Τις τελευταίες ημέρες πολλά λέγονται και γράφονται για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Αφορμή για τα σχόλια αυτά αποτέλεσε η προσφυγή της Ιρλανδίας στην τρόικα, με άλλα λόγια στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), για την παροχή πακέτου στήριξης, εν όψει της οικονομικής κρίσης που διέρχεται η χώρα.
Το ύψος του οικονομικού πακέτου υπολογίζεται στα 85 δισεκατομμύρια ευρώ. Αυτή είναι η δεύτερη περίπτωση μέλους της ΕΕ που καταφεύγει στην τρόικα για να ξεπεράσει τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει, αφού η προσφυγή στην διεθνή χρηματαγορά δεν είναι εφικτή.
Προηγήθηκε η Ελλάδα, η οποία τον περασμένο Μάιο υπέγραψε με την τρόικα το γνωστό πλέον Μνημόνιο, για το δάνειο των 110 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Οικονομικοί αναλυτές προβλέπουν πως το κακό θα τριτώσει, αφού και η Πορτογαλία ενδέχεται να διαπραγματευθεί με την τρόικα τη σύναψη παρόμοιου δανείου, δεδομένου ότι και αυτή διέρχεται μια περίοδο οικονομικής κρίσης.
Το κακό δεν σταματάει εδώ, αλλά επεκτείνεται και στην Ισπανία, η οικονομία της οποίας αντιμετωπίζει μεγάλα οικονομικά προβλήματα. Σε περίπτωση που και η Ισπανία αναγκασθεί να διαπραγματευθεί πακέτο οικονομικής βοήθειας, με άλλα λόγια την υπογραφή Μνημονίου με την γνωστή πλέον τρόικα, τότε η Ευρωπαϊκή Ένωση θα βρεθεί αντιμέτωπη με το μεγαλύτερο πρόβλημα από τη σύστασή της το 1957 με την επωνυμία ΕΟΚ – Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα.
Σε σταυροδρόμι, λοιπόν, κρίσιμων αποφάσεων βρίσκεται η Ευρώπη τις τελευταίες εβδομάδες. Από τις αποφάσεις που θα ληφθούν στο άμεσο μέλλον θα κριθεί όχι μόνο το μέλλον του ευρώ και της ευρωζώνης, αλλά και η οικονομική ευρωστία και η κοινωνική συνοχή και αλληλεγγύη μεταξύ των μελών της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης (ΟΝΕ).
Στα σχόλια των τελευταίων ημερών για την κατάσταση που επικρατεί στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης συχνά γίνεται αναφορά στα 16 μέλη της ευρωζώνης, ενώ γνωρίζουμε πως τα κράτη-μέλη της ΕΕ είναι 27.
Επίσης, οι σχολιαστές αναφέρονται σε κράτη-μέλη του βορρά (όπως Γερμανία, Γαλλία, κ.ά.) και του νότου (Ελλάδα, Πορτογαλία, Ισπανία, Ιταλία), ενώ όλα τα μέλη είναι ισότιμα.
Γι’ αυτούς, και άλλους παρεμφερείς λόγους, κρίνω πως μια σύντομη αναδρομή στη σύσταση, και στο σκεπτικό της ίδρυσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα βοηθήσει σε μια πιο άνετη παρακολούθηση, και αξιολόγηση, των σύγχρονων δραματικών εξελίξεων.
Η ΓΕΝΕΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ
Πολιτικός ήταν ο πρωταρχικός στόχος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μετά από τους δύο καταστροφικούς Παγκόσμιους Πολέμους, στην Ευρώπη έντονη ήταν η επιθυμία για διαρκή ειρήνη, και για συνεργασία μεταξύ προαιώνιων εχθρών, όπως ήταν η Γερμανία, η Γαλλία και η Βρετανία.
Μέχρι στιγμής ο στόχος εκείνος φαίνεται να έχει επιτευχθεί. Όμως παράλληλα δημιουργήθηκαν οι δομές για μια οικονομική συνεργασία μεταξύ των πρώην άκρως ανταγωνιστικών ευρωπαϊκών χωρών. Όμως δεν είναι μόνο η οικονομική συνεργασία μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ. Είναι και οι εμπορικές τους σχέσεις με άλλες χώρες στην διεθνή αγορά.
Αποτελεί δημογραφικό γεγονός το ότι τα μέλη της ΕΕ αποτελούν ένα ολοένα και μικρότερο ποσοστό του πληθυσμού του Πλανήτη. Ενόψει της οικονομικής ισχύος των ΗΠΑ και της Ιαπωνίας, στα μέσα 20ου αιώνα, και πιο πρόσφατα της Κίνας και της Ινδίας, κανένα από τα κράτη της Ευρώπης, με πιθανή εξαίρεση τη Γερμανία, δεν θα ήταν από μόνο του σε θέση να ανταγωνιστεί με τις μεγάλες οικονομίες στο πλαίσιο του διεθνούς εμπορίου.
Ένα άλλο από τα πλεονεκτήματα της ΕΕ είναι η αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών-μελών της. Για παράδειγμα, όταν κάποιο από τα μέλη της πλήττεται από πλημμύρες ή άλλες φυσικές καταστροφές, λαμβάνει οικονομική ενίσχυση από τον προϋπολογισμό της ΕΕ.
Επιπλέον, τα διαρθρωτικά ταμεία, τα οποία διαχειρίζεται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, προάγουν και συμπληρώνουν τις προσπάθειες των εθνικών αρχών των μελών της ΕΕ για μείωση των ανισοτήτων μεταξύ διαφόρων περιοχών της Ευρώπης.
Και για έργα υποδομής, όπως τα δίκτυα αυτοκινητοδρόμων και σιδηροτροχιών ταχείας κυκλοφορίας, χρηματοδοτούνται από τον προϋπολογισμό της ΕΕ, ή με δάνεια από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων.
Στη συνέχεια, πολύ συνοπτικά, θα αναφερθώ στη σύσταση της ΕΕ.
Το 1951, με τη Συνθήκη των Παρισίων, ιδρύθηκε η Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ) η οποία απαρτιζόταν από την Γαλλία, την Δυτική Γερμανία, την Ιταλία, το Βέλγιο, την Ολλανδία, και το Λουξεμβούργο.
Κύριος σκοπός της ΕΚΑΧ ήταν να θέσει την παραγωγή και το εμπόριο του άνθρακα και του χάλυβα, που αποτελούσαν τις δύο κύριες πρώτες ύλες της πολεμικής βιομηχανίας μέχρι και τον Δεύτερο Παγκόσμιο, υπό κοινή διαχείριση των πρώην προαναφερθέντων έξι κρατών.
Το 1957, τα έξι κράτη που απάρτιζαν την ΕΚΑΧ έκριναν πως οι συνθήκες που επικρατούσαν τότε στην Ευρώπη υπαγόρευαν την επέκταση της ΕΚΑΧ σε Κοινή Αγορά, και την σταδιακή διεύρυνσή της με άλλα ευρωπαϊκά κράτη.
Με τη Συνθήκη της Ρώμης δημιουργήθηκε η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ), η οποία θα επέτρεπε την ελεύθερη μετακίνηση κατοίκων των κρατών-μελών, και την ανεμπόδιστη διακίνηση αγαθών, υπηρεσιών, και κεφαλαίων.
Η Συνθήκη της Ρώμης προέβλεπε τη δημιουργία κοινής αγοράς και τελωνειακής ένωσης. Το Άρθρο 2 της Συνθήκης όριζε ότι: «Η Κοινότητα έχει ως αποστολή, με τη δημιουργία κοινής αγοράς και με την προοδευτική σύγκλιση των πολιτικών των κρατών μελών, να προάγει την αρμονική ανάπτυξη των οικονομικών δραστηριοτήτων στο σύνολο της Κοινότητας, τη σταθερή και διαρκή ανάπτυξη, την αυξημένη σταθερότητα, την ταχεία άνοδο του βιοτικού επιπέδου και τη σύσφιξη των σχέσεων μεταξύ των κρατών-μελών της».
Η Συνθήκη της Ρώμης θέσπισε ένα ενιαίο οικονομικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο διεξάγεται ο ελεύθερος ανταγωνισμός μεταξύ των επιχειρήσεων. Η Ελλάδα έγινε μέλος της ΕΕ το 1981, χάρις στη διορατικότητα του Κωνσταντίνου Καραμανλή.
