Οι οικονομικές εξελίξεις των τελευταίων εβδομάδων, με την υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας των Ηνωμένων Πολιτειών, και τις χειμαζόμενες οικονομίες της Ιταλίας και της Ισπανίας, φέρνουν στην επικαιρότητα το ερώτημα αν ο θεσμός της Ευρωζώνης, αλλά και ολόκληρης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κλυδωνίζεται.
Πριν προχωρήσω στην εξέταση του υπό συζήτηση θέματος, κρίνω πως χρειάζονται κάποια επεξηγηματικά σχόλια αναφορικά με τη σχέση της Ευρωζώνης με την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ).

Ευρωζώνη ονομάζεται μια ομάδα 17 κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα οποία έχουν οικειοθελώς καταργήσει το εθνικό τους νόμισμα και το έχουν αντικαταστήσει με το ευρώ, που αποτελεί το κοινό νόμισμα της Ευρωζώνης.
Η Ευρωζώνη απαρτίζεται από τα ακόλουθα 17 κράτη-μέλη της ΕΕ, κατά αλφαβητική σειρά: Αυστρία, Βέλγιο, Γαλλία, Γερμανία, Ελλάδα, Εσθονία, Ιρλανδία, Ισπανία, Ιταλία, Κύπρος, Λουξεμβούργο, Μάλτα, Ολλανδία, Πορτογαλία, Σλοβακία, Σλοβενία, Φινλανδία.

Τα υπόλοιπα 10 κράτη-μέλη της ΕΕ που έχουν κρατήσει τα εθνικά τους νομίσματα είναι τα ακόλουθα:
Βουλγαρία, Δανία, Ηνωμένο Βασίλειο (Βρετανία), Λετονία, Λιθουανία, Ουγγαρία, Πολωνία, Ρουμανία, Σουηδία, Τσεχία.
Ο πληθυσμός των 17 κρατών-μελών της Ευρωζώνης ανέρχεται σε 325 εκατομμύρια, ενώ ο πληθυσμός των 27 κρατών-μελών της ΕΕ φτάνει τα 500 εκατομμύρια.
Σημαντικός είναι ο ρόλος που διαδραματίζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) στο πλαίσιο της Ευρωζώνης. Η αποστολή της ΕΚΤ είναι να διαχειρίζεται το ευρώ και να μεριμνά για τη διαφύλαξη της σταθερότητας των τιμών στην Ευρωζώνη. Από κοινού με τις εθνικές κεντρικές τράπεζες των κρατών-μελών της Ευρωζώνης, η ΕΚΤ καθορίζει και υλοποιεί την νομισματική πολιτική. Η Τράπεζα εδρεύει στη Φραγκφούρτη της Γερμανίας.

Από τη στήλη αυτή αναφέρομαι συχνά στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ). Το ΑΕΠ είναι το άθροισμα της αξίας όλων των αγαθών και υπηρεσιών που παρήγαγε μια χώρα μέσα σε ένα έτος. Οι μεταβολές που σημειώνονται στο ΑΕΠ αποτελούν ένδειξη των οικονομικών επιδόσεων μιας χώρας. Η αύξηση του ΑΕΠ μιας χώρας από τον ένα χρόνο στον επόμενο μας δίνει το ποσοστό της οικονομικής ανάπτυξης, ενώ η μείωσή του δείχνει πως η οικονομία της χώρας βρίσκεται σε ύφεση.

Πρόσφατες κυβερνητικές εκτιμήσεις ανεβάζουν το ποσοστό της ύφεσης στην Ελλάδα στο 5% του ΑΕΠ για το 2011. Λόγω της μείωσης στα έσοδα του κράτους εξαιτίας της ύφεσης, το έλλειμμα στον προϋπολογισμό για το οικονομικό έτος 2011-2012 θα ανέβει από 7,5% του ΑΕΠ που είχε προβλέψει η Κυβέρνηση στο 8,5%. Μεταφραζόμενο σε ευρώ, το έλλειμμα για το 2011 προβλέπεται να ανέλθει στα 15,6 δισεκατομμύρια ευρώ, πράγμα που σημαίνει πως η Ελλάδα μόνο με επιπρόσθετο δάνειο μπορεί να το καλύψει. Με άλλα λόγια, το ήδη υψηλό δημόσιο χρέος της Ελλάδας – το υψηλότερο στην Ευρωζώνη ως ποσοστό του ΑΕΠ – συνεχίζει να αυξάνεται, καθιστώντας προβληματική την αποπληρωμή του.

