Έναν χρόνο και λίγες ηµέρες από την υπογραφή του, το Μνηµόνιο είναι ξανά ένα καυτό θέµα συζήτησης, εντός και εκτός συνόρων. Πέτυχε η συνταγή, απέτυχε ή απλώς δεν εφαρµόστηκε καν;
Για να απαντηθεί το ερώτηµα πρέπει να απαντηθεί προηγουµένως ένα άλλο: Τι ήταν στ’ αλήθεια και τι επεδίωκε το Μνηµόνιο;
Αν σχεδιάστηκε ως ένα πρόγραµµα σωτηρίας της Ελλάδας από τη χρεοκοπία, ένα πρόγραµµα που θα µείωνε το έλλειµµα από το 15% στο 3% µέσα σε µόνον τρία χρόνια και ταυτόχρονα θα έφερνε την ελληνική οικονοµία σε θετικούς ρυθµούς ανάπτυξης και θα έκανε τις αγορές να ανοίξουν πάλι το πουγκί των δανεικών από τον δεύτερο χρόνο του προγράµµατος κιόλας, αν αυτό ήταν το περιεχόµενο και ο στόχος του, τότε δεν χωρά συζήτηση: Το Μνηµόνιο απέτυχε παταγωδώς.
Μα αν δεν ήταν αυτός ο στόχος; Αν το Μνηµόνιο δεν ήταν σχέδιο σωτηρίας, αλλά ένα παιχνίδι µε τον χρόνο;
Ένας κορυφαίος Γερµανός τραπεζίτης εξηγούσε πρόσφατα τι ήταν, σύµφωνα µε τη δική του οπτική, το ελληνικό Μνηµόνιο.
Την άνοιξη του 2010, έλεγε, µια ελληνική στάση πληρωµών προκαλούσε πανικό σε όλο το ευρω-σύστηµα. Η Ελλάδα αντιµετωπιζόταν µε τρόµο ως µια Λίµαν στον κύβο. Κανείς δεν γνώριζε την ακριβή έκθεση των ευρωπαϊκών τραπεζών σε ελληνικά οµόλογα, κανείς δεν µπορούσε να προβλέψει την έκταση του ντόµινο που θα ακολουθούσε µια ενδεχόµενη ελληνική πτώση. Κι έτσι σχεδιάστηκε ένα πρόγραµµα, όχι για να λυθεί το ελληνικό πρόβληµα, αλλά για να κερδίσει χρόνο η ευρωζώνη, να µετρήσει το µέγεθος του «ελληνικού κινδύνου» και να θωρακιστεί απέναντί του. Να προετοιµαστεί θεσµικά η Ευρώπη, να θωρακιστούν οι ευρωπαϊκές τράπεζες και, παράλληλα, να τεσταριστεί και η ικανότητα της ίδιας της Ελλάδας να µεταµορφωθεί σε Ηρακλή και να ολοκληρώσει έναν τουλάχιστον άθλο – εκείνον µε τους στάβλους του Αυγεία, όπου είχε µαζευτεί κοπριά τριάντα ετών από 3.000 βόδια…
Αν ο τραπεζίτης έχει δίκιο, αν αυτή ήταν η αφετηριακή λογική του Μνηµονίου, τότε η αποτυχία του δεν είναι τόσο δεδοµένη.
Μέσα στον χρόνο που κερδήθηκε, η Ευρώπη οργάνωσε µια θεσµική άµυνα, που δεν λύνει µεν τη διπλή κρίση της (κρίση τραπεζών και κρίση χρέους), εγκαθιστά όµως έναν µηχανισµό ελεγχόµενης χρεοκοπίας, που πριν από έναν χρόνο ούτε να φανταστεί δεν θα µπορούσε κανείς. Οι ευρωπαϊκές τράπεζες δηλώνουν τώρα ψύχραιµες και έτοιµες για το χειρότερο. Και µόνον το εσωτερικό πείραµα στην ίδια την Ελλάδα, η φιλοδοξία να συνδυαστούν δηµοσιονοµική προσαρµογή και δραστική µεταρρύθµιση µέσα σε χρόνους µικρότερους από αυτούς που είχε ορίσει στον Ηρακλή ο Ευρυσθέας, αυτό οµολογείται τώρα σχεδόν από όλους ότι απέτυχε.
Αν η λογική αυτή είναι σωστή, τότε το συµπέρασµα είναι ότιτο Μνηµόνιο πέτυχε αυτό που οι άλλοι ήθελαν για τον εαυτό τους, αλλά απέτυχε ως προς εµάς. Κι είναι θέµα θεωρητικώς πολύ ενδιαφέρον αλλά πρακτικά τελείως αδιάφορο αν η αποτυχία αυτή ήταν προδιαγεγραµµένη στη συνταγή την ίδια ή οφείλεται σε εσωτερικές µας αδυναµίες, υπερέβαινε του πολιτικού µας συστήµατος τις δυνατότητες και της διοικητικής µηχανής την ποιότητα.
Είτε έτσι, είτε αλλιώς, το αποτέλεσµα είναι το ίδιο: Αυτή τη στιγµή η χώρα µοιάζει να βρίσκεται σε ακόµη πιο αδύναµη θέση από ό,τι πέρυσι. Ένα µέρος των ευρωπαϊκών ηγεσιών θεωρούν πως δεν αποτελεί πια η Ελλάδα συστηµικό κίνδυνο (ένα άλλο µέρος, πιο συντηρητικό, υποστηρίζει ότι καλό θα ήταν να παραταθεί ακόµη λίγο ο χρόνος, µε ένα νέο δάνειο ή µια επιµήκυνση των παλιών δανείων, ώστε να εκµηδενιστούν πλήρως οι κίνδυνοι). Και ό,τι σχεδιάζεται, ό,τι συζητείται σε ευρωπαϊκό επίπεδο για το ελληνικό χρέος και τον χειρισµό του µοιάζει να προσµετρά όλα τα υπόλοιπα συµφέροντα πλην εκείνων της ελληνικής οικονοµίας, οι συνέπειες επί της οποίας αντιµετωπίζονται ως αµελητέο µέγεθος.
Αυτός ο κίνδυνος βρίσκεται µπροστά µας. Και είναι θανάσιµος. Αλλά το πολιτικό µας σύστηµα δίνει σηµάδια παράδοσης στο µοιραίο, αντί αγώνα για την αποτροπή του.
Ό,τι σχεδιάζεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο για το ελληνικό χρέος και τον χειρισµό του µοιάζει να προσµετρά όλα τα υπόλοιπα συµφέροντα πλην εκείνων της ελληνικής οικονοµίας