Την 1η Σεπτεμβρίου 2011 το κείμενο της στήλης αυτής είχε τον τίτλο «Λέτε να αποκτά συνείδηση ο νεοφιλελευθερισμός»;
Αφορμή για το κείμενο εκείνο υπήρξε η δήλωση κάποιων Αμερικανών δισεκατομμυριούχων, όπως του Warren Buffett, του πιο πετυχημένου επενδυτή στον κόσμο, να ανεβεί η φορολογία για τους ίδιους για να μειωθεί το μεγάλο δημόσιο χρέος των Ηνωμένων Πολιτειών.

Παρόμοιες δηλώσεις για δικαιότερη φορολόγηση είχαν κάνει και Γάλλοι και Ιταλοί δισεκατομμυριούχοι.
Αυτές όμως ήταν μεμονωμένες δηλώσεις, ενώ ο νεοφιλελευθερισμός παραμένει το αδιαφιλονίκητο οικονομικό δόγμα, το οποίο υποστηρίζει την αχαλίνωτη λειτουργία των αγορών, αποτέλεσμα της οποίας είναι η σημαντική συρρίκνωση των αρμοδιοτήτων και ευθυνών του κράτους στις ανεπτυγμένες χώρες.
Για το νεοφιλελευθερισμό είχα γράψει στο κείμενο της 1ης Σεπτεμβρίου 2011. Επειδή ο όρος «φιλελευθερισμός» γενικά σημαίνει την προσήλωση σε φιλελεύθερες ιδέες σε επίπεδο πολιτικό, κοινωνικό, οικονομικό και ιδεολογικό, η προσθήκη του επιθέτου «νέος» δεν καθιστά τον φιλελευθερισμό πιο «φιλελεύθερο» και πιο προοδευτικό. Τουναντίον, όπως θα δούμε, ο νεοφιλελευθερισμός αποτελεί ριζική απομάκρυνση από τις αρχές του φιλελευθερισμού.
Ο νεοφιλελευθερισμός, ως πολιτικό και οικονομικό δόγμα, έκανε την εμφάνισή του από τα μέσα της δεκαετίας του 1970, και επικράτησε στις προηγμένες οικονομικά χώρες της Βόρειας Αμερικής και της Ευρώπης μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Μέχρι τότε οι ηγεσίες των χωρών της Δύσης απέφευγαν να προβούν στην πλήρη απελευθέρωση των αγορών, φοβούμενες μην προκαλέσουν ανεξέλεγκτες κοινωνικές αναταραχές, οι οποίες θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε σοσιαλιστικά καθεστώτα.

Έκτοτε, και μάλιστα αφότου και η μετασοβιετική Ρωσία αγκάλιασε τον δυτικό καπιταλισμό, η παγκοσµιοποίηση και η σύγχρονη τεχνολογία επιτάχυναν τον ρυθμό εξάπλωσης και επικράτησης του νεοφιλελεύθερου μοντέλου. Τώρα, ο νεοφιλελευθερισμός έχει καταστεί το ισχύον πολιτικό και οικονομικό σύστημα σε όλες τις προηγμένες οικονομίες.

Οι νέες τεχνολογίες, σε συνδυασµό µε το παγκόσµιο νεοφιλελεύθερο θεσµικό πλαίσιο, έκαναν δυνατή την πρωτοφανή κινητικότητα του κεφαλαίου. Το κράτος δεν µπορεί πια να ασκεί έλεγχο στις κινήσεις του κεφαλαίου εντός των εθνικών του συνόρων. Οι πολιτικές δυνάµεις έχουν ήδη χάσει ή εκχωρήσει την εξουσία στις χρηµατοοικονοµικές δυνάµεις.

Κάθε φορά που σοσιαλδηµοκρατικές κυβερνήσεις, με την προώθηση συνδικαλιστικών οργανώσεων, προσπαθούν να ελέγξουν το κεφάλαιο, αυτό μεταφέρεται σε χώρες όπου η εργασία είναι φθηνή και η εργατική νοµοθεσία ανύπαρκτη.

