Ως επιστροφή στη στρατηγική του «ψυχρού πολέμου» χαρακτήρισε το Υπουργείο Εξωτερικών της Κίνας την ενίσχυση της στρατιωτικής παρουσίας στην περιοχή του Ειρηνικού Ωκεανού.

Αφορμή για τη δήλωση αυτή αποτέλεσε η συμφωνία μεταξύ της Ουάσιγκτον και της Καμπέρας για την εγκατάσταση στη βάση στο Ντάργουιν της Βόρειας Αυστραλίας δυόμισι χιλιάδων πεζοναυτών.

Πολλοί παρατηρητές σημειώνουν την κύρια τάση αναβάθμισης του στρατιωτικού ανταγωνισμού στον Ειρηνικό Ωκεανό – όσο ισχυρότερη καθίσταται η οικονομία της Κίνας και προχωρά ταχύτερα ο εκσυγχρονισμός των Ενόπλων της Δυνάμεων τόσο πιο δραστήρια συμπεριφέρονται οι Ηνωμένες Πολιτείες στην περιοχή. Είναι εμφανής η αυξανόμενη στρατηγική αντιπαράθεση των δύο μεγάλων δυνάμεων.

Και αν η διάταξη των πεζοναυτών παίζει αρκετά συμβολικό ρόλο εκπλήρωσης των συμμαχικών δεσμεύσεων, η παρουσία των Αμερικανών στα στενά Μαλάκκα τούς παρέχει τη δυνατότητα ελέγχου και σε περίπτωση ανάγκης να βουλώσει αυτόν το «λαιμό μπουκαλιού», μέσα από το οποίο μεταφέρεται στην περιοχή του Ειρηνικού Ωκεανού πετρέλαιο από τη Μ. Ανατολή. Προς, δε, την αντίθετη κατεύθυνση μεταφέρονται βιομηχανικά προϊόντα. Οι Αμερικανοί δεν είναι διατεθειμένοι να μειώσουν ούτε τις πολυάριθμες στρατιωτικές τους δυνάμεις στο δυτικό μέρος του Ειρηνικού ωκεανού. Πρόκειται για 80 χιλ. στρατιωτικούς στην Ιαπωνία και 28 χιλ. στη Ν. Κορέα. Ενδεικτικό γεγονός είναι και η εντελώς πρόσφατη επίσκεψη της ΥΠΕΞ Χίλαρι Κλίντον στη Μιανμάρ. Η τελευταία φορά που επισκέφθηκε επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας αυτή τη χώρα ήταν το 1955. Όμως, μόλις οι τοπικές Αρχές επέδειξαν ότι είναι πρόθυμες να προχωρήσουν σε δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις, η Ουάσιγκτον έσπευσε να επωφεληθεί της ευκαιρίας. Όμως, η ουσία της επίσκεψης, κατά την άποψη παρατηρητών, είναι άλλη. Το κύριο είναι να δείξουν στην Κίνα ότι τα συμφέροντά της στη Μιανμάρ δεν συμπίπτουν πλήρως με τα αμερικανικά.

Και ο αρχηγός του Πενταγώνου, Λεόν Πανέτα, ο οποίος επισκέφθηκε πρόσφατα την περιοχή, δήλωσε λακωνικά: «Οι Αμερικανοί δεν σχεδιάζουν να μειώσουν την παρουσία τους στην περιοχή. Η στρατηγική τους αποσκοπεί στη δημιουργία αντίβαρου για την πολιτική ‘επικράτησης’, όπως χαρακτηρίζουν στην Ουάσιγκτον την πολιτική της Κίνας». Με αυτό οι ΗΠΑ εννοούν την όξυνση των εδαφικών διαφορών της Κίνας με τους γείτονές τους και την αύξηση των στρατιωτικών τους δαπανών, λέει ο στρατιωτικός σχολιαστής Βίκτορ Μπαρανέτς:

– Η Κίνα αναπτύσσει με αυξανόμενους ρυθμούς τις στρατιωτικές της δυνάμεις και στη ξηρά και στη θάλασσα και ήδη προωθείται στο διάστημα. Η Κίνα αγόρασε, επίσης, από τη Ρωσία αεροπλανοφόρο και ήδη αρχίζει τις δοκιμές πλεύσης του, πράγμα το οποίο «γαργαλίζει» απίστευτα τα νεύρα των Ηνωμένων Πολιτειών. Και, γενικά, η ηγεμονία της Αμερικής στη θάλασσα σ΄ αυτή την περιοχή σιγά-σιγά αρχίζει να περνά σε ισοδυναμία με τις κινεζικές ένοπλες δυνάμεις. Γιατί η Κίνα έχει και ατμοκίνητα υποβρύχια και σκάφη επιφανείας και θαλάσσια αεροπορία.

Αυτή να αντιπαράθεση μπορεί να δημιουργήσει απειλή δημιουργίας πολεμικών συγκρούσεων στην περιοχή, θεωρεί ο στρατιωτικός αναλυτής, Βλαντίμιρ Γιεφσέγιεφ.