Το παρόν βιβλίο εκδόθηκε πριν μερικά χρόνια και αποτελεί ενδελεχή μελέτη της ταραχώδους ζωής και του έργου της Κατερίνας Γώγου. Διάλεξα αυτό το βιβλίο γιατί σαν λίγες μέρες πριν (3 Οκτωβρίου) πριν 18 χρόνια, μας άφησε η ελεύθερη, ευαίσθητη και επαναστατική ψυχή της Κατερίνας Γώγου… Τραγικό το ότι στις 3 Οκτωβρίου κηδεύτηκε και ο σύντροφός της σκηνοθέτης Παύλος Τάσσιος, δημιουργός των «Παραγγελιά» (1980), «Νοκ Άουτ» (1986) κ.ά. σαν να «επέλεξε» αυτή τη μέρα για να ανταμώσει ξανά με την Κατερίνα. Και όλα αυτά λίγες μέρες μετά το θάνατο του Νίκου Κοεμτζή, ουσιαστικού πρωταγωνιστή της «Παραγγελιάς».
Στους πολλούς, η Κατερίνα Γώγου έγινε γνωστή ως μια καλή ηθοποιός του παλαιού ελληνικού κινηματογράφου, μέσα από την εικόνα του χαριτωμένου, ατίθασου, τσαμπουκαλεμένου τρελοκόριτσου. Η ηθοποιός Γώγου, όμως, των δεκαετιών του ’60 και του ’70, συμπορεύτηκε, από τα τέλη της δεκαετίας του ’70, παράλληλα με τη ηθοποιία, και με την ποίηση. Παρουσίασε, μέσα από τα ραγισμένα ποιήματά της, ένα ξεχωριστό ποιητικό πρόσωπο, που σημάδεψε τη σύγχρονη ελληνική ποίηση.
«Ντούκου ντούκου η γραφομηχανή, φαίνεται εμπνέει το ντούκου ντούκου», την πείραζε ο Νικόλας Άσιμος. Κι ας ήξερε πως κι η Κατερίνα Κροκανθρώπους αναζητούσε. Αλλά κι εκείνη τον προειδοποιούσε: «Ξέρω πως ποτέ δε σημαδεύουνε στα πόδια. Στο μυαλό είν` ο στόχος, το νου σου, ε;». «Πρέζες υπάρχουν πολλές, αλλά η ηρωίνη σκοτώνει», της τραγουδούσε ο Παύλος Σιδηρόπουλος και η Κατερίνα έδειχνε να συμφωνεί: «Μιλάω για την ηρωίνη γιατί αποδεκάτισε τα παιδιά»…
Η Κατερίνα Γώγου γεννήθηκε στην Αθήνα την 1η Ιούνη 1940. Από πολύ μικρή, 5 χρονών, ως παιδί-θαύμα, δούλεψε σε παιδικούς θιάσους και στη συνέχεια επαγγελματικά, ως ηθοποιός στον κινηματογράφο και στο θέατρο. Συμμετείχε σε πολλές ταινίες, πήρε το Κρατικό Βραβείο Ερμηνείας και μοιράστηκε το Βραβείο Σεναρίου με τον Ανδρέα Θωμόπουλο. Παντρεύτηκε τον σκηνοθέτη Παύλο Τάσιο και απέκτησαν μια κόρη, την Μυρτώ Τάσιου.
Η μεγάλη της αγάπη, όμως, ήταν η ποίηση. «Εκείνο που φοβάμαι πιο πολύ είναι μη γίνω “ποιητής” / Μην κλειστώ στο δωμάτιο ν’ αγναντεύω τη θάλασσα κι απολησμονήσω. / Μην κλείσουνε τα ράμματα στις φλέβες μου / κι από θολές αναμνήσεις και ειδήσεις της ΕΡΤ / μαυρίζω χαρτιά και πλασάρω απόψεις. / Μη με αποδεχτεί η ράτσα που μας έλειωσε για να με χρησιμοποιήσει. / Μη γίνουνε τα ουρλιαχτά μου μουρμούρισμα για να κοιμίζω τους δικούς μου. / Μη μάθω μέτρο και τεχνική και κλειστώ / μέσα σε αυτά για να με τραγουδήσουν» έγραφε.
Έτσι μετατρέπεται στην επαναστάτρια ποιήτρια που αρχίζει να γράφει «για τον εαυτό μου, από αγανάκτηση για το κακό και από αγάπη για τον άνθρωπο και τη ζωή”. Αποκλήθηκε «Μαγιακόφσκι της Πλατείας Εξαρχείων». Το παρόν βιβλίο μιλάει για την ποίηση της Γώγου και το όνειρο της επανάστασης έτσι όπως διαψεύστηκε και άφησε την ποιήτρια χωρίς ελπίδα, χωρίς θέση στην πατριαρχική κοινωνία, χωρίς γλώσσα ικανή να εκφράσει τις ιδέες και τα αισθήματά της ως γυναίκα και ως πολιτικό ον.
Η Κατερίνα Γώγου έχει ήδη βρει τη θέση της ανάμεσα στις άλλες πεισιθάνατες ποιήτριες Σάρα Κέιν, Σύλβια Πλαθ, Βιρτζίνια Γουλφ, Μαρίνα Ζβετάεβα, Ανν Σέξτον και άλλες.