Οι υπέρμαχοι του νεοφιλελευθερισμού ομιλούν για «απελευθέρωση των εθνικών αγορών». Ας δούμε όμως πώς ερμηνεύει αυτήν την «απελευθέρωση» η κ. Σοφία Ν. Αντωνοπούλου, αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Στο βιβλίο της «Σύγχρονος καπιταλισμός και παγκοσπιοποίηση», εκδόσεις Εξάντας 2008, γράφει τα ακόλουθα:
«Όσο για την «απελευθέρωση των εθνικών αγορών», αυτή συνίσταται … στην κατάργηση μιας σειράς κρατικών ρυθμίσεων επί της οικονομίας, που στόχο είχαν την αποτροπή των πιο ακραίων παρενεργειών των δυνάμεων της αγοράς επί της οικονομίας και της κοινωνίας. Έτσι, «απελευθερώθηκε» το τραπεζικό σύστημα από πολλές κρατικές ρυθμίσεις και ελέγχους. «Απελευθερώνονται» οι στρατηγικοί τομείς της οικονομίας (ενέργεια, τηλεπικοινωνίες, μεταφορές, κ.λπ.) από τον κρατικό έλεγχο, με άλλα λόγια ιδιωτικοποιούνται, πράγμα που καθιστά και αυτούς τους τομείς πεδίο δράσης του μεγάλου, και δη πολυεθνικού, κεφαλαίου… Καταργήθηκαν οι κρατικοί έλγχοι επί των τιμών μιας σειράς βασικών καταναλωτικών προϊόντων, που στόχο είχαν την προστασία του βιοτικού επιπέδου των χαμηλότερων στρωμάτων του πληθυσμού. «Απελευθερώνεται» η αγορά εργασίας, δηλαδή αίρονται σταδιακά οι παραδοσιακές νομικές ρυθμίσεις, που στόχο είχαν την προστασία των εργαζομένων. Αποδομείται σταδιακά το κράτος πρόνοιας, που σημαίνει, μεταξύ άλλων, τη σταδιακή αποδυνάμωση του εθνικού συστήματος υγείας και τη στροφή προς την ιδιωτικοποίηση για την κάλυψη των αναγκών υγείας ευρέων στρωμάτων του πληθυσμού, τη σταδιακή αποδυνάμωση του εθνικού συστήματος παιδείας και την τάση προς ιδιωτικοποίηση της Ανώτατης Εκπαίδευσης…», σελ. 132-133.

Η ΑΥΞΗΣΗ ΣΤΑ ΚΕΡΔΗ ΤΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΜΕΙΩΣΗ ΣΤΑ ΕΣΟΔΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο βλέπουµε τις μεγάλες βιομηχανικές μονάδες σε ανεπτυγμένες χώρες να κλείνουν, αφού το κεφάλαιο των πολυεθνικών επιχειρήσεων μεταφέρεται σε χώρες με χαμηλά ημερομίσθια, όπως η Κίνα και η Ινδία.

Οι εισοδηματικές ανισότητες διευρύνονται, η ανεργία παραµένει σε υψηλά επίπεδα ακόµη και σε περιόδους οικονοµικής ανάκαµψης, το κράτος πρόνοιας συνεχώς συρρικνώνεται, με αποτέλεσμα ένα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού να περιθωριοποιείται.

Γράφει σχετικά ο κ. Νίκος Μουζέλης, οµότιµος καθηγητής Κοινωνιολογίας στη Σχολή Οικονομικών του Λονδίνου (London School of Ecoomics), σε άρθρο του με τίτλο: «Η νεοφιλελεύθερη παγκοσµιοποίηση»:
«Το κράτος δεν µπορεί πια, όπως στην προηγούµενη περίοδο, να ελέγχει εντός των εθνικών συνόρων τις κινήσεις του κεφαλαίου. Οι νέες τεχνολογίες, σε συνδυασµό µε το παγκόσµιο νεοφιλελεύθερο θεσµικό πλαίσιο, έκαναν δυνατή την πρωτοφανή κινητικότητα του κεφαλαίου.
Κάθε φορά που συνδικαλιστικές οργανώσεις ή σοσιαλδηµοκρατικές κυβερνήσεις προσπαθούν να το ελέγξουν, αυτό αποδρά σε χώρες όπου η εργασία είναι φθηνή, οι συνθήκες εργασίας πρωτόγονες και η εργατική νοµοθεσία ανύπαρκτη», αθηναϊκή εφημερίδα Το Βήμα, 28/8/2011.

Αποτελεί γεγονός ότι οι κανόνες και οι ελεγκτικές αρχές που είχαν δημιουργηθεί κατά την περίοδο του φιλελευθερισμού κατά την περίοδο του 1950-1980, με στόχο να προστατέψουν τα δικαιώματα των εργαζομένων, την εγχώρια βιομηχανία και τα έσοδα του κράτους, δέχονται την επίθεση του νεοφιλελευθερισμού κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών.

Το αποτέλεσμα του κλεισίματος μεγάλων βιομηχανικών μονάδων στις ανεπτυγμένες χώρες και της μεταφοράς τους στην Ασία είναι ότι οι εργαζόμενοι και η μεσαία τάξη στις ΗΠΑ, στα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκή Ένωσης, στον Καναδά, και σε μικρότερο βαθμό στην Αυστραλία, υφίστανται διαρκή πίεση στους εργασιακούς όρους και στο επίπεδο ζωής.

Παράλληλα, οι μικρομεσαίες βιομηχανικές επιχειρήσεις δεν μπορούν να ανταγωνισθούν τα φτηνά εισαγόμενα προϊόντα από την Κίνα, και συρρικνώνονται σταδιακά, με αποτέλεσμα την αύξηση της ανεργίας, αλλά και τη μείωση στα κρατικά έσοδα.

