Η σωτηρία της Ελλάδας είναι πολύ μεγάλος στόχος. Είναι τόσο μεγάλος στόχος, που ξεπερνά τις δεξιότητες, τις δυνατότητες και τις προθέσεις των πολιτικάντηδων της πολύπαθης πατρίδας.
Χρησιμοποιώ σκόπιμα τον χαρακτηρισμό πολιτικάντηδες, διότι μόνον τέτοιους έχει η Ελλάδα. Δεν έχει πολιτικούς η πατρίδα μας. Αδέξιους κληρονόμους της πολιτικής εξουσίας και γεννήματα περιστάσεων έχει η Ελλάδα. Τίποτα περισσότερο. Γι’ αυτό πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο.
Αν υπήρχαν, έστω μία χούφτα, πολιτικοί στην Ελλάδα η χώρα θα είχε αποφύγει το διεθνή διασυρμό και ο ελληνικός λαός την οικονομική και ηθική ισοπέδωσή του – αν και του πρέπει κάποια τιμωρία για τη συνειδητή συντήρηση του σάπιου πολιτικού κατεστημένου. Αν υπήρχαν, έστω μία χούφτα, πολιτικοί στην Ελλάδα οι Έλληνες δεν θα είχαν καταντήσει εντολοδόχοι των Ευρωπαίων αφεντικών, που εξακολουθούν να πειραματίζονται στην καμπούρα τους.
Δυστυχώς, οι κάκιστοι, αναξιόπιστοι διαχειριστές της μοίρας της Ελλάδας και των Ελλήνων έχουν ξεπέσει τόσος την εκτίμηση των Ευρωπαίων, που υποχρεώνονται να δηλώνουν γραπτώς απόλυτη υποταγή στα κελεύσματα των Ευρωπαίων ταγών – παρ’ ότι είναι και οι ίδιοι εξίσου αναξιόπιστοι με τους Έλληνες πολιτικάντηδες.
Ο προφορικός λόγος των Ελλήνων πολιτικάντηδων, λοιπόν, θεωρείται κάλπικος, άνευ αξίας και πίστης. Και δεν μπορεί να έχει τιμή και αξία ο λόγος ηγετών, που αλλάζει με την πνοή του ανέμου.
Ο πρώην πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου –λέγω πρώην, διότι αναμενόταν η αντικατάστασή του– δέχθηκε τη «σωτήρια» δανειακή σύμβαση που διαμόρφωσε η σύνοδος κορυφής του Οκτωβρίου, μήνυσε στον ελληνικό λαό ότι είναι «μάννα εξ ουρανού» αλλά στη συνέχεια την έθεσε σε δημοψήφισμα, επικαλούμενος την άρνηση των άλλων πολιτικών κομμάτων να την στηρίξουν.
Άλλαξε γνώμη, μετά την προσωπική και πολιτική ισοπέδωσή του από Ευρωπαίους και μη στο περιθώριο της Συνόδου της G20 στις Κάννες, απέσυρε το δημοψήφισμα και προσέφερε ως «σπονδή» στους θεούς της Ευρώπης την παραίτησή του από το πρωθυπουργικό αξίωμα και την αντικατάσταση της κυβέρνησής του από κυβέρνηση εθνικής συναίνεσης και συνεργασίας. Πρωτοφανείς παλινωδίες που ενταφίασαν την αξιοπιστία της χώρας και του ιδίου του κ. Παπανδρέου.
Εξευτελιστικές παλινωδίες και από την αξιωματική αντιπολίτευση και τον αρχηγό της, Αντώνη Σαμαρά. Ο εναλλακτικός πρωθυπουργός της Ελλάδας, αποδείχθηκε κρυψίνους και, για πολλούς, εξ ίσου αναξιόπιστος και επικίνδυνος με τον κ. Παπανδρέου.
Μετά την επίπληξη του κ. Παπανδρέου στις Κάννες ο κ. Σαμαράς απέσυρε –δήθεν για το εθνικό καλό– τα περί «επαναδιαπραγμάτευσης» των όρων της δανειακής σύμβασης του Οκτωβρίου.
Η θεμελιώδης υπόσχεση της Νέας Δημοκρατίας προς τον ελληνικό λαό ακυρώθηκε προφανώς, διότι οι καρπαζιές των Ευρωπαίων υποχρέωσαν τον κ. Σαμαρά να υποστείλει τη σημαία της ανταρσίας, να βάλει την ουρά στα σκέλια και να συνταχθεί με τα αφεντικά.
