ΣΥΜΦΩΝΑ με (αποκλειστικές) πληροφορίες μου, οι επιστολογράφοι του Νέου Κόσμου σχεδιάζουν, εδώ και καιρό να ιδρύσουν το δικό τους Σύλλογο.
ΚΑΙ εδώ, βέβαια, αναφέρομαι στον κυρίως κορμό των επιστολογράφων που γράφουν (πιο τακτικά και από εμένα!) και όχι στους αναγνώστες της εφημερίδας που όταν τους απασχολεί ένα θέμα στέλνουν κάποια επιστολή.
ΑΝΑΦΕΡΟΜΑΙ, δηλαδή, στους τακτικούς, που «βρέξει χιονίσει» πάντα βρίσκουν κάτι να γράψουν προκειμένου να μην απουσιάσει το όνομά τους από την στήλη της αλληλογραφίας.
ΤΙΣ περισσότερες φορές αναμασούν (όπως και εγώ) τα ίδια και τα ίδια, γιατί το ζητούμενο είναι το όνομά τους και όχι αυτά με τα οποία καταπιάνονται.
ΑΝ παρακολουθήσει κανείς (προσεκτικά) τη σελίδα της αλληλογραφίας, θα διαπιστώσει ότι το 80% των επιστολών γράφεται από καμιά εικοσαριά επιστολογράφους.
ΝΑ το πω και αλλιώς: από τις 1500 (περίπου) επιστολές που δημοσιεύει κάθε χρόνο η εφημερίδα, οι 1200 προέρχονται από τους ίδιους ανθρώπους.
ΟΡΙΣΜΕΝΟΙ, μάλιστα, εξ αυτών (των τακτικών) μας στέλνουν δύο και τρεις επιστολές την εβδομάδα, ενώ όλοι σχεδόν τελειώνουν τις επιστολές τους με την σημείωση «να μπει όπως έχει!».
ΚΑΤΙ τέτοιες «σημειώσεις» συν αυτά που πολλές φορές γράφουν, έχουν κάνει κουρέλι τα νεύρα του Μήτσου (του συνάδελφου που τις επιμελείται) για να μπορούν να διαβάζονται.
ΓΙΑΤΙ εδώ που τα λέμε, αν απουσίαζε από τη σελίδα της αλληλογραφίας «το χέρι του Μήτσου», οι περισσότερες επιστολές δεν θα ήταν δυνατόν να διαβαστούν.
ΚΑΙ αυτό που «τρελαίνει» τον Μήτσο, δεν είναι τόσο τα ορθογραφικά λάθη και οι ασυνταξίες, αλλά, η (παντελής) έλλειψη νοήματος, από αυτά που υποτίθεται ότι θέλουν να πουν.
ΔΕΝ θα αναφερθώ στα όσα σέρνει ο Μήτσος, στην… ορθογραφία και το συντακτικό, όταν προσπαθεί να συμμαζέψει τις επιστολές και να τις κάνει αναγνώσιμες, γιατί τη στήλη την διαβάζουν και… μικρά παιδιά.
ΓΙΑ όλους τους πιο πάνω λόγους (και πολλούς άλλους) χάρηκα όταν πληροφορήθηκα ότι θα κάνουν Σύλλογο γιατί ελπίζω ότι θα τα λένε (και προφορικά) μεταξύ τους και θα πάψουν να μας ταλαιπωρούν (πνευματικά) και να βάζουν σε δοκιμασία τα νεύρα του Μήτσου, τόσο τακτικά.
ΑΠ’ Ο,ΤΙ φαίνεται, ο επιστολογράφος Κώστας Πελτέκης, που σύστησε προχθές σε ορισμένους «μόνιμους» επιστολογράφους μας να βγάλουν Λεύκωμα και να τα λένε μεταξύ τους, δεν θα έπρεπε να γνώριζε την ίδρυση του Συλλόγου.
ΠΕΡΙΤΤΟ μα σημειώσω ότι ορισμένοι επιστολογράφοι μας παρουσιάζονται στον κύκλο τους και ως «αρθογράφοι» του Νέου Κόσμου.
ΟΥΤΕ και με αυτό, βέβαια, θα είχα πρόβλημα αν έμπαιναν στον κόπο να τηλεφωνούν στον αρχισυντάκτη και να τον ρωτούν με τι θέμα να… ασχοληθούν.
ΕΔΩ εγώ που είμαι εντελώς… ελεύθερης βοσκής «δημοσιογράφος» συζητώ κάθε βδομάδα (για 20 και πλέον έτη) με τον αρχισυντάκτη το θέμα που σχολιάζω.
