Το βιβλίο αυτό εξιστορεί με κάθε λεπτομέρεια τη ζωή και τη δράση του Γάλλου Γουσταύου Φλουράνς (Gustave Flourens), ο οποίος ήταν διεθνιστής σοσιαλιστής που δραστηριοποιήθηκε μεταξύ άλλων και στον ελλαδικό χώρο.

Καθηγητής πανεπιστημίου, φυσιολόγος, συγγραφέας αλλά και μαχητικός δημοσιογράφος, οπαδός των ιδεών του Αύγουστου Μπλανκί, καταδιώχθηκε για τις ιδέες και τη δράση του από το γαλλικό κράτος.

Κατέφυγε ως εθελοντής στην Kρήτη το 1866 με ένα σώμα Γάλλων και Iταλών πολιτικών προσφύγων, στο οποίο συμμετείχαν κυρίως σοσιαλιστές και άλλοι ριζοσπάστες οι οποίοι είχαν διαφύγει από τις χώρες τους μετά την ήττα των επαναστατικών κινημάτων του 1848-1849. Στην Kρήτη παρέμεινε μέχρι το 1869. Έπειτα, εγκαταστάθηκε στην Aθήνα και ήταν ένας από τους πρωτεργάτες των επεισοδίων εναντίον του βασιλιά Γεωργίου A’ και του Γάλλου πρέσβη. Σε μια συγκέντρωση των φοιτητών τον Mάρτιο του 1866 στα Προπύλαια του Πανεπιστημίου, στην οποία ήταν ο βασικός ομιλητής, συνελήφθη, αλλά απελευθερώθηκε και επέστρεψε στην Kρήτη. Aπό εκεί, με τηλεγράφημά του προς τον Γάλλο πρόεδρο Θιέρσο, ζητούσε την προάσπιση των δικαιωμάτων του κρητικού λαού. H Eθνοσυνέλευση της Kρήτης τον ανακήρυξε επίτιμο δημότη και το καλοκαίρι του 1868 εκλέχθηκε πληρεξούσιος του νησιού. Με την ιδιότητά του αυτή, μετέβη ξανά στην Aθήνα για να συνομιλήσει με το βασιλιά Γεώργιο, ο οποίος όμως δεν τον δέχθηκε και συνελήφθη αμέσως.

Γνωρίσθηκε με τον Σμυρνιό αναρχοσοσιαλιστή Eμμανουήλ Δαούδογλου και συνδέθηκε με ένα μικρό κύκλο επαναστατών στην Αθήνα. Παράλληλα, εξέδωσε και τη γαλλόφωνη εφημερίδα «Ελληνική Aνεξαρτησία» («Independance Hellenique») όπου κατήγγειλε την επίσημη πολιτική της Γαλλίας στο Kρητικό Zήτημα. Tότε ο Γάλλος πρέσβης ζήτησε την άμεση απέλασή του, αλλά ξέσπασαν διαδηλώσεις συμπαράστασης και ένας από τους επώνυμους που του συμπαραστάθηκαν ενεργά ήταν ο Eπτανήσιος ριζοσπάστης βουλευτής Pόκκος Xοϊδάς. Όμως η απέλασή του πραγματοποιήθηκε τελικά με τη δικαιολογία ότι πήγαινε τις νύχτες έξω από τη γαλλική πρεσβεία στην Aθήνα και τραγουδούσε επαναστατικούς ύμνους (!) Kατέφυγε τότε στην Kωνσταντινούπολη, όπου εξέδωσε τη γαλλόφωνη εφημερίδα «O Aστήρ της Aνατολής».

Μετέπειτα βρέθηκε στη Νάπολη, όπου και συνελήφθη ξανά εξαιτίας ενός άρθρου του στην «Popolo d’ Italia», στο οποίο κατηγορούσε τους ηγέτες των ευρωπαϊκών χωρών. Αποφυλακίστηκε, με την καταβολή εγγύησης από τους Ιταλούς συντρόφους του και επέστρεψε, στα τέλη του 1868, στο Παρίσι.

Το 1871 πήρε μέρος στην Παρισινή Kομμούνα και αναδείχτηκε μάλιστα μέλος της Επαναστατικής Επιτροπής και διοικητής τάγματος. Με την κατάπνιξη της Κομμούνας συνελήφθη και δολοφονήθηκε στις Βερσαλλίες.

Ο Γουσταύος Φλουράνς έζησε, στα 33 χρόνια της ύπαρξής του (1838-1871), μια ζωή πολυτάραχη. Ψηλός, ευκίνητος και αριστοκρατικός, με τα ξανθά μαλλιά να πλαισιώνουν ένα ευρύ μέτωπο, ντυμένος με τη μακριά μαύρη ρεντιγκότα του, τη στολή της γαλλικής εθνοφρουράς ή τη φορεσιά του Κρητικού πολεμιστή, έπαιρνε το λόγο με την ίδια ευχέρεια στα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα, στις επαναστατικές συνελεύσεις και στις λαϊκές συγκεντρώσεις, συνέτασσε με την πυρετώδη γραφίδα του θυελλώδη, λιτά και καυστικά άρθρα, όργωνε ακούραστα τα χιονισμένα βουνά, ύψωνε οδοφράγματα στα παρισινά βουλεβάρτα, εισέβαλλε απρόσκλητος σε βασιλικά ανάκτορα, μονομαχούσε πεισματικά με τους αντιπάλους του και οδηγούσε με τόλμη τους άνδρες του στο πεδίο της μάχης. Φύση ανήσυχη, φλογερή, ενθουσιώδης, τολμηρός, αληθινός περιπλανώμενος ιππότης της επανάστασης, παθιασμένος εραστής των μεγαλόπνοων εγχειρημάτων και ακούραστος κυνηγός των ηρωικών περιπετειών, ενσαρκώνει ιδανικά το ρομαντικό επαναστάτη του 19ου αιώνα.