Η άφιξη άλλων δύο φουρνιών προσφύγων -175 τον αριθμό- την περασμένη Παρασκευή, στο Νησί των Χριστουγέννων, κατέστησε εντονότερη τη διαμάχη μεταξύ Γκίλαρντ και Άμποτ αναφορικά με το ποιος από τους δύο δίνει το πράσινο φως στους λαθρέμπορους προσφύγων.
Η πρωθυπουργός προσπαθεί ν’ αλλάξει τη νομοθεσία ώστε η αξιολόγηση προσφύγων που ζητούν άσυλο στην Αυστραλία να γίνεται εκτός της χώρας και, κατά συνέπεια, να μπει σε ισχύ η Συμφωνία Μαλαισίας. Ο αρχηγός του Συνασπισμού, από την άλλη πλευρά, δεν πρόκειται, όπως δηλώνει, να συνεργαστεί μαζί της και να στηρίξει «μια ανίκανη κυβέρνηση να εξακολουθεί να είναι στην αρχή».
Ο Τόνι Άμποτ υποστηρίζει ότι αν συμφωνήσει στην αλλαγή της νομοθεσίας, πρέπει η αξιολόγηση να γίνεται μόνο σtο Nauru.
Επ’ αυτού, η Γκίλαρντ θα πει ότι ‘σύμφωνα με τις εκτιμήσεις ειδικών αξιωματούχων, μια τέτοια προσέγγιση δεν θα λύσει το πρόβλημα, δεν θα αποτρέψει τους λαθρέμπορους προσφύγων να κατευθύνουν τα σαπιοκάραβά τους στην Αυστραλία. Μετά την τελευταία άφιξη των προσφύγων, η επίθεση κατά του Άμποτ υπήρξε σφοδρή και η απόδοση ευθυνών στο πρόσωπό του ευθεία.
«Αν ο κ. Άμποτ εξακολουθεί να αρνείται να εξυπηρετήσει το εθνικό συμφέρον, θα είναι υπεύθυνος για την μεγέθυνση του προβλήματος.
Προς το παρόν, εκτιμά ότι εκείνο που του συμφέρει πολιτικά είναι να έρχονται όσο γίνεται περισσότερες βάρκες προσφύγων στη χώρα. Μέχρι εκεί φτάνει η ασυνειδησία του».
«Τον έχουμε ακούσει πολλές φορές να λέει, θα συνεχίσει η Τζούλια Γκίλαρντ, ότι επιθυμεί να σταματήσει τις βάρκες των προσφύγων να φτάνουν στην Αυστραλία. Σήμερα θα ήθελα να σκεφτεί σοβαρά και να πει με ειλικρίνεια αν αυτή του η δήλωση ευσταθεί. Αν θα έχει κάποιο περιεχόμενο στο μέλλον.
Από την πλευρά του, ο Άμποτ απαντά ότι «μια πρωθυπουργός που δεν είναι σε θέση να προστατεύσει τα νερά της χώρας, είναι εμφανές ότι έχει αποτύχει στο υψηλότερο καθήκον που της έχει ανατεθεί».
Το νομοθέτημα θα μπει σε ψηφοφορία σε δεκαπέντε μέρες. Ο Άμποτ έχει ήδη δηλώσει ότι δεν θα το ψηφίσει αν ως τόπος αξιολόγησης των προσφύγων είναι και η Μαλαισία.
Οι διαξιφισμοί συνεχίζονται, με τον Άμποτ να λέει ευθέως ότι δεν πρόκειται να ‘δώσει το φιλί της ζωής σε μια πρωθυπουργό που χαροπαλεύει’, και την Γκίλαρντ να ρίχνει φως στα πραγματικά του κίνητρα.