Ως αντιπολίτευση, το Εργατικό Κόμμα πολεμούσε λυσσαλέα «την απάνθρωπη» πολιτική των κυβερνήσεων του Τζον Χάουαρντ.

Σχεδόν καθημερινά, η ηγεσία και οι βουλευτές του Εργατικού Κόμματος κατηγορούσαν την κυβέρνηση Χάουαρντ για «απάνθρωπη» μεταχείριση ανθρώπων από δοκιμαζόμενες περιοχές του πλανήτη, που ζητούσαν καταφύγιο στην ευημερούσα, ήσυχη, δημοκρατική Αυστραλία.
Η «οργή» των Εργατικών κορυφώθηκε το 2001, που η κυβέρνηση Χάουαρντ αποφάσισε τη μεταφορά σε νησιά του Ειρηνικού αλλοδαπών που κατέπλεαν στα χωρικά ύδατα της Αυστραλίας και ζητούσαν άσυλο από την Αυστραλία.

Η πολιτική της κυβέρνησης Χάουαρντ, γνωστή ως «Pacific Solution» (Λύση Ειρηνικού), που προέβλεπε την εγκατάσταση και διεκπεραίωση αιτήσεων για άσυλο εκτός Αυστραλίας, καταδικάστηκε από τους Εργατικούς και διιστάμενα μέλη του Συνασπισμού ως «απάνθρωπη», «βάρβαρη», «αναποτελεσματική» και «δαπανηρή».
Η δήλωση του τότε πρωθυπουργού Τζον Χάουαρντ, «εμείς θα αποφασίσουμε ποιοι μπαίνουν στη χώρα και με ποιο τρόπο μπαίνουν» (We will decide who comes to this country and the circumstances in which they come) έγινε αποδοκιμασία του Χάουαρντ και της κυβέρνησής του.

ΟΙ Εργατικοί ξεσπάθωσαν, στην κυριολεξία, τον Αύγουστο του 2001 που ξέσπασε το γνωστό σκάνδαλο «Τάμπα», το σκάνδαλο της περιφοράς επί ημέρες ολόκληρες 438 Αφγανών προσφύγων, που είχε περισυλλέξει το νορβηγικό φορτηγό από το πέλαγος, μετά το ναυάγιο του σαπιοκάραβου που τους μετέφερε στην Αυστραλία, επειδή η κυβέρνηση αρνείτο να δώσει άδεια εκφόρτωσης των προσφύγων σε αυστραλιανό έδαφος.

Για να είμαστε δίκαιοι, η αντιμετώπιση του ανθρώπινου φορτίου του «Τάμπα» από την Αυστραλία καταδικάστηκε από κάθε εχέφρονα Αυστραλό πολίτη και τη διεθνή κοινότητα. Όμως, το Εργατικό Κόμμα ήταν η αιχμή των επιθέσεων στην κυβέρνηση εντός και εκτός της κοινοπολιτειακής βουλής.
Η «οργή» των Εργατικών ξεθύμανε μετά την επιστροφή τους στη εξουσία, το 2007, υπό την πίεση των πολιτικών τους αντιπάλων και μερίδας του αυστραλιανού λαού, να εμποδίσουν την είσοδο στην Αυστραλία «ανεπιθύμητων» αλλοδαπών, που το οργανωμένο κύκλωμα διακίνησης προσφύγων στέλνει στην Αυστραλία.
Ο Συνασπισμός, επικουρούμενος από ακραία στοιχεία της κοινωνίας και τους διακινητές προσφύγων –που μετά την πτώση της κυβέρνησης Χάουαρντ δοκίμαζαν τα νεύρα και τις αντοχές την κυβερνήσεων Ραντ και Γκίλαρντ, στέλνοντας στόλους ολόκληρους σαπιοκάραβων στην Αυστραλία– ανήγαγε τη μετανάστευση σε κυρίαρχο πολιτικό θέμα.

