Όταν πεθάνει κάποιος, υποτίθεται ότι πεθαίνουν και οι αμαρτίες του μαζί. Ό,τι παίρνει δηλαδή στον άλλον κόσμο ό,τι αμαρτωλό έκανε σ’ αυτή τη ζωή.  Ακόμη ότι συγχωρούνται όλα τα κακά και γι’ αυτά δεν μιλάει κανείς.

Όμως, για την περίπτωση «Πρατ» που ξετυλίχθηκε στον ημερήσιο Τύπο φαρδιά–πλατειά και συναγωνίστηκε με τον πολιτικό πνιγμό της Γκίλαρντ, κάθε άλλο παρά ισχύει κάτι τέτοιο.

Το νέο ροζ σκάνδαλο, που σίγουρα κάνει τον εδώ και δύο χρόνια συγχωρεμένο, Ρίτσαρντ Πρατ, να στριφογυρίζει μέσα στο απλό και απέριττο, από ξύλο πεύκου, σεντούκι του, έφτασε στο δικαστήριο προχτές με τη χήρα του Πρατ, τη γλυκύτατη Τζην, να αναγκαστεί να αφήσει το υψηλό πολιτιστικό της έργο, τις φιλανθρωπίες και τις επίσημες δεξιώσεις –πάντα με πολιτιστικό χαρακτήρα– και να ασχολείται με τις πρώην ερωμένες του συζύγου της –μάλιστα π Λιρωμένες πόρνες– που ποτέ, μα ποτέ, όταν τον γνώρισε φοιτητή απένταρο, δεν μπορούσε να φανταστεί ότι θα έτρωγε τέτοιο ρεζιλίκι, όχι μόνο όταν ζούσε ο Πρατ, αλλά και μετά θάνατον.

ΦΛΟΓΕΡΟΣ ΕΡΩΤΑΣ

Τους ένωσε –τότε– ένας φλογερός έρωτας και η ίδια στάθηκε πάντα λαμπάδα δίπλα του, σ’ όλα τα δύσκολα, στους αγώνες του να γίνει από το μηδέν πολυεκατομμυριούχος, αγαπητός και μισητός μαζί, από πολλούς.

Στην κηδεία του ήταν αναγκασμένη να έχει εκεί δίπλα της τη μία από τις πολλές ερωμένες με την οποία είχε κάνει παιδί και ήταν και η πλέον απαιτητική. Ναι, η Σάρι– Λι Χίτσκοκ, συστήθηκε στη χήρα του Πρατ, ο οποίος ήδη, πριν πεθάνει, είχε συστήσει τη νόθο κόρη του Πόλα, στη γυναίκα του. Ευγενική ψυχή η Τζην, τη συμπάθησε τη μικρή και αγκάλιαζοντάς την ψιθύρισε σε όσους την κοίταζαν σα να μην πίστευαν στα μάτια τους ‘τι φταίει το παιδί’. Ναι, όντως το παιδί δεν έφταιγε σε τίποτε.
Ο Πρατ, να σημειωθεί, εξασφάλισε τη μικρή με το υπέρογκο ποσόν των $22 εκ. σε μετοχές.

Να, όμως, που τα βάσανα και το ρεζιλίκι από τα τσιλιμπουρδίσματα του αγαπημένου της Ντικ, δεν σταμάτησαν εδώ για την αξιοπρεπέστατη Τζην. Βγαίνει σήμερα μια άλ Λι πόρνη πολυτελείας –είχε ως φαίνεται αδυναμία σ’ αυτές ο Πρατ– και ούτε λίγο ούτε πολύ επαναλαμβάνει την ιστορία που είχε πει η πρώτη, η Σάρι Λι Χίτσκοκ. Ότι ως π Λιρωμένη «συνοδός» έβγαζε $300.000 το χρόνο και όταν τη γνώρισε ο Ρίτσαρντ, και εκτίμησε δεόντως τα προσόντα της, της πρότεινε να γίνει η αποκλειστική του με $500.000 το χρόνο, αυτοκίνητο Μερσεντές των $100.000 το λιγότερο, π Λιρωμένο ενοίκιο $36.000 το χρόνο και μερικά εκατομμύρια –$5 εκ. για την ακρίβεια– για τα παιδιά της. Δεν τα είχε κάνει μαζί του, αλλά δεν είχε σημασία. Λεφτά υπήρχαν, γιατί να μην είναι και αυτά εξασφαλισμένα. Για ένα χρόνο τα πράγματα πήγαιναν καλά, μέχρι που επανεμφανίστηκε η πρώην του Πρατ, η Σάρι  Λι, και ζήτησε επανασύνδεση. Απαίτησε, μάλιστα, να διακόψει άμεσα σχέσεις με την Μένστισον Άστον, γιατί διαφορετικά δεν επρόκειτο να του επιτρέψει να δει την κόρη του ξανά. Μια κλασσική, αν όχι μπανάλ περίπτωση, όπου τα παιδιά χρησιμοποιούνται ως μέσον εκβιασμού, όταν ο δεσμός αποσυντεθεί και τίποτε άλλο δεν μπορεί να τον σώσει.

