Τις τελευταίες ημέρες ο όρος «αναδιάρθρωση» έχει μπει στο καθημερινό λεξιλόγιο των συμπατριωτών μας στην Ελλάδα.
Ατέρμονη η συζήτηση γύρω από την οικονομική κρίση που μαστίζει την πατρίδα μας, και για την αναγκαιότητα ή μη αναδιάρθρωσης του δημόσιου χρέους της χώρας. Η πρόσφατη συνάντηση στο Λουξεμβούργο των Υπουργών Οικονομικών Γερμανίας, Γαλλίας, Ιταλίας, και Ελλάδας, καθώς και του Προέδρου της Ευρωζώνης Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, για την ανταλλαγή απόψεων σχετικά και με τις οικονομικές εξελίξεις στην Ελλάδα, πυροδότησε νέες συζητήσεις και εικασίες για τα μέτρα που προτίθεται να λάβει η ελληνική κυβέρνηση.

Παρακολουθώντας αυτήν τη συζήτηση μέσα από τις σελίδες των μεγάλων εφημερίδων της Ελλάδας, διαπιστώνω πως υπάρχει σύγχυση, και συχνά παραπληροφόρηση, ως προς το τι σημαίνει αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους της Ελλάδας, και ποιες μπορεί να είναι οι επιπτώσεις της, άμεσες και μακροχρόνιες, για την οικονομία της χώρας.

Είμαι βέβαιος πως το ίδιο συμβαίνει και με ομογενείς της Διασποράς, που με μεγάλο ενδιαφέρον, και συχνά αγωνία, παρακολουθούν τον οικονομικό διάλογο που διεξάγεται μέσα από τα τηλεοπτικά προγράμματα της Ελλάδας, συχνά χωρίς καμιά προσπάθεια για την τεκμηρίωση των αντιφατικών απόψεων που διατυπώνονται.
Είναι, βλέπετε, και ο κατηγορηματικός τρόπος με τον οποίο οι εκάστοτε σχολιαστές προβάλλουν τις απόψεις τους, απορρίπτοντας, χωρίς εξηγήσεις, τα επιχειρήματα των άλλων.

Δεδομένου ότι και οι απόψεις πανεπιστημιακών οικονομολόγων διίστανται επί του ζωτικού αυτού ζητήματος, αξίζει να το διερευνήσουμε, για να μπορούμε με μεγαλύτερη άνεση να παρακολουθούμε την σχετική συζήτηση, η οποία είμαι της γνώμης πως θα συνεχίσει για καιρό να απασχολεί τον ελληνικό λαό, εντός και εκτός της Ελλάδας.

Την ερχόμενη εβδομάδα θα αναφερθώ στις απόψεις πανεπιστημιακών και άλλων οικονομολόγων, για να διαπιστώσουμε πόσο περίπλοκο είναι το όλο θέμα, αλλά και να καταλάβουμε καλύτερα τα διλήμματα που αντιμετωπίζει η κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου στον όλο χειρισμό του, καθώς και την αναγκαιότητα για σύμπνοια των πολιτικών δυνάμεων στην κρίσιμη αυτή περίοδο για την πατρίδα μας.

ΚΑΠΟΙΕΣ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΕΣ ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ

Επειδή, στο πλαίσιο της συζήτησης για τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ελλάδα, συχνά γίνεται λόγος για δημοσιονομικό έλλειμμα, και για δημόσιο χρέος, καλό είναι να ξεκαθαρίσουμε στο μυαλό μας την έννοια των δύο αυτών όρων.
Δημοσιονομικό έλλειμμα, ή έλλειμμα προϋπολογισμού, δημιουργείται όταν το σύνολο των εσόδων ενός κράτους είναι μικρότερο από το σύνολο των δαπανών του για ένα συγκεκριμένο οικονομικό έτος.