Τους τελευταίους μήνες γίνεται συχνή αναφορά στο μεγάλο δημόσιο χρέος που έχουν και κάποια άλλα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης. Το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν αυτές οι χώρες επιτείνεται και από το γεγονός ότι οι οικονομίες τους βρίσκονται σε ύφεση.

Σε αυτές τις χώρες το ΑΕΠ μειώνεται, αντί να αυξάνεται από χρόνο σε χρόνο. Αυτό σημαίνει πως τα εισοδήματα της πλειονότητας των κατοίκων μένουν στατικά, ή και μειώνονται, οδηγώντας στη μείωση της κατανάλωσης αγαθών και της χρήσης διαφόρων υπηρεσιών.

Παράλληλα, και τα έσοδα του κράτους περιορίζονται, δυσχεραίνοντας την ικανότητά του να ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις του απέναντι στους πολίτες, αλλά και απέναντι στους δανειοδότες. Σε τέτοιες περιπτώσεις οι κυβερνήσεις των ήδη υπερχρεωμένων κρατών έχουν δύο επιλογές: ή να συνάψουν νέα δάνεια, ή να κηρύξουν πτώχευση.

ΟΙ ΑΝΙΣΟΤΗΤΕΣ ΜΕΤΑΞΥ ΒΟΡΡΑ ΚΑΙ ΝΟΤΟΥ

Στην παραπάνω κατάσταση βρέθηκαν αρχικά τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης Ελλάδα, Πορτογαλία και Ιρλανδία, καθιστώντας αναγκαία τη δανειοδότησή τους από το ταμείο της ΕΕ.

Τώρα όμως, με τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν η Ιταλία και η Ισπανία, απειλείται χρηματοπιστωτική κρίση όχι μόνο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και σε παγκόσμια κλίμακα.

Το ερώτημα που τίθεται σήμερα είναι αν η Ευρωζώνη, και το κοινό νόμισμα ευρώ, θα οδηγήσουν στην επίτευξη του στόχου για την οικονομική σύγκλιση μεταξύ των χωρών του πλούσιου Βορρά και του φτωχού Νότου, ως προοίμιο για την κοινωνική συνοχή και αλληλεγγύη μεταξύ των λαών τους. Από την ικανότητα της Ευρωζώνης να ξεπεράσει τα οικονομικά προβλήματα των κρατών-μελών της θα εξαρτηθεί η βιωσιμότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο μέλλον.
Το πρόβλημα, όπως αυτό έχει έρθει στην επιφάνεια πρόσφατα, είναι η χαμηλή παραγωγικότητα και η έλλειψη ανταγωνιστικότητας των κρατών-μελών της νοτιοδυτικής Ευρώπης, καθώς και τα μεγάλα δημόσια χρέη τους.

Αποτελεί κοινή ομολογία πως η οικονομική ανισορροπία μεταξύ των κρατών-μελών του Νότου και του Βορρά δεν μπορεί να ξεπεραστεί καθόσον η Ευρωπαϊκή Ένωση λειτουργεί ως μια τεράστια αγορά, χωρίς όμως ισχυρούς μηχανισμούς οικονομικής και πολιτικής διακυβέρνησης.

Αποτελεί κοινή γνώση πως όταν δεν υπάρχουν παρεμβατικοί μηχανισμοί, η οικονομική συνεργασία μεταξύ περισσότερο και λιγότερο ανεπτυγμένων οικονομιών τείνει να ευνοεί τις πρώτες εις βάρος των δεύτερων. Με άλλα λόγια, όσο οι εμπορικές συναλλαγές ευνοούν χώρες όπως η Γερμανία και η Γαλλία, τότε η Ελλάδα, η Ιταλία, η Ισπανία και η Πορτογαλία θα συνεχίζουν να έχουν οικονομικά προβλήματα. Βέβαια τα προβλήματα των χωρών αυτών επιδεινώνονται και από την αναποτελεσματική πολιτική που ακολουθούν οι κυβερνήσεις τους.

Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε πως η οικονομική βοήθεια που έπαιρναν τα κράτη-μέλη της νοτιοδυτικής Ευρώπης από τα κράτη-μέλη του Βορρά, αντί να χρησιμοποιηθεί για έργα υποδομής και εκσυγχρονισμού, διατέθηκε σε μεγάλο ποσοστό για τον πλουτισμό ομάδων με πελατειακές διασυνδέσεις με τις κυβερνήσεις, ή και δεν αξιοποιήθηκε καθόλου.

