Η ιστορία του ελληνικού Έθνους, τουλάχιστον όπως εγώ την καταλαβαίνω, είναι μια ιστορία εναλλασσομένων κρίσεων.
ΜΕ τη μια κρίση να διαδέχεται την άλλη, πορευτήκαμε μέχρι σήμερα, που σημαίνει ότι το ανοσοποιητικό σύστημα του Έθνους έχει αποκτήσει (πρωτοφανείς) αντιστάσεις.
ΑΥΤΟΣ είναι και ο λόγος που δεν μας «πιάνουν», ούτε τα αντιβιοτικά των «αγορών» ούτε οι θεραπευτικές αγωγές των Γερμανών.
ΕΧΟΥΜΕ εξοικειωθεί, σας λέω, με τον ιό που εκκολάπτουμε. Έχει ταυτιστεί η ζωή μας με την «αρρώστια». Δεύτερη φύση μας έχει γίνει (η κάθε) κρίση.
ΑΠΟ τότε που θυμήθηκα τη ζωή μου η πατρίδα διέρχεται «κρίσιμες ώρες». Στην κόψη του ξυραφιού πορεύεται διαχρονικά ακροβατώντας στο κενό, χωρίς δίχτυ προστασίας.
Η οικονομική κρίση (όπως έχουμε ξαναγράψει) άρχισε την 25η Μαρτίου του 1821, γύρω στις 10.30 το πρωί και συνεχίζεται…
ΤΗΝ κρίση εκείνη (και τις επόμενες) ακολούθησαν τέσσερις χρεοκοπίες και αν «μας βγει το χαρτί» σύντομα θα πτωχεύσουμε και πάλι.
ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ, μη ξεχνάμε ότι οι οικονομικές κρίσεις είναι η μια πλευρά του νομίσματος και, μάλιστα, η «καλή».
ΣΤΗΝ άλλη πλευρά είναι συσσωρευμένες ακόμα περισσότερες (και πιο απειλητικές) κρίσεις: πόλεμοι, κατοχές, καταστροφές, εμφύλιοι και πάει λέγοντας.
ΠΡΙΝ κάθε κρίση όλοι προφήτευαν τα χειρότερα και μετά την πάροδό της (πάλι όλοι) προσδοκούσαν τα καλύτερα.
ΕΠΕΙΔΗ, όμως, δύσκολα μπορεί να οριοθετήσει κανείς που τελειώνουν τα χειρότερα και μέχρι που μπορεί να φτάσουν τα καλύτερα, οι προβλέψεις παρέμειναν μετέωρες.
ΤΗΝ επαλήθευσή τους ανέλαβε η ίδια η ζωή που έχει το δικό της (μοναδικό) τρόπο να βάζει τα πράγματα στη θέση τους. Και τα έβαλε.
ΑΥΤΟ που βιώσαμε και θα συνεχίσουμε να βιώνουμε, δεν είναι παρά μια γκρίζα ζώνη όπου συνυπάρχουν τα καλύτερα με τα χειρότερα, αφού έτσι και αλλιώς και αυτά αποτελούν τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.
ΟΛΟΙ γνωρίζουμε ότι καλό χωρίς κακό δεν υπάρχει, όπως, επίσης, όλοι ξέρουμε ότι πίσω από κάθε καταστροφή καιροφυλακτεί μια ευκαιρία.
ΑΛΛΩΣΤΕ, οφείλουμε να θυμόμαστε ότι σε μια σειρά κατακλυσμικών καταστροφών οφείλει την ύπαρξη της η ίδια η ζωή που ακολουθεί το βέλος το χρόνου.
ΜΕ λίγα λόγια και πριν χαθούμε στην θεωρία του χάους, τον τόνο στη συμπαντική συνοχή και «οργάνωση» δίνουν οι καταστροφές.
ΟΙ «ήρεμες» περίοδοι δεν είναι παρά οργανικό συστατικό που απατείται για την προετοιμασία των νέων καταστροφών.
ΜΙΑ αντιγραφή (σε μέγεθος μινιατούρας) του συμπαντικού συστήματος είναι και η ίδια η ζωή, γι’ αυτό κατά βάθος παραμένει (ανερμήνευτη) και απρόβλεπτη.
ΣΥΝΕΠΩΣ, κανείς δεν μπορεί να προβλέψει το πώς θα τελειώσει και αυτή η κρίση πριν αρχίσει η επόμενη…
ΟΣΑ λέγονται, γράφονται (και αναμένονται) δεν είναι παρά σενάρια. Ακόμα δυσκολότερο είναι να προβλέψει κανείς πώς θα επηρεάσει η ελληνική κρίση την Ευρώπη και τον υπόλοιπο κόσμο.
