Την περασμένη Πέμπτη, 11 Νοεμβρίου, η παγκόσμια κοινότητα εόρτασε την επέτειο της λήξης του Πρώτου Παγκοσμίου Πόλεμου στις 11 Νοεμβρίου 1918. Στις αγγλόφωνες χώρες η επέτειος είναι γνωστή ως Remembrance Day (Ημέρα Μνήμης), επειδή την ημέρα αυτή γίνεται αναφορά, και αναγνωρίζεται η προσφορά των στρατιωτών, γιατρών, νοσοκόμων και πολιτών που θυσιάστηκαν για την παγκόσμια ειρήνη στον πρώτο, αλλά και στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο.

Η επέτειος αυτή έχει ιδιαίτερη βαρύτητα στο εθνικό ημερολόγιο της Γαλλίας και του Βελγίου, στα εδάφη των οποίων διεξήχθησαν οι πιο αιματηρές μάχες, καθώς και στο εθνικό ημερολόγιο χωρών που είναι μέλη της Βρετανικής Κοινοπολιτείας, όπως η Αγγλία, η Αυστραλία, η Νέα Ζηλανδία, ο Καναδάς, και άλλες.
Στις χώρες αυτές στις 11 το πρωί της 11ης Νοεμβρίου γίνεται δύο λεπτών σιγή στη μνήμη των νεκρών του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Την ημέρα αυτή πολλοί πολίτες έχουν καρφιτσωμένη στο πέτο τους μια χάρτινη παπαρούνα, η οποία έχει καταστεί το σύμβολο της ημέρας, όπως γίνεται και στις 25 Απριλίου, εθνική εορτή της Αυστραλίας, γνωστή ως ANZAC Day, για τη μάχη της Καλλίπολης το 1915.

Ο συμβολισμός της παπαρούνας προέρχεται από ένα πολύ όμορφο ποίημα του Καναδού John McCrae, ο οποίος υπηρέτησε στον πόλεμο ως στρατιωτικός γιατρός. Ο John McCrae έγραψε το ποίημά του στις 15 Μαΐου 1915, όταν είδε πως οι παπαρούνες ήταν το πρώτο λουλούδι που άνθισε ανάμεσα στους τάφους της Φλάνδρας του Βελγίου, όπου είχαν ταφεί στρατιώτες που σκοτώθηκαν σε μια από τις μεγάλες μάχες του πολέμου. Επί πλέον, το κόκκινο χρώμα της παπαρούνας συμβολίζει το αίμα που χύθηκε στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, καθώς και στους άλλους μεγάλους πολέμους που ακολούθησαν.

Το ποίημα του John McCrae έχει τον τίτλο In Flanders Fields. Πιο κάτω δίνω τους στίχους του ποιήματος που αναφέρονται στις παπαρούνες, σε δική μου μετάφραση.

Στης Φλάνδρας τους αγρούς
οι παπαρούνες κυματίζουν,
δίπλα στους άπειρους σταυρούς
που τόσα μνήματα ορίζουν.

Θα μπορούσε να πει κάποιος πως οι Βαλκανικοί Πόλεμοι (1912-1913) ήταν το προοίμιο του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου.
Στην πρώτη φάση των Βαλκανικών Πολέμων η Ελλάδα, η Σερβία, η Βουλγαρία και το Μαυροβούνιο συμμάχησαν εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η οποία την περίοδο εκείνη είχε ακόμη υπό την κατοχή της μεγάλες περιοχές της Βαλκανικής Χερσονήσου.

Αποτέλεσμα αυτού του πολέμου ήταν η απελευθέρωση της Βόρειας Ελλάδας μέχρι τις αρχές του 1913.

Η Βουλγαρία όμως δεν έμεινε ικανοποιημένη από τα βουλγαρικά εδάφη που απελευθέρωσε, και κήρυξε πόλεμο εναντίον των πρώην συμμάχων της, Ελλάδας και Σερβίας, διεκδικώντας μέρος από τα δικά τους εδάφη. Από την Ελλάδα η Βουλγαρία διεκδικούσε την Ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη.
Στον πόλεμο που ακολούθησε τα ελληνικά στρατεύματα σημείωσαν επιτυχίες εναντίον των βουλγαρικών, και απελευθέρωσαν την Ανατολική Μακεδονία, ενώ οι Βούλγαροι κράτησαν τη Δυτική Θράκη.

