Εικόνες και ακούσματα μιας άλλης εποχής «ζωντανεύουν» στο σπίτι του Νίκου Ράπου, στο χωριό Κωνωπίνα Αιτωλοακαρνανίας. Γραμμόφωνα και δίσκοι από βινύλιο, που συγκέντρωσε με μεράκι ο πρώην συμπάροικος, κ. Ράπος, τα χρόνια που έζησε ως μετανάστης στην Αυστραλία και που σήμερα συγκροτούν μια μεγάλη συλλογή, αναδύουν ένα ξεχωριστό «άρωμα» από τα περασμένα.
Αρχικά, ο συλλέκτης συγκέντρωνε ελληνικούς δίσκους από βινύλιο, που έβρισκε σε διάφορες αγορές του εξωτερικού. «Έφυγα για την Αυστραλία, μετά τη στρατιωτική μου θητεία το 1969. Εκεί, λοιπόν, έβλεπα διάφορα ελληνικά πράγματα. Κυκλοφορούσαν στην αγορά δίσκοι, μετάλλια. Σκέφτηκα, λοιπόν, ‘γιατί αυτά να βρίσκονται εκεί, εφόσον έφτασαν έως την Αυστραλία, γιατί να μην τα φέρω πίσω στην πατρίδα μας;’ Κάπως έτσι άρχισα να κάνω τη συλλογή» θυμάται ο κ. Ράπος, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Τη συλλογή του, που συνολικά αριθμεί πάνω από 1.500 δίσκους από βινύλιο, έναν φωνόγραφο, τέσσερα παιδικά και περίπου δέκα άλλα γραμμόφωνα, κοσμούν σπάνια ντοκουμέντα, όπως ο εθνικός ύμνος, σε πρώτη ηχογράφηση το 1907-1911 από την εταιρεία «His Master’s Voice», στο Λονδίνο, καθώς και μια ανεπίσημη εγγραφή του στην Κωνσταντινούπολη από τη «Zonophone» το 1905.
Στο «θησαυροφυλάκιο» της συλλογής του συγκαταλέγονται, επίσης, διασωθέντα ηχητικά ντοκουμέντα από τον Ελευθέριο Βενιζέλο: η ομιλία του στο Λονδίνο το 1917 σε δίσκο γραμμόφωνου και δύο ριζίτικα τραγούδια, ο Χάρος και ο Διγενής, του 1931.
Μια αφίσα από τα τέλη του 18ου αιώνα που διαφήμιζε τη «μηχανή που μιλάει», το φωνογράφο του Τόμας Έντισον, η οποία και βρέθηκε στα χέρια του Έλληνα μετανάστη, τον οδήγησε στην αναζήτηση του μοντέλου συγκεκριμένου μοντέλου- GEM A του 1877.
Η αναζήτηση είχε αίσιο τέλος, αφού σε κατάστημα αντικών στο Λονδίνο βρήκε το φωνογράφο και, μάλιστα, σε πολύ καλή κατάσταση, αφού λειτουργεί με τις πρώτες κυλινδρικές μεμβράνες, που κατέγραφαν και αναπαρήγαγαν τον ήχο.
Κατά την ξενάγηση στη συλλογή του, περιγράφει το γραμμόφωνο που δεσπόζει στο χώρο του. «Το γραμμόφωνο αυτό αγοράστηκε το μεν κάτω μέρος από την Αμερική, ενώ το πάνω από την Αυστραλία. Είναι μοντέλο του 1912, γραμμόφωνο πολυτελείας, φτιαγμένο εξ ολοκλήρου από ξύλο βελανιδιάς. Φέρει το επαναστατικό για την εποχή ηχείο exhibition (εξιμπίσιον). Μαζί με το βάθρο στοίχιζε το τρομερό τότε ποσό των 275 αμερικανικών δολαρίων, όσο δηλαδή ένα αυτοκίνητο!» μας λέει χαρακτηριστικά.
Ο κ. Ράπος, προτού προχωρήσει σε οποιαδήποτε αγορά κάποιου κομματιού για να εμπλουτίσει τη συλλογή του, συμβουλεύεται τα βιβλία που έχει γι’ αυτόν το σκοπό.
Στην κατοχή του έχουν περιέλθει και κάποια άλλα σπάνια κομμάτια, όπως τα παιδικά γραμμόφωνα με δίσκους παραμυθιών που κυκλοφόρησαν το 1920 και, όπως λέει, σώζονται ελάχιστα από αυτά, σήμερα, καθώς ήταν ένα «παιχνίδι» στα χέρια των παιδιών.
Ανάμεσα στα πολλά εκθέματα της συλλογής του, ξεχωρίζει η απεικόνιση του σήματος της δισκογραφικής εταιρείας «His Master’s Voice», όπου είναι χαραγμένη η εξής συγκινητική ιστορία: «Όταν το αγαπημένο αφεντικό πέθανε, ο σκύλος του, ο Nipper, «υιοθετήθηκε» από τον αδελφό του, ο οποίος διέθετε τη νέα ανακάλυψη της εποχής του, το φωνογράφο. Του άρεσε δε να ακούει έναν κύλινδρο (δίσκο) κάποιου μίμου, που σατίριζε διάφορα πρόσωπα της εποχής. Όταν η φωνή έμοιαζε με εκείνη του νεκρού αφεντικού του, ο σκύλος έτρεχε και έχωνε τη μουσούδα του μέσα στο χωνί του φωνογράφου και γρυλίζοντας «καλούσε» το νεκρό αφεντικό του να βγει έξω. Ένα απαράμιλλο σήμα είχε γεννηθεί. Αγγλία, τέλη 19ου αιώνα…».