ΕΔΩ έχουμε φτάσει παραμονή της λήψης των μεγάλων ευρωπαϊκών αποφάσεων και κανείς ακόμα δεν είναι σε θέση να αποφανθεί για την κατάληξη.
Η κυβέρνηση προσδοκά το καλύτερο, ενώ ο λαός αναμένει τα χειρότερα. Έχοντας, όμως, κανείς υπόψη του τη χαοτική λειτουργία των πραγμάτων, αυτό που κατά πάσα πιθανότητα θα προκύψει θα να είναι ένας συμψηφισμός.
ΜΕ άλλα λόγια, όπου υπάρχουν κοινά συμφέροντα, μεταξύ εμάς και των ευρωπαίων οι αποφάσεις που θα παρθούν θα είναι «θετικές» και το αντίστροφο όπου δεν υπάρχουν.
ΤΑ συμφέροντα τα οποία έχουν πλέον αποκτήσει και παγκόσμιο ηθικό όρισμα, σε όλους τους τομείς και όχι μόνο στις εμπορικές συναλλαγές, είναι αυτά που καθορίζουν τους όρους των (όποιων) συμφωνιών.
ΚΑΙ όσο πιο ισχυρές οι χώρες που τα εκφράζουν τόσο άδικες είναι οι συμφωνίες για τις ανίσχυρες χώρες.
ΚΑΙ σε αυτό το διακρατικό επίπεδο ο δαρβινισμός είναι αυτός που καθορίζει την πολυδιαφημισμένη «κοινοτική αλληλεγγύη». Ο νόμος του ισχυρότερου.
ΤΟ ίδιο θα συμβεί και με τη συμφωνία διευθέτησης του ελληνικού χρέους. Η λύση θα είναι «καλή» στο βαθμό που τα συμφέροντά μας ταυτίζονται με τα δικά τους.
ΚΑΙ η καλύτερη δυνατή λύση να επιτευχθεί για την Ελλάδα θα είναι προβληματική. Ως εκ τούτου, αντικειμενικά καλή λύση δεν υπάρχει. Στην κλίμακα του «μη χειρότερα» θα κινηθούν όλες.
ΓΙΑ να κατανοήσουμε, όμως, γιατί δεν απέδωσε τα αναμενόμενα το Μνημόνιο και οι διεθνείς «συνταγές» των ειδικών, επιβάλλεται να ρίξουμε μια φευγαλέα ματιά στο παρελθόν του παρόντος.
ΠΡΙΝ λίγες μέρες, ο συγκάτοικός μου στην αριστερή γωνιά της αριστερής τούτης σελίδας, (ο Ετερόδοξος, δηλαδή), μου έστειλε από την Αθήνα ένα μικρό βιβλιαράκι με τίτλο «Οι αιτίες της παρακμής της σύγχρονης Ελλάδας».
ΤΟ βιβλίο έχει γράψει ένας από τους νεότερους διανοητές της πατρίδας μας, ο Παναγιώτης Κονδύλης, που γεννήθηκε το 1943 στην Αρχαία Ολυμπία και πέθανε το 1998 στην Αθήνα, μετά από καριέρα που έκανε σε διάφορα πανεπιστήμια της Γερμανίας διδάσκοντας Φιλοσοφία.
Το πιο πάνω βιβλίο (ένα από τα πολλά που έγραψε) γράφτηκε το 1991 και αναφέρεται (εν συντομία) στους λόγους που η πατρίδα μας δεν κατάφερε να ενσωματωθεί στην Ευρώπη και στον ευρύτερο Δυτικό Κόσμο.
ΑΚΟΛΟΥΘΩΝΤΑΣ τα φιλοσοφικά ίχνη του Κώστα Αξελού, στον οποίο και είχαμε αναφερθεί πριν λίγους μήνες, σχολιάζοντας το βιβλίο του «Η μοίρα της σύγχρονης Ελλάδας», ο Κονδύλης, προσεγγίζει το ίδιο πρόβλημα από διαφορετική σκοπιά.
ΧΟΝΤΡΙΚΑ και αυτός καταλήγει στο ίδια συμπέρασμα. Με δυο κουβέντες, ισχυρίζεται ότι η παρακμή της Ελλάδας οφείλεται στην μεγάλη έλλειψη πολιτισμού και παιδείας.
