«Κανείς δεν είναι περισσότερο θυμωμένος και εξαγριωμένος από μένα γι’ αυτό το περιστατικό».

Με αυτή την δήλωση αντέδρασε η Αυστραλή πρωθυπουργός, Τζούλια Γκίλαρντ, στην αποκάλυψη ότι ένας σύμβουλός της και μια συνδικαλίστρια, μέλος του Εργατικού Κόμματος, ήταν αυτοί που «ξεσήκωσαν» τους ακτιβιστές Αβοριγίνες την Ημέρα της Αυστραλίας με αποτέλεσμα να σημειωθούν θλιβερά έκτροπα σε βάρος της ίδιας της πρωθυπουργού, αλλά και του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Ήδη, ο σύμβουλος Τύπου της κ. Γκίλαρντ, Τόνι Χότζες, παραιτήθηκε από τη θέση του, ενώ η συνδικαλίστρια, Κιμ Σάτλερ, υποστηρίζει ότι το γραφείο της πρωθυπουργού επικοινώνησε μαζί της και της ζήτησε να ενημερώσει τους ιθαγενείς ότι ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Τόνι Άμποτ, ζήτησε να κλείσει η «πρεσβεία τους».

Όπως αποδείχθηκε, μάλιστα, ούτε και ο κ. Αμποτ έκανε τις δηλώσεις που τού αποδόθηκαν και εξαγρίωσαν τους ιθαγενείς, εκπρόσωποι των οποίων λένε τώρα ότι «παγιδεύτηκαν».

Η πρωθυπουργός δηλώνει πλήρη άγνοια για το θέμα αυτό και «εξαγριωμένη», ενώ η αντιπολίτευση ζητά να γίνει έρευνα για να διαπιστωθεί ποιος ευθύνεται για τις διαρροές από το πρωθυπουργικό γραφείο.

Θυμίζουμε ότι την περασμένη Πέμπτη, Ημέρα της Αυστραλίας, τον γύρο του κόσμου έκαναν οι εικόνες με την πρωθυπουργό της Αυστραλίας να φυγαδεύεται πανικόβλητη από τον σωματοφύλακά της, που την είχε αγκαλιάσει με τα δυο του χέρια, έχοντας χάσει το ένα της παπούτσι.
 Γύρω της πολλά άτομα, κυρίως Αβοριγίνες ακτιβιστές, φώναζαν «ρατσιστές» «αίσχος» και «ντροπή», ενώ περισσότεροι από 50 άνδρες των Σωμάτων Ασφαλείας με πλήρη εξάρτηση άνοιγαν δρόμο ανάμεσα στο πλήθος για να φτάσει εκείνη στο αυτοκίνητό της.
Η πρωθυπουργική λιμουζίνα έφυγε, ενώ οι εξαγριωμένοι πολίτες χτυπούσαν τα τζάμια και το καπό της. Η Τζούλια Γκίλαρντ δήλωσε αργότερα ότι «είναι φτιαγμένη από σκληρό υλικό».

Ο τρόμος στα μάτια της, ωστόσο, αποτυπώθηκε εμφανώς στον φωτογραφικό φακό την ώρα του επεισοδίου.
Αρχικά, οι Αβοριγίνες ανακοίνωσαν ότι θα έβγαζαν το γοβάκι της στον πλειστηριασμό μέσω του e bay, αλλά αργότερα και μπροστά στο ενδεχόμενο να κατηγορηθούν για κατοχή «κλεμμένου αντικειμένου» το επέστρεψαν ως «ένδειξη καλής θέλησης».
Παράλληλα, όμως, σε μια νέα διαδήλωσή τους, στην αυστραλιανή πρωτεύουσα, έκαψαν μια αυστραλιανή σημαία «στο όνομά της οποίας διώχθηκαν, βιάστηκαν και δολοφονήθηκαν πολλοί Αβοριγίνες».

Κάθε χρόνο στις 26 Ιανουαρίου οι λευκοί Αυστραλοί γιορτάζουν την άφιξη των Βρετανών εποίκων ως «Ημέρα της Αυστραλίας».
Για τους Αβοριγίνες εκείνη η ημέρα του 1788 σηματοδοτεί την εισβολή στη χώρα τους. Οι ιθαγενείς της Αυστραλίας υπέστησαν τους επόμενους δύο αιώνες περίπου ό,τι και οι Ινδιάνοι της Αμερικής: έχασαν τη γη τους, έπεσαν θύματα διακρίσεων, αντιμετωπίζονταν ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας.

«Πώς μπορεί να συγκριθεί η απώλεια ενός παπουτσιού με την απώλεια μιας ολόκληρης ηπείρου;» έγραψαν στην ιστοσελίδα τους στο facebook. Ο στόχος τους, πάντως, δεν ήταν η πρωθυπουργός, αλλά ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Και η αιτία της οργής τους ήταν οι δηλώσεις του Τόνι Αμποτ ότι είχε έρθει ο καιρός να ξηλωθεί η «πρεσβεία» τους, μια σκηνή που βρίσκεται εδώ και 40 χρόνια έξω από το κτίριο της Παλαιάς Βουλής.

Η Γκίλαρντ και ο Αμποτ βρίσκονταν μαζί σε ένα εστιατόριο στην Καμπέρα, όπου συμμετείχαν σε μια εορταστική εκδήλωση.
Μερικοί από τους περίπου χίλιους Αβοριγίνες που διαδήλωναν για τις τέσσερις δεκαετίες της «πρεσβείας» έφτασαν έξω από το εστιατόριο. Άρχισαν να χτυπούν τις τζαμαρίες και να φωνάζουν «αίσχος» στον «ρατσιστή» Άμποτ.

 Η εκδήλωση διακόπηκε, οι σωματοφύλακες έπιασαν δουλειά, ενώ δεν πέρασε πολλή ώρα προτού φτάσουν οι δυνάμεις ασφαλείας. Η κάμερα του τηλεοπτικού δικτύου Nine που βρισκόταν στο σημείο «έπιασε» την απάντηση της Γκίλαρντ, όταν ο σωματοφύλακας της είπε ότι θα ήταν καλύτερα να τη συνοδεύσει έξω: «Εντάξει, τι γίνεται με τον Άμποτ; Τον πήρατε; Δεν θα ήταν καλύτερα να τον βοηθήσουμε και αυτόν να φύγει;».

Πάντως η Αστυνομία δεν προχώρησε σε καμία σύλληψη παρά τα μικρής έκτασης επεισόδια ανάμεσα στα μέλη της και στους διαδηλωτές.
Το θέμα όμως έχει τώρα πολιτικές προεκτάσεις καθώς, όπως όλα δείχνουν, η «υποκίνηση» των Αβοριγίνων έγινε από το ίδιο το γραφείο της πρωθυπουργού.