«Το ψωμί της ξενιτιάς δεν ήταν πάντα… πικρό» μου λέει ο Οδυσσέας Σταματόπουλος, που σήμερα αγγίζει τα 80 του χρόνια και για πάνω από 20 χρόνια εργαζόταν ως μηχανικός στους φούρνους του ομογενή Γιώργου Κυρίτση.
«Μπορεί η δουλειά να ήταν σκληρή αλλά με τέτοιο αφεντικό το ξεχνούσαμε. Είμαστε όλοι μία οικογένεια» λέει ο Οδυσσέας, ο αρχαιότερος των εργαζομένων στους φούρνους του ομογενή επιχειρηματία.
Αιτία για την κουβέντα μας με τον 80χρονο σήμερα κ. Οδυσσέα, στάθηκε η απόφαση του κ. Κυρίτση να μαζέψει όλους τους εργαζόμενούς του για να θυμηθούν τα παλιά (σχετική καταχώρηση θα βρείτε στην σελίδα 8). Εκείνο, όμως, που βγήκε από την κουβέντα μας δεν έχει να κάνει μόνο με μία νοσταλγική ματιά στους εργασιακούς χώρους των δεκαετιών ‘60, ‘70 και ’80, τότε που οι Έλληνες μετανάστες βρίσκονταν στο άνθος της ηλικίας τους και της εργασιακής τους ζωής, αλλά με μία άλλη εποχή όσον αφορά τις σχέσεις εργαζομένων και «αφεντικών».
Ο ΠΙΟ ΔΙΑΣΗΜΟΣ ΦΟΥΡΝΑΡΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΠΙΟ ΚΑΛΟ ΑΦΕΝΤΙΚΟ
Οι φούρνοι του Γιώργου Κυρίτση τάισαν ψωμί χιλιάδες κόσμο. Ο πρώτος του φούρνος το Kriti Bakery ξεκίνησε το 1964, μετά ήρθε το διάσημο Table Top Bakery, το 1975 το Canes Table Top Bakery και το 1985 το Golden Top Bakery.
Δεν είναι μόνο η επιχειρηματική επιτυχία που συνόδευε τους φούρνους του κ. Κυρίτση όλα αυτά τα χρόνια, όπως μου λέει ο Οδυσσέας, που εργάστηκε κοντά στο Γιώργο όλη του τη ζωή μαζί με 200 και πλέον άλλους συμπαροίκους.
«Ο Γιώργος ήταν και παραμένει το δικό μας παιδί. Ήταν το αφεντικό, αλλά εμείς δεν το νοιώσαμε ποτέ αυτό. Ήταν ο δικός μας άνθρωπος. Μας αντάμοιβε για τη δουλειά μας, μας πρόσεχε. Εγώ το είχα και με είχε σαν αδερφό. Θυμάμαι όταν έφυγα να πάω στην Ελλάδα. Πληρώθηκα την άδειά μου κανονικά και πήγα στην πατρίδα. Δεν θα το πιστέψεις κοπέλα μου, αλλά κάθε εβδομάδα ερχόταν στο σπίτι μου και έφερνε το φάκελο με το βδομαδιάτικο στην οικογένειά μου έστω και αν εμένα με είχε πληρώσει με το παραπάνω για εκείνο τον καιρό».
Τα μάτια του κ. Οδυσσέα υγραίνουν όταν του ζητώ να θυμηθεί εκείνες τις μέρες στο φούρνο…
«Τι να σου πω, μου λείπουν. Λένε ότι αν αγαπάς τη δουλειά σου δεν κουράζεσαι. Βοηθάει όμως και η αναγνώριση και ο Γιώργος ήταν από τους ανθρώπους που δεν φοβόταν να πει μπράβο, να σε ανταμείψει έμπρακτα. Αγαπούσα τη δουλειά μου. Δεν ξέρω βέβαια αν θα την αγαπούσα τόσο αν δούλευα αλλού».
Πίστεψα ότι ήταν η αμηχανία και η περηφάνια του 80χρονου μηχανικού που τον σήκωσε από την καρέκλα του καθώς τα μάτια του είχαν πλημμυρήσει δάκρυα εκείνη τη στιγμή. Δεν ήταν όμως αυτός ο λόγος που με οδήγησε στο γκαράζ του σπιτιού του.
