Έμοιαζε γιορτή. Ήτανε γιορτή. Κάτι σαν συγκέντρωση, συγγενών και φίλων. Έτσι να βρεθούμε να γιορτάσουμε τα βαφτίσια. Τι βαφτίσια δηλαδή, τα «παιδιά» είναι μεγάλα τώρα, αλλά, να, ας τα πούμε βαφτίσια αφού τα «παιδιά» της Ντίνας Αμανατίδου αλλάζουν περιβάλλον, μπαίνουν στην αγγλική νεαρή συντροφιά, που έχει ελληνικές ρίζες και όχι μόνο.

Ήρθανε όλοι γνωστοί, φίλες και φίλοι και γέμισε η αίθουσα που παραχώρησε, ευχαρίστως, ο πρόεδρος της Κοινότητας, ο κ. Βασίλης Παπαστεργιάδης και το συμβούλιο.

Καλό παιδί. Αυστραλογεννημένο, Αυστραλοσπουδαγμένο, μιλάει και ελληνικά, καλά συγκριτικά.
Τι έλεγα; Α, ναι. Τη γιορτή για τη παρουσίαση του βιβλίου της Ντίνας, ο πρόεδρος της Κοινότητας, ο Βασίλης, (Μπιλ τον λένε μόνο οι ξένοι), έβαλε την παρουσίαση στα πλαίσια της μεγάλης γιορτής του Φεστιβάλ Αντίποδες.

Ορισμένοι λένε, ότι ο πρόεδρος είχε μάθει, ακόμη και οι γονείς του το είχαν πει, πως η κ. Αμανατίδου δεν είναι χθεσινή, τα έχει τα γαλόνια της.
Για τούτο, ο κ. Παπαστεργιάδης, έβαλε τη γιορτή την περασμένη Κυριακή, μέρα του Μάη, την πρώτη του όμορφου… ελληνικού μήνα.
Έλεγα πως έμοιαζε γιορτή. Ήταν γιορτή. Ο ένας χαμογέλαγε, χαιρέταγε τον άλλο και πριν προλάβει να πει εκείνο το… «μια χαρά σε βλέπω, φτου να μη σε ματιάσω.», άλλο χέρι απλωνόταν να χαιρετίσει και… πάει λέγοντας.

Καμιά εβδομηνταριά δημοφιλείς, συμπεριλαμβανομένου και εμού, σκεφτήκαμε να ανέβουμε επάνω στο βάθρο που ανεβαίνουν οι ομιλητές και οι επίσημοι, για να χαιρετίσουμε τους υπόλοιπους με έναν απλό γενικό χαιρετισμό, αλλά δεν μας το επέτρεψε η πρόεδρος του Πολιτιστικού Συνδέσμου, η κ. Αλεξοπούλου.
Όπως καταλάβατε, αναφέρομαι στο βιβλίο της εριτίμου κ. Ντίνας Αμανατίδου, με επιλεγμένα ποιήματα.

Τα (όντως) επιλεγμένα αυτά ποιήματα, μετά από έξι ετών σκληρή δουλειά, μεταφράστηκαν στα αγγλικά, (παρακάτω θα μιλήσω για τη μεταφράστρια και τους άλλους πρωταγωνιστές), τυπώθηκαν και ένα υπέροχο βιβλίο, στο σύνολό του, παρουσιάστηκε στους… φίλους της… λογοτεχνίας την περασμένη Κυριακή.
Και ποιος δεν ήταν εκεί την περασμένη Κυριακή. Τόσο πολλοί, τόσο γνωστοί, τόσο οικείοι. Επειδή, δε, δεν είχαμε δει στις ανακοινώσεις να αναφέρεται (εγγράφως) αυτό το «μετά το πέρας της εκδήλωσης θα προσφερθούν…» όλοι είχαμε φαει καλά το μεσημέρι. Σε κάποια άλλη έκδοση, θα σας εξηγήσω τι γίνεται με τους μεζέδες που προσφέρονται μετά… το πέρας και στο τέλος αυτού του σημειώματος θα σας πω κάτι σχετικό για να γελάσετε.

Ας επανέλθουμε στην όμορφη Κυριακάτικη, Πρωτομαγιάτικη εκδήλωση. Το γενικό πρόσταγμα το είχε η κ. Αλεξοπούλου και ήταν η πρώτη που μίλησε για την κ. Αμανατίδου και το έργο της. Έργο λογοτεχνικό, πληθωρικό, πολυποίκιλο, μεστό, ανθρώπινο.

Για τη συγγραφέα μίλησε και ο πρόεδρος των Ελλήνων Λογοτεχνών και Συγγραφέων, ο κ. Χαραλαμπόπουλος, σκιαγραφώντας την ίδια ως προσωπικότητα και το έργο της, έντονα, δίνοντας με λίγα λόγια στο ακροατήριο, μια πλήρη εικόνα της πολυτάλαντης ποιήτριας και συγγραφέως.
Ο πρόεδρος της Κοινότητάς μας, κ. Παπαστεργιάδης, άνετος, μίλησε στα ελληνικά για την συγγραφέα και για την αναγκαιότητα της μετάφρασης λογοτεχνικών έργων της πρώτης ή και της δεύτερης γενιάς από τα ελληνικά στα αγγλικά, ούτως ώστε να γίνουν κτήμα των μετέπειτα γενεών, αλλά και να προστεθούν στον όγκο της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.

Λίγα λόγια ειπώθηκαν και από την εκδότρια και ιδιοκτήτρια του εκδοτικού οίκου Owl Publishing κ. Ελένη Νίκα, γνωστή πανεπιστημιακό και συγγραφέα. Κατά τη γνώμη μου, η κ. Νίκα κόμισε γλαύκα στη Μελβούρνη, που την χρειαζόταν και έκανε μια εκπληκτική δουλειά στη συγκεκριμένη έκδοση του βιβλίου της κ. Ντίνας Αμανατίδου. Το δέσιμο, η ποιότητα του χαρτιού, το «στήσιμο» των σελίδων. Ο διαχωρισμός των ποιημάτων και η τοποθέτηση των στίχων στις σελίδες είναι καλλιτεχνικά δοσμένα. Τα ποιήματα μοιάζουν πάνω στις σελίδες σαν κύκνοι που κολυμπούν σε κρυστάλλινη λίμνη (έτσι το είδα εγώ).
Λυτά, όμορφα, απλά και με ένα κρατημένο πάθος, παρουσίασε το βιβλίο, που ξενύχτησε να το διαβάσει, η δική μας Μαρία, η άξια εκπρόσωπος μας στο Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο της χώρας, η κ. Μαρία Βαμβακινού. Μίλησε για το περιεχόμενο του βιβλίου που, όπως προανέφερα ξενύχτησε για να το διαβάσει και που την συντάραξε γιατί μέσα από τους στίχους των ποιημάτων, «ξανάζησε» τους πόνους, τους καημούς, την πίκρα και τις μικρές, λιγοστές χαρές, της γενιάς των γονιών της.

Υπογράμμισε την αναγκαιότητα της συνέχισης των μεταφράσεων των λογοτεχνικών έργων της πρώτης γενιάς, προκειμένου οι μέλλουσες γενιές των Αυστραλών, ελληνικής καταγωγής να αισθάνονται υπερήφανοι για τους γονείς, και τους προγόνους τους.
Υπέροχο το εξώφυλλο και το οπισθόφυλλο όχι μόνο σαν χρώμα, αλλά και για τους όμορφους πίνακες του κ. Δρούτσα, τον οποίο έτυχε να γνωρίσω και να έχω την τύχη να έχω έναν από τους πίνακές του.

Άφησα τελευταία την κ. Κωνσταντίνα Ντούνη, τη μεταφράστρια. Την συνεχάρην ιδιαιτέρως και ενθέρμως για το πολυετές και επίπονο έργο της. Της εξέφρασα τον θαυμασμό μου γιατί πιστεύω, παρά το ότι τα αγγλικά μου δεν είναι του επιπέδου του Ρίτσαρντ Μπάρτον ή του Ντέιβιντ Ατένμπορω, ότι κατάφερε να αποδώσει, θαυμάσια, τη σωρεία συναισθημάτων των ποιημάτων της κ. Αμανατίδου.

Η κ. Ντούνη, στη σύντομη ομιλία της, αναφέρθηκε στην άψογη συνεργασία που είχε με την ποιήτρια και τη βοήθεια και συμπαράσταση που είχε από τον σύζυγό της.
Ακολούθησε ανάγνωση ποιημάτων από την ποιήτρια και την κ. Ντούνη και μετά το…. πέρας, προσφέρθηκαν πάρα πολλά πράγματα.

Σας έλεγα πως θα κλείσω το φλύαρο σημείωμά μου με το αστείο το ότι ορισμένοι, χωρίς να δουν τα καλούδια που είχαν ετοιμάσει ορισμένες κυρίες και οι αρμόδιοι της Κοινότητας, είχαν προβλέψει τι θα έχει… το μενού. Για να καταλάβετε. Κάποιος μου είπε ψιθυριστά σε κάποιο μικρό διάλειμμα. «Κώστα, βλέπω την συνάδελφό σου την κ. Ματίνα και την κ. Κοροσίδη, κατά πάσα πιθανότητα θα φαμε ωραία πίττα και τριανταφυλλάκια γλυκό.
Συγχαρητήρια σε όλους.