Και στο λιανικό εμπόριο παρατηρείται η συρρίκνωση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, οι οποίες δεν αντέχουν στον ανταγωνισμό των μεγάλων εταιρειών, με αποτέλεσμα την αγορά να ελέγχουν μεγάλες μονάδες ολιγοπωλίου, με όλα τα ανεπιθύμητα συνακόλουθα.
Επιπλέον, ο ανταγωνισμός για την προσέλκυση κεφαλαίου στις παραπάνω χώρες έχει ως αποτέλεσμα τη συνεχή μείωση των φορολογικών συντελεστών για τις επιχειρήσεις, αποτέλεσμα των οποίων είναι από τη μια η αύξηση στα κέρδη τους, και από την άλλη η μετάθεση του φορολογικού βάρους στους εργαζόμενους, καθώς και οι περικοπές στα κρατικά κονδύλια για προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας και δημόσιας εκπαίδευσης.

ΤΩΡΑ ΒΛΕΠΟΥΜΕ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΠΟΛΛΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΣΤΗΝ ΙΝΔΙΑ

Μια άλλη ιδιαίτερα ανησυχητική εξέλιξη, και αυτή συνέπεια του δόγματος του νεοφιλελευθερισμού, είναι η «μετανάστευση» υπηρεσιών από τις ανεπτυγμένες χώρες σε χώρες της περιφέρειας, και ιδιαίτερα στην Ινδία.

Ενώ η Κίνα, η χώρα με τον μεγαλύτερο πληθυσμό στον κόσμο, έχει πλέον καταστεί παγκόσμια βάση βιομηχανικής παραγωγής, η Ινδία, η δεύτερη σε πληθυσμό χώρα του κόσμου, διαθέτοντας αγγλόφωνο, και σχετικά υψηλού τεχνολογικού και εκπαιδευτικού επιπέδου εργατικό δυναμικό, αναδεικνύεται σε παγκόσμια βάση υπηρεσιών.
Μεγάλες εταιρείες στο χώρο των υπηρεσιών, όπως οι τηλεπικοινωνίες, οι τράπεζες και άλλοι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί, μεταφέρουν μέρος των υπηρεσιών τους στην Ινδία, δημιουργώντας εκεί θυγατρικές επιχειρήσεις, ή αναθέτοντας τις υπηρεσίες τους σε ινδικές επιχειρήσεις.
Οι οικονομικές επιπτώσεις αυτής της τάσης για χώρες όπως η Αυστραλία είναι πολύ σημαντικές, αφού περιορίζονται οι ευκαιρίες εξεύρεσης εργασίας για άτομα με πανεπιστημιακές σπουδές.

Προσωπικά δεν ήταν λίγες οι φορές που για θέματα που αφορούσαν τη διασύνδεσή μου με το διαδίκτυο, όταν τηλεφωνούσα τον σχετικό φορέα, η απάντηση ερχόταν από την Ινδία.

Σύμφωνα με την κ. Σοφία Ν. Αντωνοπούλου, στο βιβλίο της οποίας αναφέρθηκα πιο πάνω, το 2003 αμερικανικές εταιρείες υπολόγιζαν πως τα επόμενα 13 χρόνια πάνω από τρία εκατομμύρια θέσεις εργασίας θα μεταφέρονταν από τις ΗΠΑ στις Ινδίες. Οι ίδιες τάσεις παρατηρούνται και στην Ευρώπη.
Αυτές είναι κάποιες από τις επιπτώσεις, οικονομικές, αλλά και κοινωνικές, του νεοφιλελευθερισμού για τις ανεπτυγμένες χώρες.

Ενόψει αυτών των εξελίξεων, απομένει να δούμε κατά πόσο θα δραστηριοποιηθούν οι πολιτικές ηγεσίες των ανεπτυγμένων χωρών, για να επανακτήσουν τη δυνατότητα για έλεγχο του αχαλίνωτου μέχρι τώρα νεοφιλελευθερισμού, και να ορίσουν τους απαραίτητους κανόνες της λειτουργίας του.
Γιατί σε τελική ανάλυση, το κράτος είναι υπεύθυνο για τη λήψη μέτρων που θα διασφαλίζουν τα κοινωνικά και εργασιακά δικαιώματα των πολιτών του, και για την παροχή υπηρεσιών σε χώρους όπως η παιδεία, η υγεία, η κοινωνική πρόνοια, και πολλούς άλλους.

Αν οι εθνικές ηγεσίες δεν κινηθούν σύντομα και αποφασιστικά προς αυτήν την κατεύθυνση, η οικονομική κρίση που μαστίζει την Ευρωπαϊκή Ένωση και τις ΗΠΑ θα επιδεινωθεί, και θα πάρει παγκόσμιες διαστάσεις.