Δημόσιο χρέος είναι τα οφειλόμενα χρήματα από το κράτος, και τις ΔΕΚΟ (δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμοί), σε εγχώριους και ξένους δανειστές. Το δημόσιο χρέος προκύπτει όταν το κράτος προβαίνει στην έκδοση κρατικών (ή δημόσιων) ομολόγων, με συγκεκριμένο χρονικό διάστημα λήξης, και προκαθορισμένο επιτόκιο, για το δανεισμό κεφαλαίων. Οι αγοραστές αυτών των ομολόγων, και ως εκ τούτου οι δανειστές του κράτους, είναι κατά κύριο λόγο τράπεζες, ασφαλιστικά ταμεία, και επενδυτικοί οίκοι. Όταν η χρονική περίοδος των ομολόγων λήξει, το κράτος πληρώνει στους αγοραστές τους το ποσό της αξίας τους, συν τον τόκο για το διάστημα του δανείου, με βάση το συμφωνημένο επιτόκιο.
Από τα παραπάνω προκύπτει πως το δημόσιο χρέος είναι αποτέλεσμα των ετήσιων δημοσιονομικών ελλειμμάτων, τα οποία το κράτος καλύπτει δανειζόμενο από τις αγορές.

Δημόσιο χρέος μπορεί όμως να προκύψει και από την επιθυμία μιας κυβέρνησης να επενδύσει σε αναπτυξιακά έργα, με στόχο να βελτιώσει τις υποδομές που απαιτούνται για την αύξηση της εγχώριας παραγωγής αγαθών. Ένα τέτοιο χρέος, ιδιαίτερα όταν δεν ανέρχεται σε υψηλό ποσοστό του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ), συμβάλλει στην ευεξία της οικονομίας της χώρας, και της παρέχει τη δυνατότητα για την αποπληρωμή του από τα αυξημένα έσοδα που προέρχονται από την αύξηση της παραγωγής.

Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν (ο όρος είναι μετάφραση του όρου στην αγγλική Gross Domestic Product) είναι το σύνολο όλων των αγαθών, προϊόντων και υπηρεσιών που παράγει μία χώρα εκφρασμένο σε χρηματικές μονάδες. Είναι, δηλαδή, η συνολική αξία όλων των τελικών αγαθών που παράχθηκαν εντός μιας χώρας σε διάστημα ενός έτους.
Το δημόσιο χρέος αποτελεί πρόβλημα όταν δημιουργείται από τα συνεχή δημοσιονομικά ελλείμματα, δηλαδή από την ανάγκη δανεισμού για να καλύπτονται οι βασικές λειτουργίες του κράτους. Αργά ή γρήγορα, μια τέτοια πολιτική οδηγεί το κράτος στην υπερχρέωση, και ως εκ τούτου στην ανικανότητά του να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του απέναντι στους δανειστές του.

Σε μια τέτοια περίπτωση η κατάσταση επιδεινώνεται περαιτέρω όχι μόνο λόγω του ύψους του χρέους, αλλά και από το γεγονός ότι οι δανειστές, ενόψει του αυξημένου κινδύνου να χάσουν τα κεφάλαιά τους, απαιτούν υψηλότερα επιτόκια, ή και αρνούνται να αγοράσουν νέα δημόσια ομόλογα.
Σε ένα τέτοιο σημείο είχαν φτάσει τα πράγματα, όταν η Ελλάδα αναγκάστηκε να υπογράψει το Μνημόνιο με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, για να της παραχωρηθεί το δάνειο των 110 δισεκατομμυρίων ευρώ.

ΑΠΟΡΙΑΣ ΑΞΙΟ ΠΩΣ Η ΧΩΡΑ ΕΦΤΑΣΕ ΣΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΣΗΜΕΙΟ

Για να διαμορφώσουμε γνώμη για την έκταση του οικονομικού προβλήματος που αντιμετωπίζει σήμερα η Ελλάδα, ας δούμε ποια ήταν η πορεία που ακολούθησαν το δημοσιονομικό έλλειμμα και το δημόσιο χρέος τα τελευταία τέσσερα χρόνια, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία που έχουν αναγνωρισθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Δημοσιονομικό έλλειμμα
Έτος    Ποσό         Ποσοστό ΑΕΠ
2007    14,5 δισ. ευρώ        6,4%
2008    23,1 δισ. ευρώ        9,8%
2009    36,3 δισ. ευρώ        15,4%
2010    24,2 δισ. ευρώ        10,5%