ΝΑ προσθέσω εδώ ότι, καμιά άλλη εφημερίδα (απ’ όσες τουλάχιστον έχω υπόψη μου) σε ολόκληρο τον πλανήτη, δεν δημοσιεύει τόσες πολλές επιστολές και μάλιστα των ίδιων ανθρώπων.
ΑΣ αφήσουμε όμως τους επιστολογράφους μας να κάνουν τη δουλειά τους και ας ασχοληθούμε (για λίγο) με τις εδώ διπλωματικές μας υπηρεσίες.
ΘΑ πρέπει να ομολογήσω ότι οι διπλωματικές μας υπηρεσίες συγκαταλέγονται στην κατηγορία των θεμάτων, που δεν έχω γράψει (με το δίκιο μου) μια καλή κουβέντα.
ΚΟΝΤΑ στα παραδοσιακά κακά (κυρίως, υπερβολική γραφειοκρατία, ανοργανωσιά, λούφα και προχειρότητα), που ταλαιπωρούν όλες τις υπηρεσίες της πατρίδας, ήλθε να προστεθεί και η «μητέρα» δεκάδων ακόμα κακών: η φτώχεια!
ΑΠΟ τη στιγμή που η… ισχυρή Ελλάς, δεν κατάφερε να εντοπίσει τα χρήματα που υπήρχαν σύμφωνα με τον Γεώργιο Β’ (δηλαδή τον Παπανδρέου Γ΄) το πρώτο πράγμα που σκέφτηκε να κάνει (και έκανε αμέσως!) ήταν, όχι μόνο να μειώσει δραματικά τους μισθούς των διπλωματών, αλλά και τα λειτουργικά έξοδα των διπλωματικών υπηρεσιών.
ΟΙ πιο βάρβαρες περικοπές έγιναν κυρίως στους μισθούς των διπλωματών που υπηρετούν στο εξωτερικό και στην συνέχεια άρχισαν οι γενικότερες περικοπές που συνεχίζονται ακόμα..
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ αυτής της… φτωχότερης (και κοντόφθαλμης) πολιτικής είναι να μην μπορούν οι διάφορες υπηρεσίες να προσφέρουν ούτε τις ελλιπείς υπηρεσίες που πρόσφεραν πριν.
ΚΑΙ εδώ δεν αναφερόμαστε ότι δεν παρέχονται αυτοκίνητα και οδηγοί στους ανώτερους αξιωματούχους (πρεσβευτές, γενικούς προξένους και άλλους), αλλά έχουν γίνει περικοπές στα πάντα.
ΟΙ τουαλέτες ήταν οι πρώτες που χτύπησε η κρίση, με το «χαρτί» να αποτελεί πια είδος πολυτελείας. Για αποσμητικά, βέβαια, δεν γίνεται λόγος.
ΤΩΡΑ πώς θα τα βγάλουν πέρα οι διπλωματικές υπηρεσίες της πατρίδας στην Αυστραλία, ο θεός και η ψυχή τους.
ΤΟ πρόβλημα, ιδιαίτερα στις χώρες, όπως η Αυστραλία, που ζουν και πολλοί Έλληνες, είναι πολύ πιο έντονο, απ’ όσο σε άλλες χωρίς έντονη ελληνική παρουσία.
ΚΑΙ είναι μεγαλύτερο το πρόβλημα, γιατί οι προξενικές Αρχές, (εκτός όλων των άλλων) πρέπει να εξυπηρετούν και χιλιάδες συμπάροικους κάθε χρόνο, και όχι απλά να κάνουν «εκθέσεις» όπως γίνεται αλλού.
ΣΥΝΕΠΩΣ, τα προβλήματα που υπήρχαν ακόμα και στις «καλές μέρες», με τον καιρό θα επιδεινωθούν.
ΑΝ για παράδειγμα χρειάζονταν δύο μήνες για την έκδοση ενός πληρεξουσίου, στο εξής θα χρειάζονται τέσσερις.
ΟΡΕΞΗ, δηλαδή, να έχουμε να τηλεφωνούμε και να περιμένουμε. Αν κοντά σε όλα αυτά προσθέσει κανείς ότι, λόγω γήρανσης της πρώτης γενιάς, όλοι θα θελήσουν να τακτοποιήσουν διάφορες περιουσιακές, κληρονομικές και άλλες εκκρεμότητες, μπορείτε να αντιληφθείτε τι θα γίνει.