 Ενδεικτικά, αναφέρω ότι το 2007, τελευταία χρονιά διακυβέρνησης από τον Τζον Χάουαρντ, είχαν καταπλεύσει στα χωρικά ύδατα της Αυστραλίας 5 σαπιοκάραβα με φορτίο 148 πρόσφυγες.
ΟΙ αφίξεις πλήθυναν μετά την άνοδο των Εργατικών την εξουσία. Το 2008 έφθασαν στην Αυστραλία 7 καράβια με 161 πρόσφυγες, το 2009 62 καράβια με 2.849 πρόσφυγες, το 2010 134 καράβια με 6.879 πρόσφυγες και μέχρι τις 30 Ιουνίου 2011 είχαν μπει στα χωρικά ύδατα της Αυστραλίας 28 καράβια με 1.675 πρόσφυγες. Συνολικά, την περίοδο της Εργατικής διακυβέρνησης 231 σαπιοκάραβα προερχόμενα από διάφορες περιοχές της Ασίας, ξεφόρτωσαν στην Αυστραλία 11.564 πρόσφυγες.

Οι αριθμοί βεβαιώνουν ότι η πολιτική των κυβερνήσεων Ραντ-Γκίλαρντ δεν απέδωσε. Οι δε σπασμωδικές κινήσεις της κ. Γκίλαρντ –ανακοίνωση συμφωνίας με το Ανατολικό Τιμόρ, εν αγνοία της κυβέρνησης του νησιώτικου κράτους, για μεταφορά προσφύγων στα Νησιά Χριστουγέννων– ενίσχυσαν την εντύπωση, ότι το Εργατικό Κόμμα δεν έχει αξιόλογη, αξιόπιστη και αποτελεσματική λύση του προβλήματος.

Ο μεγάλος αριθμός αφίξεων προσφύγων έχει προκαλέσει ασφυξία στα κέντρα κράτησης μεταναστών, εντός και εκτός Αυστραλίας, κατάσταση που υποχρέωσε την κυβέρνηση Γκίλαρντ να αντιγράψει τον Τζον Χάουαρντ και να «αποφασίζει ποιος θα μπαίνει στην Αυστραλία και πώς θα μπαίνει».
Τέλος ο ανθρωπισμός, τέλος η ανοχή, τέλος η συμπάθεια προς αναξιοπαθούντες συνανθρώπους, που αναζητούν καλύτερο αύριο για τους ιδίους και τις οικογένειές τους στην Αυστραλία. Η συμφωνία με τη Μαλαισία (Malaysia Solution) για ανταλλαγή προσφύγων και η επαναλειτουργία του κέντρου κράτησης προσφύγων στα νησιά Manus της Παπούα-Νέας Γουϊνέας στοχεύουν, ακριβώς, την ανάκτηση του ελέγχου των συνόρων της χώρας και την απομόνωση των προσφύγων εκτός Αυστραλίας όσο θα διαρκεί η διαδικασία αναγνώρισής τους και η διεκπεραίωση των αιτήσεών τους για πολιτικό άσυλο.
Γυρίσαμε, λοιπόν, στο 2001. Γυρίσαμε στην εποχή της «απάνθρωπης» μεταχείρισης προσφύγων, που «το φιλάνθρωπο», αντιπολιτευόμενο, τότε, Εργατικό Κόμμα καταδίκαζε απερίφραστα.

Προσωπικά, αδυνατώ να καταλάβω γιατί οι Εργατικές κυβερνήσεις Ραντ-Γκίλαρντ επιμένουν στην αναποτελεσματική, δαπανηρή λύση της μεταφοράς και απομόνωσης των προσφύγων εκτός Αυστραλίας, αντί της ταχύρυθμης διαδικασίας επιβεβαίωσης της ταυτότητας των αλλοδαπών και της ταχύρυθμης διεκπεραίωσης των αιτήσεών τους για άσυλο.

Η διακίνηση προσφύγων μοιάζει με τη διακίνηση ναρκωτικών. Οργανώνεται και εκτελείται από κυκλώματα που φροντίζουν να βρίσκονται, πάντα, ένα βήμα μπροστά από τις κυβερνήσεις των χωρών-στόχων τους. Η αντιμετώπισή τους απαιτεί μέτρα που θα παράξουν άμεσα αποτελέσματα. Διαφορετικά, θα χρειαστούμε ολόκληρο τον Ειρηνικό να απομονώνουμε τους πρόσφυγες και το μισό πλούτο της Αυστραλίας για να τους φυλάμε και να τους περιθάλπουμε, εισπράττοντας για «τους κόπους μας» την εγχώρια και τη διεθνή κριτική.