβλέπει την αύξηση των ελέγχων σε όλα τα ορυχεία.

Οι ιδιοκτήτες του ορυχείου Σαν Χοσέ, η εταιρεία Μinera San Εsteban Ρrimera, κατηγορούνται από το κοινό, τους µεταλλωρύχους και πολλούς αξιωµατούχους για το ατύχηµα. Αυτή τη στιγµή οι υπεύθυνοί της εξετάζουν το ενδεχόµενο να κηρύξουν πτώχευση. Στο ορυχείο, που λειτουργεί εδώ και έναν αιώνα, έχουν σηµειωθεί σχετικά πρόσφατα και άλλα ατυχήµατα µε νεκρούς και τραυµατίες.

Μικρά και µεσαίου µεγέθους ορυχεία έκλεισαν µετά το ατύχηµα, καθώς η κυβέρνηση κινήθηκε γρήγορα και αποφασιστικά εξετάζοντας την τήρηση των κανόνων ασφαλείας που τηρούνταν. Λόγω αυτού, η παραγωγή χαλκού αναµένεται να µειωθεί, όµως δεν αναµένεται να επηρεασθεί η παγκόσµια αγορά, καθώς το µεγαλύτερο κοµµάτι της παραγωγής προέρχεται από πολύ µεγάλες εταιρείες οι οποίες τηρούν τους διεθνείς κανόνες ασφαλείας.

«Η ΧΙΛΗ ΕΙΝΑΙ MIA ΧΩΡΑ ΠΟΥ ΤΡΕΦΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΙΣ ΤΡΑΓΩΔΙΕΣ»

Αντί να σκέφτεται πώς να κάνει ασφαλέστερα τα ορυχεία, ο πρόεδρος Πινιέρα προσπαθεί να επωφεληθεί από την προβολή του στα µέσα ενηµέρωσης, γράφει ο γνωστός χιλιανός συγγραφέας Λουίς Σεπούλβεδα σε άρθρο του για «τη Χιλή που αναγεννιέται από το υπέδαφος».

Έπειτα από τις πρώτες δηλώσεις του στον Τύπο κατά την έναρξη της επιχείρησης και εκείνες που έκανε όταν βγήκε ο πρώτος από τους παγιδευµένους µεταλλωρύχους, ο πρόεδρος Πινιέρα υπέκυψε στον πειρασµό µιας ακόµη «επιτόπιας» συνέντευξης όταν οι διασώστες έβγαζαν έξω τον δεύτερο ανθρακωρύχο. Στη συνέντευξη αυτή, «το µόνο σηµαντικό ήταν µια διστακτική δήλωση προθέσεων υπέρ της ασφάλειας της εργασίας των µεταλλωρύχων», γράφει ο Σεπούλβεδα, «όµως ο πρόεδρος δεν είπε ότι ακριβώς η χιλιανή Δεξιά, στην οποία ο ίδιος ανήκει, είναι αυτή που ενσάρκωσε την πιο άγρια αντίσταση στους αγώνες για να επιβληθούν κανονισµοί για την ασφάλεια της εργασίας, υποστηρίζοντας ότι οι έλεγχοι είναι συνώνυµοι της γραφειοκρατίας και πλήττουν την ελευθερία του εµπορίου».

«Η Χιλή είναι µια χώρα που τρέφεται από τις τραγωδίες», γράφει ο Σεπούλβεδα. Οι 33 µεταλλωρύχοι έµειναν φυλακισµένοι µετά την κατάρρευση ενός ορυχείου που ήταν ιδιοκτησία «µιας µεταλλευτικής εταιρείας η οποία παραβίαζε όλους τους κανονισµούς για την εργασία», υπογραµµίζει ο 61χρονος συγγραφέας, ο οποίος φυλακίστηκε για την αντιστασιακή του δράση και υποχρεώθηκε να εξοριστεί στη διάρκεια της χούντας του Πινοσέτ. Εντούτοις, προσθέτει, «στη διάρκεια του σόου του, γεµάτου µε θρησκευτικές χειρονοµίες, ο Πινιέρα παρέλειψε οποιαδήποτε αναφορά στη θλιβερή κατάσταση των άλλων, άνω των 200, µεταλλωρύχων της ίδιας εταιρείας, οι οποίοι εργάζονταν στο ίδιο ορυχείο και από τον Αύγουστο δεν παίρνουν τον µισθό τους».
Ηταν αναµφίβολα συγκινητικό να τους βλέπει κανείς να βγαίνουν ένας ένας.

Οµως ακόµη πιο συγκινητικό, κατά τον Σεπούλβεδα, είναι ότι παρ’ όλα τα δώρα που τους έχουν υποσχεθεί, οι 33 «συνεχίζουν να είναι µεταλλωρύχοι και ακριβώς γι’ αυτό ανακοίνωσαν τη δηµιουργία ενός ιδρύµατος, το οποίο θα ασχοληθεί µε την κατάσταση όλων των µεταλλωρύχων που επλήγησαν από την ανευθυνότητα της εταιρείας», που οδήγησε στην κατάρρευση του ορυχείου.

«Το γεγονός ότι ανασύρθηκαν από εκεί ήταν ένα κατόρθωµα, µα ένα κατόρθωµα όλων όσοι ίδρωσαν γι’ αυτό και όχι εκείνων που οργάνωσαν το σόου γύρω από τη διάσωση», καταλήγει ο πολυβραβευµένος συγγραφέας. «Και το µεγαλύτερο κατόρθωµα θα είναι να γίνουν σεβαστοί στη Χιλή οι κανονισµοί για την ασφάλεια στην εργασία ώστε να µη συµβεί ποτέ πια 33 µεταλλωρύχοι να εξαφανισθούν στα έγκατα της Γης».