ΤΟ να «φωνάξουμε» είναι μια κουβέντα και, αν κρίνουμε από τν συσσωρευμένη πείρα μας, μάλλον τίποτα δεν πρόκειται να γίνει.
ΧΡΟΝΙΑ τώρα «φωνάζαμε» να αυξήσουν το προσωπικό, ώστε να εξυπηρετείται καλύτερα η ελληνική παροικία, αλλά κανείς δεν άκουγε.
ΑΥΤΟ σημαίνει ότι μαζί με το υπόλοιπο Έθνος (του εσωτερικού) θα ταλαιπωρούμαστε, όσο ζούμε, και όλοι εμείς που κατοικούμε στο εξωτερικό και έχουμε (υποχρεωτικά) πάρα δώσε με την … Χρεοκώσταινα.
ΑΝ είναι όμως να υπολειτουργούν (σε βαθμό που να μην μπορούν να αποδώσουν) οι διπλωματικές υπηρεσίες του εξωτερικού είναι προτιμότερο να τις κλείσουν εντελώς να γλυτώσουν και όσα τους στοιχίζουν σήμερα.
ΔΥΣΤΥΧΩΣ, αδελφοί, αλλά όπως για χρόνια γράφουμε σε αυτή στη στήλη, δεν πρόκειται να δούμε (ως Έλληνες) προκοπή στις μέρες μας.
ΜΟΝΟ για ζήτω είμαστε, για Φεστιβάλ και για μεγάλες κουβέντες περί ελληνικού μεγαλείου. Δεν λέω, καλό είναι το μεγαλείο, αλλά δεν φτάνει. Πάμε πιο κάτω.
ΤΕΛΙΚΑ, στην κυριολεξία την τελευταία στιγμή και με την ψυχή στα δόντια, καταφέραμε να μπουν τα ελληνικά στο Εθνικό Πρόγραμμα Διδασκαλίας Γλωσσών της Αυστραλίας και, στη συνέχεια, κάναμε αυτό που κάνουμε πάντα: την αράξαμε…
ΓΙΑ κάποιο λόγο, που προσπαθώ ακόμα να καταλάβω, την γλώσσα μας, όπως και τον πολιτισμό μας τα βλέπουμε κάπως στατικά και αφηρημένα.
ΠΙΣΤΕΥΟΥΜΕ, δηλαδή, ότι έτσι και τα ελληνικά μπουν στο Εθνικό Πρόγραμμα λύσαμε αυτόματα το πρόβλημα και η ελληνική γλώσσα στην Αυστραλία θα μεγαλουργήσει.
ΤΟ ίδιο πιστεύουμε και για τον πολιτισμό μας. Από την στιγμή που θα χτίσουμε τον πύργο στο Lonsdale Street, θα εξασφαλίσουμε και την εξάπλωσή του στην ευρύτερη κοινωνία.
ΕΠΑΝΑΛΑΜΒΑΝΩ ότι αν δεν φροντίσουμε να δούμε και στην πράξη τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η ελληνική γλώσσα, η είσοδος των ελληνικών στο πρόγραμμα θα ισοδυναμεί με μια τρύπα στο νερό.
ΚΑΙΡΟΣ να ρίξουμε μια ματιά και στους αριθμούς, που αν τους διαβάζεις σωστά, αντιπροσωπεύουν την κατάσταση ως έχει και όχι όπως την έχουμε εμείς στο μυαλό μας.
ΜΕ λίγες κουβέντες χρόνο με το χρόνο την τελευταία δεκαετία (και βάλε) όλο και λιγότερα Ελληνόπουλα (σε όλες τις βαθμίδες) ενδιαφέρονται να μάθουν ελληνικά.
ΚΑΙ δεν είναι μόνο η έλλειψη ενδιαφέροντος εκ μέρους των μαθητών (που έχει τις ρίζες της στην ίδια την παροικία), αλλά και πως βλέπουν τη γλώσσα και αυτοί που υποτίθεται ότι ενδιαφέρονται γι’ αυτή.
ΠΩΣ την αντιμετωπίζουν δηλαδή και οι οργανώσεις μας, οι οποίες και έχουν αναλάβει την προώθησή της.
ΤΟ θέμα είναι πολύ μεγάλο και έχουμε αρκετές φορές αναφερθεί σε αυτό, χωρίς να καταφέρουμε να αλλάξουμε τη φορά των πραγμάτων.
ΤΟ ίδιο λέω να κάνω και την ερχόμενη βδομάδα, για να δούμε μήπως βγάλουμε καμιά άκρη.