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΕΛΠΙΔΑ ΤΟ ΕΥΡΩΟΜΟΛΟΓΟ

Τελευταία γίνεται πολύς λόγος για το ευρωομόλογο, ότι δηλαδή αποτελεί τη μόνη ελπίδα να στηριχθούν τα κράτη του Νότου, για να αποφύγουν την χρεοκοπία.
Ένας από τους υπέρμαχους του ευρωομόλογου είναι ο Τζόζεφ Στίγκλιτς, Καθηγητής Οικονομικών, και κάτοχος του βραβείου Νόμπελ, ο οποίος αποφαίνεται πως «Αν δεν προωθηθεί κάποιο πλαίσιο, όπως αυτό των ευρωομολόγων, θα είναι πολύ δύσκολο για τις χώρες της Ευρωζώνης που αντιμετωπίζουν προβλήματα να μπορέσουν να καλύψουν τις δανειακές ανάγκες τους», αθηναϊκή εφημερίδα Πρώτο Θέμα, 16/8/11.

Αν τελικά επέλθει συμφωνία, τα ευρωομόλογα θα εκδίδονται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και θα διακινούνται όπως τα ομόλογα μεμονωμένων χωρών, με τη διαφορά ότι θα έχουν την εγγύηση των κρατών-μελών της Ευρωζώνης. Με άλλα λόγια, θα είναι πιο αξιόπιστα από τα ομόλογα που εκδίδουν χώρες όπως η Ελλάδα, η Πορτογαλία, η Ιρλανδία, η Ισπανία και η Ιταλία, δηλαδή χώρες που είναι γνωστό ότι είναι ήδη υπερχρεωμένες.
Διά μέσου του ευρωομόλογου οι χώρες του Νότου θα δανείζονται από την διεθνή χρηματαγορά με τα ίδια επιτόκια που δανείζονται οι ισχυρές οικονομικά χώρες του Βορρά, που είναι πολύ χαμηλά.

Για παράδειγμα, αν η Ελλάδα σήμερα ήθελε να συνάψει δάνειο από την διεθνή χρηματαγορά για μια δεκαετία, το επιτόκιο θα είναι 14,5% το χρόνο. Αν υποθέσουμε ότι θέλει να δανεισθεί 10 δισεκατομμύρια ευρώ, σε δέκα χρόνια θα πρέπει να επιστρέψει 24,5 δισεκατομμύρια ευρώ, δηλαδή 10 δισεκατομμύρια ευρώ που θα είναι το αρχικό κεφάλαιο, και 14,5 δισεκατομμύρια ευρώ που θα είναι οι τόκοι για τα 10 χρόνια.
Αν η Ευρωζώνη είχε υιοθετήσει το ευρωομόλογο, με τα σημερινά δεδομένα, για ένα δάνειο 10 δισεκατομμυρίων ευρώ για 10 χρόνια και με επιτόκιο 4% η Ελλάδα θα πρέπει στο τέλος της δεκαετίας να επιστρέψει 14 δισεκατομμύρια ευρώ, δηλαδή το κεφάλαιο των 10 δισεκατομμυρίων, και 4 δισεκατομμύρια για τους τόκους. Με άλλα λόγια, θα έχει γλιτώσει 10,5 δισεκατομμύρια ευρώ.

Μετά από συνάντησή τους την περασμένη εβδομάδα η Γερμανίδα Καγκελάριος Άγκελα Μέρκελ και ο Γάλλος Πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί δήλωσαν πως θα αργήσει να θεσπιστεί και να καταστεί διαθέσιμο στους επενδυτές το ευρωομόλογο, τονίζοντας ότι θα επικεντρωθούν στην οικονομική ολοκλήρωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Κατά την κοινή συνέντευξη τύπου που παραχώρησαν οι δύο ηγέτες ανακοίνωσαν ότι θα επιδιώξουν να διασφαλίσουν καλύτερη οικονομική διακυβέρνηση για την Ευρωζώνη μέσω της σύγκλησης, δύο φορές τον χρόνο, συνόδων κορυφής των ηγετών των χωρών-μελών.

Πρόσφατες εκτιμήσεις οικονομολόγων και επενδυτών προβλέπουν πως οι ηγέτες της Γερμανίας και της Γαλλίας ενδέχεται να αναγκαστούν να υποκύψουν στις πιέσεις των αγορών, και να προχωρήσουν στην έκδοση ευρωομολόγου ακόμα και εντός του 2012.

Ιδιαίτερα τώρα που και η Ιταλία και η Ισπανία έχουν προστεθεί στις χώρες της Ευρωζώνης που χρειάζονται οικονομικά πακέτα, όπως η Ελλάδα, η Πορτογαλία και η Ιρλανδία, το ευρωομόλογο ίσως να αποβεί η ασφαλιστική δικλίδα που θα αποτρέψει την έκρηξη της Ευρωζώνης, και στη συνέχεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης.