Οι τιμές των καυσίμων ανεβοκατεβαίνουν ανεξέλεγκτα σαν απορρυθμισμένο ασανσέρ. Την περασμένη Πέμπτη γέμισα το δοχείο του αυτοκινήτου μου με $1,38 το λίτρο. Την Παρασκευή  η τιμή της αμόλυβδης είχε εκτιναχθεί στο $1,53,9 το λίτρο. Σε 24 ώρες, περίπου, οι εταιρείες πετρελαιοειδών έβαλαν 20 σεντς καπέλο στο λίτρο αμόλυβδης βενζίνης, παρά τη σημαντική πτώση της τιμής του αργού πετρελαίου στη διεθνή αγορά.
Κατά «διαβολική σύμπτωση», όλες οι εταιρείες πετρελαιοειδών πουλούν βενζίνη στην ίδια τιμή. Ο περιβόητος ανταγωνισμός των μονοπωλίων, που ελέγχουν και την αγορά καυσίμων, δεν ισχύει για τον καθορισμό της τιμής της βενζίνης. Όλες οι εταιρίες ανεβάζουν και κατεβάζουν τις τιμές τους ισόποσα, περιορίζοντας την προτίμηση των καταναλωτών.

Κυριολεκτική ληστεία του αδύναμου καταναλωτή και, μάλιστα, με την άδεια του νόμου, που αρνείται να αδράξει τους ληστές και να τους πατάξει αμείλικτα. Οι κυβερνήσεις αμφισβητούν τη σύμπραξη των εταιρειών πετρελαιοειδών, στον καθορισμό της τιμής των καυσίμων, και η Υπηρεσία Προστασίας Καταναλωτή μας διαβεβαιώνει, ότι παρακολουθεί με «άγρυπνο μάτι» τις διακυμάνσεις των τιμών υγρών καυσίμων και «παρεμβαίνει δυναμικά» οσάκις υποπτεύεται σύμπραξη των διεθνών κολοσσών που ελέγχουν τον κλάδο.

 Κουραφέξαλα. Οι εταιρίες πετρελαιοειδών έχουν τους μηχανισμούς, που τους επιτρέπουν να μας να μας κλέβουν ασύστολα και να διαφεύγουν χωρίς συνέπειες. Οι «παραβάτες», που συλλαμβάνει και τιμωρεί η Υπηρεσία Προστασίας Καταναλωτή, είναι περιθωριακοί προμηθευτές καυσίμων που καρφώνουν ο ένας τον άλλον στις αρχές. Οι μεγάλοι έχουν ανοιχτό πεδίο δράσης, που τους αποφέρει δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως.

Η ληστεία του καταναλωτικού κοινού επεκτάθηκε τα τελευταία χρόνια με την εισβολή των μονοπωλίων ειδών διατροφής και στα υγρά καύσιμα. Οι ιδιοκτήτες πρατηρίων βενζίνης, στους οποίους έχω διαμαρτυρηθεί επανειλημμένα για τις μεγάλες διακυμάνσεις της τιμής των καυσίμων, με διαβεβαιώνουν, ότι οι προμηθευτές καθορίζουν τις τιμές και οι λιανοπωλητές, δηλαδή τα πρατήρια, κερδίζουν δύο έως τρία σεντς το λίτρο, κέρδος που δεν καλύπτει τα λειτουργικά τους έξοδα. «Αν δεν δουλέψουν τα παντοπωλεία (pantry) που έχουμε στα βενζινάδικα, δεν βγάζουμε μεροκάματο» με διαβεβαιώνουν οι πρατηριούχοι. Άρα, τα μεγάλα κέρδη από τις αδικαιολόγητες αυξήσεις της τιμής των καυσίμων καταλήγουν στα ταμεία των πολυεθνικών, που έχουν τον έλεγχο της αγοράς.
 Δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια τα καύσιμα είναι μία από τις μεγάλες δαπάνες κάθε οικογένειας, διότι το αυτοκίνητο δεν είναι είδος πολυτελείας είναι είδος ανάγκης, για τους περισσότερους. Υπολογίζεται, ότι η κίνηση του αυτοκινήτου απαιτεί το ένα πέμπτο, τουλάχιστον, του μισθού ενός χαμηλόμισθου οικογενειάρχη, δαπάνη που καλύπτεται με στερήσεις  βασικών αγαθών.

Η υψηλή τιμή των καυσίμων έχει και μία σημαντική παρενέργεια, που ζημιώνει τα χαμηλά κοινωνικά στρώματα. Ανεβάζει τον πληθωρισμό και προκαλεί –σε συνδυασμό με τις τιμές άλλων καταναλωτικών αγαθών– αυξήσεις των τόκων.

Η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία ανακοίνωσε, προ ημερών, ότι η υψηλή τιμή των καυσίμων και οι αυξημένες τιμές λαχανικών και φρούτων που προκάλεσαν οι τελευταίες θεομηνίες, ανέβασαν τον πληθωρισμό πάνω από τη ζώνη ασφαλείας, που έχει προκαθορίσει η Αποθεματική Τράπεζα Αυστραλίας.

Η άνοδος του πληθωρισμού πάνω από το ασφαλές 3% διαβρώνει την αγοραστική αξία του μισθού του μέσου πολίτη και υποχρεώνει την Αποθεματική Τράπεζα να ανεβάσει τους τόκους για να περιορίσει την κατανάλωση, για να ελέγξει τις πληθωριστικές τάσεις της εθνικής οικονομίας.

Σε αυτό το κλίμα οι χαμηλόμισθοι οικογενειάρχες που εξοφλούν στεγαστικά και άλλα δάνεια, δέχονται διπλό οικονομικό χτύπημα. Πληρώνουν ακριβότερα τα στοιχειώδη αγαθά και διαθέτουν μεγαλύτερο ποσοστό του εισοδήματός τους για τις δόσεις έναντι των δανείων τους.

Οι πατέρες του έθνους που οφείλουν, εκ καθήκοντος, να προστατεύουν τα συμφέροντα του πολίτη αρνούνται να ελέγξουν τους γίγαντες της αγοράς. Αποφεύγουν τη σύγκρουση με τα οργανωμένα συμφέρονται για να μην χάσουν την προνομιούχο θέση που τους εξασφαλίζει η ψήφος μας. Υποκύπτουν στους εκβιασμούς και τις πιέσεις του κεφαλαίου και αφήνουν τον πολίτη βορά στις ορέξεις των πολυεθνικών, επιβεβαιώνοντας την ορθότητα της άποψης ότι η πολιτική εξουσία έχει γίνει υπηρέτης των συμφερόντων των ισχυρών.

Η οικονομία της ελεύθερης αγοράς, που οι επιτήδειοι μας σέρβιραν ως «μάνα εξ ουρανού» λειτουργεί μονομερώς. Βοηθά τα μονοπώλια να θησαυρίζουν σε βάρος του αβοήθητου πολίτη.

Ο ανταγωνισμός που, θεωρητικά, μειώνει τις τιμές αγαθών και υπηρεσιών μηδενίζεται από την ισχύ των μονοπωλίων να καθορίζουν τη ροή αγαθών στις αγορές. Η αγορά της Αυστραλίας ελέγχεται, δυστυχώς, από μία χούφτα μονοπώλια που κεφαλαιοποιούν καθημερινά τον ιδρώτα μας.