Η ελληνική Δικαιοσύνη διόρθωσε, επιτέλους, την πλάνη της, απαλλάσσοντας τον πρώην πρόεδρο της Ελληνικής Ορθόδοξης Κοινότητας Μελβούρνης και Βικτωρίας, κ. Γ. Φουντά, από την κατηγορία «παρακράτησης» χρημάτων του ελληνικού Δημοσίου.

Με το υπ’ αριθ. 535/2011 βούλευμά του, το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών απάλλαξε τον κ. Φουντά από την κατασκευασμένη κατηγορία που τον βάραινε, για δήθεν «παρακράτηση» χρημάτων -τη γνωστή «επιταγή Πάχτα»- που είχε διαθέσει το ελληνικό Κράτος στην Ελληνική Κοινότητα Μελβούρνης για την ανέγερση αίθουσας πολλαπλών χρήσεων στο Ημερήσιο Κολέγιο Alphington Grammar.

Λίγους μήνες μετά τα εγκαίνια της πολυσυζητημένης αίθουσας, η ελληνική Δικαιοσύνη ομολόγησε την πλάνη της και απέρριψε το κατασκευασμένο κατηγορητήριο σε βάρος του έντιμου οικογενειάρχη, επιτυχημένου επιχειρηματία και «σωτήρα» της Ελληνικής Κοινότητας Μελβούρνης και Βικτωρίας.

Υπενθυμίζουμε, ότι με προσωπικές ενέργειες του κ. Φουντά, η Ελληνική Κοινότητα Μελβούρνης και Βικτωρίας απέφυγε τη χρεοκοπία και εξασφάλισε την επιδότηση από το ελληνικό Κράτος του κόστους κατασκευής της αίθουσας πολλαπλών χρήσεων στο Ημερήσιο Κολλέγιο της Κοινότητας.

Ο Γεώργιος Φουντάς, ο ομογενής που διέθεσε το ήμισυ και πλέον της ζωής του στα κοινά, είναι ο μοναδικός Έλληνας της Αυστραλίας που προσήχθη σε πολιτική δίκη, αλλά και ο μοναδικός Ελληνοαυστραλός που διέψευσε τη χειραφετημένη, κομματικά, Δικαιοσύνη της γενέτειρας.

Το «Καγκαρού Κορτ» που στήθηκε στην Αθήνα για να δικάσει το Γεώργιο Φουντά για δήθεν «υπεξαίρεση» χρημάτων του ελληνικού Κράτους, ήταν κομματική πράξη, δεν ήταν προσπάθεια ανάκτησης χρημάτων του Έλληνα φορολογουμένου που ο πρώην πρόεδρος της Κοινότητας προσπάθησε να οικειοποιηθεί, διότι ήταν τεκμηριωμένη, πέραν πάσης αμφιβολίας, η σωστή διαχείριση της επιταγής από τον κ. Φουντά και το Διοικητικό Συμβούλιό του.

Η άποψη, ότι ο κ. Φουντάς είχε γίνει κομματικός στόχος ενισχύεται από το γεγονός, ότι η ελληνική Δικαιοσύνη τον δίωξε, επιλεκτικά, ενώ είχε παραλάβει την περιβόητη επιταγή από το Γενικό Προξενείο της Μελβούρνης (27/08/2002) μαζί με τον γραμματέα της Κοινότητας, κ. Κώστα Μάρκο, και την είχε καταθέσει στην Τράπεζα Κύπρου (30/8/2002) μαζί με τον γραμματέα και τον τότε ταμία της Κοινότητας, κ. Κώστα Δικαίο. Το, δε, ποσόν που είχε σταλεί από την Ελλάδα μαζί με τους τόκους που απέφερε καταχωρείτο επί σειρά ετών στους ετήσιους Ισολογισμούς της Κοινότητας, καταχωρήσεις που τεκμηρίωναν, νομικά, τη διάπραξη του αδικήματος της «υπεξαίρεσης» από σύσσωμο το Διοικητικό Συμβούλιο.

Η στοχοποίηση του κ. Φουντά επιβεβαιώνεται και από το γεγονός, ότι οι κατήγοροί του αγνοούσαν σκόπιμα και η ελληνική Δικαιοσύνη αρνείτο να λάβει υπόψη της την πολύχρονη διαμάχη της Κοινότητας με το Δήμο για τον τόπο κατασκευής της αίθουσας πολλαπλών χρήσεων, που προκάλεσε την πολύχρονη καθυστέρηση της χρήσης των 2,6 εκατομμυρίων δολαρίων που είχε προσφέρει το Ελληνικό Κράτος για την κατασκευή της αίθουσας.

