Η ζεστή και λαμπερή μέρα συνέτεινε στην ολοένα και αυξανόμενη συγκέντρωση κόσμου στην οδό Lonsdale του κέντρου της Μελβούρνης από νωρίς το Σάββατο.
Ένας από τους διοργανωτές, βλέποντας την προσέλευση του κόσμου, φανερά ικανοποιημένος, δήλωσε ότι «αναμένεται να περάσουν περισσότερα από είκοσι δύο χιλιάδες άτομα από το φετινό φεστιβάλ Αντίποδες». Πράγματι, με ένα ανομοιόμορφο πολύχρωμο και πολύβουο μελίσσι έμοιαζε το χαρούμενο πλήθος στην κατάμεστη Lonsdale που επεκτεινόταν από την οδό Swanston μέχρι και την οδό Russell, όπου είχε στηθεί η κεντρική σκηνή. Έλληνες της διασποράς, αλλά και πολλών άλλων εθνικοτήτων, έμοιαζαν να απολαμβάνουν τον ήλιο παράλληλα με τα μουσικοχορευτικά δρώμενα, ενώ μυρωδιές από τις διάφορες ελληνικές και μη γεύσεις πλημμύριζαν την ατμόσφαιρα γαργαλώντας τη μύτη των παρευρισκομένων.
Τα περίπτερα ήταν γεμάτα κόσμο που είτε ήθελε να δοκιμάσει κάποιο από τα πεντανόστιμα φαγητά, λουκούμια, παραδοσιακές κυπριακές σεφταλιές με πίτα, στριφτές τηγανιτές πατάτες σε ξυλάκι κ.ά., είτε να ενημερωθεί για διάφορα ελληνικά προϊόντα, εταιρείες και οργανισμούς. Πλούσια δώρα κληρώθηκαν στους τυχερούς, ανάμεσα στα οποία ένα iPad και δυο εισιτήρια για ένα ταξίδι στην Ελλάδα. Ακόμη σε ένα από τα περίπτερα ο κόσμος μπορούσε να συμμετάσχει σε διαγωνισμό παρασκευής του καλύτερου ελληνικού καφέ.
Στην κεντρική σκηνή το συγκεντρωμένο πλήθος απολάμβανε τη ζωντανή μουσική και παραδοσιακούς χορούς από τη Μάνη, τον Πόντο, την Κύπρο, τη Μακεδονία, αλλά και την υπόλοιπη Ελλάδα. Οι γεροντότεροι καθισμένοι στην εξέδρα δεξιά της σκηνής, χτυπούσαν ρυθμικά παλαμάκια και ζητωκραύγαζαν, ενθαρρύνοντας τους μουσικούς και τους νεαρούς χορευτές. Δυο από τους παρευρισκόμενους, ο Σάββας Σαχινίδης και ο Κυριάκος Αθανασιάδης, που ήρθαν στη Μελβούρνη από την Ελλάδα το 1954, παρακολουθώντας τα διάφορα δρώμενα, δήλωσαν την αγάπη τους για τη Μελβούρνη και ότι φέτος, μια από τις καλύτερες χρονιές του φεστιβάλ, ένιωσαν χαρά, ευτυχία και ελπίδα. Οι τραγουδιστές κέρδισαν την καρδιά τον Ελλήνων θεατών, που συγκινημένοι σιγοτραγουδούσαν τα ελληνικά τραγούδια, ενώ οι χορευτές, με τις επιδέξιες κινήσεις τους, προκάλεσαν το θαυμασμό τους, καταγράφοντας τα δρώμενα με τις κάμερες και τα κινητά τους τηλέφωνα. Η Σουάν από την Κίνα δήλωσε μαγεμένη από τα Ποντιακά χορευτικά συγκροτήματα και τα κατέγραφε με την κάμερά της, ενώ η φίλη της Λι, δήλωσε ενθουσιασμένη με την ατμόσφαιρα και το κλίμα χαράς που επικρατούσε.
