ΟΠΩΣ έγραψα και στο προηγούμενο άρθρο, τα λεωφορεία του Περού (αλλά και, γενικότερα, της Λατινικής Αμερικής) έχουν τη δική τους ιστορία.
ΕΙΝΑΙ ξεχωριστή εμπειρία να ταξιδεύεις με τις δημόσιες συγκοινωνίες (τρένα και λεωφορεία) στις χώρες αυτές.
ΜΠΟΡΕΙ να σε αργοπορούν (και ταλαιπωρούν), αλλά σου παρέχουν μοναδική ευκαιρία να γνωρίσεις καλύτερα και σε βάθος, όχι μόνο τη χώρα, αλλά και τους ανθρώπους της.
ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ τα τοπικά λεωφορεία που χρησιμοποιούν αποκλειστικά οι ντόπιοι για τις μετακινήσεις τους, είναι αστείρευτη πηγή πληροφοριών.
ΣΕ αρκετές περιπτώσεις, τα λεωφορεία αυτά δεν μεταφέρουν μόνο επιβάτες, αλλά και ολόκληρο το νοικοκυριό ορισμένων εξ αυτών, με αποτέλεσμα να αυξάνεται το ύψος του κατά δύο ολόκληρα μέτρα, αφού τοποθετούν τις αποσκευές στην οροφή τους!
ΣΕ κάποιες, μάλιστα, διαδρομές, έβαζαν και επιβάτες στο χώρο των αποσκευών, όταν ήταν γεμάτα. Όσο για τους επιβάτες ήταν πάντα ευγενικοί και υπομονετικοί και ουδέποτε ακούσαμε κάποιον να διαμαρτύρεται για το παραμικρό.
ΤΑ μέτρα ασφαλείας που παίρνει η κυβέρνηση του Περού, ιδιαίτερα για τα λεωφορεία που εκτελούν μακρινά δρομολόγια σε αραιοκατοικημένες και επικίνδυνες περιοχές της χώρας, είναι δρακόντεια.
ΕΝΑ πρωί, πριν λίγες μέρες, ξεκινήσαμε από το Τσικλάγιο (που βρίσκεται στο κεντρικό Περού) να πάμε στο Τροχίλο, που βρίσκεται νοτιότερα.
ΟΠΟΥ και αν πηγαίνεις για να αγοράσεις εισιτήριο σου ζητούν και το διαβατήριό σου. Αυτός είναι ο κανονισμός και ισχύει παντού σε όλες τις χώρες που έχουμε ταξιδέψει μέχρι τώρα.
ΣΤΟ Τσικλάγιο, όμως, δεν τους έφτανε το διαβατήριο. Πριν επιβιβαστούμε στο λεωφορείο, μας πήραν δακτυλικά αποτυπώματα και αφού έψαξαν τις αποσκευές και εμάς τους ίδιους με ανιχνευτές μετάλλων και εκρηκτικών υλών, στη συνέχεια, όταν μπήκαμε μέσα και καθίσαμε, πέρασε ένας αστυνομικός με φωτογραφική μηχανή και μας φωτογράφιζε έναν-έναν!
ΤΑ πιο πάνω μέτρα εφαρμόζονται (όπως προείπαμε) στα λεωφορεία που εκτελούν δρομολόγια σε περιοχές που δρουν αντάρτικες ομάδες, όπως είναι το Νότιο Περού μεταξύ της Λίμα και του Κούσκο.
ΑΠ’ Ο,ΤΙ μάθαμε οι αντάρτες σταματούν τα λεωφορεία, που χρησιμοποιούνται και από τους λίγους ξένους που ταξιδεύουν οδικώς στη χώρα, και τα ακινητοποιούν ορισμένες μέρες προωθώντας διάφορα αιτήματά τους.
Η πιο γνωστή αντάρτικη ομάδα του Περού είναι το “Φωτεινό Μονοπάτι” που ίδρυσε το 1980 ο Αμπιμαέλ Γκουσμάν, τον οποίο ορισμένοι χαρακτηρίζουν “τέρας”, “ψυχοπαθή” και “ασυνείδητο δολοφόνο”.
Η ομάδα έκανε την εμφάνισή της για πρώτη φορά στις 26 Δεκεμβρίου του 1980 με έναν πρωτοφανή τρόπο που σοκάρισε τους πάντες: κρέμασε νεκρούς σκύλους σε στύλους του ηλεκτρικού στο κέντρο της Λίμα (πρωτεύουσας του Περού).