Με τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου (Αύγουστος 1913) καθορίστηκαν τα σύνορα της Ελλάδας, της Σερβίας της Αλβανίας, του Μαυροβουνίου, και τα ευρωπαϊκά σύνορα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Με τους νικηφόρους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-1913 η έκταση του ελληνικού κράτους αυξήθηκε από 65.000 σε 109.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα, και ο πληθυσμός από 2.666.000 που ήταν έφτασε τα 4.363.000.
Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος, ο οποίος είχε ανέλθει στο θρόνο μετά τη δολοφονία του πατέρα του Γεωργίου στη Θεσσαλονίκη τον Φεβρουάριο του 1913, έστειλε στον Βενιζέλο το ακόλουθο τηλεγράφημα μετά την υπογραφή της Συνθήκης του Βουκουρεστίου:
«Ευχαριστώ υμάς επί τη αναγγελία της υπογραφής της συνθήκης. Ο Θεός πλουσιοπάροχες ευλόγησε τας προσπαθείας ημών. Εν ονόματι του Έθνους και εμού σας εκφράζω τας βασιλικάς μου ευχαριστίας. Νέα και ένδοξος εποχή διανοίγεται ενώπιον ημών. Εις ένδειξιν της ευγνωμοσύνης μου και της εκτιμήσεώς μου, απονέμω υμίν τον μεγαλόσταυρο του Σωτήρος. Η πατρίς σάς είναι ευγνώμων».

Και όμως, δύο χρόνια αργότερα, κατά τη διάρκεια του ΠΠΠ ο Κωνσταντίνος ζήτησε την παραίτηση του Βενιζέλου από τη θέση του Πρωθυπουργού, γιατί είχε εισηγηθεί την ένταξη της Ελλάδας στο πλευρό Αντάντ (Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας), ενώ ο βασιλιάς ήταν υπέρ της ουδετερότητας, ως γερμανόφιλος που ήταν. Η διαμάχη των δύο αυτών ανδρών έμελλε να οδηγήσει το έθνος στην μεγαλύτερη τραγωδία της σύγχρονης ιστορίας του, την Μικρασιατική Καταστροφή.

Παρά την σημαντική αυτή αύξηση του ελληνικού κράτους, άλλα ελληνικά εδάφη, όπως η Βόρειος Ήπειρος, η Θράκη, τα νησιά του βορείου Αιγαίου Ίμβρος και Τένεδος, και τα Δωδεκάνησα εξακολουθούσαν να παραμένουν υπό ξένη κυριαρχία.
Κατά κοινή ομολογία, οι νικηφόροι Βαλκανικοί Πόλεμοι ήταν το μεγαλύτερο επίτευγμα του Βενιζέλου, ο οποίος από το 1910 ήταν Πρωθυπουργός της Ελλάδας.

Ο ΠΡΩΤΟΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΑΛΛΑΖΕΙ ΤΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΣΚΗΝΙΚΟ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ

Ένα χρόνο μετά τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου, με την οποία καθορίσθηκαν τα σύνορα των βαλκανικών χωρών, έμελλε να ξεσπάσει ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος (ΠΠΠ).

Δυστυχώς για την Ελλάδα, η έκρηξη του ΠΠΠ ανέκοψε το πρόγραμμα της Κυβέρνησης του Βενιζέλου να δημιουργήσει τις απαραίτητες δομές για την απρόσκοπτη ένταξη των περιοχών που είχαν απελευθερωθεί κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-1913.
Επιπλέον, η διαφωνία μεταξύ του Βενιζέλου και του βασιλιά Κωνσταντίνου ως προς τη στάση της Ελλάδας απέναντι στις δύο αντιμαχόμενες παρατάξεις κατά τη διάρκεια του πολέμου δίχασε τη χώρα σε βενιζελικούς και σε βασιλόφρονες, με αποτέλεσμα όταν ο ΠΠΠ έληξε η Ελλάδα να εμπλακεί στην Μικρασιατική Εκστρατεία κάτω από τις πιο δυσμενείς συνθήκες για την επιτυχή έκβασή της.