Η ΓΕΝΕΣΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
Τον Φεβρουάριο του 1992, με την υπογραφή της Συνθήκης του Μάαστριχτ, η ΕΟΚ μετονομάσθηκε σε Ευρωπαϊκή Ένωση και ιδρύθηκε η Οικονομική και Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ).
Το Μάαστριχτ είναι πόλη της Ολλανδίας. Η Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση αντιπροσωπεύει ένα νέο στάδιο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης δεδομένου ότι άνοιξε το δρόμο για την πολιτική ολοκλήρωση.
Το επόμενο σημαντικό βήμα ήταν η καθιέρωση ενός ενιαίου νομίσματος, του ευρώ, το οποίο από την 1η Ιανουαρίου 2002 αντικατέστησε τα εθνικά νομίσματα των κρατών-μελών.
Η οικονομική πολιτική της ΕΕ αποτελείται από τρεις συνιστώσες. Τα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίζουν το συντονισμό των οικονομικών πολιτικών τους, να καθιερώσουν την πολυμερή εποπτεία αυτού του συντονισμού και υπόκεινται σε κανόνες οικονομικής και δημοσιονομικής πειθαρχίας.
Από τα τότε 15 κράτη-μέλη της ΕΕ τα ακόλουθα 12 υιοθέτησαν το ευρώ:
Αυστρία, Βέλγιο, Φινλανδία, Γαλλία, Γερμανία, Ιρλανδία, Ιταλία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Πορτογαλία, Ισπανία, Ελλάδα.
Έκτοτε στην ευρωζώνη έχουν ενταχθεί και τα ακόλουθα τέσσερα κράτη: Σλοβενία (2007), Κύπρος (2008), Μάλτα (2008), Σλοβακία (2009).
Τα 16 αυτά κράτη-μέλη της ΕΕ αναφέρονται ως χώρες της ευρωζώνης.
Η Δανία, η Σουηδία και το Ηνωμένο Βασίλειο δεν συμμετέχουν στην νομισματική ένωση, και ως εκ τούτου δεν περιλαμβάνονται στην ευρωζώνη.
Την 1η Ιανουαρίου 2002 τέθηκαν σε κυκλοφορία τα χαρτονομίσματα και τα κέρματα του ευρώ. Δύο μήνες αργότερα αποσύρθηκαν από την κυκλοφορία τα εθνικά νομίσματα. Από τότε, το ευρώ είναι το μοναδικό νόμιμο μέσο πληρωμής για όλες τις συναλλαγές σε μετρητά και για τις τραπεζικές συναλλαγές στις χώρες της ευρωζώνης, οι οποίες αντιπροσωπεύουν πάνω από τα δύο τρίτα του πληθυσμού της ΕΕ.
Την ίδια περίοδο ιδρύθηκε και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), η οποία ανέλαβε την ευθύνη για τη νομισματική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η ΕΚΤ είναι ένα από τα τρία μέλη της Τρόικας, η οποία διαπραγματεύθηκε με την Ελλάδα τους όρους του Μνημονίου, για την παροχή του δανείου των 110 δισεκατομμυρίων ευρώ. Τα δύο άλλα μέλη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (το διοικητικό όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης) και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Σήμερα η ΕΕ απαρτίζεται από 27 κράτη-μέλη, τα 11 από τα οποία δεν είναι ακόμη ενταγμένα στην ευρωζώνη. Από αυτά η Δανία, η Σουηδία και το Ηνωμένο Βασίλειο (Βρετανία) αυτόβουλα επέλεξαν να μην ενταχθούν στην ευρωζώνη. Τα υπόλοιπα 8 κράτη-μέλη θα ενταχθούν στην ευρωζώνη όταν ικανοποιήσουν τα προβλεπόμενα για το σκοπό αυτό κριτήρια σύγκλισης.
Πριν να επεκταθώ στις πρόσφατες εξελίξεις στο πλαίσιο της ΕΕ, εν όψει των οικονομικών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν κάποια από τα μέλη της, την ερχόμενη εβδομάδα θα αναφερθώ στις βασικές δομές της, για να δούμε κατά πόσο ανταποκρίνονται στις ανάγκες της εποχής, εν όψει της οικονομικής κρίσης, που δεν έχει ακόμη καταλαγιάσει.