Μην παρασύρεστε από τις δημοσκοπήσεις και το συστηματικό διωγμό της Τζούλιας Γκίλαρντ από τα μέσα ενημέρωσης, με συμβούλευε φίλος, υπουργός των πρώην κυβερνήσεων Χοκ και Κίτινγκ κατά τη διάρκεια γεύματός μας, προχθές Τρίτη. «Η Τζούλια Γκίλαρντ θα μείνει πρωθυπουργός της χώρας όσο το θελήσει η ίδια» μου τόνισε επανειλημμένα, με ύφος που δεν επιδεχόταν ελάχιστη αμφισβήτηση.
Απόλυτος ο συνομιλητής μου κατά των φημών περί επικείμενης αντικατάστασης της κ. Γκίλαρντ, εξ αιτίας της φθίνουσας δημοτικότητας της ίδιας και της κυβέρνησής της, χαρακτηρίζει τις φήμες «μυθεύματα» που χαλκεύονται στα γραφεία των αντικυβερνητικών ιδιοκτητών των αυστραλιανών μέσων ενημέρωσης.
Για ευνόητους λόγους δεν μπορώ να δημοσιεύσω το όνομα του συνομιλητή μου. Δημοσιεύω, όμως, τα βασικά σημεία της ανάλυσής του, διότι στέκουν στην κοινή και την πολιτική λογική και συμφωνώ απόλυτα μαζί του.
Η αντικατάσταση της πρωθυπουργού δεν είναι η λύση του προβλήματος του Εργατικού Κόμματος, εκτός εάν το Εργατικό Κόμμα ομολογήσει ότι άγεται και φέρεται από τις δημοσκοπήσεις. Τέτοια ομολογία θα πλήξει καίρια την αξιοπιστία της ηγεσίας του, που ισχυρίζεται μονίμως ότι δεν κυβερνά με κριτήριο τα πορίσματα δημοσκοπήσεων -όπως οι πρώην κυβερνήσεις Χάουαρντ- αλλά με σταθερό κριτήριο το συμφέρον της χώρας και του λαού.
Κυρίως, όμως, διότι η αλλαγή πρωθυπουργού θα πρέπει να συνοδευτεί από αλλαγή πολιτικής της κυβέρνησης, εξαιρετικά μεγάλο διακύβευμα για το Εργατικό Κόμμα. Θα αποσύρει ή θα τροποποιήσει ο νέος πρωθυπουργός το φόρο διοξειδίου του άνθρακα ή το φόρο των υπερκερδών της εξορυκτικής βιομηχανίας, τις δύο ιστορικές μεταρρυθμίσεις της κυβέρνησης Γκίλαρντ; Σαφώς, όχι, διότι υπαναχώρηση στα θέματα αυτά θα επιταχύνει την πτώση της κυβέρνησης.
Ο αντικαταστάτης της κ. Γκίλαρντ θα δεχτεί να συνεχίσει την πολιτική της, ενώ οι δημοσκοπήσεις καταγράφουν συνεχή πτωτική τάση της ψήφου της κυβέρνησης εξ αιτίας του φόρου ρύπανσης, της διαχείρισης του ζητήματος των προσφύγων, του φόρου υπερκερδών των κολοσσών της εξορυκτικής βιομηχανίας; Σαφώς, ναι, διότι η συνέχιση της ίδιας πολιτικής θα είναι μία από τις βασικές προϋποθέσεις επιλογής του για την πρωθυπουργία της χώρας. Τι θα αλλάξει, τότε, εκτός από το πρόσωπο; Και ποιος εγγυάται, ότι η αλλαγή πρωθυπουργού θα αλλάξει τη διάθεση του εκλογικού σώματος;
Και οι ανεξάρτητοι, που στηρίζουν την κυβέρνηση; Πώς θα δεχθούν την αλλαγή του προσώπου με το οποίο συνήψαν τη μετεκλογική συμφωνία για σχηματισμό κυβέρνησης μειοψηφίας; Θα στέρξουν να συνεργαστούν με το νέο πρωθυπουργό ή θα αποσύρουν τη στήριξή τους και θα οδηγήσουν τη χώρα σε πρόωρες εκλογές;
Σε δηλώσεις τους, επί τη ευκαιρία της συμπλήρωσης ενός έτους από τη συμφωνία τους με την κυβέρνηση, οι ανεξάρτητοι έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης στην κ. Γκίλαρντ και τόνισαν, ότι «η ανάκαμψη της ίδιας και της κυβέρνησης δείχνει απίθανη επί του παρόντος, αλλά δεν είναι αδύνατη». Θα δεχθούν, λοιπόν, οι ανεξάρτητοι να προσφέρουν στήριξη σε νέο αρχηγό, χωρίς λαϊκή εντολή και με αμφισβητούμενη νομιμότητα – κατά την έννοια, ότι ο λαός παρέχει, με την ψήφο του, νομιμότητα στους αιρετούς ηγέτες του; Σίγουρα, όχι, διότι θα διακινδυνεύσουν την εκλογή τους στις προσεχείς εθνικές εκλογές.
Η ηρωίδα της «τραγωδίας», η πρωθυπουργός, βλέπει «κάθαρση» με την ψήφο του Εργατικού Κόμματος στην πρώτη κατανομή στο 27% και το ποσοστό επιδοκιμασίας του έργου της στο 23% και ολισθαίνον;
Η κ. Γκίλαρντ προβληματίζεται, αλλά δεν πανικοβάλλεται. Τονίζει σε κάθε ευκαιρία, ότι η κατάσταση είναι αναστρέψιμη και δηλώνει αισιόδοξη για την παραμονή του κόμματός της στην εξουσία. Ίσως έχει κατά νου τον εκλογικό άθλο του πρώην πρωθυπουργού, Πολ Κίτινγκ, στις εθνικές εκλογές του 1993, που κέρδισε τις «χαμένες εκλογές» εναντίον του δρ Τζον Χιούσον.
Μόνο που οι αριθμοί σήμερα είναι πολύ διαφορετικοί από τότε, όσον αφορά την ψήφο του Εργατικού Κόμματος στην πρώτη και στη δεύτερη κατανομή. Κατά γενική ομολογία, η ανάκαμψη του Εργατικού Κόμματος από το 27% στην πρώτη κατανομή και 41% στη δεύτερη θα είναι εξαιρετικά δύσκολή, παρ’ ότι στην πολιτική ποτέ δεν λες ποτέ.
Όπως και να ‘χει το πράγμα η εκλογή νέου αρχηγού του Εργατικού Κόμματος θα είναι πιο οδυνηρή από την εκλογική μάχη με την αξιωματική αντιπολίτευση, διότι θα παγιώσει την εντύπωση ότι το Εργατικό είναι διαλυμένο κόμμα ανίκανο να κυβερνήσει τη χώρα.
Σε τελική ανάλυση η αποκατάσταση του Κέβιν Ραντ, δημοφιλέστερου στελέχους του Εργατικού Κόμματος, είναι εξ ίσου επικίνδυνη με την παραμονή της κ. Γκίλαρντ στην πρωθυπουργία, αφού η δημοτικότητά του δεν οφείλεται στη βελτίωση του πολιτικού του προφίλ, αλλά στη συμπάθεια του λαού για την ανατροπή του.