Κατά παράβαση της λαϊκής θέλησης, η εθνική βουλή ψήφισε χθες τον πολυνόμο της κυβέρνησης Γκίλαρντ, για την επιβολή φόρου διοξειδίου του άνθρακα στους ρυπαντές του περιβάλλοντος.
ΟΙ κυβερνητικοί χαρακτηρίζουν την ψήφιση της «ιστορικής φορολογικής μεταρρύθμισης» «μεγάλη νίκη» της αμφισβητούμενης –από συντρόφους και αντιπάλους– πρωθυπουργού, Τζούλια Γκίλαρντ.
Δεν γνωρίζω με ποια κριτήρια οι κυβερνητικοί χαρακτηρίζουν την ψήφιση του νόμου «νίκη» της πρωθυπουργού και της κυβέρνησης, διότι η τελευταία δημοσκόπηση της Newspoll –ανάλυση της οποίας θα διαβάσετε σε άλλη σελίδα– διαπιστώνει, ότι η κλιματική αλλαγή είναι το τελευταίο θέμα που απασχολεί το μέσο ψηφοφόρο της χώρας. Μόνον το 17% των ψηφοφόρων κατατάσσει την κλιματική αλλαγή στα μείζονα θέματα, έναντι του 78% που θεωρεί τη δημόσια υγεία κυρίαρχο θέμα.
Ομολογουμένως, η γνώμη του μέσου πολίτη για την ωφελιμότητα ή μη του φόρου διοξειδίου του άνθρακα εδράζεται, κυρίως, στην πολεμική της αξιωματικής αντιπολίτευσης και των οργανωμένων συμφερόντων, παρά στην ανάγκη να λάβουμε μέτρα σήμερα για την προστασία μας από την κλιματική αλλαγή.
Η κινδυνολογία της αντιπολίτευσης για κατάρρευση της εθνικής οικονομίας από το φόρο ρύπανσης, για δυσβάστακτη επιβάρυνση της μέσης οικογένειας από τον επίμαχο φόρο, για αποτροπή επενδύσεων στην αυστραλιανή οικονομία και, γενικά, για ζημιογόνα βιασύνη της κυβέρνησης να επιβάλει φόρο ρύπανσης ενώ οι μεγάλοι ρυπαντές του πλανήτη αρνούνται ή αδιαφορούν, έχει αποπροσανατολίσει το λαό.
Μέγα μέρος της ευθύνης για την «πλύση εγκεφάλου» του λαού από την αντιπολίτευση και τα οργανωμένα συμφέροντα φέρει η ίδια η κυβέρνηση. Η έλλειψη κυβερνητικής στρατηγικής ενημέρωσης του λαού για τα μακροπρόθεσμα οφέλη που θα προκύψουν από τη μείωση της ρύπανσης του περιβάλλοντος, η αποσπασματική, αναποτελεσματική προβολή της αποζημίωσης, που θα προσφέρει το κράτος στο λαό και τους ρυπαντές, άφησαν στην αντιπολίτευση ελεύθερο πεδίο δράσης.
Οι παραλείψεις και οι αδυναμίες της κυβέρνησης μηδενίστηκαν από τη χθεσινή ψήφιση του νόμου. Στους κυβερνητικούς κύκλους ισχύει, από χθες, το «τέλος καλό, όλα καλά», αν και η αξιοπιστία της πρωθυπουργού και η ικανότητα της κυβέρνησης να διαχειριστεί τις σοβαρές υποθέσεις της χώρας έχουν τρωθεί σημαντικά.
Δεδομένης της ψήφισης του πολυνόμου και από τη Γερουσία, ας δούμε τι θα ισχύσει από την 1η Ιουλίου 2012, που θα επιβληθεί, ποιοι θα ζημιωθούν και ποιοι θα ωφεληθούν.
Η κυβέρνηση γνωστοποίησε εξ αρχής, ότι ο φόρος διοξειδίου του άνθρακα θα επιβαρύνει οκτώ, περίπου, εκατομμύρια πολιτών – πολίτες με χαμηλά εισοδήματα. Οι πολίτες αυτοί θα αποζημιωθούν με μείωση φόρων, αύξηση βοηθημάτων και επιδομάτων.
