Η ομοσπονδιακή αξιωματική αντιπολίτευση αρχίσει ήδη τις διαδικασίες να πραγματοποιηθεί στην Αυστραλία δημοψήφισμα ώστε να αποφανθεί ο λαός εάν χρειάζεται ή όχι να επιβληθεί ο φόρος για τη ρύπανση. Ισχυρίζεται ότι οι ψηφοφόροι πρέπει να δώσουν τη γνώμη τους πριν από τις επόμενες εκλογές, δηλ. πριν η κυβέρνηση περάσει ένα τέτοιο νόμο. Και τούτο διότι η σημερινή κυβέρνηση δεν είχε προτείνει και δεν τον είχε συμπεριλάβει τις προγραμματικές της δηλώσεις και υποσχέσεις πριν από τις τελευταίες εκλογές. Το σκεφτικό της είναι ότι εάν τότε είχε τέτοια σχέδια δεν θα είχε εκλεχτεί και η σημερινή αντιπολίτευση θα ήταν κυβέρνηση.
Σε μια δημοκρατία η νομοθετική εξουσία εξασκείται από το Κοινοβούλιο όπου σχηματίζεται η κυβέρνηση. (Κοινοβούλιο σημαίνει κοινή βουλή=θέληση). Οποιοδήποτε νομοθετικό έργο, εάν ψηφιστεί από την πλειοψηφία των βουλευτών, αυτομάτως με την υπογραφή του κυβερνήτη, γίνεται ο νόμος του κράτους. Αυτό ισχύει σε κάθε αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Οι εκλεγμένοι αντιπρόσωποι/βουλευτές ψηφίζουν για το σύνολο των ψηφοφόρων της περιοχής στην οποία εκλέγονται. Αυτή ακριβώς είναι η νομοθετική τους εξουσία στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία.
Οι διάφορες κυβερνήσεις και ανάλογα με τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν κατά καιρούς, ψηφίζουν νόμους τους οποίους θεωρούν κατάλληλους για όλη την επικράτεια. Η κυβέρνηση Χάουαρντ δεν είχε αναγγείλει πριν από τις εκλογές τους νόμους που ψήφισε για τις εργασιακές σχέσεις. Όταν όμως είδε πως είχε πλειοψηφία βουλευτών στη Βουλή και τη Γερουσία, τους ψήφισε και όντως έγιναν οι νόμοι του κράτους. Κατά τον ίδιο τρόπο η κυβέρνηση Χόουκ ψήφισε νόμους για την οικονομία και «απελευθέρωσε» το αυστραλιανό δολάριο στις αγορές του κόσμου. Όλα αυτά δεν είχαν συμπεριληφθεί στις προεκλογικές υποσχέσεις. Η νέα νομοθεσία υπερψηφίστηκε και η κυβέρνηση νομοθέτησε συνταγματικά.
Η σημερινή αντιπολίτευση γνωρίζει ότι η κυβέρνηση μπορεί να νομοθετήσει για το φόρο της ρύπανσης, χωρίς να ζητήσει τη γνώμη των πολιτών αφού είναι η κυβέρνηση. Εξάλλου, γι’ αυτό έχει εκλεχτεί. Εάν έχει την πλειοψηφία των βουλευτών νομοθετεί ανεμπόδιστα. Για να πραγματοποιηθεί όμως το δημοψήφισμα, η πρόταση θα πρέπει να εγκριθεί από τη Βουλή και τη Γερουσία, πράγμα που όπως φαίνεται σήμερα είναι μάλλον αδύνατο.
Γιατί, όμως, η αντιπολίτευση μπαίνει στον «κόπο» να δημιουργήσει το ζήτημα τούτο; Σε ένα δημοψήφισμα η απάντηση είναι ένα σκέτο Ναι ή Όχι. Η ερώτηση που σκέφτεται ο αρχηγός της Αντιπολίτευσης θα είναι: «Είστε υπέρ της επιβολής του φόρου ρύπανσης;» Αν οι περισσότεροι πολίτες πούνε «Όχι» τότε η κυβέρνηση μπορεί να αλλάξει τα σχέδιά της, ή μπορεί να κηρύξει εκλογές ή να μην κάνει κανένα από αυτά. Η Αντιπολίτευση όμως θέλει εκλογές σχεδόν από την ημέρα που ανέλαβε η σημερινή πρωθυπουργός. Η Αντιπολίτευση δεν λέει τι θα κάνει εάν η πλειοψηφία πει «Ναι».
Δημοψηφίσματα, όμως, γίνονται στην Αυστραλία συνήθως μόνο όταν θέλουμε να τροποποιήσουμε το Σύνταγμα. Από τότε που γίναμε Ομοσπονδία (1901) έχουμε κάνει πενήντα προσπάθειες να αλλάξουμε το Σύνταγμα και μόνο οκτώ τροποποιήσεις πέρασαν με πλειοψηφία των πολιτών, αλλά και των πολιτειών που το απαιτούν οι κανόνες. Φαίνεται καθαρά ότι η αλλαγή του Συντάγματός μας είναι μία πολύ δύσκολη υπόθεση. Η μοναρχία καλά κρατεί.
Στην Αυστραλία έχουμε δύο λογιών δημοψηφίσματα. Το Referendum είναι αποκλειστική διαδικασία για την τροποποίηση του Συντάγματος και το αποτέλεσμα λαμβάνεται υπόψη. Το Plebiscite που ζητάει η σημερινή κυβέρνηση είναι ένα είδος γενικής δημοσκόπησης και το αποτέλεσμα δεν λαμβάνεται υπόψη καθόλου, αλλά κοστίζει πολύ. Κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου έγιναν δύο τέτοια δημοψηφίσματα με σκοπό να γίνει υποχρεωτική η στρατιωτική επιστράτευση. Το 1916 και το 1917 ο λαός της Αυστραλία είπε «ΟΧΙ» στην τότε κυβέρνηση και η συμμετοχή στην «επιστράτευση» ήταν εθελοντική. Δυστυχώς, δεν γίνονται δημοψηφίσματα για να ερωτηθεί ο λαός εάν θέλει ή όχι τη συμμετοχή στους υπερπόντιους πολέμους. Η κυβέρνηση αποφασίζει μόνη της. Για αυτό θα χρειαζόταν όντως ένα συνταγματικό δημοψήφισμα.
Εάν τελικά το σημερινό δημοψήφισμα πραγματοποιηθεί – πράγμα πολύ αμφίβολο – όποιο και να είναι το αποτέλεσμα, η κυβέρνηση δεν έχει καμία υποχρέωση να συμμορφωθεί με αυτό γιατί είναι εκτός συνταγματικής νομιμότητας και οι βουλευτές και το Κοινοβούλιο θα έπρεπε τότε να αναιρεθούν γιατί η νομοθεσία θα εξασκείται με δημοψηφίσματα μόνο. Τότε τι τους θέλουμε τους βουλευτές και τη νομοθετική εξουσία του Κοινοβουλίου;
Είναι άκρως ειρωνικό η αντιπολίτευση να επιζητεί με ένα τέτοιο δημοψήφισμα την αυτοκατάργησή της. Αλήθεια, το σκέφτηκε αυτό καλό ο αρχηγός της Αντιπολίτευσης που αύριο θέλει να γίνει και ο πρωθυπουργός της χώρας;