Επιμένει πεισματικά να γράφει στα ελληνικά

Στο βάθος της λεωφόρου Λέξινγκτον, το κτίριο της Κράισλερ λαμποκοπάει κάτω από τον χειμωνιάτικο ήλιο του Μανχάταν. Με το τραγούδι του Βαν Μόρισον «Too Long in Exile» στο cd του αυτοκινήτου, κατεβαίνουμε με τον Νίκο Αλεξίου στο αγαπημένο του στέκι στο Γουέστ Βίλατζ.

Μόνιμος κάτοικος Νέας Υόρκης από το 1984, ο καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Κουίνς Κόλετζ, έχει ήδη εκδώσει πέντε ποιητικές συλλογές στην Αμερική. Αυτόν τον μήνα, οι εκδόσεις Ζαχαρόπουλος κυκλοφορούν για πρώτη φορά στην Ελλάδα την πιο πρόσφατη, με τίτλο «Κυκλικά τραύματα». Με ευαίσθητη ματιά και κοφτερή σκέψη, περιγράφει το σημερινό πρόσωπο της Αμερικής, σκιαγραφεί την ελληνική κρίση και μιλά για το πώς επιμένει να γράφει πεισματικά στη μητρική του γλώσσα.

ΣΤΗ ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ

«Έφυγα για την Αμερική στις αρχές της δεκαετίας του 1980, από μια σύμπτωση» μας λέει, ξεκινώντας την κουβέντα. «Η μητέρα μου έπρεπε να κάνει μια πολύ σοβαρή επέμβαση. Έφτασα στις ΗΠΑ γαλουχημένος με το σύνθημα “Yankees go home” αλλά και τη μυθολογία της τζαζ, των μπλουζ, των μπίτνικς.

Ξαφνικά βρέθηκα στην πιο μαγική πόλη του κόσμου, τη Νέα Υόρκη. Εκεί ανακάλυψα την Κοινωνιολογία και έκανα μεταπτυχιακό στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, με θέμα τις κοινωνικές τάξεις και την εθνική ταυτότητα. Έζησα από κοντά όλα αυτά που είχα διαβάσει στην αμερικανική λογοτεχνία και βίωσα τη μεγάλη δύναμη που έχουν τα grass roots movements στην πολιτική σκηνή της χώρας».

ΖΩΝΤΑΝΗ ΓΛΩΣΣΑ

– Πώς αισθάνεστε που ενώ ζείτε μακριά από την Ελλάδα, γράφετε ποίηση στη μητρική σας γλώσσα;

– Είναι σαν να έχω διαλέξει ως πατρίδα ένα μεταίχμιο, να ισορροπώ συνέχεια σ’ ένα τεντωμένο σχοινί. Την άνοιξη θα εκδοθεί μία άλλη μου συλλογή, με τον τίτλο «Αστόρια». Το να γράφει κανείς και να ονειρεύεται στα ελληνικά μακριά από την Ελλάδα, κατ’ αρχάς συνεισφέρει στο να διατηρείται η γλώσσα ζωντανή, στη συλλογική συνείδηση και κουλτούρα, και κατ’ επέκταση δημιουργεί μία αίσθηση ταυτότητας και κοινότητας. Αλλά δυστυχώς επειδή η ελληνοαμερικανική κοινότητα δεν αναγνωρίζει σοβαρά τους ποιητές της, αλλά και η Ελλάδα είναι αμήχανη στο να συμπεριλάβει τους ποιητές της ελληνικής διασποράς στον λογοτεχνικό κανόνα, τότε βρίσκεσαι στην περιφέρεια της περιφέρειας.

– Γράφετε καιρό ποίηση;
– Ποιήματα έγραφα από την εφηβεία μου, αλλά η κλίση αυτή θεμελιώθηκε μέσα μου τα πρώτα μου νεανικά χρόνια. Δεν είναι μια εύκολη υπόθεση, πάντα ήθελα να απαλλαγώ. Σαν να ήξερα από τότε ότι η ποίηση είναι μια υπέροχη, ανθυγιεινή υπόθεση που σου τρώει τα σωθικά, αλλά και που σε βοηθάει να πεθάνεις, όπως λέει και ο Εγγονόπουλος.

Ο ποιητής οφείλει να έχει οξυμένες τις αισθήσεις ώστε να ανακαλύψει όλα αυτά που κρύβονται στο σκοτάδι και να τα τραβήξει στο φως. Το τίμημα αυτής της πράξης είναι ότι δύσκολα αναγνωρίζεται από τους ανθρώπους της εποχής του. Είναι ένα άτομο εξορισμένο από τον καιρό του, που ζει σε χρόνο διαφορετικό από των υπολοίπων, αποκαλύπτοντας μυστικιστικές αλήθειες.