Εκδηλώσεις είχαν οργανωθεί, όχι μόνο για τους μεγάλους, αλλά και για τους μικρούς επισκέπτες του φεστιβάλ, οι οποίοι είχαν να διαλέξουν μέσα από μια ποικιλία δρώμενων, όπως παιδικές παραστάσεις, μικρούς τραγουδιστές, ζωγραφιές προσώπου, παιδικά χορευτικά συγκροτήματα, διήγηση παραμυθιών αλλά και διαγωνισμό κατασκευής της καλύτερης μάσκας. Η τετράχρονη Ελένη από την Κερύνεια, που ήλθε επισκέπτρια στη Μελβούρνη με τη μητέρα της, δήλωσε ότι πέρασε φανταστικά και, παρακολουθώντας τους χορευτές, εκδήλωσε την επιθυμία να μάθει να χορεύει ελληνικούς παραδοσιακούς χορούς. Το λούνα παρκ του φεστιβάλ παρέμενε γεμάτο διασκεδάζοντας μικρούς και μεγάλους, ενώ η δεύτερη σκηνή του, η οποία είχε διαμορφωθεί ώστε να προσομοιάζει με πλατεία, ήταν γεμάτη κόσμο που παρακολουθούσε χορευτικά συγκροτήματα από διάφορα μέρη της Ελλάδος, όπως την Κρήτη, τη Λακωνία, την Ήπειρο κ.ά, να παρουσιάζουν τα αποκριάτικα ήθη και έθιμα του τόπου τους, όπως χορούς με αυτοσχέδια άρματα, το γαϊτανάκι κ.λπ. Αρκετός κόσμος φάνηκε να παρακολουθεί, επίσης, την επίδειξη μαγειρικής που οργανώθηκε με σκοπό να διδάξει και να δείξει την εκτέλεση περίφημων ελληνικών συνταγών.
Η κοσμοσυρροή αυξανόταν περισσότερο, καθώς πλησίαζε το βράδυ του Σαββάτου, με τους παρευρισκόμενους να χαμογελούν και να συζητούν μεταξύ τους, απολαμβάνοντας τη μουσική, τους χορούς και τη γιορτινή ατμόσφαιρα. Λίγο πριν την επίσημη έναρξη του Φεστιβάλ Αντίποδες 2011, στη σκηνή ανέβηκαν και πήραν το λόγο οι ελληνικής καταγωγής παρουσιαστές ειδήσεων Γεώργιος Ντονικιάν και Ελένη Καπάλου, οι οποίοι μίλησαν με συγκίνηση για τις εμπειρίες τους σε σχέση με το φεστιβάλ. Ο ίδιος ο κ. Ντονικιάν δήλωσε στο «Νέο Κόσμο»: «Θυμάμαι είκοσι τρία χρόνια πριν ήμουν καλεσμένος για το ξεκίνημα του πρώτου Φεστιβάλ Αντίποδες και τότε είχε κλείσει όλο το κέντρο της Μελβούρνης, ήταν φανταστικά, η ενέργεια, ο κόσμος και η ατμόσφαιρα ήταν απίστευτα… είκοσι τρία χρόνια αργότερα, έχοντας επιστρέψει με τη συνάδελφο Ελένη Καπάλου, συνάντησα πραγματικό ενθουσιασμό, φοβερή στήριξη και μια καταπληκτική Κοινότητα και το μόνο πράγμα, που εύχομαι, είναι η Κοινότητα να παραμείνει δυνατή και ενωμένη, να τεθούν οι πολιτικές διαφωνίες στην άκρη και το φεστιβάλ να γίνει μεγαλύτερο και καλύτερο και να αφορά, όσο περισσότερο γίνεται, μέλη όλων των ηλικιών, καθώς χρειαζόμαστε όχι μόνο οι νέοι άνθρωποι να καταλάβουν τι σημαίνει κουλτούρα και πολιτισμική κληρονομιά, ώστε να είναι παντοτινοί υποστηρικτές του θεσμού (του φεστιβάλ), αλλά και οι γηραιότεροι να θυμηθούν αυτά που έχουν ξεχάσει. Ο θεσμός αυτός του φεστιβάλ δεν είναι σημαντικός μόνο για τους Έλληνες της Μελβούρνης, αλλά και ολόκληρης της Αυστραλίας, καθώς συγκεντρώνονται εδώ κάθε χρόνο από όλες τις γωνιές της, για να τιμήσουν τον ελληνισμό και να νιώσουν αυτή τη ζεστασιά που εγώ πρωτοαισθάνθηκα πριν από είκοσι τρία χρόνια».
Η τελετή έναρξης ξεκίνησε με ομιλίες από διάφορους σημαντικούς ανθρώπους της παροικίας, πολιτικούς, αντιπροσώπους της ελληνικής ομογένειας και άλλους παράγοντες, που πήραν το λόγο για να εκθέσουν και να μιλήσουν όχι μόνο για την ιστορία του φεστιβάλ και των Αποκριών, αλλά και για τις ανάγκες και τα κατορθώματα της ελληνικής παροικίας. Επίσης, ανακοινώθηκε από τον πρωθυπουργό της Βικτώριας Τεντ Μπέιλιου, ότι για το επόμενο φεστιβάλ του 2012, η πολιτειακή επιχορήγηση αυξήθηκε από τα $75.000 στις $100.000.