ΟΙ κρεμασμένοι σκύλοι έφεραν πάνω και μια ταμπέλα με την ακαταλαβίστικη, αλλά απειλητική επιγραφή “Τενγκ Χσιαοπινγκ, γιε σκύλας”. Τον Μάιο της ίδιας χρονιάς η οργάνωση του Γκουσμάν άρχισε τον ένοπλο αγώνα.
Ο ακήρυχτος εμφύλιος πόλεμος που ακολούθησε κράτησε 12 χρόνια και στοίχισε τη ζωή 70.000 ανθρώπων. Το αιματοκύλισμα σταμάτησε το 1992 όταν συνελήφθη ο Γκουσμάν.
ΕΚΤΟΤΕ κρατείται σε μια φυλακή, που, όπως λέγεται, χτίστηκε αποκλειστικά γι’ αυτόν και είναι η ασφαλέστερη φυλακή του κόσμου.
ΣΤΟ βιβλίο του “Η τέταρτη ρομφαία”, ο περουβιανός συγγραφέας, Σαντιάγκο Ρονκαλιόλο, αναφέρεται στην πολυτάραχη ζωή του Αμπιμαέλ Γκουσμάν, για τον οποίο μεταξύ άλλων αναφέρει και τα εξής:
Ο Γκουσμάν γεννήθηκε στις 3 Δεκεμβρίου του 1934 στο Μολιέντο της Αρεκίπα (σημ: μια μικρή, αλλά πανέμορφη πόλη του Νότιου Περού). Οι γονείς του δεν ήταν παντρεμένοι και καταχωρήθηκε ως νόθο τέκνο τους.
Ο πατέρας του, συντηρητικός διαχειριστής αγροτικών εκτάσεων, τον έστειλε σε ιδιωτικό σχολείο όπου επικρατούσε θρησκευτική πειθαρχία. Ήταν άριστος μαθητής και βιβλιοφάγος, του άρεσε ο Σαίξπηρ και από τα έργα του προτιμούσε τα «Ιούλιος Καίσαρ» και «Μάκβεθ».
ΠΕΡΑΣΕ δεύτερος στο πανεπιστήμιο και όταν επεχείρησε να μπει στο Κομμουνιστικό Κόμμα Περού τον απέρριψαν επειδή δεν ήταν γιος εργατών. Ερωτεύτηκε μια κόρη εκπαιδευτικών, αλλά οι γονείς της τον απέρριψαν ως εξώγαμο παιδί.
ΕΚΕΙΝΗ η κοπέλα, σύμφωνα με την αδελφή του έκρινε τη σύγχρονη ιστορία του Περού, διότι ο Αμπιμαέλ έχασε το ενδιαφέρον του για τη ζωή και αντί να γίνει δικηγόρος, έκανε μια διατριβή στη Φιλοσοφία και μια στο Δίκαιο, όπως ο Καρλ Μαρξ.
ΤΟ 1962 διορίστηκε καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Αγιακούτσο και μυήθηκε στις αρχές του Χοσέ Κάρλος Μαριατέγκι, του ιδρυτή του Κομμουνιστικού Κόμματος Περού, ο οποίος έγραψε τη φράση “Ο μαρξισμός-λενινισμός είναι το φωτεινό μονοπάτι του μέλλοντος”.
ΠΙΣΤΕΥΟΝΤΑΣ ότι η επανάσταση στην πατρίδα του δεν θα ήταν εργατική, αλλά αγροτική, τοποθετήθηκε πιο αριστερά από τον Τσε Γκεβάρα και χαρακτήρισε την Κούβα του Κάστρο “προηγμένο αστικό κράτος”.
ΘΑΥΜΑΣΤΗΣ του Στάλιν και του Μάο (“ερωτεύτηκε τη σκέψη του Μάο”, γράφει ο Ρονκαλιόλο) εχθρός του Χρουστσόφ, το 1969 ίδρυσε το Κομμουνιστικό Κόμμα Περού – “Φωτεινό Μονοπάτι”, παίρνοντας το όνομα “Γκονσάλο”.