ΟΡΓΗ

– Πώς βλέπετε την ελληνική κρίση;

– Επέστρεψα στην Ελλάδα πρόσφατα έπειτα από πολλά χρόνια απουσίας. Είδα συσσωρευμένη οργή στους ανθρώπους που δεν την εξωτερικεύουν διότι αναζητούν μια νέα πολιτική γλώσσα για να το πράξουν. Μπορεί ορισμένοι να καταφεύγουν στη βία, αλλά η μεγάλη μάζα στέκεται άλαλη, αμήχανη, χωρίς λέξεις γι’ αυτό που βλέπει να εκτυλίσσεται. Παρατηρούμε τον αναγκαίο εκσυγχρονισμό των δομών του κράτους, οι οποίες σε νοοτροπία και σχεδιασμό είχαν μείνει δεκαετίες πίσω. Επειδή γίνεται όμως με ασφυκτική ταχύτητα, προχειρότητα, και κυρίως χωρίς τη ουσιαστική συμμετοχή της εργατικής τάξης, τότε έχουμε κοινωνική βαρβαρότητα.
Το έθνος-κράτος της Ελλάδας καλείται να συμμορφωθεί τάχιστα με τις απαιτήσεις του διεθνούς παιχνιδιού, της ανταγωνιστικότητας, της συγκέντρωσης πλούτου σε λιγότερα χέρια, του μετασχηματισμού της αγοράς εργασίας. Είναι ατυχής η εντύπωση ότι ο σύγχρονος ιμπεριαλισμός οδηγεί στην ακύρωση του κράτους. Το αντίθετο, η παγκοσμιοποίηση έχει να κάνει με τη μεταμόρφωση του κράτους.

– Πώς φτάσαμε ώς εδώ;

– Οι ιδιαιτερότητες της Ελλάδας αλλά και οι ταλαιπωρίες που υποστήκαμε από πολέμους και δικτατορίες δεν μας έδωσαν ποτέ την πολυτέλεια του χρόνου να μεταβολίσουμε τα δύσκολα βιώματά μας σε σοφία και να ανοίξουμε ένα διάλογο όπως κάνουν όλα τα προηγμένα κράτη για την ιστορία και την ταυτότητά μας. Ακόμα και σήμερα λ. χ. ζούμε το μετατραυματικό σύνδρομο του εμφυλίου παρότι έχουν περάσει 60 χρόνια.
Αντιθέτως, οι ελληνικές κυβερνήσεις αντί να προωθήσουν αυτόν τον διάλογο συνέχισαν και ενίσχυσαν το πελατειακό σύστημα, πατώντας πάνω στον «θυματοποιημένο» εαυτό των Ελλήνων που ζητούσε εύκολη αποκατάσταση, πλουτισμό, κοινωνική ανέλιξη. Κάπως έτσι πέσαμε με τα μούτρα στην κατανάλωση, στη συσσώρευση χρεών, στον ευδαιμονισμό.

ΤΟ ΣΗΜΕΡΙΝΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΗΣ ΑΜΕΡΙΚΗΣ

– Πώς θα περιγράφατε τη σύγχρονη Αμερική;
– Αυτό που παρακολουθούμε στην Ελλάδα είναι η τοπική έκφανση ενός παγκόσμιου φαινομένου. Σήμερα, στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία, ο «ταξικός εχθρός» του 19ου και του 20ού αιώνα έχει εξαφανιστεί και στη θέση του είναι οι πολυεθνικές. Οι σκεπτόμενοι Αμερικανοί λ. χ. έχουν την ίδια απαισιοδοξία με τους Έλληνες διότι αν και αναθάρρησαν με την εκλογή του Ομπάμα, αντιλαμβάνονται σήμερα ότι κανένας πρόεδρος δεν μπορεί να αλλάξει την οικονομική πολιτική των ΗΠΑ που είναι χαραγμένη με βάση ορισμένα συμφέροντα.

– Διδάσκετε εδώ και πολλά χρόνια στο Κουίνς Κόλετζ που έχει τη μεγαλύτερη κοινότητα Ελληνοαμερικανών φοιτητών. Πώς θα τους περιγράφατε;

– Πρόκειται για παιδιά που έχουν συγκινητική και αγνή αγάπη για τη χώρα καταγωγής τους. Συχνά, όμως, δεν διαθέτουν κριτήριο, σε πολιτιστικό τουλάχιστον επίπεδο. Μαθαίνουν ελληνικά από τραγούδια στο You tube και θαυμάζουν τους ποπ τραγουδιστές. Οι παππούδες και οι γονείς τους ήρθαν στην Αμερική σαν φθηνά εργατικά χέρια, χωρίς παιδεία. Χρειάζονται λοιπόν βοήθεια για να ανακαλύψουν ό, τι ποιοτικό μπορεί να τους προσφέρει η Ελλάδα σήμερα σε λογοτεχνικό, μουσικό, καλλιτεχνικό επίπεδο. Η ελληνική γλώσσα επέζησε διότι είχαμε δύο μαζικά μεταναστευτικά κινήματα στις ΗΠΑ που την έθρεψαν, στις αρχές του 20ού αιώνα και ξανά το ’60. Αν δεν ασχοληθούμε σοβαρά με αυτήν τη γενιά θα είναι η τελευταία που θα μιλάει ελληνικά. Αν τα παιδιά αυτά, που δεν είναι πια μετανάστες, αλλά Aμερικανοί πολίτες, δεν ανατρέψουν ή μεταρρυθμίσουν ριζικά τις υπάρχουσες δομές της κοινότητας, τότε όλο και περισσότερο θα μοιάζουν με τους Ποσειδωνιάτες του Καβάφη.