ΑΣΧΟΛΕΙΤΑΙ όμως και με κάτι άλλο εξίσου σημαντικό που έχει να κάνει με τη δομική συλλογική συγκρότηση της ελληνικής κοινωνίας.
ΑΝΑΦΕΡΕΙ ότι το λάθος που διέπραξαν οι διάφοροι ιστορικοί και κοινωνιολόγοι (Έλληνες και Ευρωπαίοι) είναι ότι στην προσπάθειά τους να αναλύσουν το ελληνικό φαινόμενο χρησιμοποιούν τις ήδη παγιωμένες επιστημονικές απόψεις που επικρατούν, οι οποίες όμως δεν συμπεριλαμβάνουν στα δεδομένα τους την ελληνική πραγματικότητα.
ΥΠΟΣΤΗΡΙΖΕΙ ότι για να ευδοκιμήσει σε ένα τόπο μια ιδεολογία ή κοινωνική αλλαγή πρέπει (οπωσδήποτε) να υπάρχουν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις.
ΓΡΑΦΕΙ, μεταξύ άλλων, ότι ο αστικός πολιτισμός και η αστική τάξη, η οποία και γεννήθηκε στον ευρωπαϊκό χώρο την περίοδο του διαφωτισμού, δεν ρίζωσε στην Ελλάδα ποτέ γιατί δεν υπήρχαν οι προϋποθέσεις.
ΚΑΙ μια από τις προϋποθέσεις (για να ριζώσει) ήταν η προηγούμενη ύπαρξη φεουδαρχικού συστήματος το οποίο απουσίασε παντελώς από την Ελλάδα.
Ο αστικός πολιτισμός (στον οποίο οφείλει την ύπαρξή του και ο καπιταλισμός) γεννήθηκε από την πάλη κατά της φεουδαρχίας. Τέτοια πάλη στην Ελλάδα δεν έγινε ποτέ, γιατί η δική μας κοινωνία ήταν οργανωμένη πατριαρχικά.
ΤΗΝ ίδια στιγμή που στην Ευρώπη ο αστικός πολιτισμός πραγματοποιούσε άλματα προόδου σε όλους τους τομείς, από την επιστήμη μέχρι τη λογοτεχνία, στην Ελλάδα βασίλευε ακόμα το δούναι και λαβείν.
ΕΤΣΙ ο αστικός πολιτισμός που διαμόρφωσε τη ζωή και, κατ’ επέκταση, τη νοοτροπία των Ευρωπαίων, σε εμάς έφτασε τμηματικά και μάλιστα παραμορφωμένος.
Η αστική τάξη που για τους Ευρωπαίους του 18ου και 19ου αιώνα ήταν ότι πιο προοδευτικό υπήρχε εμείς εντελώς λανθασμένα την είχαμε ταυτίσει με τους πλούσιους και τους εκμεταλλευτές.
ΤΟ δυτικοευρωπαϊκό working ethics που έφερε μέσα του τη συλλογικότητα και συνέβαλε σημαντικά στην πρόοδο και ευημερία της Ευρώπης για εμάς παραμένει ξένη άνοια.
ΑΚΟΜΑ βρισκόμαστε πιο κοντά στην οθωμανική «λούφα» παρά στην συνειδητή προσφορά εργασίας.
ΟΠΩΣ ο αστικός πολιτισμός, έτσι μισές (και από τα μαλλιά τραβηγμένες) έφτασαν στην πατρίδα μας και οι υπόλοιπες ιδέες και θεωρίες. Αυτός ήταν και ο λόγος που δεν πρόκοψαν.
ΚΑΙ δεν είναι μόνο ότι διαλέγαμε επιλεκτικά ότι μας βόλευε, αλλά το εφαρμόζαμε και με το δικό μας τρόπο που είχε ως αποτέλεσμα την πλήρη παραμόρφωσή του αυθεντικού.
ΕΤΣΙ (χοντρικά) φτάσαμε εδώ που φτάσαμε και για τους ίδιους ακριβώς λόγους (έλλειψη βασικών προϋποθέσεων) δεν αποδίδουν και οι σημερινές συνταγές διάσωσης.
ΣΤΟ θέμα, δηλαδή το παρελθόν του παρόντος μας θα επανέλθουμε γιατί αν δεν κατανοήσουμε από που ερχόμαστε είναι αδύνατον να προσδιορίσουμε (έστω κατά προσέγγιση) πού πάμε. Γεια χαρά.