Η ελληνική γλώσσα είναι γλώσσα παγκόσμιας κληρονομιάς και πρέπει να ενταχθεί στο Εθνικό Πρόγραμμα Διδασκαλίας Γλωσσών ως θεμέλιο των άλλων ινδοευρωπαϊκών γλωσσών  και τα δυτικού πολιτισμού, εισηγείται το Εθνικό Συμβούλιο Αυστραλία στην επιτροπή ACARA.

Η Εκπαιδευτική Επιτροπή του Εθνικού Συμβουλίου επισημαίνει στην εισήγησή της στην Επιτροπή, ότι η περίληψη της ελληνικής στο Εθνικό Πρόγραμμα Γλώσσας με περιορισμένα κριτήρια υποβαθμίζει τη σημασία της για την Αυστραλία και τον υπόλοιπο κόσμο και εισηγείται τη χρήση κριτηρίων, τα οποία θα διασφαλίζουν τη μακρόχρονη διδασκαλία της ελληνικής (αρχαίας και νέας) σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης.

Ακόμη, το Εθνικό Συμβούλιο ζητά την ενσωμάτωση της ελληνικής γλώσσας στο πρώτο στάδιο διαμόρφωσης του Εθνικού Προγράμματος και  την αύξηση των ωρών διδασκαλίας σε Δημοτικό, Γυμνάσιο και Λύκειο.

Η Εκπαιδευτική Επιτροπή του Εθνικού Συμβουλίου επισημαίνει, ότι η περίληψη της ελληνικής γλώσσας στο Εθνικό πρόγραμμα Διδασκαλίας Γλωσσών ως «οικόλεκτος» είναι ταυτόχρονα «θεμελιακή» και «μινιμαλιστική».

«Θεμελιακή», διότι:
– Ομιλείται στο σπίτι από 250.000 Έλληνες και Ελληνοκυπρίους
– Σπουδάζεται από 40.000 μαθητές και μαθήτριες σε ολόκληρη την Αυστραλίας, εκ των οποίων 32%, που φοιτούν σε κρατικά σχολεία, δεν είναι ελληνικής καταγωγής.
 – Είναι το μέσον επικοινωνίας 500 χιλιάδων Ελλήνων και Ελληνοκυπρίων της Αυστραλίας, που ταυτίζονται με την ελληνική παράδοση και τον ελληνικό πολιτισμό.
– Σύγχρονες κοινωνιογλωσσολογικές έρευνες πιστοποιούν, ότι η ελληνική γλώσσα θα συνεχίσει να χρησιμοποιείται ευρέως από την ελληνική κοινότητα τουλάχιστον μέχρι το 2030.
– Η ελληνική παροικία της Αυστραλίας θα παραμείνει ισχυρή κοινωνικο-οικονομική οντότητα και θα συνεισφέρει  στην ανύψωση της οικονομίας και του πολιτισμικού προφίλ της Αυστραλίας.
– Η ελληνική γλώσσα θα συνεχίζει να απολαμβάνει της αταλάντευτης στήριξης των κυβερνήσεων της Ελλάδας και της Κύπρου.
«Μινιμαλιστική», διότι:
– Διότι δεν αναγνωρίζει την ελληνική γλώσσα, ως γλώσσα παγκόσμιας κληρονομιάς, που πρέπει να διατηρηθεί, καθώς και ως γλώσσα ευρείας  εκμάθησης στην Αυστραλία.
 – Εξαρτά την παραμονή της ελληνικής γλώσσας στο Εθνικό Πρόγραμμα Διδασκαλίας Γλωσσών από δύο κριτήρια, την κατ’ οίκον χρήση της και την εκμάθησή της από την ελληνική κοινότητα, μόνο. Η προσέγγιση αυτή αγνοεί τα αναλλοίωτα χαρακτηριστικά της ελληνικής γλώσσας, ως βάση των άλλων ινδοευρωπαϊκών γλωσσών,  συμπεριλαμβανομένης και της αγγλικής που ομιλείται στην Αυστραλία, καθώς και ότι η ελληνική είναι η μοναδική γλώσσα κληρονομιάς του δυτικού πολιτισμού. 

 Το Εθνικό Συμβούλιο προτείνει:

1. Τα κριτήρια περίληψης της ελληνικής γλώσσας στο Εθνικό Πρόγραμμα Διδασκαλίας Γλωσσών να μην περιορίζονται, αποκλειστικά, στην ευρεία κατ’ οίκον χρήση της ελληνικής γλώσσας και τη διδασκαλία της σε κοινοτικά σχολεία, διότι τα προαναφερόμενα κριτήρια δεν διασφαλίζουν τη  μακροπρόθεσμη περίληψης της γλώσσας στο Εθνικό Πρόγραμμα.

2. Να ενσωματωθεί η ελληνική γλώσσα στο πρώτο στάδιο διαμόρφωσης του Εθνικού Προγράμματος Διδασκαλίας Γλωσσών, δεδομένου ότι  από το 1986 συγκαταλέγεται, μαζί με την Κινεζική και την Ιταλική στις γλώσσες εθνικής προτεραιότητας.

 3. Να αυξηθούν οι ώρες διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας σε 550 ώρες στο Δημοτικό και σε 220 ώρες στο Γυμνάσιο και το Λύκειο, δοθέντος ότι σχετικές έρευνες προτείνουν τουλάχιστον 2,600 ώρες διδασκαλίας της ελληνικής σε Δημοτικό, Γυμνάσιο και Λύκειο. Οι  720 ώρες διδασκαλίας της ελληνικής, που προτείνει η ACARA,  είναι το 1/4 περίπου του απαιτούμενου χρόνου.

4. Να συνεργαστεί η Επιτροπή ACARA με το Πρόγραμμα Εκμάθησης Ελληνικών, που συντονίζει το Πανεπιστήμιο Κρήτης και το Υπουργείο Παιδείας της Ελλάδος για την επαρκή εκπαίδευση δασκάλων και καθηγητών της ελληνικής γλώσσας καθώς και για την παραγωγή του πλέον κατάλληλου διδακτικού υλικού, έντυπου, ηλεκτρονικού και ψηφιακού.