Oι μεγάλες βιομηχανίες της Αυστραλίας πιέζουν την πρωθυπουργό της χώρας Τζούλια Γκίλαρντ, να καθυστερήσει την επιβολή φόρου διοξειδίου του άνθρακα.
Παράλληλα, οι 20 μεγαλύτεροι εργοδότες της χώρας προτείνουν να αυξηθεί η αποζημίωση που θα δώσει η κυβέρνηση στις επιχειρήσεις που επηρεάζονται.
Η απόφαση της Εργατικής κυβέρνησης να επιβάλει το φόρο του διοξειδίου του άνθρακα, την έχει φέρει σε μετωπική σύγκρουση με την αντιπολίτευση, ενώ θεωρείται και η βασική αιτία της μείωσης της δημοτικότητάς της.
Την ίδια στιγμή, οι μεγάλες βιομηχανίες υποστηρίζουν ότι η επιβολή του φόρου από τον προσεχή Ιούλιο έχει δυσμενείς επιπτώσεις στην οικονομία και ζητούν να καθυστερήσει επί μια τριετία «για να προσαρμοσθεί ο επιχειρηματικός κόσμος.
Η κυβέρνηση κατηγορείται και για το γεγονός ότι δεν έχει δημοσιοποιήσει λεπτομέρειες του προγράμματός της.
Πάντως, η πρωθυπουργός Τζούλια Γκίλαρντ, επιμένει ότι δεν εξαπάτησε τους ψηφοφόρους με την προεκλογική δήλωσή της ότι η κυβέρνηση της δεν θα υποβάλει φόρο ρύπανση στη ατμόσφαιρας.
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Τόνι Άμποτ, χαρακτηρίζει την πρωθυπουργό «ψεύτρα» και εκτιμά, ότι το κοινοβούλιο θα απορρίψει τα κυβερνητικά νομοσχέδια για φορολογία των ρυπαντών του περιβάλλοντος, διότι η κυβέρνηση δεν έχει την απαιτούμενη λαϊκή εντολή.
Εξάλλου, ο κ. Άμποτ υποστηρίζει ότι ο νέος φόρος θα οδηγήσει και σε αύξηση της ανεργίας.
Σύμφωνα με τις κυβερνητικές εξαγγελίες, από την 1η Ιουλίου 2011 η κυβέρνηση θα «τιμωρεί» τις βιομηχανίες που ρυπαίνουν την ατμόσφαιρα, με ειδικό φόρο, το ύψος του οποίου θα καθοριστεί από διακομματική επιτροπή που συγκροτήθηκε με πρωτοβουλία της πρωθυπουργού.
«Στόχος των μέτρων που θα εφαρμόσει η κυβέρνηση είναι η προστασία του περιβάλλοντος από τις ρυπογόνες βιομηχανίες, η μετάβαση από τη σημερινή ρυπογόνο παραγωγή σε νέες μεθόδους που δεν θα ρυπαίνουν την ατμόσφαιρα και η προετοιμασία της χώρας για τις αλλαγές που αναμένονται παγκοσμίως για τη σωτηρία του περιβάλλοντος» είπε η κ. Γκίλαρντ.
Η πρωθυπουργός ομολογεί ότι η φορολογία των ρυπαντών του περιβάλλοντος θα επιβαρύνει το μέσο πολίτη, διότι οι φορολογούμενες βιομηχανίες θα μεταβιβάζουν το πρόσθετο κόστος «καθαρής παραγωγής» αγαθών στους καταναλωτές.
«Η κυβέρνηση είναι ενήμερη του έξτρα κόστους κάποιων αγαθών και θα ενισχύσει οικονομικά τους χαμηλόμισθους πολίτες. Μέρος των χρημάτων που θα εισπράττει το κράτος από τις επιχειρήσεις που ρυπαίνουν την ατμόσφαιρα θα διατίθεται για την ενίσχυση των χαμηλόμισθων» διαβεβαιώνει η πρωθυπουργός, διαμηνύοντας ταυτόχρονα στους «έχοντες» να μην περιμένουν αποζημίωση από το κράτος έναντι του αυξανόμενου κόστους αγαθών.
Εκτός από την αντιπολίτευση, φωνή διαμαρτυρίας υψώνουν και οι επιχειρήσεις και μεθοδεύουν αγώνα όμοιο εκείνου που έκανε η βιομηχανία εξόρυξης μεταλλευμάτων κατά της φορολογίας των υψηλών κερδών τους.