Τους ομιλητές διαδέχτηκε παραδοσιακό χορευτικό συγκρότημα, όπου ντυμένοι με παραδοσιακές αποκριάτικες φορεσιές, προβιές και κουδούνια, χόρεψαν παραδοσιακά αποκριάτικα τραγούδια, δίνοντας έτσι μια αυθεντική γεύση καρναβαλιού στους παρευρισκόμενους. Ενώ η ατμόσφαιρα είχε ήδη ζεσταθεί ο κόσμος στην κατάμεστη κεντρική σκηνή επεφύλαξε θερμό χειροκρότημα για τους Ζιγκ Ζαγκ και τα Παιδιά από την Πάτρα που πήραν τη σκυτάλη και με τα δημοφιλή τραγούδια τους ξεσήκωσαν το πλήθος.
Η Ντίνα Γερολύμου, μητέρα δυο παιδιών, που παρακολουθεί το Φεστιβάλ Αντίποδες τα τελευταία τρία χρόνια και φέτος συμμετείχε ως εθελόντρια, δήλωσε ότι «οι οργανωτές είχαν αυτή τη χρονιά διαμορφώσει ένα καταπληκτικό πρόγραμμα με μεγάλη ποικιλία και τελείως διαφορετικό από άλλες χρονιές, δεδομένου ότι το φεστιβάλ για πρώτη φορά φέτος συνέπεσε με τις Απόκριες αντί για την 25η Μαρτίου, ενώ υπήρχαν πολλές δραστηριότητες για παιδιά και έτσι προσέλκυσε όλες τις ηλικίες».
Ο Δημήτρης Βάνας, ο οποίος βρίσκεται στη Μελβούρνη τα τελευταία 46 χρόνια, δήλωσε από το περίπτερο της Πανηπειρωτικής Ομοσπονδίας της Αυστραλίας, απόλυτα ευχαριστημένος τόσο με την οργάνωση του Φεστιβάλ, όσο και με τον τρόπο τοποθέτησης των περιπτέρων που διευκόλυνε την ομαλή κυκλοφορία των επισκεπτών.
Το Φεστιβάλ φέτος τίμησε με την παρουσία του και ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος κ. Ιεζεκιήλ, ο οποίος δήλωσε πολύ ευχαριστημένος με την επιτυχία της εκδήλωσης αποδίδοντάς την όχι μόνο στον καλό καιρό, αλλά και στην «καταλληλότητα της εποχής για διασκέδαση, καθώς, γνωρίζουμε ότι, βρισκόμαστε στην περίοδο της Αποκριάς, που σημαίνει γλέντι και διασκέδαση πριν ξεκινήσουμε τη Μεγάλη μας Σαρακοστή». Επίσης, δήλωσε, «χαίρομαι ιδιαίτερα γιατί μετεκινήθη η εκδήλωση από τα μέσα της Μεγάλης Σαρακοστής και πολλές φορές από τα μέσα της Μεγάλης Εβδομάδας σε αυτή την ημερομηνία και ήταν και δική μου υπόδειξη προς το διοικητικό συμβούλιο της κοινότητος το οποίο ανταποκρίθηκε και αυτή τη στιγμή είμεθα όλοι μαζί. Καλή διασκέδαση σε όλους».
Τέλος, ο Βασίλης Παπαστεργιάδης, πρόεδρος της Ελληνορθόδοξης Κοινότητας Μελβούρνης και Βικτώριας, δήλωσε περήφανος για την οργάνωση της βραδιάς και μίλησε για το όραμα του σε σχέση με το θεσμό του Φεστιβάλ Αντίποδες, λέγοντας ότι «Πρέπει να είμαστε σίγουροι ότι καταφέρνουμε να αιχμαλωτίσουμε το ελληνικό πνεύμα της Μελβούρνης, αλλά και να παράσχουμε μια πλατφόρμα για όλους τους Αυστραλούς έτσι ώστε να απολαύσουν ένα πολυπολιτισμικό γεγονός, και ο κόσμος να καταλάβει πόσο σημαντικό είναι να ζει κανείς σε μια χώρα, όπως η Αυστραλία, όπου όλες οι εθνικότητες έχουν τη δυνατότητα να εκφραστούν ανοιχτά και ελεύθερα και μπορεί κανείς να γνωρίσει διαφορετικές κουλτούρες. Πιστεύω ότι σήμερα το καταφέραμε αυτό, κρίνοντας από το κοινό αλλά και από τους διάφορους οργανισμούς, που πήραν μέρος στο φεστιβάλ και εκπροσωπούν όλα τα διαφορετικά μέρη της Ελλάδας και τους διαφορετικούς τρόπους που γιορτάζουν είτε με το φαγητό, τραγούδι, χορό, ποίηση, θέατρο, και όλα τα υπόλοιπα υπέροχα πράγματα».