Η ελληνική Δικαιοσύνη κίνησε νομική διαδικασία κατά του κ. Φουντά, επί τη βάσει ενός διάτρητου κατηγορητηρίου, που κατέπεσε όταν αντικρούστηκε από τους νομικούς συμβούλους του κατηγορουμένου και την κατάθεση του ιδίου του κ. Φουντά που, σημειωτέον, είχε επικηρυχθεί από την ελληνική Δικαιοσύνη με ένταλμα σύλληψής του, και την αντικειμενική κατάθεση στην ελληνική Δικαιοσύνη του πρώην Έλληνα υφυπουργού Εξωτερικών, κ. Θεόδωρου Κασσίμη.

Κατά την εκτίμηση αντικειμενικών κοινοτικών αντιπάλων και υποστηρικτών του κ. Φουντά, το μοναδικό ολίσθημά του στην πολυθρύλητη υπόθεση της επιταγής ήταν «η αποσιώπηση της παραλαβής της επιταγής», που ο πρώην πρόεδρος αιτιολόγησε ως «προσπάθεια περιφρούρησης της επιταγής μέχρι τη Γενική Συνέλευση της Κοινότητας».
Το σκεπτικό της απόφασης του Συμβουλίου Εφετών αποκαλύπτει, ότι παθιασμένοι συκοφάντες του κοινοτικού χώρου και κομματικά ξόανα της ευρύτερης ομογένειας είχαν κατηγορήσει τον κ. Φουντά για «υπεξαίρεση» $2,686,011, που το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας της Ελλάδας διέθεσε στην Κοινότητα με την απόφαση 157787/ΔΕ-2694/1/1-4-2002 του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, για τη χρηματοδότηση των έργων κατασκευής της αίθουσας πολλαπλών χρήσεων στο Alphington Grammar.

Ο «Νέος Κόσμος» έχει στην κατοχή του τα ονόματα ομογενών καθώς και το όνομα δικηγόρου εξ Αθηνών, που κατέθεσαν σε βάρος του κ. Φουντά. Δεν τα δημοσιεύουμε, κατά παράκληση των νομικών συμβούλων του κ. Φουντά, που εξετάζουν το ενδεχόμενο κατάθεσης αγωγής κατά των κατηγόρων του πελάτη τους για συκοφαντική δυσφήμιση.

Ο κ. Φουντάς δηλώνει «απαλλαγμένος» από ένα μεγάλος βάρος που βάραινε ασφυκτικά τους ώμους του κατά τη διάρκεια της δικαστικής του Οδύσσειας.
«Η απαλλακτική απόφαση του Συμβουλίου Εφετών έθεσε τέλος στη βρώμικη υπόθεση που ταλάνισε εμένα και την οικογένειά μου επί σειρά ετών» δήλωσε στο «Νέο Κόσμο».

«Η απόφαση του Συμβουλίου Εφετών είναι η δική μου δικαίωση και η καταδίκη όλων εκείνων, που κινούμενοι από ταπεινά ελατήρια με διέσυραν με το χειρότερο δυνατό τρόπο στην Αυστραλία και την Ελλάδα.
«Η απόφαση περιλαμβάνει και το μήνυμα προς την ίδια την ελληνική Δικαιοσύνη, να μορφώνει γνώμη για την ενοχή ή κάθε πολίτη, πριν ακούσει και τις δύο πλευρές, όπως μας νουθετούν οι αρχαίοι μας πρόγονοι».

Στην ερώτησή μας, αν προτίθεται να διώξει νομικά τους συκοφάντες του, ο κ. Φουντάς απαντά. «Αν και δεν το αξίζουν, τους δίνω το χρόνο να ζητήσουν δημόσια συγγνώμη για το κακό που προξένησαν σε μένα και την οικογένειά μου. Αν δεν ζητήσουν συγγνώμη σε εύθετο χρόνο θα αποφασίσω με τους συνηγόρους μου, αν θα ασκήσω ποινική δίωξη εναντίον τους για συκοφαντική δυσφήμιση».

Ο νυν πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας, κ. Βασίλειος Παπαστεργιάδης, εξέφρασε «απόλυτη ικανοποίηση» για τη θετική έκβαση της υπόθεσης.
«Ως νομικός, εκτιμώ το συναισθηματικό κόστος μία τέτοιας δίκης για τον κ. Φουντά και την οικογένειά του. Χαίρομαι που η απόφαση της ελληνικής Δικαιοσύνης δικαίωσε τον κ. Φουντά.

Το Διοικητικό Συμβούλιο έκρινε υποχρέωσή του και κάλυψε τα δικαστικά έξοδα του κ. Φουντά, διότι η υπόθεση είχε άμεση σχέση με την Κοινότητα» είπε ο κ. Παπαστεργιάδης.