Το 2011, που εκπνέει αύριο, ήταν αναμφισβήτητα το έτος των δημοσκοπήσεων. Το «κουτσό» αποτέλεσμα που έδωσαν οι εθνικές εκλογές του 2010 και η επιχειρηματικών στρατηγείων και μονοπωλίων ενημέρωσης της χώρας, ότι «η κυβέρνηση Γκίλαρντ δεν θα έβγαζε το χρόνο» προσέδωσαν στις δημοσκοπήσεις πρωτοφανή σημασία και αίγλη.

Κατά τη διάρκεια του έτους οι δημοσκοπήσεις ήταν η πυξίδα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, που ενθαρρυνόμενη από την άνοδο της δημοτικότητας του συντηρητικού Συνασπισμού και του αρχηγού του, Τόνι Άμποτ, επέμεινε στην αρνητική πολιτική της εν αναμονή της κατάρρευσης της κυβέρνησης.
Στην αντίπερα όχθη οι Εργατικοί παρακολουθούσαν ανήμποροι τη συνεχή ολίσθηση του κόμματός τους στο εκλογικό Ναδίρ. Οι τολμηρότεροι από τους Εργατικούς ξεστόμισαν σύστησαν αλλαγή αρχηγού, αλλά η πανίσχυρη παράταξη της κ. Γκίλαρντ έπνιξαν εν τη γενέσει τους τις προσπάθειες του Κέβιν Ραντ και των υποστηρικτών του να ανατρέψουν την πρωθυπουργό.

 Προς μεγάλη θλίψη του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης και των υποστηρικτών του Κέβιν Ραντ ο νέος χρόνος θα μας βρει, όπως μας άφησε, εννοώ με την Τζούλια Γκίλαρντ πρωθυπουργό, τον Τόνι Άμποτ αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης και τους Πράσινους να κατευθύνουν τις σκέψεις και τα βήματα της εθνικής κυβέρνησης.

Για την αντιπολίτευση το 2011 άρχισε και τελείωσε αρνητικά. Στην αρχή του έτους ο Τόνι Άμποτ αρνήθηκε να στηρίξει τον ειδικό φόρο (levy) την οικονομική ενίσχυση της πλημμυροπαθούς Κουηνσλάνδης. Έληξε, δε, με την άρνηση της αντιπολίτευσης να στηρίξει το φόρο υπερκερδών της βιομηχανίας εξόρυξης μεταλλευμάτων -παρά το γεγονός, ότι ο φόρος έχει εγκριθεί από τις τρεις μεγαλύτερες μεταλλευτικές επιχειρήσεις της Αυστραλίας- και τη «Λύση Μαλαισία» για τη διαχείριση των προσφύγων, που προωθεί η κυβέρνηση.

Αντίθετα, η κυβέρνηση παρήγαγε έργο παρά τις δυσκολίες που δημιούργησε η έλλειψη πλειοψηφίας, τα συνεχή παζάρια με τους Πράσινους και τους ανεξάρτητους βουλευτές και η αμφισβήτηση της αξιοπιστίας της πρωθυπουργού, εξ αιτίας της απόφασής της να επιβάλει φόρο ρύπανση του περιβάλλοντος (carbon tax), ενάντια στη ρητή προεκλογική δέσμευσή της «η κυβέρνησή μου δεν θα επιβάλει φόρο ρύπανσης του περιβάλλοντος».
Κυρίως, η εθνική οικονομία παρέμεινε ισχυρή με σημαντικές ιδιωτικές επενδύσεις, αυξημένη καταναλωτική πίστη και χαμηλή ανεργία. Κυριολεκτούν οι κυβερνητικοί κάθε φορά που λένε, ότι «ο υπόλοιπος κόσμος ζηλεύει την αυστραλιανή οικονομία», εκτίμηση που ενισχύεται από τις εκθέσεις διεθνών οργανισμών για την πορεία και το βραχυπρόθεσμο μέλλον της εθνικής οικονομίας.

Το 2011 ενίσχυσε το δημοκρατικό πολίτευμα της χώρας. Μετά τις επιτυχημένες, μετεκλογικές διαπραγματεύσεις της κ. Γκίλαρντ με τους Πράσινους και τους ανεξάρτητους οι Κασσάνδρες προφήτευαν, ότι «δεν θα επιζήσει κυβέρνηση με δεκανίκια». Η πραγματικότητα τους διέψευσε. Η κυβέρνηση δεν επέζησε, απλώς, δημιούργησε προϋποθέσεις για εξάντληση της θητείας της.

 Στον παροικιακό χώρο τα γεγονότα που σημάδεψαν τον απερχόμενο χρόνο ήταν η περίληψη της ελληνικής γλώσσας στο εθνικό Πρόγραμμα Διδακτέας Ύλης (National Curriculum) και η αποκατάσταση των σχέσεων της Ελληνικής Ορθόδοξης Κοινότητας Σίδνεΐ με την ιερά Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας.
Η περίληψη της γλώσσας μας στο Εθνικό Πρόγραμμα διανοίγει ελπιδοφόρες προοπτικές για το μέλλον της, αφού θα μπει στα κρατικά σχολεία της χώρας. Είναι το καλύτερο αντίδοτο στην κάμψη των τελευταίων χρόνων, που απειλεί άμεσα και τα πανεπιστημιακά Τμήματα Ελληνικών.

Η αποκατάσταση των σχέσεων της Ελληνικής Ορθόδοξης Κοινότητας Σίδνεϊ με την Ιερά Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας έθεσε τέλος στην εκκλησιαστική εκκρεμότητα, που απορροφούσε μεγάλος μέρος της δυναμικότητας και της δημιουργικότητας του ιστορικού οργανισμού. Μετά την έγκριση της συμφωνίας από την πρόσφατη γενική συνέλευση η κοινότητα Σίδνεϊ μπορεί, πλέον, να προγραμματίσει για το μέλλον χωρίς εμπόδια και επιφυλάξεις.
Εύχομαι σε όλους τα καλύτερα για το 2012.