Δημόσιο χρέος
Έτος    Ποσό        Ποσοστό ΑΕΠ
2007    239,0 δισ. ευρώ    105,4%
2008    262,3 δισ. ευρώ    110,7%
2009    298,7 δισ. ευρώ    127,1%
2010    328,5 δισ. ευρώ    142,8%

Όταν λάβουμε υπόψη πως κατά τη διάρκεια του 2010 το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν της Ελλάδας ήταν 230 δισεκατομμύρια ευρώ, αντιλαμβανόμαστε τον όγκο του δημόσιου χρέους, το οποίο την ίδια χρονιά έφτασε το ποσό των 328,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Με άλλα λόγια, σχεδόν μιάμιση φορά μεγαλύτερο από το ΑΕΠ.
Εδώ, κατά κύριο λόγο, έγκειται το πρόβλημα. Η ελληνική οικονομία δεν παράγει προϊόντα σε επαρκείς ποσότητες για να ικανοποιήσουν την ζήτηση, αλλά και για εξαγωγές, ώστε να κερδηθεί ξένο συνάλλαγμα, και να μειωθεί το παθητικό στο εξωτερικό εμπόριο της χώρας.
Τα συνεχή δημοσιονομικά ελλείμματα και το τεράστιο δημόσιο χρέος αποτελούν συμπτώματα ενός άλλου προβλήματος που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία. Το κύριο πρόβλημα βρίσκεται στον σχεδόν ανύπαρκτο παραγωγικό τομέα, αλλά και στην έλλειψη ανταγωνιστικότητας στην διεθνή αγορά εκείνων των προϊόντων που η Ελλάδα παράγει.

Η ελληνική οικονομία δεν παράγει προϊόντα σε επαρκείς ποσότητες για να ικανοποιούν σε μεγάλο βαθμό την εσωτερική ζήτηση, να παρέχουν εργασία στους Έλληνες πολίτες, αλλά και να εξασφαλίζουν πόρους στο δημόσιο από τη φορολογία.
Όταν μια χώρα δεν επενδύει στην έρευνα και στην ανάπτυξη, ούτε δημιουργεί τις υποδομές και το θεσμικό πλαίσιο που θα προσελκύσουν ξένο επενδυτικό κεφάλαιο, το οποίο θα δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας, και θα συμβάλει στην ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων, σε περιόδους οικονομικής κρίσης βρίσκεται αντιμέτωπη με δημοσιονομικά ελλείμματα και συνεχώς αυξανόμενο δημόσιο χρέος.

Τα δάνεια, όπως τα 110 δισεκατομμύρια ευρώ από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, δεν χρησιμοποιούνται για παραγωγικά προγράμματα, αλλά για τα τρεχούμενα έξοδα του δημόσιου τομέα, και για την πληρωμή των τόκων για τα συσσωρευμένα δάνεια.
Τα μέτρα λιτότητας που το Μνημόνιο υποχρεώνει την Κυβέρνηση να εφαρμόσει, απο τη μια συμβάλλουν στη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος, αφού περιορίζονται τα έξοδα του δημοσίου, από την άλλη όμως επιδρούν αρνητικά στο Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν, αφού μειώνεται η ζήτηση για προϊόντα και υπηρεσίες, και ως εκ τούτου μειώνονται και τα έσοδα του κράτους από τη φορολογία.
Αποτέλεσμα αυτής της αλυσιδωτής εξέλιξης είναι ότι το δημόσιο χρέος συνεχίζει να αυξάνεται ως ποσοστό του ΑΕΠ, όπως βλέπουμε στον δεύτερο από τους παραπάνω πίνακες.

Οι οικονομολόγοι προβλέπουν πως στο μέλλον θα δούμε περαιτέρω αύξηση του δημόσιου χρέους σε απόλυτους αριθμούς, αλλά και ως ποσοστό του ΑΕΠ, γεγονός που θα καταστήσει ακόμη πιο δύσκολη την εξεύρεση εκ μέρους της Ελλάδας δανείων από την διεθνή χρηματαγορά.
Εξ ου και οι αυξανόμενες προβλέψεις για την αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους στο μέλλον. Στο θέμα αυτό θα επανέλθω την ερχόμενη εβδομάδα.