Η δεκαπενταετία 1910-1925 χωρίς αμφιβολία συγκαταλέγεται ανάμεσα στις πιο κρίσιμες και καθοριστικές περιόδους της ιστορίας των νεότερων χρόνων του έθνους μας. Στη διάρκεια αυτής της δεκαπενταετίας από τη μια απελευθερώθηκαν περιοχές της Ελλάδας που είχαν παραμείνει υπό την κατοχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μετά την Επανάσταση του 1821 και την ίδρυση του σύγχρονου ελληνικού κράτους, ενώ από την άλλη τέθηκε τέρμα στην τρισχιλιετή παρουσία των Ελλήνων στην Μικρά Ασία – συμπεριλαμβανομένου και του Πόντου – και στην Ανατολική Θράκη.
Αφορμή του ΠΠΠ μπορεί να ήταν η δολοφονία του αρχιδούκα Φραγκίσκου Φερδινάνδου, διαδόχου του θρόνου της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας, στο Σεράγεβο της Βοσνίας τον Ιούνιο του 1914, τα αίτια όμως ήταν οικονομικά και γεωπολιτικά.

Στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών ο αποικιακός ανταγωνισμός είχε πάρει μεγάλες διαστάσεις. Λόγω της αλματώδους ανάπτυξης της βιομηχανίας, η Γερμανία, και σε μικρότερο βαθμό η Αυστροουγγαρία, είχαν μεγάλη ανάγκη για πρώτες ύλες, αλλά και για πρόσβαση σε υπανάπτυκτες χώρες για την εξαγωγή των βιομηχανικών προϊόντων τους.
Σε αντίθεση, κράτη όπως η Μεγάλη Βρετανία, η Γαλλία, η Ισπανία και η Πορτογαλία, με τις μεγάλες αποικίες τους, δεν είχαν δυσκολίες για την εισαγωγή πρώτων υλών, και για την εξαγωγή των βιομηχανικών προϊόντων τους.

Ο ανταγωνισμός μεταξύ των εκβιομηχανισμένων κρατών, και σε αυτά περιλαμβάνονταν οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής (ΗΠΑ) και η Ιαπωνία, δεν περιοριζόταν στις εδαφικές διεκδικήσεις, αλλά και σε οικονομική διείσδυση σε υπανάπτυκτες χώρες.
Ένας άλλος παράγοντας ήταν τα αντιμαχόμενα οικονομικά συμφέροντα της Μεγάλης Βρετανίας, της Γαλλίας, των ΗΠΑ και της Γερμανίας στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, η οποία την περίοδο εκείνη ήταν γνωστή ως «ο μεγάλος ασθενής», λόγω του ότι βρισκόταν σε κατάσταση αποσύνθεσης. Την εποχή εκείνη οι πλούσιες σε πετρέλαιο χώρες της Μέσης Ανατολής ήταν περιφέρειες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

 Η έναρξη του ΠΠΠ το 1914 βρήκε την Ευρώπη χωρισμένη σε δύο μεγάλους συνασπισμούς:
* Τις Κεντρικές Αυτοκρατορίες (Γερμανία, Αυστροουγγαρία, Ιταλία – για τα πρώτα χρόνια-και Βουλγαρία και Οθωμανική Αυτοκρατορία από το 1915.
* Εγκάρδια Συνεννόηση (Αντάντ), η οποία απαρτιζόταν από την Μεγάλη Βρετανία, τη Γαλλία, τη Ρωσία (μέχρι τις αρχές του 1918) και τις ΗΠΑ και την Ελλάδα από το 1917.
Ο ΠΠΠ άρχισε τον Αύγουστο του 1914 και έληξε το Νοέμβριο του 1918, με την ήττα των Κεντρικών Αυτοκρατοριών.
Η Ελλάδα όμως από το Μάιο του 1919 ξεκίνησε την Μικρασιατική Εκστρατεία, με αποτέλεσμα την Μικρασιατική Καταστροφή τον Αύγουστο και το Σεπτέμβριο του 1922, και τον ξεριζωμό των Ελλήνων της Μικράς Ασίας, του Πόντου και της Ανατολικής Θράκης με την υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ της Τουρκίας και της Ελλάδας.

Τα σύνορα της ηττημένης Ελλάδας καθορίστηκαν με τη Συνθήκη της Λωζάνης το 1923. Το 1948 ενσωματώθηκαν στον κορμό της Ελλάδας τα Δωδεκάνησα, τα οποία από το 1911 τελούσαν υπό ιταλική κατοχή.

 Άμεση, όπως βλέπουμε, υπήρξε η επίδραση του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου στη διαμόρφωση των συνόρων της Ελλάδας, όπως αυτά ισχύουν σήμερα.