Επέμεινε, όμως, σταθερά στην απαίτησή του να παραιτηθεί ο Γεώργιος Παπανδρέου, πριν αρχίσει ο διάλογος για το σχηματισμό νέας κυβέρνησης.
Ο κ. Παπανδρέου παραιτήθηκε από την πρωθυπουργία, αλλά ο κ. Σαμαράς συνέχισε να παλινωδεί, συμπεριφορά που αποκαλύπτει, ότι ο αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας άλλα είχε στο μυαλό του, όταν όριζε τις προϋποθέσεις για συνεργασία με τους Πασόκους για την έξοδο της Ελλάδας από την κρίση. Προφανώς, ο κ. Σαμαράς επιδίωκε να χρεωθούν ο Παπανδρέου και η κυβέρνησή του ακεραία την ευθύνη της κρίσης – δια της παραιτήσεώς τους- και να απόσχει η Νέα Δημοκρατία από την υπό σχηματισμό κυβέρνησης εθνικής συνεργασίας.
Ο κ. Σαμαράς προέβλεπε την παροχή ψήφου στην κυβέρνηση Παπανδρέου για να παρατηθεί –μόνο στην Ελλάδα συμβαίνουν αυτά– και φρόντισε, με το περί μη συμμετοχής πολιτικών στη νέα κυβέρνηση, να κρατήσει την παράταξή του μακριά από διαδικασίες και επιλογές, που θα περιορίσουν τις πιθανότητες κεφαλαιοποίησης των μνημειωδών λαθών του κ. Παπανδρέου και των στενών συνεργατών του το Φεβρουάριο του 2012, που αναμένεται να στηθεί η κάλπη.
Γι’ αυτό μετά την παραίτηση Παπανδρέου, ο κ. Σαμαράς και οι άλλοι εκφραστές των θέσεων και της πολιτικής της Νέας Δημοκρατίας άρχισαν να ομιλούν για «μεταβατική κυβέρνηση» και όχι για «κυβέρνηση εθνικής συνεργασίας» – με την τακτική της η Νέα Δημοκρατία επέβαλε τη συγκρότηση μονοκομματικής «μεταβατικής» κυβέρνησης, που συν τοις άλλοις αποκλείει και τους παραταξιακούς εχθρούς της, Καρατζαφέρη και Μπακογιάννη.
Ο τρίτος πόλος, ο Γιώργος Καρατζαφέρης, ο «θερμός πατριώτης» που, σε αντίθεση με τους άλλους αρχηγούς, «προτάσσει της σωτηρία της πατρίδας» των κομματικών και προσωπικών ενδιαφερόντων του, θρηνεί και οδύρεται για τη χαμένη ευκαιρία να συμμετάσχει σε κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας. Κλαίει μαζί του απαρηγόρητη και ολόκληρη η ακροδεξιά, που περίμενε να βγει στο προσκήνιο με το μανδύα του ΛΑΟΣ.
Όσο για την αριστερά, αν εξαιρέσει κανείς τον Φώτη Κουβέλη της Δημοκρατικής Αριστεράς, που αρθρώνει πολιτικό λόγο και ζει στο σήμερα, οι υπόλοιποι εξακολουθούν να πάσχουν από το σύνδρομο του «σπασμένου δίσκου» – αναμασούν τα ίδια και τα ίδια.
Κατά πάσα πιθανότητα, την ώρα που θα κυκλοφορήσει ο «Νέος Κόσμος» η πατρίδα μας θα έχει πρωθυπουργό και κυβέρνηση εθνικής συνεργασίας, μεταβατική ή όπως επιθυμεί να την ονομάσει καθείς. Αυτό που δεν θα έχει η Ελλάδα είναι εχέγγυα για την επιβίωσή της. Οι ακροβασίες των πολιτικάντηδων όλων τα αποχρώσεων έβλαψαν περισσότερο τη χώρα και μείωσαν σημαντικά τις δυνατότητές της να ανακάμψει.
Η παράδοση του ξεπουλήματος της πατρίδας από τους ηγέτες της παραμένει αναλλοίωτη για να διαψεύδει τους αιθεροβάμονες που ισχυρίζονται, ότι ένα από τα καλά που θα προκύψουν από την κρίση θα είναι η αλλαγή της πολιτικής κουλτούρας του τόπου. Τούτο θα συμβεί μόνον αν αλλάξει το DNA των Ελλήνων.