Υπολογίζεται, ότι ο φόρος θα επιβαρύνει τις δαπάνες της μέσης οικογένειας κατά $9,90 την εβδομάδα. Η κυβέρνηση υπόσχεται να καλύψει το κόστος αυτό προσφέροντας στη μέση οικογένεια εβδομαδιαία αποζημίωση $10,10 – δηλαδή 20 σεντς περισσότερα, από αυτά που θα κοστίσει ο νέος φόρος.
Το αρχικό κόστος του διοξειδίου του άνθρακα καθορίστηκε σε $23 τον τόνο και, σύμφωνα με τις κυβερνητικές εξαγγελίες, ο φόρος θα επιβληθεί σε 500, περίπου, ιδιωτικές επιχειρήσεις, που θεωρούνται «μεγαλύτεροι ρυπαντές» του περιβάλλοντος.
Ο φόρος θα καλύπτει το 60% των ρύπων που αποδεσμεύονται στην ατμόσφαιρα από τις διάφορες παραγωγικές δραστηριότητες. Θα εξαιρεθούν από το φόρο η γεωργοκτηνοτροφία, τα υγρά καύσιμα και τα μικρά φορτηγά οχήματα.
Ο φόρος ρύπανσης αναμένεται να αποφέρει 9 δισεκατομμύρια δολάρια, χρήματα που δεν θα καταλήγουν στα δημόσια ταμεία. Η κυβέρνηση τόνισε επανειλημμένα και σε όλους τους τόνους, ότι δεν πρόκειται για φορομπηχτικό μέτρο, αλλά για μέτρο προστασίας του περιβάλλοντός. Ο εισπραττόμενος φόρος θα διατίθεται για την προστασία των εργασιών των πολιτών, που απασχολούνται από ιδιωτικές επιχειρήσεις με υψηλούς δείκτες ρύπανσης του περιβάλλοντος.
Οι ευάλωτες μικρομεσαίες επιχειρήσεις με περιορισμένες δυνατότητες χρήσης «καθαρής» τεχνολογίας θα ενισχυθούν με φορολογική έκπτωση, ενώ δεν θα επιβαρυνθούν με δαπανηρές γραφειοκρατικές διαδικασίες καταβολής του φόρου στο δημόσιο.
Στόχος του φόρου είναι η ετήσια μείωση των ρύπων κατά 159 εκατομμύρια τόνους μείωση που, κατά την κυβέρνηση, ισοδυναμεί με την απόσυρση από την κυκλοφορία 45 εκατομμυρίων αυτοκινήτων.
Το κράτος θα ενισχύει τους πολίτες τρίτης ηλικίας με ετήσιο βοήθημα. Άγαμοι πολίτες τρίτης ηλικίας θα λαμβάνουν $338 και τα ανδρόγυνα $510 το χρόνο.
Οι γεωργοκτηνοτρόφοι εξαιρούνται από το φόρο διοξειδίου του άνθρακα. Θα πιστώνονται, δε, από το κράτος για κάθε τόνο διοξειδίου του άνθρακα που θα περικόβουν από την παραγωγή τους ή θα αποθηκεύουν.
Τέλος, η κυβέρνηση υποσχέθηκε μείωση του φόρου εισοδήματος των χαμηλόμισθων εργαζομένων και των πολιτών που απασχολούνται μερικώς (παρτ-τάϊμ).
Ουσιαστικά, λοιπόν, ουδείς «ζημιώνει» από την επιβολή του φόρου ρύπανσης. Αντίθετα, θα ωφεληθούμε εμείς και οι απόγονοί μας από τη σταδιακή μείωση της ρύπανσης του περιβάλλοντος.
Ο χρόνος θα καταξιώσει ή θα καταβαραθρώσει την κ. Γκίλαρντ και την κυβέρνησή της για τη ριζοσπαστική μεταρρύθμισή της.