Ένα Holden του 1975, είναι αραγμένο στο γκαράζ του Οδυσσέα… «Ο Γιώργος μου το αγόρασε» μου λέει. Ο γιος του Οδυσσέα με πληροφορεί παράλληλα ότι αυτό το αυτοκίνητο κανένας δεν τολμά να το οδηγήσει. «Το πρόσεχε και το προσέχει καλύτερα και από τα μάτια του» αναφέρει.
Δεν είναι δύσκολο να διαπιστώσει κανείς γιατί. Αυτό το αυτοκίνητο είναι για τον κ. Οδυσσέα η αναγνώριση των κόπων μίας ζωής. Υλική αναγνώριση θα σκεφτόταν ο καθένας μας αλλά για τον Οδυσσέα είναι κάτι υλικό που εκφράζει κάτι πολύ πιο ουσιαστικό. Δεν έχει σημασία η αξία του αυτοκινήτου που έτσι κι αλλιώς σήμερα δεν ξεπερνά τα $1,000 αλλά η αξία μίας σχέσης ζωής που δεν μπορεί να εκφραστεί ούτε με λόγια, ούτε με δολάρια από τον 80χρονος μηχανικό.
ΦΙΛΟΤΙΜΟ ΚΑΙ ΑΡΝΙ ΣΤΗ ΣΟΥΒΛΑ
Κάθε Παρασκευή απόγευμα στους φούρνους του Κυρίτση ήταν… Πάσχα. «Μετά την δουλειά μαζευόμαστε για να το διασκεδάσουμε. Παρασκευή χωρίς ψητό αρνί δεν υπήρχε. Αυτό για όλους εμάς ήταν μία έμπρακτη εκδήλωση αναγνώρισης από τον Γιώργο. Γινόμαστε όλοι μία παρέα, προϊστάμενοι, εργάτες, αφεντικό, μία παρέα σου λέω» αναφέρει ο Οδυσσέας.
Τον ρωτάω αν πιστεύει ότι σήμερα υπάρχουν τέτοιοι εργασιακοί χώροι. «Δεν ξέρω αλλά και πάλι δεν νομίζω. Εμείς αλλά και ο Γιώργος δουλεύαμε με φιλότιμο. Για να σου δώσω να καταλάβεις όταν χάλαγε μία μηχανή στις 2 τα μεσάνυχτα και μου τηλεφωνούσε ο Γιώργος να πάω να την φτιάξω, έτρεχα. Δεν σκεφτόμουν πώς να ξεφύγω. Το ίδιο και αυτός αν είχα κάποια ανάγκη και χρειαζόμουν την βοήθειά του, έτρεχε. Όχι μόνο για μένα, αλλά και για τον Ζαχαρία και για τον Θανάση για όλους μας. Ήταν το φιλότιμο που μας έδενε, όχι τα δολάρια. Ξέραμε ότι ο Γιώργος δεν θα προσπαθούσε να μας εκμετταλευτεί. Ζητούσε από εμάς τιμιότητα και φιλότιμο και μας έδινε ακριβώς το ίδιο. Την σκληρή δουλειά την κάναμε δεν λέω, αλλά όπως σου είπα αν κάνεις κάτι που αγαπάς και νοιώθεις ότι σε προσέχουν και σε αγαπούν, ξεχνάς την κούραση».
Στις 12 Ιουνίου ο συμπάροικος φούρναρης Γιώργος Κυρίτσης, καλεί όλους όσους δούλεψαν μαζί του να φάνε και πάλι ψητό αρνάκι και να θυμηθούν εκείνες τις μέρες του μόχθου. Όπως μου είπε κάποιοι από τους ανθρώπους που τον βοήθησαν με την δουλειά τους και το φιλότιμό τους να επιτύχει επιχειρηματικά δεν είναι πλέον κοντά μας. Αφήνω τα δικά του λόγια ως επίλογο….
«Θέλω να τους πω για άλλη μία φορά ευχαριστώ. Χαθήκαμε με πολλούς αλλά ποτέ δεν έπαψα να νοιώθω ότι αυτοί οι άνθρωποι με στήριξαν. Ζήσαμε, δουλέψαμε, γεράσαμε καιρός να τα ξαναπούμε, όσο έχουμε καιρό ακόμα»…