ΑΞΙΖΕΙ να προσθέσω εδώ ότι ενδιαφέρουσα περίπτωση ήταν η δεύτερη γυναίκα του Γκουσμάν, (που φημολογείται ότι δολοφόνησε την πρώτη, η οποία πέθανε μυστηριωδώς) η Ελένα Ιπαραγίρε, που ήταν εκπαιδευτικός, κόρη συνταγματάρχη της χωροφυλακής, η οποία είχε φοιτήσει σε σχολή καλογριών και είχε κάνει σπουδές στο Παρίσι…
ΑΥΤΑ τα λίγα για τον ιδρυτή της οργάνωσης, που ακόμα τρέμουν οι Αρχές του Περού και λαμβάνουν τα δρακόντεια αυτά μέτρα προκειμένου να ελέγξουν την κατάσταση, που πάντα, λόγω των μεγάλων κοινωνικών προβλημάτων παραμένει έκρυθμη.
ΠΡΕΠΕΙ να δει κανείς από κοντά τις εντελώς απαράδεκτες συνθήκες διαβίωσης της μεγάλης πλειοψηφίας των ανθρώπων στις χώρες της Νότιας Αμερικής, για να έχει τη δυνατότητα να κατανοήσει (ώς ένα βαθμό) γιατί τα κινήματα παίρνουν τόσο ακραίες θέσεις.
Η φτώχεια, η καταπίεση, η εκμετάλλευση και η υποτίμηση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, δεν έχουν όρια. Όταν κάποιος δεν έχει στον ήλιο μοίρα και δεν μπορεί να βρει αποκούμπι, με τη φαντασία του, ούτε στο μακρινό μέλλον, είναι ικανός για τα πάντα.
ΠΕΡΙΕΓΡΑΨΑ στα προηγούμενα άρθρα την κατάσταση που επικρατεί στις μεγαλουπόλεις και της “Κοινότητες” των προνομιούχων που έχουν χτίσει υψηλά τείχη για να προστατεύσουν τα (παράνομα) κεκτημένα τους και την ευτυχία τους.
Ο,ΤΙ συμβαίνει στην Μπογκοτά, στο Κάλι, το Κίτο και το Γουογιακίλ, συμβαίνει και στη Λίμα. Άλλος κόσμος ζει στα φτωχά εξωτερικά προάστια της πόλης, που ο πληθυσμός της ξεπερνά τα 8 εκατομμύρια και άλλος στη Μιραφλόρες.
Η Μιραφλόρες, όπου ήταν το ξενοδοχείο που έμεινα και εγώ ο προνομιούχος, είναι η αριστοκρατική και πλούσια συνοικία της πρωτεύουσας του Περού, που διαθέτει εστιατόρια και βίλες που θα της ζήλευε ακόμα και το Παρίσι.
ΠΟΛΛΑ από τα σπίτια και στο προάστιο αυτό βρίσκονται πίσω από τοίχους των δύο και τριών μέτρων που στην κορυφή τους φέρουν ηλεκτροφόρα καλώδια και τις σχετικές προειδοποιητικές πινακίδες γι’ αυτούς που θα τολμήσουν να παραβιάσουν το άβατο.
ΕΙΝΑΙ τόσο προκλητική η διαφορά μεταξύ των εχόντων και μη εχόντων στις χώρες αυτές της Νότιας Αμερικής, που μπορεί να εξοργίσει ακόμα και τους… σοσιαλιστές ηγέτης της Δύσης, που ηγούνται και κατευθύνουν τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, που μια από τις στοιχειώδεις υποχρεώσεις του είναι η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
ΤΙ να πει, όμως, κανείς για έναν κόσμο που ξοδεύει εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια να προστατευθεί από τους τρομοκράτες που ο ίδιος με την πολιτική συμπεριφορά του δημιούργησε.
ΓΡΑΦΟΝΤΑΣ τις πιο πάνω αράδες, πληροφορήθηκα και για την απόπειρα του νέου πραξικοπήματος στην πρωτεύουσα του Εκουαδόρ, το Κίτο. Ευτυχώς που στο πλευρό του πρόεδρου και την κυβέρνησής του, στάθηκε (με σχετική της δήλωση) και η… Χίλαρι Κλίντον.
ΑΥΤΑ για σήμερα από το Κούσκο του Περού. Αύριο ετοιμαζόμαστε να επισκεφθούμε το Μάτσου Πίτσου. Γεια χαρά σε όλους.