Έφυγε όντως η Άστον, μιας και ο Πρατ την περίμενε να μαζέψει τα υπάρχοντά της με την πόρτα ανοιχτή και προσπάθησε να γυρίσει στη δουλειά που ήξερε και εξασκούσε στην προ–Πρατ περίοδο. Για κάποιο λόγο όμως δε φαίνεται να είχε τα προσδοκώμενα κέρδη –εξάλλου είχε δαπανηρό εθισμό να συντηρήσει– οπότε τα βρήκε σκούρα και θυμήθηκε τον πρώην εραστή της. Έκανε ένα πρόχειρο λογαριασμό και βρήκε ότι αν δεν είχε γυρίσει η πρώην του Πρατ και δεν του είχε βάλει τα δυο πόδια σ’ ένα παπούτσι, θα ήταν βασίλισσα ή πριγκίπισσα το λιγότερο.

Κάνει λοιπόν την πρώτη επαφή και η απάντηση που πήρε δεν ήταν ικανοποιητική, ως φαίνεται, μιας και ο Πρατ καλά ήταν εκεί που ήταν με τα πήγαινε–έλα στο Σίδνεϊ και δυο κούκλες να τον περιμένουν. Μαμά και κόρη.

ΜΕΡΙΔΙΟ

Σήμερα η Άστον έρχεται και ζητά μερίδιο $10εκ. από την περιουσία του Πρατ. «Δικαιούμαι τουλάχιστον αυτά που μου υποσχέθηκε» λέει.
Για όλα αυτά η Άστον δεν έχει αποδείξεις εκτός από ένα γράμμα που έστειλε στον Πρατ όταν εκείνος την εγκατέλειψε για να γυρίσει στη Σάρι Λι, όπου του έλεγε ότι είναι «πανί με πανί».

Η οικογένεια Πρατ επιστράτευσε έναν από τους μεγαλοδικηγόρους της Μελβούρνης, τον Ρόμπερτ Ρίχτερ, ο οποίος δεν πρόκειται να την αφήσει σε χλωρό κλαρί. Βγήκαν και άλλα άπλυτα στο σχοινί, όπως εξάρτηση από κοκαΐνη καθώς και το γεγονός ότι ο Πρατ την υποχρέωσε να έχει σεξουαλικές σχέσεις και με τον σωματοφύλακά του, το οποίον φοβόταν ότι μια μέρα μπορούσε να τον εκβιάσει γιατί γνώριζε πάρα πολλά.
«Για όλα αυτά που λες δεν υπάρχει καμία απόδειξη. Απλά είναι οι ισχυρισμοί σου απέναντι σ’ έναν νεκρό που δε μπορεί να μιλήσει», είπε ο κ. Ρίχτερ και ο καθένας μπορεί να βγάλει τα συμπεράσματά του. Η ακροαματική διαδικασία, εν τω μεταξύ, συνεχίζεται και η δικαστική απόφαση θα πάρει, ως φαίνεται, αρκετές μέρες, για να βγει.

Η Τζην, εν τω μεταξύ, περιμένει στωικά, διερωτώμενη τι άλλο ακόμη θα ξεθαφτεί από το πολυτάραχο παρελθόν του αγαπημένου της…